Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Υπέργηροι αντιδραστήρες: και είναι πολλοί

από cynical



Μιας και λόγω του ατυχούς συμβάντος στη Φουκουσίμα, φαίνεται να αναβιώνει η συζήτηση περί της ασφάλειας των πυρηνικών εργοστασίων, τα οποία τα τελευταία χρόνια είχαν αρχίσει να παγιώνονται πλέον στην κοινή γνώμη ως εντελώς ασφαλή, (χάρις στους βελτιωμένους «αεροδυναμικούς» σχεδιασμούς, την πρόοδο της τεχνολογίας, η οποία ως γνωστόν μπορεί να ξεπλένει κάθε αμφιβολία, και τη συσσωρευμένη εμπειρία), καλό είναι να μετατοπίσουμε το πρόβλημα της ασφάλειας από την ικανότητα της τεχνολογίας να την εξασφαλίζει, στο να δούμε τα πυρηνικά εργοστάσια αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή σκέτες επιχειρήσεις, οι οποίες επιθυμούν και να μακροημερεύουν και να κερδίζουν.
Και εδώ αρχίζει να εμφανίζεται η εμπλοκή. Ενώ ο μέσος χρόνος λειτουργίας ενός πυρηνικού εργοστασίου είναι τα 30 χρόνια, σήμερα πολλά από αυτά βρίσκονται ακόμα σε λειτουργία, αν και έχουν ξεπεράσει το ανώτερο επιτρεπτό όριο, κατά το 1/3 τουλάχιστον. Το παρακάτω γράφημα δείχνει την κατανομή των πυρηνικών αντιδραστήρων παγκοσμίως, σύμφωνα με την ηλικία τους. Παρατηρούμε δυο συγκεντρώσεις. Μια, η μεγαλύτερη, γύρω στα 27 χρόνια και μια δεύτερη γύρω στα 37. Οι αντιδραστήρες που ξεπερνούν τα 30 χρόνια ανέρχονται σε 153, δηλαδή στο 34% του συνόλου, που είναι 442.

Κοντολογίς το 1/3 των αντιδραστήρων λειτουργούν έχοντας πάρει περίοδο χάρητος. Και εδώ βρίσκεται το κουμπί, για το πώς εξασφαλίζεται η πολυπόθητη αυτή περίοδος χάρητος, αν λάβουμε υπ' όψιν μας το γεγονός ότι τα εργοστάσια είναι επιχειρήσεις, όπου δεν χωράει ανακαίνιση και εκσυγχρονισμός, παρά μόνο γκρέμισμα και ξαναχτίσιμο αλλού, και ότι κάθε νέο εργοστάσιο προϋποθέτει τερατώδεις, αρκετών δις ευρώ, επενδύσεις. Υπάρχει λοιπόν κάθε συμφέρον οι υπάρχουσες επιχειρήσεις να κάνουν το παν για να συνεχίσουν να λειτουργούν, κι όταν λέμε "το παν", εννοούμε "το παν".

Η tepco είναι ένα πρόσφατα παράδειγμα, το οποίο λειτουργούσε έχοντας κάνει το αυτονόητο, δηλαδή απόκρυψη και παραποίηση στοιχείων, απόκρυψη επανειλημμένων αστοχιών και ατυχημάτων, αγνοώντας όλες τις προειδοποιήσεις από τις υπεύθυνες ρυθμιστικές αρχές. Προφανώς, σαν καλή επιχείρηση που ξέρει όλα τα κόλπα της αγοράς, συνέχιζε να λειτουργεί σαν να μην τρέχει τίποτε. Το πώς, επαφίεται στη φαντασία του καθενός. Και προφανώς δεν είναι η μόνη.

Αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ λειτουργούν 23 αντιδραστήρες με το ίδιο ακριβώς σχέδιο, με το όνομα Mark-1, όπως και της Φουκουσίμα, (αποθήκευση των χρησιμοποιημένων ράβδων καυσίμου στο ίδιο μέρος με τον αντιδραστήρα), παρά τις προειδοποιήσεις της Nuclear Regulatory Commission για τον κίνδυνο έκρηξης.

Θα μπορούσε κάποιος να προβάλει το επιχείρημα, ότι αν όλοι οι αντιδραστήρες είχαν αντικατασταθεί από αυτούς της καινούργιας γενιάς, τότε δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Εκτός από το γεγονός ότι κάτι τέτοιο είναι στη σφαίρα της φαντασίας, εν τούτοις λογικό είναι ότι κάποτε και αυτοί θα γερνούσαν, και τότε θα εμφανιζόταν το ίδιο ακριβώς πρόβλημα.

Επιπλέον, αν υποτεθεί ότι η συχνότητα μείζονος ατυχήματος παγκοσμίως είναι ένα κάθε τριάντα χρόνια, ευκόλως γίνεται αντιληπτό, από στατιστική και μόνο άποψη, ότι όσο θα αυξάνονται, τόσο θα αυξάνεται και ο αριθμός των συμβάντων με παγκόσμιες επιπτώσεις.

Προς το παρόν δεν θ' αναφερθώ στο ακόμα σοβαρότερο θέμα της αποθήκευσης των πυρηνικών αποβλήτων. Επ' αυτού θα επανέλθω κάποια άλλη στιγμή.

Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

Αποφασιστική καμπή για τη λιβυκή επανάσταση

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου



ΒΕΓΓΑΖΗ. Σχεδόν ένα μήνα μετά την έναρξη της αιματηρής εξέγερσης στη Λιβύη, η «Επανάσταση της 17ης Φεβρουαρίου» οδεύει προς μια αποφασιστική καμπή. Στις 15 ημέρες που καλύπτουμε τις δραματικές πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις στην εξεγερμένη, ανατολική Λιβύη, διαπιστώσαμε πως ένα αρχικά περιορισμένο κίνημα δημοκρατικών δικαιωμάτων εξελίχθηκε με κινηματογραφική ταχύτητα σε πραγματική λαϊκοδημοκρατική επανάσταση, η οποία κλιμακώθηκε σε νικηφόρα, στη μισή χώρα, ένοπλη εξέγερση και, τελικά, σε έναν εμφύλιο πόλεμο χωρίς ορατή ημερομηνία λήξης.

Η λιβυκή επανάσταση αντιμετωπίστηκε με επιφυλακτικότητα από αρκετούς αριστερούς πολίτες, αναλυτές και ηγέτες. Ορισμένοι υποστήριξαν ότι στην πραγματικότητα δεν επρόκειτο για επανάσταση, αλλά για εσωτερικό πραξικόπημα μερίδας του λιβυκού διευθυντικού στρώματος, με στόχο την προετοιμασία στρατιωτικής επέμβασης της Δύσης, την επαναποικιοποίηση της χώρας και τη διανομή της πολύτιμης πετρελαϊκής λείας της μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Η έκκληση της πολιτικής ηγεσίας της εξέγερσης, υπό τον παραιτηθέντα υπουργό Δικαιοσύνης του Καντάφι Μουσταφά Αμπντελτζαλίλ, για επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων (μια πράξη που αποτελεί, ουσιαστκά, κήρυξη πολέμου) στο καθεστώς Καντάφι και οι σχετικές ζυμώσεις σε επίπεδο ΝΑΤΟ, Ε.Ε., Αραβικής Ένωσης και ΟΗΕ ενίσχυσαν αυτές τις εύλογες ανησυχίες.

Μια ρεαλιστική εκτίμηση των ταχύτατων και άκρως αντιφατικών εξελίξεων στη Λιβύη οφείλει να ξεκινήσει από την εσωτερική δυναμική της εξέγερσης. Αυτό που διαπιστώσαμε ιδίοις όμμασι το τελευταίο δεκαπενθήμερο είναι ότι η εξέγερση έχει συντριπτική λαϊκή υποστήριξη στο ανατολικό τμήμα της χώρας (και φαίνεται να έχει ισχυρή, αν και όχι εξίσου συντριπτική, βάση και στο δυτικό, όπου ο Καντάφι διατηρεί τον έλεγχο, αν και η εξέγερση κέρδισε και εκεί μεγάλες πόλεις, ένθεν κακείθεν της πρωτεύουσας Τρίπολης). Η Βεγγάζη ζει κάθε βράδυ ατμόσφαιρα λαϊκού πανηγυριού και κάθε Παρασκευή διαδηλώσεις της τάξης των 100.000 ανθρώπων (σε έναν πληθυσμό μικρότερο του εκατομμυρίου). Εθελοντές πολιτοφύλακες, κυρίως νέοι, κατατάσσονται καθημερινά στον επαναστατικό στρατό και σπεύδουν κατά εκατοντάδες στην πρώτη γραμμή του μετώπου, ενώ από το Τομπρούκ, προς τα σύνορα με την Αίγυπτο, μέχρι την Αζντάμπια, στα δυτικά, στο δρόμο προς τη γενέτειρα του Καντάφι, Σύρτη, οι απελευθερωμένες πόλεις διοικούνται από επαναστατικά συμβούλια, τα οποία έχουν δημιουργήσει λαϊκές επιτροπές για κάθε τομέα της κοινωνικής ζωής (υγεία, παιδεία, καθαριότητα, οικονομία, ασφάλεια κλπ). Ο πληθυσμός είναι ένοπλος, ύστερα από τις αιματηρές εξεγέρσεις, με εκατοντάδες νεκρούς, που ανέτρεψαν το παλιό καθεστώς σ’ αυτό το τμήμα της χώρας.

Ρόλο πυροκροτητή στη λιβυκή εξέγερση έπαιξαν αφ’ενός μεν το κίνημα για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων και για την εξακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων του καθεστώτος Καντάφι, αφ’ετέρου δε το κίνημα της μορφωμένης νεολαίας, που επηρρεάστηκε από τις ανατροπές των Μπεν Αλί και Μουμπάρακ, δυτικά και ανατολικά της Λιβύης και ξεκίνησε ένα αντάρτικο στον κυβερνοχώρο. Στην πολιτική ηγεσία της εξέγερσης τον τόνο δίνει η μικρή και μεσαία αστική τάξη και η διανόηση, κυρίως νομικοί, μηχανικοί και πανεπιστημιακοί. Ιδεολογικά, ο ορίζοντας της εξέγερσης είναι βασικά αστικοδημοκρατικός, με έντονη επιρροή του παραδοσιακού, αραβικού εθνικισμού (η σημαία και ο εθνικός ύμνος που έχουν υιοθετήσει οι εξεγερμένοι δεν είναι η «σημαία της μοναρχίας», όπως εσφαλμένα έχει γραφτεί, αλλά η σημαία της αντιιταλικής, αντιαποικιοκρατικής εξέγερσης της δεκαετίας του 1920, ενώ η συμβολική μορφή που εμπνέει τους εξεγερμένους είναι ο θρυλικός ήρωας της ανεξαρτησίας, Ομάρ Μαχτούρ). Μεταξύ των ανθρώπων- κλειδιά της εξέγερσης είναι ο στρατηγός Αμπντελφατάχ Γιούνις, από τους πρωτεργάτες της επανάστασης του 1969 που ανέτρεψε τη μοναρχία, έδιωξε τις αμερικανικές και βρετανικές βάσεις, εθνικοποίησε το πετρέλαιο και έφερε τον Καντάφι στην εξουσία.

Μέχρι προ δέκα ημερών, η ηγεσία της εξέγερσης απέρριπτε το ενδεχόμενο ξένης επέμβασης, μάλιστα γέμισε το κέντρο της Βεγγάζης με γιγάντια πανώ και αφίσσες που έγραφαν: «Όχι την ξένη επέμβαση, ο λιβυκός λαός μπορεί να τα καταφέρει μόνος του»! Επιπλέον, συνέλαβε και απέλασε οκτώ Βρετανούς πράκτορες των ειδικών δυνάμεων SAS, που είχαν μπει στην ανατολική Λιβύη χωρίς την έγκρισή της. Προφανώς, οι ηγέτες της εξέγερσης δεν πίστευαν ότι θα επικρατούσαν μόνοι τους σε έναν ανοιχτό πόλεμο με το συντριπτικά υπέρτερο, από πλευράς εξοπλισμού, καθεστώς Καντάφι. Προσδοκούσαν όμως ότι η προέλασή τους προς τα δυτικά μέχρι το περασμένο Σάββατο, όταν κατέλαβαν το Μπιν Τζαουάντ, τελευταίο κανταφικό οχυρό πριν από τη γενέτειρα του Καντάφι Σύρτη, θα πυροδοτούσε αποστασίες μέσα στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ανταρσίες φυλών στο δυτικό τμήμα της χώρας και ένοπλη εξέγερση στη Σύρτη, κάτι που θα είχε ως βέβαιη συνέπεια την πτώση και της Τρίπολης.

Το σενάριο αυτό λίγο έλειψε να υλοποιηθεί (στη Σύρτη σημειώθηκε όντως εξέγερσης της φυλής των Φαρζάνι και τμήματος στρατιωτικών δυνάμεων, σύμφωνα με πηγές της αντιπολίτευσης), αλλά οι πιστές στον Καντάφι δυνάμεις κατάφεραν να καταστείλουν την εσωτερική εξέγερση, να σταματήσουν τους αντάρτες στο Ρας Λανούφ και να ανακαταλάβουν τη Ζαουίγια, στο δυτικό μέτωπο. Δεν φαίνονται ωστόσο ικανές να επιχειρήσουν στα σοβαρά ανακατάληψη της Βεγγάζης και των άλλων μεγάλων πόλεων στο ανατολικό τμήμα της χώρας, με αποτέλεσμα να τείνει να διαμορφωθεί μια εύθραυστη στρατιωτική και πολιτική ισορροπία μεταξύ των δύο στρατοπέδων.
Οι στρατιωτικές δυσκολίες της εξέγερσης οδήγησαν την ηγεσία της να αναζητήσει εντονότερη διεθνή υποστήριξη. Ήδη, έξω από το αρχηγείο των επαναστατών, στη Βεγγάζη, κυματίζει μια τεράστια γαλλικη σημαία, καθώς η Γαλλία ήταν η πρώτη δυτική χώρα που επίσημα αναγνώρισε το Λιβυκό Εθνικό Συμβούλιο της Βεγγάζης και ετοιμάζεται να στείλει εδώ πρεσβευτή και φρεγάτα.

Βέβαια- όπως γνωρίζουμε και από τις αντίστοιχες εμπειρίες της ελληνικής επανάστασης του 1821- η στήριξη στις μεγάλες δυνάμεις θα έχει βαρύ τίμημα. Από την πλευρά του ο Καντάφι φαίνεται να εύχεται μια τέτοια εξέλιξη για να συσπειρώσει σημαντική μερίδα του πληθυσμού κάτω από τη σημαία τους εθνικής ανεξαρτησίας και του αντιαποικιοκρατικού αγώνα. Είναι πολύ αμφίβολο, όμως, αν το καταφέρει δεδομένου ότι έχει χάσει κάθε νομιμοποίηση ύστερα από τη συνθηκολόγησή του με τη Δύση, την περασμένη δεκαετία. Πρώτα παρέδωσε στους Άγγλους τους πράκτορές του που είχαν ανατινάξει την πτήση της Pan Am στο Λόκερμπι, ύστερα προσφέρθηκε να βοηθήσει τον Μπους στον «πόλεμο κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας», μετά έδωσε γην και… πετρέλαιο στον Μπλερ και τον Μπερλουσκόνι. Άλλωστε, με βρετανικά, γαλλικά και αμερικανικά όπλα (πλην των παλιών σοβιετικών) πολεμάει αυτές τις μέρες την επανάσταση. Πρόσφατα, είχε ταχθεί αναφανδόν υπέρ των Μπεν Άλι και Μουμάρακ, προειδοποιώντας ότι αν αυτά τα καθεστώτα πέσουν, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ θα αντιμετωπίσουν κράτη- βάσεις της Αλ Κάιντα στη Μεσόγειο.

Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς πως θα εξελιχθούν τα πράγματα το επόμενο διάστημα. Το βέβαιο είναι ότι η καλύτερη ελπίδα της λιβυκής επανάστασης θα ήταν μια νέα, μαζική εξέγερση στη Σύρτη ή και στην Τρίπολη (κάτι διόλου εύκολο, δεδομένου ότι οι δύο πόλεις βρίσκτονται ουσιαστικά υπό στρατιωτικό νόμο), η οποία θα «τέλειωνε» το καθεστώς χωρίς να προλάβουν οι Δυτικοί να οργανώσουν επέμβαση της μιας ή της άλλης μορφής. Ενδεχόμενη νίκη της λιβυκής επανάστασης με τις δικές της δυνάμεις θα είχε τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο, μεγαλύτερο κι από εκείνον της αιγυπτιακής εξέγερσης, σε όλο τον αραβικό κόσμο και ιδίως στις πετρελαϊκές, φιλοαμερικανικές μοναρχίες του Περσικού Κόλπου, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, που έχει αρχίσει τελευταία να δίνει σημάδια ριζοσπαστικοποίησης.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2011

Οι αδιάφοροι - Ένα μικρό κείμενο του Γκράμσι, τραγικά επίκαιρο

youpayyourcrisis




Πηγή: e-parembassis

«Μισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να εντάσσεσαι κάπου. Όποιος ζει πραγματικά δεν μπορεί να μην είναι πολίτης και ενταγμένος.

Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους.

Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. Δρα παθητικά, αλλά δρα. Είναι η μοιρολατρία. Είναι αυτό που δεν μπορείς να υπολογίσεις. Είναι αυτό που διαταράσσει τα προγράμματα, που ανατρέπει τα σχέδια που έχουν κατασκευαστεί με τον καλύτερο τρόπο.

Είναι η κτηνώδης ύλη που πνίγει την ευφυΐα. Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, συμβαίνει γιατί η μάζα των ανθρώπων απαρνείται τη βούλησή της, αφήνει να εκδίδονται νόμοι που μόνο η εξέγερση θα μπορέσει να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που μόνο μια ανταρσία θα μπορέσει να ανατρέψει.



Μέσα στη σκόπιμη απουσία και στην αδιαφορία λίγα χέρια, που δεν επιτηρούνται από κανέναν έλεγχο, υφαίνουν τον ιστό της συλλογικής ζωής, και η μάζα είναι σε άγνοια, γιατί δεν ανησυχεί. Φαίνεται λοιπόν σαν η μοίρα να συμπαρασύρει τους πάντες και τα πάντα, φαίνεται σαν η ιστορία να μην είναι τίποτε άλλο από ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια έκρηξη ηφαιστείου, ένας σεισμός όπου όλοι είναι θύματα, αυτοί που τον θέλησαν κι αυτοί που δεν τον θέλησαν, αυτοί που γνώριζαν κι αυτοί που δεν γνώριζαν, αυτοί που ήταν δραστήριοι κι αυτοί που αδιαφορούσαν. Κάποιοι κλαψουρίζουν αξιοθρήνητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά κανείς ή λίγοι αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;

Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.

Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ’ αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ’ αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι’ αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους».


Aντόνιο Γκράμσι
11 Φεβρουαρίου 1917

Mετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς
Πηγή: Εποχή