Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου |
|
|
|
|
|
|
ΒΕΓΓΑΖΗ. Σχεδόν ένα μήνα μετά την έναρξη της αιματηρής εξέγερσης στη Λιβύη, η «Επανάσταση της 17ης Φεβρουαρίου» οδεύει προς μια αποφασιστική καμπή. Στις 15 ημέρες που καλύπτουμε τις δραματικές πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις στην εξεγερμένη, ανατολική Λιβύη, διαπιστώσαμε πως ένα αρχικά περιορισμένο κίνημα δημοκρατικών δικαιωμάτων εξελίχθηκε με κινηματογραφική ταχύτητα σε πραγματική λαϊκοδημοκρατική επανάσταση, η οποία κλιμακώθηκε σε νικηφόρα, στη μισή χώρα, ένοπλη εξέγερση και, τελικά, σε έναν εμφύλιο πόλεμο χωρίς ορατή ημερομηνία λήξης.
Η λιβυκή επανάσταση αντιμετωπίστηκε με επιφυλακτικότητα από αρκετούς αριστερούς πολίτες, αναλυτές και ηγέτες. Ορισμένοι υποστήριξαν ότι στην πραγματικότητα δεν επρόκειτο για επανάσταση, αλλά για εσωτερικό πραξικόπημα μερίδας του λιβυκού διευθυντικού στρώματος, με στόχο την προετοιμασία στρατιωτικής επέμβασης της Δύσης, την επαναποικιοποίηση της χώρας και τη διανομή της πολύτιμης πετρελαϊκής λείας της μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Η έκκληση της πολιτικής ηγεσίας της εξέγερσης, υπό τον παραιτηθέντα υπουργό Δικαιοσύνης του Καντάφι Μουσταφά Αμπντελτζαλίλ, για επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων (μια πράξη που αποτελεί, ουσιαστκά, κήρυξη πολέμου) στο καθεστώς Καντάφι και οι σχετικές ζυμώσεις σε επίπεδο ΝΑΤΟ, Ε.Ε., Αραβικής Ένωσης και ΟΗΕ ενίσχυσαν αυτές τις εύλογες ανησυχίες.
Μια ρεαλιστική εκτίμηση των ταχύτατων και άκρως αντιφατικών εξελίξεων στη Λιβύη οφείλει να ξεκινήσει από την εσωτερική δυναμική της εξέγερσης. Αυτό που διαπιστώσαμε ιδίοις όμμασι το τελευταίο δεκαπενθήμερο είναι ότι η εξέγερση έχει συντριπτική λαϊκή υποστήριξη στο ανατολικό τμήμα της χώρας (και φαίνεται να έχει ισχυρή, αν και όχι εξίσου συντριπτική, βάση και στο δυτικό, όπου ο Καντάφι διατηρεί τον έλεγχο, αν και η εξέγερση κέρδισε και εκεί μεγάλες πόλεις, ένθεν κακείθεν της πρωτεύουσας Τρίπολης). Η Βεγγάζη ζει κάθε βράδυ ατμόσφαιρα λαϊκού πανηγυριού και κάθε Παρασκευή διαδηλώσεις της τάξης των 100.000 ανθρώπων (σε έναν πληθυσμό μικρότερο του εκατομμυρίου). Εθελοντές πολιτοφύλακες, κυρίως νέοι, κατατάσσονται καθημερινά στον επαναστατικό στρατό και σπεύδουν κατά εκατοντάδες στην πρώτη γραμμή του μετώπου, ενώ από το Τομπρούκ, προς τα σύνορα με την Αίγυπτο, μέχρι την Αζντάμπια, στα δυτικά, στο δρόμο προς τη γενέτειρα του Καντάφι, Σύρτη, οι απελευθερωμένες πόλεις διοικούνται από επαναστατικά συμβούλια, τα οποία έχουν δημιουργήσει λαϊκές επιτροπές για κάθε τομέα της κοινωνικής ζωής (υγεία, παιδεία, καθαριότητα, οικονομία, ασφάλεια κλπ). Ο πληθυσμός είναι ένοπλος, ύστερα από τις αιματηρές εξεγέρσεις, με εκατοντάδες νεκρούς, που ανέτρεψαν το παλιό καθεστώς σ’ αυτό το τμήμα της χώρας.
Ρόλο πυροκροτητή στη λιβυκή εξέγερση έπαιξαν αφ’ενός μεν το κίνημα για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων και για την εξακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων του καθεστώτος Καντάφι, αφ’ετέρου δε το κίνημα της μορφωμένης νεολαίας, που επηρρεάστηκε από τις ανατροπές των Μπεν Αλί και Μουμπάρακ, δυτικά και ανατολικά της Λιβύης και ξεκίνησε ένα αντάρτικο στον κυβερνοχώρο. Στην πολιτική ηγεσία της εξέγερσης τον τόνο δίνει η μικρή και μεσαία αστική τάξη και η διανόηση, κυρίως νομικοί, μηχανικοί και πανεπιστημιακοί. Ιδεολογικά, ο ορίζοντας της εξέγερσης είναι βασικά αστικοδημοκρατικός, με έντονη επιρροή του παραδοσιακού, αραβικού εθνικισμού (η σημαία και ο εθνικός ύμνος που έχουν υιοθετήσει οι εξεγερμένοι δεν είναι η «σημαία της μοναρχίας», όπως εσφαλμένα έχει γραφτεί, αλλά η σημαία της αντιιταλικής, αντιαποικιοκρατικής εξέγερσης της δεκαετίας του 1920, ενώ η συμβολική μορφή που εμπνέει τους εξεγερμένους είναι ο θρυλικός ήρωας της ανεξαρτησίας, Ομάρ Μαχτούρ). Μεταξύ των ανθρώπων- κλειδιά της εξέγερσης είναι ο στρατηγός Αμπντελφατάχ Γιούνις, από τους πρωτεργάτες της επανάστασης του 1969 που ανέτρεψε τη μοναρχία, έδιωξε τις αμερικανικές και βρετανικές βάσεις, εθνικοποίησε το πετρέλαιο και έφερε τον Καντάφι στην εξουσία.
Μέχρι προ δέκα ημερών, η ηγεσία της εξέγερσης απέρριπτε το ενδεχόμενο ξένης επέμβασης, μάλιστα γέμισε το κέντρο της Βεγγάζης με γιγάντια πανώ και αφίσσες που έγραφαν: «Όχι την ξένη επέμβαση, ο λιβυκός λαός μπορεί να τα καταφέρει μόνος του»! Επιπλέον, συνέλαβε και απέλασε οκτώ Βρετανούς πράκτορες των ειδικών δυνάμεων SAS, που είχαν μπει στην ανατολική Λιβύη χωρίς την έγκρισή της. Προφανώς, οι ηγέτες της εξέγερσης δεν πίστευαν ότι θα επικρατούσαν μόνοι τους σε έναν ανοιχτό πόλεμο με το συντριπτικά υπέρτερο, από πλευράς εξοπλισμού, καθεστώς Καντάφι. Προσδοκούσαν όμως ότι η προέλασή τους προς τα δυτικά μέχρι το περασμένο Σάββατο, όταν κατέλαβαν το Μπιν Τζαουάντ, τελευταίο κανταφικό οχυρό πριν από τη γενέτειρα του Καντάφι Σύρτη, θα πυροδοτούσε αποστασίες μέσα στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ανταρσίες φυλών στο δυτικό τμήμα της χώρας και ένοπλη εξέγερση στη Σύρτη, κάτι που θα είχε ως βέβαιη συνέπεια την πτώση και της Τρίπολης.
Το σενάριο αυτό λίγο έλειψε να υλοποιηθεί (στη Σύρτη σημειώθηκε όντως εξέγερσης της φυλής των Φαρζάνι και τμήματος στρατιωτικών δυνάμεων, σύμφωνα με πηγές της αντιπολίτευσης), αλλά οι πιστές στον Καντάφι δυνάμεις κατάφεραν να καταστείλουν την εσωτερική εξέγερση, να σταματήσουν τους αντάρτες στο Ρας Λανούφ και να ανακαταλάβουν τη Ζαουίγια, στο δυτικό μέτωπο. Δεν φαίνονται ωστόσο ικανές να επιχειρήσουν στα σοβαρά ανακατάληψη της Βεγγάζης και των άλλων μεγάλων πόλεων στο ανατολικό τμήμα της χώρας, με αποτέλεσμα να τείνει να διαμορφωθεί μια εύθραυστη στρατιωτική και πολιτική ισορροπία μεταξύ των δύο στρατοπέδων.
Οι στρατιωτικές δυσκολίες της εξέγερσης οδήγησαν την ηγεσία της να αναζητήσει εντονότερη διεθνή υποστήριξη. Ήδη, έξω από το αρχηγείο των επαναστατών, στη Βεγγάζη, κυματίζει μια τεράστια γαλλικη σημαία, καθώς η Γαλλία ήταν η πρώτη δυτική χώρα που επίσημα αναγνώρισε το Λιβυκό Εθνικό Συμβούλιο της Βεγγάζης και ετοιμάζεται να στείλει εδώ πρεσβευτή και φρεγάτα.
Βέβαια- όπως γνωρίζουμε και από τις αντίστοιχες εμπειρίες της ελληνικής επανάστασης του 1821- η στήριξη στις μεγάλες δυνάμεις θα έχει βαρύ τίμημα. Από την πλευρά του ο Καντάφι φαίνεται να εύχεται μια τέτοια εξέλιξη για να συσπειρώσει σημαντική μερίδα του πληθυσμού κάτω από τη σημαία τους εθνικής ανεξαρτησίας και του αντιαποικιοκρατικού αγώνα. Είναι πολύ αμφίβολο, όμως, αν το καταφέρει δεδομένου ότι έχει χάσει κάθε νομιμοποίηση ύστερα από τη συνθηκολόγησή του με τη Δύση, την περασμένη δεκαετία. Πρώτα παρέδωσε στους Άγγλους τους πράκτορές του που είχαν ανατινάξει την πτήση της Pan Am στο Λόκερμπι, ύστερα προσφέρθηκε να βοηθήσει τον Μπους στον «πόλεμο κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας», μετά έδωσε γην και… πετρέλαιο στον Μπλερ και τον Μπερλουσκόνι. Άλλωστε, με βρετανικά, γαλλικά και αμερικανικά όπλα (πλην των παλιών σοβιετικών) πολεμάει αυτές τις μέρες την επανάσταση. Πρόσφατα, είχε ταχθεί αναφανδόν υπέρ των Μπεν Άλι και Μουμάρακ, προειδοποιώντας ότι αν αυτά τα καθεστώτα πέσουν, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ θα αντιμετωπίσουν κράτη- βάσεις της Αλ Κάιντα στη Μεσόγειο.
Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς πως θα εξελιχθούν τα πράγματα το επόμενο διάστημα. Το βέβαιο είναι ότι η καλύτερη ελπίδα της λιβυκής επανάστασης θα ήταν μια νέα, μαζική εξέγερση στη Σύρτη ή και στην Τρίπολη (κάτι διόλου εύκολο, δεδομένου ότι οι δύο πόλεις βρίσκτονται ουσιαστικά υπό στρατιωτικό νόμο), η οποία θα «τέλειωνε» το καθεστώς χωρίς να προλάβουν οι Δυτικοί να οργανώσουν επέμβαση της μιας ή της άλλης μορφής. Ενδεχόμενη νίκη της λιβυκής επανάστασης με τις δικές της δυνάμεις θα είχε τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο, μεγαλύτερο κι από εκείνον της αιγυπτιακής εξέγερσης, σε όλο τον αραβικό κόσμο και ιδίως στις πετρελαϊκές, φιλοαμερικανικές μοναρχίες του Περσικού Κόλπου, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, που έχει αρχίσει τελευταία να δίνει σημάδια ριζοσπαστικοποίησης.