Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Χρήστος Λεοντής: «Αριστερά είναι να θέλω να περνάω εγώ καλά, αλλά να περνάει καλά κι ο διπλανός μου»

Φωτογραφία: Αντώνης Μποσκοΐτης (11/05/2017)



το κουτι της πανδωρας

Η συνέντευξη με τον συνθέτη Χρήστο Λεοντή, που διατέλεσε και πρόεδρος της ΕΡΤ από τον Ιανουάριο του 2018 μέχρι πριν μερικούς μήνες, είναι παλαιότερη και δημοσιεύεται σήμερα για πρώτη φορά αποκλειστικά στο koutipandoras.gr.
Ένα μικρό μέρος της μόνο είχε δημοσιευθεί στο προσωπικό μου blog την 13η Μαΐου του 2017, δύο μέρες δηλαδή μετά την πραγματοποίηση της στο σπίτι του Λεοντή στην Παιανία.

Αφορμή τότε ήταν η, προγραμματισμένη για τις 14 Ιουλίου του 2017, συναυλία του συνθέτη στη Μικρή Επίδαυρο, στην οποία θα παρουσίαζε το καινούργιο έργο του, τη «Φλόγα που καίει», σε ποίηση Δημήτρη Λέντζου. Κι επειδή ανέκαθεν θεωρούσα τον Λεοντή έναν πολύ μεγάλο Έλληνα συνθέτη - οπωσδήποτε μέσα στην πεντάδα των σημαντικότερων επίγονων του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι - μία δημόσια συζήτηση μαζί του επιβαλλόταν!

Διαβάστε, λοιπόν, τη συνέντευξη - life story του Χρήστου Λεοντή και ας ξαναθυμηθούμε μαζί μιαν Ελλάδα που έχει φύγει ανεπιστρεπτί, οι εκπρόσωποι της οποίας όμως πρόλαβαν να αφήσουν ισχυρά χνάρια πολιτισμού για τις μελλοντικές γενιές: Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Λοΐζος, Κουν, Ρίτσος, Νταντωνάκη, Καζαντζίδης κ.α.


Κύριε Λεοντή, καταρχάς σας ευχαριστώ που δεχτήκατε να κάνουμε αυτή τη συζήτηση λίγο πριν αναχωρήσετε για την Επίδαυρο.
Ναι, ετοιμάζομαι να φύγω για Επίδαυρο, εφόσον αυτή την Παρασκευή παίζουμε στο μικρό αρχαίο θεατράκι. Δεν είναι τυχαίος ο τίτλος που έχω δώσει σ' αυτή την παράσταση: Φλόγα που καίει με υπότιτλο Της ξενιτιάς, της Μνήμης, του Έρωτα και της Φωτιάς. Όπως καταλαβαίνετε, ο τίτλος αυτός περιλαμβάνει τα πάντα, όλη τη μουσική μου δραστηριότητα με αφορμή τη Φλόγα που καίει, την τελευταία μου δισκογραφική εργασία. Θα υπάρχουν τραγούδια από την Καταχνιά μέχρι κάνα δυο από κάθε μου περίοδο.

Είναι η πρώτη φορά που παίζετε στη Μικρή Επίδαυρο;

Κοιτάξτε, η συναυλία δεν είναι ενταγμένη στο Φεστιβάλ Αθηνών.Δεν με έχει καλέσει ποτέ το Μέγαρο Μουσικής, ούτε το Φεστιβάλ Αθηνών. Στο Ηρώδειο μία φορά μόνο, το 2005, έκανα τον Αριστοφάνη που αποτυπώθηκε και στη δισκογραφία. Τα θέατρα ήταν γεμάτα απ' όλες τις μεριές. Βέβαια, είναι άλλα τα συστήματα...Άλλες νοοτροπίες, άλλοι οι τρόποι που εξελίσσονται τα πράγματα στη χώρα μας.

Θεωρείτε ότι κινηθήκατε εκτός συστήματος όλα αυτά τα χρόνια;
Δε μπορώ να συμβιβαστώ. Λέω το αυτονόητο, είμαι ένας μουσικός τόσα χρόνια, που το κοινό τον τίμησε με το παραπάνω, όπως και το θέατρο και η δισκογραφία. Ποτέ δεν με έχουν καλέσει, λοιπόν, γιατί μπαίνουν μπροστά οι μάνατζερ των εταιρειών. Υπάρχουν άμεσα οικονομικά συμφέροντα μεταξύ τους, έχουν τις παρέες τους, εγώ ειμ' έξω απ' αυτά. Ούτε ποτέ θα χτύπαγα πόρτες, Ξέρετε, νά'ρθω να παίξω; Όλοι ξέρουν τι δουλειά κάνω, όποτε το θελήσουν, ας με φωνάξουν...

Τα ίδια όμως γίνονται και στη δισκογραφία που την αναφέρατε.

Η δισκογραφία αυτής της μορφής δεν με ενδιαφέρει καθόλου, μα καθόλου! Με τον φίλο μου τον Θανάση Συλιβό προσπαθούμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να βρούμε πως θα ηχογραφήσουμε κάποια πράγματα με τη βοήθεια, βέβαια, συνεργατών. Με αιματηρές οικονομίες κάνουμε ένα CD και το διακινεί ο Μετρονόμος στο μέτρο που μπορεί, αυτό είναι όλο! Έτσι αισθάνομαι την ελευθερία μου, αισθάνομαι την αξιοπρέπεια μου, να μη βγαίνει η δουλειά μου στο πανέρι όπως κάνουν οι εταιρείες με τα δισκάκια των ανθρώπων στα περίπτερα.

Απ' την άλλη, όμως, εσείς είστε κι ένας καλλιτέχνης που ζήσατε τη χρυσή περίοδο της ελληνικής δισκογραφίας προ και μετά Μεταπολίτευσης.

Τα έργα μου βγήκαν από την Columbia, σε μία περίοδο που η MINOS εμιμείτο την Columbia ως προς το ρεπερτόριο της. Ο Λαμπρόπουλος ήταν εμπνευσμένος δισκάς και καλλιεργημένο άτομο.

Πόσο εύκολη ήταν η είσοδος στη δισκογραφία;
Άλλες οι συνθήκες τότε και άλλες σήμερα. Τότε σε επέλεγαν οι δισκάδες, όπως έγινε στη δική μου περίπτωση. Φυσικά και δεν ήταν εύκολο, αλλά όπου μυριζόντουσαν κάτι, έρχονταν οι ίδιοι. Εγώ με τον Μάνο Λοΐζο διευθύναμε στο θέατρο Παρκ για πρώτη φορά την επιθεώρηση Μαγική Πόλη, που είχαν κάνει ο Θεοδωράκης με τον Χατζιδάκι. Διευθύναμε εναλλάξ, τον έναν συνθέτη τη μία εβδομάδα ο ένας, τον άλλον την επόμενη εβδομάδα ο άλλος. Εκεί μας δόθηκε η ευκαιρία να παίξουμε ως ινερμέτζο δύο τραγούδια μας ο καθένας. Από κει με πρόλαβε αρχικά ο Μάτσας κι έκανα τέσσερα πρώτα τραγούδια στη MINOS σε ένα δίσκο extended play, που λέμε. Αμέσως μετά ο Βίρβος μού'δωσε την Καταχνιά, τον πρώτο μου δίσκο!

Ήταν επηρεασμένη η Καταχνιά από Το Άξιον Εστί του Θεοδωράκη σαν κλίμα;


Όχι, δεν θα το έλεγα, αφού δεν είναι τυχαίο ότι κυκλοφόρησαν με μία μέρα διαφορά. Μεγάλη Τετάρτη του '64 το ένα, Μεγάλη Πέμπτη το άλλο, κάπως έτσι. Η Καταχνιά προσέγγιζε τις λαϊκές φόρμες συγκριτικά με Το Άξιον Εστί που ήταν πιο λόγιο έργο και είχε άλλη ροή, άλλη αρχιτεκτονική. Έγινε προσιτό πρώτα από τους διανοούμενους και μετά απλώθηκε κι αλλού. Η Καταχνιά, αντίθετα, αγαπήθηκε πολύ από τους παλιούς αντάρτες, τους Μακρονησιώτες, οι οποίοι μέχρι σήμερα το θεωρούν δικό τους έργο, αφού τους περιέχει.



Ήταν και η φωνή του Καζαντζίδη. Πως ήταν η συνεργασία σας;

Άψογη! Σαν μαθητούδι ήταν παρόλο που εγώ τότε ήμουν 23 ετών. Άφραγκος κιόλας, με έβγαζαν έξω με τη Μαρινέλλα και με κερνούσαν. Σας αρέσει έτσι, σας αρέσει αλλιώς, πείτε μου πως το θέλετε μου έλεγε! Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από κάποιους σημερινούς τραγουδιστές που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα.

Που να οφείλεται αυτό;

Σε μία άλλη κουλτούρα πού'χει δημιουργηθεί. Ο σεβασμός προς τον συνθέτη ήτανε μεγάλος. Σήμερα έχουνε βγει οι τραγουδοποιοί, παίζουν λίγη κιθαρούλα, μπορεί να γράψουν και μια ωραία μελωδία και νομίζουν ότι μπορούν να τα κάνουν όλα.

Και στίχο και μουσική και φωνή...

Ακριβώς! Βλέπεις εδώ και χρόνια να λένε ''η μουσική του τάδε γκρουπ''. Εγώ δεν ξέρω τι θα πει ''γκρουπ''. Ένας είναι ο δημιουργός που γράφει κάθε φορά. Δε μπορεί να είναι μια παρέα και να λένε ''ντο-φα-ντο''όλοι μαζί.

Οι Beatles, όμως, δεν άφησαν μαζί υπέροχα τραγούδια;

Ένας τά'κανε όλα και σ' αυτούς!

Λέω για το ντουέτο Lennon/ McCartney...

Ένας έγραφε κάθε φορά, πότε ο ένας, πότε ο άλλος! Η ιδέα γεννιέται από έναν, από μία μονάδα, όπου μετά μπορούν να συμβάλλουν κι οι άλλοι. Κι εγώ με τον Μάνο Λοΐζο, που ήμασταν αδέρφια, παίζαμε ο ένας στον άλλο τα τραγούδια μας: Πως τ' ακούς εδώ, για δες εκεί μία αρμονία...Ο καθένας λέει τη γνώμη του και την ασπάζεσαι ή δεν την ασπάζεσαι.

Αναρωτιέμαι πως βλέπατε τότε με τον Λοΐζο τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι. Δεν είχατε και τεράστια ηλικιακή διαφορά.

Με πολύ μεγάλο σεβασμό. Τους είχαμε πρότυπα και δασκάλους, γιατί βλέπαμε να χαράζουν ένα δρόμο, μας οδηγούσαν στο να θέλουμε κι εμείς να γράψουμε ένα τραγούδι που κάτι να λέει, ρε παιδάκι μου. Να έχει ένα νόημα πέρα απ' την τρέχουσα νοοτροπία του ''σ'αγαπώ'' και ''μ'αγαπάς''. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι το τραγούδι έχει κι έναν ψυχαγωγικό - εκπαιδευτικό χαρακτήρα και γι'αυτό ίσως υπηρέτησα τόσο πολύ το θέατρο. Δεν πρέπει να έχει σώνει και καλά χορευτικές φόρμες το τραγούδι. Ακόμα και στο χορό, βέβαια, μπορείς να πεις πράγματα βουβά κιόλας. Δεν ξέρω αν είδατε στην τηλεόραση πριν λίγο καιρό κάτι που με συγκλόνισε: Στα Ανώγεια πέθανε ένας, ο οποίος στα νιάτα του ήταν δεινός χορευτής. Μαζεύτηκε όλο το χωριό στο θέατρο ''Νίκος Ξυλούρης'', ένα μεγάλο χιλιάρι θέατρο που υπάρχει εκεί πέρα. Στη μέση είχαν το φέρετρο και όλοι άρχισαν να χορεύουν χωρίς μουσική! Ήταν κάτι συνταρακτικό ν' ακούς μόνο τον ήχο από τα βήματα των ανθρώπων! Βλέπεις καταρχάς τους πολλούς τρόπους έκφρασης που υπάρχουν. Σε ένα κοινωνικό σύνολο απευθυνόμαστε πάντα, δε μπορώ εγώ δηλαδή να μιλάω για τα προσωπικά μου, που μπορεί να μην ενδιαφέρουν κανέναν...

Αυτό το είδαμε να γίνεται κατά κόρον από το '90 και μετά με τους τραγουδοποιούς και τον προσωπικό τους μικρόκοσμο.

Δεν θα μείνει και τίποτα...

Τίποτα, λέτε;


Τίποτα...Δεν αφορούν κάτι τέτοια τον κόσμο. Θα ξεχώριζα τον Σωκράτη Μάλαμα. Αυτό το παιδί κάτι έχει, τα λέει και τα κάνει ωραία και με τη μουσική του και με το λόγο του. Το ίδιο και ο Ορφέας Περίδης, που είναι κι ένας πολύ καλός ερμηνευτής. Πέρα, λοιπόν, από το εφήμερο του τραγουδιού, του ''να περάσουμε καλά'', τα περισσότερα σημερινά τραγούδια τα ξεχνάς την ίδια στιγμή. Όπου και να πας, λες ''ωραία ήτανε'', μέχρι εκεί, δε μένει τίποτα στην ψυχή. Το τραγούδι έχει ξεπέσει σε μια εύκολη απόλαυση χωρίς να αισθάνεσαι αυτόν τον κόμπο που περνάει απ' το λαιμό σου.
Φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου

Ξαναπάω στα πρώτα σας βήματα και ερωτώ: Γενναιοδωρία είχατε εισπράξει περισσότερο από τον Χατζιδάκι ή από τον Θεοδωράκη;

Πρακτικά από τον Μίκη, καθώς μου είχε δώσει την πρώτη μου δουλειά. Του είχαν πει να γράψει τη μουσική για ένα θεατρικό έργο του τότε ΣΕΗ, τη ''Λιούτζα'' του στιχουργού και συγγραφέα Ηλία Λυμπερόπουλου, που ήταν ένα αγροτικό - ερωτικό δράμα, παράφραση του ''Ματωμένου Γάμου'' του Lorca. Το έργο έπρεπε να έχει 13 τραγούδια και ο Μίκης δεν προλάβαινε, γιατί ήταν απασχολημένος με τις ''Φοίνισσες'', νομίζω, στο Εθνικό Θέατρο. Πρότεινε, λοιπόν, εμένα, όπως και στον Λοΐζο έκανε το ίδιο με το ''Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα'' στο ΚΘΒΕ. Από την άλλη, ενώ στο ''Παρκ'' με πήρε ο Μίκης κι εγώ του πρότεινα να πάρουμε και τον Μάνο, εκείνος που μας παρουσίασε στο θέατρο ήταν ο Χατζιδάκις. Τον θυμάμαι που έλεγε του Μίκη με το ''ρο'' του: Εγώ θα τα παγουσιάσω τα παιδιά! Υπάρχει μάλιστα και μια φωτογραφία στο διαδίκτυο από το ''Παρκ'', την ώρα που μας παρουσιάζει ο Χατζιδάκις. Στα επόμενα χρόνια μεγαλύτερη επικοινωνία είχαμε με τον Μίκη, αλλά επειδή κι οι δυο τους εργάζονταν πολύ, όπως κι εγώ, επειδή επίσης μέναμε σε μακρινές αποστάσεις, δεν ήταν γενικά εύκολο να βρισκόμαστε. Με εκείνον που κάναμε στενή παρέα, που βρισκόμασταν κάθε μέρα και ήταν ο φίλος μου, ήταν ο Μάνος Λοΐζος.

Είχατε και μεγάλη αλληλεγγύη με τον Λοΐζο.


Υπήρχε μια ιδεολογική συγγένεια και δεν εννοώ κομματική, γιατί δεν ήμασταν μέλη κανενός κόμματος. Ξεκινήσαμε από τον Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής, έναν υποτυπώδη χώρο, μια ομάδα που παρίστανε τη χορωδία και κάποια πρόσωπα που είχαν σημαντική εξέλιξη στην τέχνη, εκτός από μένα και τον Λοΐζο: Ήταν ο Μάνος Ελευθερίου, ο Φώντας Λάδης, ο Σαββόπουλος, η Φαραντούρη κ.α. Υπήρχε έντονη η διάθεση απ' όλους μας ν' αλλάξουμε τα πράγματα στο τραγούδι. Οραματιζόμασταν με ποιον τρόπο έκφρασης θα το κάναμε, κάτι που μας έδωσε ο ΣΦΕΜ, οργανώνοντας την πρώτη μας συναυλία.

Παρόλα αυτά, εσείς είχατε καλοχωνεμένο μέσα σας και το λαϊκό τραγούδι ή το ρεμπέτικο, αν θέλετε.

Καμία σχέση.

Μα πως; Η Καταχνιά τι είναι;

Λαϊκό έργο μπορεί νά'ναι η Καταχνιά, αλλά λαϊκό έργο είναι και η Φλαμουριά του Σούμπερτ. Δεν ρεμπετοφέρνω, δεν πίνω απ' αυτήν την πηγή, καθώς οι κύριες επιρροές μου ήταν δύο: Το βυζαντινό μέλος, επειδή από μικρός ήμουν ψάλτης, και το Κρητικό τραγούδι, το ριζίτικο. Με έχουν καθορίσει πολλά ακούσματα της Κρήτης, από τους χορευτικούς σκοπούς της μέχρι τραγούδια του γάμου και της τάβλας. Φυσικά, εν συνεχεία, με απορρόφησαν οι κλασικές σπουδές μου, άρα είμαι ένα μείγμα μουσικού, χρησιμοποίησα το ένα είδος για να συμπληρώσω το άλλο.

Πόσο πιστέψατε ότι η αρχή γι' αυτή την αλλαγή στο ελληνικό τραγούδι είχε συντελεστεί με τον Επιτάφιο του Ρίτσου και του Θεοδωράκη;

Μα βέβαια, τουλάχιστον σε μένα αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο εκείνη την περίοδο. Φαντάζομαι και στον Λοΐζο το ίδιο. Ήταν σαν ένα παράθυρο ανοιχτό στη λιακάδα, που λέει κι ο Ρίτσος στο Καπνισμένο τσουκάλι. Εμένα ο Επιτάφιος με απελευθέρωσε στο εξής: Στο Ωδείο που πηγαίναμε, το τραγούδι θεωρούνταν ευτελές είδος. Υπήρχε αυτό το ωδειακό σύνδρομο, που λέω εγώ. Μόλις άκουσα λοιπόν τον Επιτάφιο, συνειδητοποίησα πως αυτά τα υπέροχα τραγούδια σε απλές φόρμες ήταν γραμμένα από έναν σπουδαγμένο συνθέτη. Το τραγούδι επομένως ήταν αυστηρή δουλειά του συνθέτη ώστε να γίνεται σωστά.

Να όμως που εξ ολοκλήρου σας κέρδισε το θέατρο και όχι η δισκογραφία.


Έχετε δίκιο, το θέατρο με κέρδισε περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο. Μου άνοιξε τους ορίζοντες. Ο βασικός λόγος είναι μάλλον ότι έκανα καλά τη δουλειά μου απ' την αρχή, γι' αυτό άρχισαν και με φώναζαν. Έτσι αυτό μου εξασφάλιζε μια κινητικότητα, όπως και τα λίγα χρήματα για την επιβίωση. Υπήρχε όμως μια μαγεία στο χώρο αυτό, καταλάβαινες πόσο ουσιαστικό ήταν να ''παίρνεις'' από ανθρώπους! Είχα την ευτυχία και την τύχη να συνεργαστώ με ότι καλύτερο υπήρχε στο ελληνικό θέατρο. Κατέθετε ο καθένας το ταλέντο του στο τραπέζι και από μία κουβέντα γεννιόταν μία παράσταση. Δεν είναι μικρό πράγμα να κουβεντιάζεις στο ίδιο τραπέζι με τον Τσαρούχη, τον Κουν, τον Καμπανέλλη, τον Διονύση Φωτόπουλο, τον Μήτσο Ευθυμιάδη! Γεμίζει και ''ανοίγει'' το μυαλό σου πάρα πολύ, κατανοείς τι σημαίνει τέχνη μέσα από μία ομαδική δουλειά, όπως είναι το θέατρο. Εκεί μέσα υπήρχε ένας συναγωνισμός και όχι ανταγωνισμός, πού'χει γίνει και της μόδας η λέξη!

Πόσο απαιτητικός ήταν ο Κουν από τον μουσικοσυνθέτη του;

Τυραννικός ήτανε! Ο ίδιος δε μπορούσε να σε βοηθήσει σε τίποτα, να σου πει ''ντο'' ή ''ρε'', φάλτσος ήτανε. Δεν το κατείχε. Η ικανότητα του, όμως, να βγάζει από τον συνεργάτη του το μάξιμουμ ήταν απίστευτη! Εγώ τη μουσική την έγραφα στο θέατρο. Έσβηνα, το πέταγα, έγραφα κάτι, πήγαινα και το δοκίμαζα επί τόπου, έβλεπα πως αντιδρούσε ο ηθοποιός, αν τον βοηθά ή όχι, και προχώραγα στο επόμενο θέμα. Αυτό το ψάξιμο ήταν κάτι που έβγαινε μέσα από μια τέτοια συνεργασία, κάτι που δεν τό'χουν οι σημερινοί σκηνοθέτες.

Σας θυμάμαι πριν αρκετά χρόνια να μου λέτε πως δεν σας αρέσει η μουσική για τον κινηματογράφο, να δίνεις δηλαδή πέντε λεπτά μουσική και να κρατιέται το ένα ή τα δύο λεπτά...

Ναι, ναι. Δεν αγάπησα ποτέ τον κινηματογράφο, αυτή τη νοοτροπία του ''κόψε - ράψε''. Μία μόνο ταινία που έκανα το '66, Με τη λάμψη στα μάτια λεγόταν, του Γλυκοφρύδη, είχε πάρει το βραβείο μουσικής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Είχαμε μαλώσει σχεδόν με τον Γλυκοφρύδη για το φινάλε, που κρατούσε έξι - εφτά λεπτά. Εκείνος ήθελε νά'βαζα μια μελωδία, ένα τραγούδι ξέρω γω, αλλά εγώ επέμενα και τελικά έβαλα ένα ισοκράτημα. Τίποτα άλλο! Αν σας τύχει να την ξαναδείτε, παρατηρήστε πόσο λειτουργεί αυτή η αγωνία, αυτό το τρέμολο από πίσω. Οποιαδήποτε άλλη μελωδία θα το αποδυνάμωνε. Για μένα δεν ήταν τόσο σημαντικό το βραβείο, όσο η επιτροπή που με βράβευσε: Ο Χατζιδάκις, ο Τσαρούχης, η Λαμπέτη, ο Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλος ο φιλόσοφος και ο Απόστολος Μαγκανάρης, ένας δημοσιογράφος. Χαίρομαι ακόμα που με βράβευσαν αυτοί οι άνθρωποι.

Να πούμε στο σημείο αυτό ότι δουλέψατε και με την αφρόκρεμα των τραγουδιστών στη δισκογραφία, όπως και στο θέατρο: Από τον Ξυλούρη και τον Μητσιά μέχρι την Τσανακλίδου στα πρώτα της βήματα.

Ο Ξυλούρης από μόνος του είχε ενδιαφερθεί. Έπαιζα το Καπνισμένο τσουκάλι σε μία μπουάτ που την έκλεισε η αστυνομία μετά από 20 μέρες. Εκεί γινόταν πανικός! Οι ακροατές μας ήταν 18, 19, το πολύ 20 ετών. Άμα βλέπαμε κανέναν 25άρη, λέγαμε Αμάν, ΕΣΑτζής θα είναι αυτός! Παρακάτω στη Λήδρα είχαν στήσει μεγάλη κατάσταση και ο Γιάννης (σ.σ. ο Μαρκόπουλος) με τον Ξυλούρη στο Πότε θα κάνει ξαστεριά. Τα πράγματα κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα κι ένα βράδυ ήρθε ο Ξυλούρης, άκουσε το Καπνισμένο τσουκάλι και μου λέει Αυτά θέλω να τα πω εγώ! Αυτός διάλεξε δηλαδή το συγκεκριμένο έργο. Ε, όλα τα άλλα ήταν και λίγο συγκυρίες, να πούμε. Την Τσανακλίδου, λόγου χάριν, εγώ την έφερα από πάνω, από το ΚΘΒΕ. Απλούστατα επειδή η κοπέλα έψαχνε για δουλειά κι εγώ δεν είχα μπουάτ, βρήκε τον Μαρκόπουλο και μπήκε στο σχήμα του. Ωραία τραγούδια κάναμε και με την Τάνια τώρα που τα θυμάμαι!

Συζητούσαμε πρόσφατα για σας με τον παραγωγό Κώστα Κωτούλα. Μου έλεγε πως οι Πυγολαμπίδες βγήκαν από μια μικρή εταιρεία και σκεφτόμουν πόσο είχαν αλλάξει τα πράγματα δισκογραφικά μέσα σε μία 20ετία.

Ο Κώστας, επειδή είναι φίλος, αγαπητό άτομο και καλός σ' αυτό που έκανε, μου τηλεφώνησε: Ξέρεις την αγάπη που σού'χω, θέλω να κάνουμε μαζί τραγούδια. Είχε βρει χρηματοδότη με μια εταιρεία που λεγόταν ''Ανατολή''. Δεν με ενδιέφερε ποτέ τι ταμπέλα έχει πάνω το τραγούδι, όπως δεν ενδιαφέρει ποτέ και έναν ακροατή η ταμπέλα ενός δίσκου που παίρνει. Τα υπόλοιπα είναι όροι εμπορίου, πως θα κινηθεί δηλαδή ένας δίσκος κ.λπ. Εγώ κοίταγα τη δουλειά μου, τη μουσική μου. Τον ρώτησα ποιους τραγουδιστές έχει η εταιρεία αυτή κι ο Κώστας μου απάντησε: Θα βρούμε όποιον θέλουμε. Οι εταιρείες πλέον δίνουν εύκολα τους τραγουδιστές τους. Αυτά εσύ τα ξέρεις, του είπα, εγώ δεν ασχολούμαι πλέον. Έτσι, φωνάξαμε τον Μανώλη Μητσιά που ανήκε σε άλλη εταιρεία. Του είπαμε να πάρει άδεια, λέει Αύριο θα μου την έχουν έτοιμη κιόλας. Δεν το έκανε όμως, πέρασε ο καιρός, μέχρι που φτάσαμε στη μέρα που έπρεπε ο δίσκος να φύγει για το εργοστάσιο, ήταν όλα έτοιμα. Με καλεί ο Κωτούλας στο στούντιο, Έλα, ήρθε η άδεια σήμερα! Πάω από κει και διαβάζω ένα χαρτί που έλεγε: Παραχωρούμε τον Μανώλη Μητσιά με τους εξής όρους! Διαβάζω τον πρώτο όρο: Η εταιρεία δύναται να ανατυπώσει το δίσκο όποτε και οπουδήποτε θελήσει κ.λπ. Δεν διάβασα καν το δεύτερο όρο! Σκίζω το χαρτί και λέω του Μητσιά: Μανώλη μου, πάρ'το πίσω αυτό το χαρτί που μού'φερες! Τηλεφωνώ μετά κατευθείαν του Μπαγιώκη: Μπαγιώκη, έλα όπως είσαι να τραγουδήσεις στο στούντιο! Ε, τι νά'κανα, βρήκαν άνθρωπο τώρα να του βάλουν όρους (γέλια)

Ωστόσο, ο Μητσιάς έχει πει τα καλύτερα τραγούδια σας.

Μα γι' αυτό σας είπα και την ιστορία αυτή. Έτσι είναι. Και το Ελάφι στη Σταδίου, ότι λέει ο Μπαγιώκης στις Πυγολαμπίδες, ήτανε για τον Μανώλη, ακόμα και εκείνο το κομμάτι που τελικά είπα εγώ στο δίσκο. Εξαιρείται το ομότιτλο, οι Πυγολαμπίδες, που το τραγούδησε η Νένα Βενετσάνου.



Και μ' αυτήν έχετε συνεργαστεί πολύ από ένα διάστημα και μετά.

Βέβαια. Με τη Νένα γνωριστήκαμε λίγο μετά τη χούντα. Κοριτσάκι ήταν, είχε έρθει από τη Γαλλία και με βρήκε με την κιθάρα της σ' αυτά τα γαλλικά τραγούδια που είχε φτιάξει. Ερωτεύσιμο κορίτσι ήταν. Κάναμε μαζί την πρώτη της συναυλία κάπου στο Βύρωνα, γύρω στο 1975-76, όπου εκεί τραγούδησε το Γιατί να γίνω μάνα, αν θυμάμαι καλά.

Τελικά, κύριε Λεοντή, μόνο ως ευτύχημα θα χαρακτηριζόταν η σύμπλευση σας με τον Θανάση Συλιβό και τον ανεξάρτητο Μετρονόμο του.

Εγώ τον έβαλα στην παραγωγή δίσκων. Θέλω τώρα να τον βάλω και σε κάτι άλλο: Έκδοση σε νότες, χαρτιά. Τα δικά μου τραγούδια, ας πούμε, δεν υπάρχουν σε νότες, παραμένουν ανέκδοτα. Αφού κάνει βιβλία, ας κάνει και παρτιτούρες να υπάρχουν. Εξάλλου, ως γνωστόν, οι συμπαραγωγές γίνονται εκ των ενόντων, δεν έχει φράγκο κι αυτός ο φουκαράς και αγωνίζεται μόνος με το μεράκι του. Έχει ξεψυλλιαστεί και ο στιχουργός μας, ο Δημήτρης Λέντζος, που είχε ένα μαγαζί και έβγαζε χρήματα και τώρα δεν τό'χει ούτε αυτό...Σκοπεύουμε τώρα να κάνουμε ένα κύκλο τραγουδιών με τον Πάνο Μπούσαλη και ψάχνουμε πως θα καλυφτεί η παραγωγή. Πάλι καλά που έχω τη δυνατότητα να τα γράφουμε όλα εδώ στο στουντιάκι μου. Είχα κι ένα παιδί που ήξερε καλά τα προγράμματα στον κομπιούτερ και με βοηθούσε.
Από αριστερά: Θανάσης Συλιβός- Χρήστος Λεοντής- Δημήτρης Λέντζος- Σταμάτης Κραουνάκης (φωτογραφία: Αγγελική Παπαϊωάννου)

Θέλετε να πείτε πως δεν κάνατε χρήση φυσικών οργάνων;

Όχι, οι μουσικοί ήρθαν κι έπαιξαν και πάντα έρχονται. Έχω καλή σχέση μαζί τους, μπορώ να τους πω να έρθουν να παίξουν τζάμπα και μετά, όποτε μπορώ κι εγώ, τους βοηθώ. Καθαρές κουβέντες δηλαδή: Έλα να παίξεις δωρεάν. Δεν έχω κανένα παράπονο, είναι μουσικοί πρώτης επιλογής και δοτικοί. Τους ευχαριστώ! Έχω πολλούς στίχους για τη νέα δουλειά, ακόμη δεν έχω κατασταλάξει. Ας τελειώσει αυτή η παράσταση τώρα και θα ξεκινήσουμε σιγά - σιγά να δούμε τι θα κάνουμε.

Τον ξέρω πολλά χρόνια τον Μπούσαλη, είναι εξαιρετικός καλλιτέχνης.


Είναι πολύ καλό παιδί και πολύ καλός τραγουδιστής. Έχει ωριμάσει, γιατί παλιότερα ήταν λιγάκι γλυκερός και του το είχα επισημάνει.

Θα ήθελα να σας παρακολουθήσω να διδάσκετε έναν τραγουδιστή. Τι αποζητάτε από τον εκάστοτε ερμηνευτή σας;

Συνταγή δεν υπάρχει. Το πρώτο που με ενδιαφέρει είναι να δω με την πρώτη, αν μου μεταφέρει και μένα κάποια συγκίνηση. Αν προσθέτει το δικό του λιθαράκι στο τραγούδι, να μην αισθάνομαι δηλαδή την άπωση. Να καταλαβαίνει τι τραγουδάει επίσης. Το τραγούδι, ο λόγος, είναι ελευθερία και συνήθως λέω σε ένα νέο τραγουδιστή: Θέλω να το πεις όπως ο θείος μου.

Πως το έλεγε, για να καταλάβω κι εγώ, ο θείος σας;

Στο χωριό στην Κρήτη δεν υπήρχε ούτε ρεύμα,ούτε αυτοκίνητα. Τίποτα. Όλες οι μετακινήσεις με τον γάιδαρο γίνονταν. Έβαζε ο θείος μου μια κουρελού κατάχαμα πάνω από τις πυρωμένες από τον ήλιο του απογεύματος πέτρες. Εγώ ήμουν πέντε - έξι χρονών. Ξαπλώναμε με δισεκατομμύρια αστέρια από πάνω μας και μού'λεγε ιστορίες για τον Ιορδάνη τον ποταμό, μου τραγουδούσε με μια βραχνή ακατέργαστη φωνή τον Ερωτόκριτο, ολόκληρο, από την αρχή ως το τέλος!

Κατάλαβα, σαν τον Ψαραντώνη ένα πράγμα.

Μού'λεγε Που μείναμε, παιδί μου; Του έλεγα και συνέχιζε. Εκείνος ο τρόπος έκφρασης του ναΐφ ανθρώπου με σημάδεψε σε όλη τη ζωή μου. Με είχε συγκλονίσει. Και δεν είχε τίποτα!

Είχε, όμως, απόλυτη επίγνωση του ότι έβγαινε απ' τα χείλη του.

Βέβαια! Ήταν μια ομορφιά ο ίδιος! Αν δεν αγαπήσει ο εκάστοτε τραγουδιστής αυτό που του δίνεται να τραγουδήσει, δεν παίζει κανένα ρόλο αν έχει καλή ή καθόλου φωνή.



Ως παρατήρηση έχω να κάνω πως ενώ δουλέψατε πολύ για το θέατρο, οι ερμηνευτές σας δεν έπασχαν από υπέρμετρη θεατρικότητα, από υπερβολή.

Κάποια στιγμή το πέτυχα αυτό δουλεύοντας με τη Λυδία και την Τάνια, όπως και με τον Πέτρο Δαμουλή, επίσης ηθοποιό. Έχεις και τον Κούτρα, είναι εξαίρετος ερμηνευτής, αλλά του Δαμουλή λάμπει το μάτι του!

Οι ηθοποιοί τελικά είναι οι καλύτεροι τραγουδιστές;

Το καλύτεροι δεν το καταλαβαίνω, θα προτιμούσα σίγουρα το εκφραστικότεροι. Θυμάμαι τη Μελίνα Μερκούρη που ήθελε πολύ να πει τραγούδια μου και μου έλεγε: Ρε συ, κάνεις πολύ μεγάλες φράσεις και εγώ δεν τα μπορώ αυτά (γέλια).

Με τη Μαρία Φαραντούρη πως και δεν συνεργαστήκατε;

Πήγε με τον Μίκη αυτή, φύγανε περιοδείες, μετά πέρασε ο καιρός, έκανε ο καθένας τα δικά του.

Σας έτυχε να δουλέψετε με τραγουδιστή που ήταν ''αλλού γι' αλλού'';

Πολλές φορές.

Κι εκεί τι κάνατε;


Το πολύ - πολύ τον άφηνα να το πει μια φορά το τραγούδι για να μην τον προσβάλλω, δεν θα ήθελα να τον απομακρύνω χωρίς ευγένεια. Του έλεγα Εντάξει, τό'πες μία, αυτό μπορούσες, αυτό έδωσες...
Η Φλέρυ Νταντωνάκη με τον Χρήστο Λεοντή το 1975 (φωτογραφία: Αρχείο Χ. Λεοντή)

Πάμε τώρα στη Φλέρυ Νταντωνάκη. Η συνεργασία σας αγγίζει τον αστικό μύθο πλέον.

Υπάρχει ένα τραγούδι μου με τη Φλέρυ που μου αποκαλύφθηκε εκ των υστέρων, το Τέτοιος τρανός θαλασσοπόρος του Ντάριο Φο!

Το γνωρίζω, σε δική μου εκπομπή πρωτακούστηκε.

Ακριβώς, ακριβώς! Το 1974, λοιπόν, ο Χατζιδάκις είχε κάνει στην Πλάκα το Πολύτροπον. Ήταν ιδιοκτησίας του Βαγγέλη Σκούρτη, αδερφού του Γιώργου, του θεατρικού συγγραφέα. Την επόμενη χρονιά, το '75, με φώναξε εμένα ο Σκούρτης να στήσω πρόγραμμα με τα τραγούδια μου. Θά'ναι και η Φλέρυ, μου λέει. Ευτύχημα θεώρησα τη συνεργασία αυτή κι εκεί, στις πρόβες, την άκουσα να τραγουδάει το Νανούρισμα του Lorca, που'χε πει στη δισκογραφία η Τσανακλίδου. Ήταν μια σκέτη ευφυΐα η Φλέρυ στο τραγούδισμα της! Λέγαμε, λοιπόν, πως θα στήσουμε το πρόγραμμα, αλλά ύστερα από δυο - τρεις μέρες μάλωσε με τον Σκούρτη και σηκώθηκε κι έφυγε. Έμαθα πως απαίτησε να βγει με ένα νυφικό που θά'χε ουρά πέντε μέτρα και κάτι κεριά και μού'λεγε ο Σκούρτης Που να τρέχουμε τώρα να της βρούμε νυφικό πέντε μέτρα; (γέλια) Είχαμε θαυμάσια σχέση με τη Φλέρυ. Μάλιστα την πείραζα. Εκείνη μού'κανε βουδιστικές υποκλίσεις, τα χέρια σε στάση προσευχής, και της έλεγα Άσε τις μαλακίες τώρα και πάμε να τραγουδήσεις, προσπαθούσα να την κάνω πιο γήινη. Δεν αντιδρούσε, μου χαμογελούσε απλά. Εκείνη έτσι ήταν όμως η καημένη, τα πίστευε αυτά τα πράγματα, ήταν η ιδεολογία της στη συγκεκριμένη φάση τουλάχιστον.

Παραμένετε αριστερός, κύριε Λεοντή;

Ξέρω κι εγώ τι είμαι πια; Πρώτα απ' όλα τι θα πει Αριστερά; Ο τρόπος ζωής και ο τρόπος συμπεριφοράς σου καθορίζουν την ιδεολογία σου.

Εννοείτε πως δεν είναι μια σχηματοποιημένη έννοια.

Όχι, ξέρω τον στόχο μου: Θέλω όπως περνάω εγώ καλά, να περνάει καλά και ο γείτονας μου. Πάντα σκεφτόμουν το ''εμείς'', ποτέ δεν σκέφτηκα το ''εγώ''. Αν είναι να περνάει καλά ο διπλανός μου με το να στερηθώ εγώ κάτι, είμαι έτοιμος να το στερηθώ, αρκεί να έχουμε μεταξύ μας αλληλεγγύη, αδερφοσύνη, καλοσύνη, αξιοπρέπεια - αυτές είναι οι αξίες και οι αρετές, όλα τα άλλα τα θεωρώ παραφερνάλια.

Είστε αισιόδοξος για το μέλλον της χώρας; Το βλέπετε δυσοίωνο ή απλά η ιστορία επαναλαμβάνεται;

Ακριβώς αυτό. Από ένα αίσθημα αυτοσυντήρησης, ο άνθρωπος θέλει να αισθάνεται ελεύθερος απ' όλα τα δεσμά. Έτσι και τώρα θα βρει τη δύναμη να αποτινάξει κι αυτά τα δεσμά όσο συντομότερα όμως συλλάβει την αιτία που τον έχουν φέρει σ' αυτή την κατάσταση. Όσο αργεί, τόσο θα καθυστερεί και η απελευθέρωση του. Νομίζω πως τα κόμματα, έτσι όπως συντηρούν ένα σύστημα, και ειδικά το Κομμουνιστικό, θα πρέπει να προσαρμοστούν και να προσαρμόσουν τις ανάγκες τους στις ανάγκες της κοινωνίας και του κόσμου όλου. Οφείλουν την κοινή πορεία και σύμπλευση με τον κόσμο.

Είναι γνωστό πως παραμένετε ψηφοφόρος του ΚΚΕ, αλλά με μία κριτική διάθεση επίσης.

Ναι, είμαι ψηφοφόρος του ΚΚΕ και πολλές φορές διαφωνώ σε πάρα πολλά πράγματα. Φυσικά δεν είναι ανάγκη να κάτσω να βγάλω ντουντούκα, αλλά θεωρώ υγιές να ασκώ κατά καιρούς την κριτική μου. Για παράδειγμα, έκανα μία πρόταση που αφορούσε την ΚΝΕ. Τους είπα: Έχετε την ωραιότερη νεολαία, γιατί δε φτιάχνετε μια χορωδία νέων με 30, 40, 50 και 60 παιδιά που να σπάει κόκαλα και να τραγουδάει από Μπαχ μέχρι αντάρτικα, που σας αρέσουν; Γιατί δηλαδή, δεν ήταν καλή πρόταση αυτή;

Φαντάζομαι τι σκάλωμα θα έφαγαν οι Κνίτες εδώ μέσα με τις ξυλογραφίες του Πάμπλο Νερούντα και του Ρίτσου και τις αφίσες από συναυλίες με τον Ξυλούρη και τον Μεράντζα!

Ε, δεν ξέρω, την πρόταση την κατέκριναν, γιατί αργεί να γίνει μάλλον. Πριν από ενάμισι χρόνο την κατέθεσα. Ήρθαν εδώ τα παιδιά, οι νεολαίοι, τα είπαμε μια χαρά. Εγώ είδα ότι μία τέτοια απλή πρόταση θα προσέφερε στο σύνολο των ανθρώπων, γιατί κομμουνισμός δεν είναι να λες μόνο ότι στηρίζεις τον πολιτισμό. Στην πράξη να σε δω!



Ανήκατε στους πολιτικούς συνθέτες εκείνους που θεωρούσαν το ροκ αμερικανόφερτη υποκουλτούρα;


Κοιτάξτε, αυτή τη στιγμή υπάρχει ένας αφελληνισμός των νέων παιδιών.

Τώρα μιλάτε σαν συνθέτης της πατριωτικής Αριστεράς;
Μιλάω σαν ένας συνθέτης που βλέπει τον αφελληνισμό των νέων όχι μόνο στη μουσική, αλλά στα πάντα, ακόμη και στην έκφραση τους. Με τις λέξεις που χρησιμοποιούν, η ελληνική γλώσσα φθίνει, πάει στην άκρια σιγά - σιγά. Η πλουσιότερη γλώσσα και μητέρα όλων των άλλων γλωσσών, πάει να αντικατασταθεί από τη γλώσσα του εμπορίου. Μιλάμε για τη γλώσσα του λόγου, της φιλοσοφίας, της ποιητικής έκφρασης...Το βλέπω στα τραγούδια των νέων! Τα ραδιόφωνα παίζουν συνέχεια αμερικανικά τραγούδια, για όνομα του Θεού δηλαδή (σ.σ. υψώνει τη φωνή του). Και τα αμερικανικά σκουπίδια κυρίως! Τι θα ακούσει και με τι θα χορέψει ο νέος άνθρωπος; Μ' αυτό το συνεχές ντούπου - ντούπου; Ούτε ξέρω τι λένε αυτά τα τραγούδια, αλλά κάποια σε ραπ ύφος οδηγούν συνήθως στην παραίτηση, στο ''εγώ'', σε τέτοιες καταστάσεις. Βλέπεις τους Έλληνες δημιουργούς και κάνουν τα στραβά μάτια. Τι θα τραγουδάνε οι νέοι σε δέκα χρόνια από τώρα; Βλέπεις, ας πούμε, τη συναυλία που θα κάνει ο Σαββόπουλος στο Καλλιμάρμαρο και αγνοεί τελείως το τραγούδι της γενιάς του!

Μήπως όμως απλά ο κόσμος προχωράει, έστω και σε λάθος δρόμο; Πάντως προχωράει. Ο δε Σαββόπουλος έχει αποδείξει ότι είναι χαμαιλέοντας εδώ και μισό αιώνα.


Γιατί δε βάζει Μαρκόπουλο μέσα; Γιατί δε βάζει Θεοδωράκη, ένα έστω; Βεβαίως βάζει τους παλιότερους μέσα, τον Αττίκ, τον Γιαννίδη, καλά κάνει, αλλά μην κάνεις όμως και μια τρύπα στη μέση! Δεν ξέρω, αυτό πιστεύω εγώ, εκτός κι αν πέφτω έξω, αν έχω πληροφορηθεί λάθος. Είναι σαν να κάνεις ένα άλμα προς τα πίσω και στη μέση να αφήνεις μια τρύπα!

Κάνατε παρέα με τον Σαββόπουλο, υπήρξατε φίλοι;

Όχι, τον συμπαθώ και - φαντάζομαι - με συμπαθεί κι αυτός, αλλά δεν έχουμε καμία ιδεολογική συγγένεια. Δεν κολλήσαμε ποτέ ιδιαίτερα, δεν ταιριάξαμε. Μάλιστα, τους Αχαρνής που είχε κάνει, εγώ τον πρότεινα στον Κουν. Είχα να κάνω ένα άλλο έργο τότε και είπα του Κουν Δοκίμασε με τον Σαββόπουλο. Δεν έχει κάνει ποτέ θέατρο, αλλά μπορεί να προκύψει κάτι ενδιαφέρον! Μου τηλεφωνούσε ανήσυχος ο Κουν στις δύο τη νύχτα: Βρε Χρήστο, εγώ θέλω να κάνω θέατρο, αυτός θέλει να κάνει τα δικά του! Ο Αριστοφάνης δεν είναι πρόσχημα σε μένα! Εγώ πάλι τού'λεγα Κάνε λίγη υπομονή μέχρι να βρείτε τη χρυσή τομή. Πάνω στη βδομάδα δεν τα βρήκαν και του είπε ο Κουν του Σαββόπουλου Άντε γεια σου...Την επόμενη χρονιά είχα προτείνει τον Θάνο Μικρούτσικο για τη μουσική στην Ειρήνη. Εγώ πάλι δε μπορούσα, ήμουν κλεισμένος για κάτι άλλο, οπότε του λέω του Θάνου Θα σε πάρουν τηλέφωνο αύριο από το Τέχνης, η μετάφραση θά'ναι του Βάρναλη, πάρ'το βιβλίο για νά'σαι ενήμερος. Δεν τον κάλεσαν τελικά στο τηλέφωνο και ποτέ δεν έμαθα το λόγο, πάντως εγώ τον είχα προτείνει για τη δουλειά.

Πιστεύετε πως η οικογενειακή γαλήνη συμβαδίζει με την καλλιτεχνική ισορροπία;

Νομίζω ναι, διότι μικρός που ήμουν, η παιδική ηλικία ήταν μόνο στέρηση, μόνο! Δεν είχαμε τίποτα! Και τα είχαμε όλα! Με θυμάμαι να παίζω με ένα σπιρτόκουτο. Κάποιος το είχε πετάξει κι εγώ το πήρα και το έκανα παιχνιδάκι. Στο σχολείο τη βγάζαμε με συσσίτια, είχαμε και τραχώματα στα μάτια που μας έβαζαν μια κίτρινη αλοιφή κι έβλεπες εκατό παιδιά να πηγαίνουν σαν τους αόμματους. Ξέρετε όμως τι συνέβαινε; Ήμασταν όλοι ίσοι! Να, λοιπόν, το παράδειγμα της ισότητας. Η ευτυχία δε βρίσκεται στα χρήματα, αλλά στο μοίρασμα των πάντων με τους πάντες. Να η Αριστερά που με ρωτάγατε πριν: Το μοίρασμα όλων των πραγμάτων με όλους τους ανθρώπους. Όλο αυτό μου έφερε ψυχική ισορροπία, δεν αισθάνομαι κόμπλεξ και ποτέ δε ζήλεψα κανέναν. Ο Βάρναλης, ξέρετε, όταν τον ρωτούσαν Ποια γυναίκα σ' αρέσει;, έλεγε Τ' αλλουνού (γέλια). Έτσι κι εγώ, άμα με ρωτήσουν ποια τραγούδια μ' αρέσουν, λέω Τ' αλλουνού! Αγαπάω τα όμορφα τραγούδια κι ας μην τά'χω κάνει εγώ. Είναι κέρδη αυτά από μία στερημένη παιδική ηλικία, όταν πηγαίναμε κώλο - κώλο στον τοίχο για να μη φαίνονται τα μπαλώματα στα παντελόνια, που σήμερα θεωρούνται μόδα.
Φωτογραφία: Αντώνης Μποσκοΐτης (11/05/2017)

Έχετε δυο κόρες και τρία εγγόνια. Παππούς δηλαδή.

Το ωραιότερο πράγμα! Δεν μετριέται με τίποτα η απεραντοσύνη της αγάπης των παιδιών.

Υπήρξατε καλός, που λένε, πατέρας;


Ποτέ μου δεν άσκησα εξουσία απάνω στα παιδιά μου. Άφηνα τα κορίτσια μου να κάνουν ότι θέλανε, βλέπανε κι αυτά όμως τι γονείς είχαν! Είναι κάτι μάνες με το τσιγάρο όλη την ώρα στο στόμα και λένε στην κόρη τους Μην καπνίζεις! Ε, πως Μην καπνίζεις, αφού κι εσύ τι κάνεις απ' το πρωί ως το βράδυ; Τα παιδιά έχουν προσλαμβάνουσες απ' τους γονείς τους και σαν άνθρωποι και σαν πολίτες και σαν επαγγελματίες, στα πάντα.

Προσέχετε την υγεία σας;
Δεν κάνω τίποτα το ιδιαίτερο. Δεν είμαι υποχόνδριος με θέματα υγείας, απλώς επειδή τώρα είμαι 77 ετών, οποιοσδήποτε μεγαλώνει μαζεύει ζάχαρο, πίεση, ουρικά, τα γνωστά. Ευτυχώς είναι γιατρός ο γαμπρός μου και τον συμβουλεύομαι σε διάφορα θέματα.

Σε εκατό χρόνια από τώρα που δεν θα υπάρχει κανένας μας, πιστεύετε πως θα ζει το τραγούδι σας, θα ανακαλύπτεται;

Νομίζω πως θα υπάρχουν και τότε τα τραγούδια, αν όχι όλα, πάντως πολλά. Σημασία έχει να υπάρχουν τα μέσα ώστε να μπορέσουν οι άνθρωποι να τα ακούσουν, να πάρουν την πληροφορία. Πως έφτασαν σε εμάς, λόγου χάριν, τα τραγούδια του Σούμπερτ; Με την ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνογνωσίας. Έτσι θα φτάσουν στις επόμενες γενιές και τα δικά μας τραγούδια.

Σε εκατό χρόνια από τώρα, βέβαια, μπορεί να μην υπάρχει και ο πλανήτης ολόκληρος, αν γίνουμε κινδυνολόγοι κι εμείς λίγο.

Κοιτάξτε, μέλλον κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει. Ούτε παρελθόν! Ένα παρόν υπάρχει μόνο ανά πάσα στιγμή. Το παρόν είναι που μετράει. Μέλλον ότι και να ορίσεις, θα είναι κάτι άλλο, την πάτησες. Το παρελθόν πάλι δε μπορείς να τό'χεις ζήσει, άρα φτάνει αλλιώς σε σένα. Παρόν είναι μια μέρα, μία ώρα, ένα δευτερόλεπτο. Ο χρόνος στη ζωή μας είναι κάτι ανυπολόγιστο, ανύπαρκτο σχεδόν. Δε λέω αν υπάρχει ή δεν υπάρχει. Απλά λέω δεν ξέρω...

Αγνωστικιστής είστε και στα θρησκευτικά σας πιστεύω;


Δεν ξέρω αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός, άρα ο καθένας είναι ελεύθερος να βγάλει τα συμπεράσματα του.

Από έναν καλλιτέχνη περιμένεις να σου πει ότι Θεός μπορεί νά'ναι κι αυτό το δέντρο στον κήπο σας, τα τζιτζίκια που μας έχουν πάρει τα αυτιά, αν και συζητάμε σε εσωτερικό χώρο...

Οτιδήποτε μπορεί να είναι! Θεός πάντως είναι κατασκεύασμα του ανθρώπου απ' την ανάγκη του να εξηγήσει την ίδια του την ύπαρξη. Δεν ξέρει δηλαδή τι του συμβαίνει και λόγω της ανημπόριας της δικής του, εναποθέτει τις ελπίδες του σε μία άλλη δύναμη. Ο Θεός είναι, λοιπόν, μια λέξη που βρέθηκε για να συμπεριλάβει ως έννοια κάτι πολύ σύνθετο και πολυδιάστατο.

Ωστόσο, κάνατε θρησκευτικό γάμο κι εσείς, βαφτίσατε τα παιδιά σας, να υποθέσω, όπως και στο σπίτι σας είδα αρκετά εικονίσματα.

Μα ναι, εγώ δεν έχω κανένα πρόβλημα. Απ' τη στιγμή που δεν είμαι σίγουρος, τηρώ κάποιες παραδόσεις, δεν πάω κόντρα στη λαϊκή έκφραση, αν θέλετε. Βλέπω, ας πούμε, δεσποτάδες φασισταριά και βλέπω και ανθρώπους αφοσιωμένους. Μπορώ σαν πολίτης να αποδοκιμάσω, να πω Κοίτα την κατάντια αυτών των θρησκευτικών ηγετών, που πήραν μια θρησκεία αγάπης και την έκαναν κήρυγμα μίσους, αλλά τη δική μου γνώμη δε θα την εκφράσω ούτε αρνητικά, ούτε θετικά, για καμία παράδοση, θρησκευτική ή μη! Δεν θά'χε ιδιαίτερη σημασία αν παντρευόμουν σε εκκλησία ή εδώ στο δρόμο. Απ' την άλλη μεριά, η συγκεκριμένη πίστη έχει διατηρήσει μια ατμόσφαιρα που είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και έχει προσφέρει πολλά και στον πολιτισμό. Υπάρχουν τα αρνητικά στοιχεία, οι καταστροφές των αρχαίων ναών κ.λπ., υπάρχουν όμως και τα θετικά! Ποια; Δημιούργησε μια τεράστια και σημαντική σχολή ζωγραφικής, μας κληροδότησε υμνωδίες και υπέροχα ποιητικά κείμενα, έναν εξαιρετικό αρχιτεκτονικό ρυθμό, μια τεχνοτροπία.

Κατανοώ το ''πακέτο'' όλο που περιγράφετε. Το ίδιο δε συμβαίνει και με το θέατρο;

Ακριβώς! Εγώ αυτό που δε μπορώ στο σύγχρονο αρχαίο θέατρο είναι δύο πράγματα: Τα κοστούμια αφενός και τη χρήση της μουσικής αφετέρου. Βάζουν δηλαδή ένα τζιν στο Χορό και νομίζουν ότι κάνουν μοντέρνο θέατρο. Είναι το ίδιο με το να μπω σε μια εκκλησία που δεν έχει τίποτα μέσα εκτός από έναν παπά που φοράει τζιν. Άμα αφαιρέσεις την ατμόσφαιρα, αυτό το άμα τη εμφανίσει, που λένε, χάνεται και η όλη πράξη, το τελετουργικό. Τι να κάνουμε, η καθημερινότητα ήταν ο χιτώνας, γιατί να φοράνε τζιν οι ηθοποιοί; Δεν το καταλαβαίνω! Ότι μπορεί να σε υποβάλλει, το κρατάς μαζί φυσικά με τον λόγο.



Εν αρχή ην ο λόγος ειδικά στο θέατρο κι εσείς, κύριε Λεοντή, είχατε εναντιωθεί στον Γιαν Φαμπρ στο Φεστιβάλ Αθηνών πέρσι.

Ένας από τους λόγους της εναντίωσης μου είχε να κάνει με το ότι το αρχαίο θέατρο βασίζεται στο λόγο κι αυτοί όλοι τό'χουνε κάνει θέαμα. Προβολείς από δω, προβολείς από κει, ξεβράκωτοι από δω, ξεβράκωτες από κει, που πήγε ο λόγος; Μεσημέρι παίζονταν οι παραστάσεις στον αρχαίο κόσμο, τι πράγματα είναι αυτά τώρα; Να πιάνει ο άλλος το πουλί του και να κάνει τον Οιδίποδα; Ε δε γίνεται! Έχω εξοργιστεί, γιατί καλύπτουν τη σκηνοθετική τους ένδεια με ένα πράγμα περίεργο στο μάτι! Το θέατρο θα πρέπει να αναζητήσει την ουσία του στην αξία του λόγου και των ανθρώπινων αιτημάτων, όχι στο φαίνεσθαι.

Τελευταία ερώτηση: Τι περιμένετε να σας φέρει η ζωή;

Την ανηφόρα της με τις ομορφιές της και τις ασχήμιες της. Τους αγώνες της, τον αγώνα της. Να μην εγκαταλείψω τον αγώνα για κατάκτηση της εσωτερικής ελευθερίας μου. Την υπέρτατη ελευθερία να αισθάνεται κανείς ελεύθερος ακριβώς μέχρι να κλείσει τα μάτια του.

* Την Τρίτη 24/3 θα μεταδοθεί από το Κανάλι της Βουλής, στις 21.00, η συναυλία του Χρήστου Λεοντή με το έργο «Καντάτα Ελευθερίας»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου