"Τα πάντα έμοιαζαν με καλοστημένο θέατρο"
«Ενώ πολλαπλασιάζονται οι συλλήψεις και οι προσαγωγές ακόμη και μπροστά στα μάτια των περαστικών, η ζωή στους δρόμους της Αθήνας "προσποιείται" πως έγινε ξανά κανονική», ξεκινούσε το ρεπορτάζ της Monde στο φύλλο με ημερομηνία 21 Νοεμβρίου 1973, όπως προκύπτει από έρευνα του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων στα αρχεία της γαλλικής εφημερίδας.
«Μετά τον φόβο και τη βία του Σαββατοκύριακου, μια παράξενη αμηχανία διακατέχει τους Έλληνες. Κρέμονται από τις εφημερίδες οι οποίες, πάντα σε καθεστώς λογοκρισίας, δεν δίνουν άλλες πληροφορίες από τις "ανακοινώσεις" του στρατηγού Δημήτρη Ζαγοριανάκου, αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων, ή κάποιες περιγραφές για το Πολυτεχνείο που "κατέλαβαν οι αναρχικοί"».
Το καθεστώς είχε μάλιστα καλέσει τους ξένους δημοσιογράφους στο Πολυτεχνείο για να διαπιστώσουν με τα ίδια τους τα μάτια ότι όλα έβαιναν καλώς. Και ο δημοσιογράφος της Monde διαπίστωνε: «Η επίσκεψη στο Πολυτεχνείο που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα δεν έπεισε τους ξένους ανταποκριτές. Τα πάντα έμοιαζαν με καλοστημένο θέατρο…».
Οι πληροφορίες της γαλλική Le Figaro την επομένη των γεγονότων έκαναν λόγο για «ακόμη και 100 νεκρούς».
«Στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ελλάδα ανατρέπει τον Παπαδόπουλο. Το νέο καθεστώς άρχισε εκκαθαρίσεις». Αυτός ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος των New York Times στο φύλλο της 26ης Νοεμβρίου του 1973, σύμφωνα με την έρευνα του ΑΠΕ-ΜΠΕ στα αρχεία της αμερικανικής εφημερίδας. «Το πραξικόπημα έγινε οκτώ ημέρες μετά την εξέγερση των φοιτητών εναντίον του Παπαδόπουλου και της κυβέρνησής του. Τουλάχιστον 13 άτομα σκοτώθηκαν και εκατοντάδες τραυματίστηκαν κατά τις αναταραχές, οι οποίες κατεστάλησαν από άρματα μάχης και δυνάμεις ασφαλείας. Η εξέγερση οδήγησε επίσης στην εκ νέου επιβολή ενός στρατιωτικού νόμου, τρεις μήνες μετά την άρση του».
Μια ημέρα νωρίτερα η ίδια εφημερίδα φιλοξενούσε μια ανάλυση για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου υπό τον τίτλο «Η σύντομη ελληνική εξέγερση». «Αυτό που συνέβη σε αυτήν την αναστατωμένη πόλη πριν από λίγες ημέρες», εξηγούσε στους αναγνώστες των ΝΥΤ ο δημοσιογράφος Πολ Χόφμαν, «δεν ήταν απλώς μια φοιτητική εξέγερση. Ήταν η πιο σοβαρή πρόκληση έως τώρα απέναντι στη στρατιωτική χούντα. Με τους φοιτητές ενώθηκαν νεαροί εργάτες». Ο αρθρογράφος έδινε ιδιαίτερο βάρος σε αυτήν την ένωση. «Από τα 866 άτομα που συνελήφθησαν την ημέρα της χειρότερης βίας [σ.σ. την ημέρα που έπεσε η πύλη του Πολυτεχνείου] οι 475 ήταν κυρίως οικοδόμοι».
Το ίδιο το γεγονός της επέμβασης του τανκ τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου είχε περιγραφεί στο φύλλο της επομένης με έναν κάπως υποτονικό τίτλο: «Η χούντα έβγαλε το βελούδινο γάντι της». Στην ανάλυση της «Σύντομης ελληνικής εξέγερσης», εξάλλου, ο αρθρογράφος εντόπιζε τις αιτίες της εξέγερσης στο αυξανόμενο κόστος της ζωής και τον αντιαμερικανισμό. «Οι Έλληνες είναι ένας υπερήφανος λαός και η έντονη παρουσία των ΗΠΑ τούς κάθεται στο στομάχι» έλεγε ένας Αμερικανός που σύμφωνα με τον δημοσιογράφο «ήξερε για τι πράγμα μιλούσε».
Από τότε τα γεγονότα του Πολυτεχνείου επέστρεψαν ξανά και ξανά στις σελίδες του διεθνούς Τύπου. Σε ένα αφιέρωμά της για τα 50 χρόνια από την 21η Απριλίου η Figaro τοποθετούσε την αρχή του τέλους για τη δικτατορία των συνταγματαρχών στον Φεβρουάριο του 1973 όταν φοιτητές της Νομικής εξεγέρθηκαν εναντίον της χούντας με το σύνθημα «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία». «Το φθινόπωρο του 1973 οι φοιτητές του Πολυτεχνείου εξεγείρονται εναντίον του καθεστώτος. Με τη βοήθεια ενός ερασιτεχνικού ραδιοφωνικού σταθμού καλούν τον ελληνικό λαό να τους συμπαρασταθεί. Επί τέσσερις ημέρες η εξέγερση των φοιτητών βάζει φωτιά στους δρόμους της Αθήνας. Στις 17 Νοεμβρίου του 1973, άρματα μάχης περικυκλώνουν το Πολυτεχνείο, ένα από αυτά ρίχνει την πύλη, τα θύματα είναι πολλά».
Στην επέτειο των σαράντα χρόνων από τα γεγονότα, η Humanité φιλοξενούσε ένα πλούσιο φωτογραφικό αφιέρωμα για την «εξέγερση των φοιτητών που πνίγηκε στο αίμα».