Η πραγματική σύγκρουση με ένα σύστημα εκμετάλλευσης δεν μπορεί να μεταφραστεί ως σύγκρουση μεταξύ μιας πεπερασμένης υποκειμενικής βούλησης και μιας αντικειμενικής πραγματικότητας ούτε ως μιας απλής σύγκρουσης περισσοτέρων υποκειμενικών βουλήσεων.
Η καταπίεση και ο περιορισμός της υποκειμενικής βούλησης είναι μόνο η αρνητική πλευρά της κοινωνικής ολότητας, η οποία εκφράζεται ταυτοχρόνως με την αρνητικότητα της βούλησης ενάντια στην αντικειμενικότητα και την αρνητική, περι-οριστική βία της αντικειμενικότητας σε βάρος της υποκειμενικής βούλησης. Αυτό αποτελεί όμως μόνο μια εμφάνιση μιας βαθύτερης εμμενούς αντίφασης της ολότητας, καθώς αυτό που βιώνεται υποκειμενικά ως περιορισμός και βια κατά της ατομικότητας είναι στην πραγματικότητα μια αντανάκλαση μιας αντικειμενικής-υλικής αντίφασης.
Η "συμφιλίωση με την πραγματικότητα" (που ως έννοια δεν ενέχει τίποτα το συμβιβαστικό) συνίσταται στην αναγνώριση αυτού του αρνητικού χαρακτήρα της ατομικότητας, δηλαδή στην απόρριψη της εντύπωσης ότι η ατομική βούληση αποτελεί μια θετικότητα, η οποία υποτίθεται ότι προσκρούει σε μια σύμβαση, στις κοινωνικές σχέσεις, σε σχέσεις απαγορεύσεων και περιορισμών. Η πεπερασμένη υποκειμενικότητα είναι στην πραγματικότητα - εξίσου με την αντικειμενικότητα - μόνο μιαν αφηρημένη άρνηση, ετεροκαθοριζόμενη σε τελευταία ανάλυση από την αρνητικότητα της αντικειμενικότητας.
Σε αυτήν την σχέση αέναου ετεροκαθορισμού και αλληλοεξάρτησης υφίσταται μόνο μία διαλεκτική "λύση"¨. Αυτή συνίσταται στην άρση της αρνητικότητας και της εξωτερικότητας αυτής της σχέσης μέσω της εσωτερίκευσής της. Εσωτερίκευση δεν σημαίνει εν προκειμένω σε καμία περίπτωση το κλείσιμο σε μια εσωτερικότητα αποκομμένη από την εξωτερικότητα, αλλά ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή την σύλληψη της εξωτερικότητας ως μέρος την εσωτερικότητας, δηλαδή την μετατροπή του εξωτερικού καθορισμού και περιορισμού σε εσωτερικό, δηλαδή σε αυτοκαθορισμό, και την σύλληψη του περιορισμού ως εμμενούς εμποδίου ανάτασης αυτού του αυτοκαθορισμού. Το αποτέλεσμα είναι η συγκρότηση της πραγματικής, "απόλυτης" (δηλαδή απροϋπόθετης, αυτοκαθοριζόμενης και αυτοτελούς) υποκειμενικότητας στην βάση αυτής της διπλής άρνησης. Σημαντικό είναι να είναι σαφές ότι αυτή η υποκειμενικότητα δεν έχει τίποτα το ιδεαλιστικό, και τίποτα το αφηρημένα "αυτόνομο". Είναι ένα υποκείμενο-αντικείμενο, που δεν βρίσκεται απλά στο μυαλό κάποιων ατόμων, αλλά έχει πραγματική, αντικειμενική, υλική υπόσταση. Ούτε αφηρημένη και "απόλυτη" ελευθερία σημαίνει, αλλά εσωτερίκευση των εξωτερικών περιορισμών με την έννοια που παραθέσαμε παραπάνω.
Ταξικά, στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, αυτό μεταφράζεται με την αυτοτελή οργάνωση της εργατικής τάξης ως ταξικό υποκείμενο, το οποίο δεν ετεροκαθορίζεται από το σύστημα κυριαρχίας της αστικής τάξης, καθώς το έχει εσωτερικεύσει ως περιορισμό της ανάπτυξης της δικής του υποκειμενικότητας (της δικής του εργασίας και ζωής), τον οποίο πρέπει να υπερβεί.
Με αυτόν τον τρόπο το ταξικό υποκείμενο αποκτά μια θετικότητα, γίνεται δημιουργός του κόσμου και της ιστορίας. Αυτή η θετικότητα έχει την μορφή της διπλής άρνησης, την οποία παρουσιάσαμε παραπάνω, δηλαδή την άρση των περιορισμών που θέτει η αντικειμενικότητα, η οποία είναι πλέον εσωτερικευμένη. Η εργατική τάξη γίνεται συνεπώς από υποκείμενο καθ' εαυτό υποκείμενο καθεαυτό και δι' εαυτό (an und für sich).
Με αυτήν την διαλεκτική μετάβαση η εργατική τάξη καθίσταται ολότητα και παράλληλα καθιστά και την κοινωνία - ως ενότητα υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων - πραγματική ολότητα, χαρακτήρα που δεν είχε πριν την ανάδυση της εργατικής τάξης ως αυτοτελούς υποκειμένου. Με αυτόν τον τρόπο η κοινωνία και η ιστορική της εξέλιξη αποκτά συγκεκριμένο σκοπό, συγκεκριμένη ουσία ως διαδικασία πραγμάτωσης του κομμουνισμού, που αποτελεί την τελική απόλυτη αντικειμενοποίηση της προλεταριακής υποκειμενικότητας.
Αυτοί είναι εν συντομία οι "υλικό-υπερβατολογικοί" όροι της συγκρότησης του οργανωμένου ταξικού κινήματος ως αυτοτελούς υποκειμένου. Φυσικά το θέμα δεν εξαντλείται σε καμία περίπτωση σε αυτές τις σύντομες παρατηρήσεις. Αντιθέτως η κίνηση αυτή εξηγείται και θεμελιώνεται εντέλει μόνο με την ανάλυση των αντικειμενικών-υλικών-ιστορικών προϋποθέσεων εμφάνισης της εργατικής τάξης κατ'αρχάς ως καθ' εαυτό ιστορικό υποκείμενο, καθώς και της διαδικασίας που έπεται της αυτοτελούς οργάνωσης του προλεταριάτου, των μορφών οργάνωσης και ταξικής πάλης τις οποίες καθιστά αυτή δυνατές και απαραίτητες, όπως και της δημιουργίας των προϋποθέσεων για την τελική υπέρβαση των αντιφάσεων στον κομμουνισμό μέσω της επιβολής της δικτατορίας του στους ταξικούς του εχθρούς και την κατ' ακολουθίαν αναίρεση του ίδιου του του εαυτού με την πραγμάτωση της ολότητας που ενσαρκώνει.
Naphta
Υ.Γ.
1: Ζητώ την κατανόηση και επιείκεια των αναγνωστών, καθώς δεν έχει προηγηθεί μια ολοκληρωμένη επεξεργασία των ιδεών. Ελπίζω να επιστρέψω σε επόμενη ανάρτηση. Η συνειδητή χρήση ιδεαλιστικών εγελιανών εννοιών μπορεί φυσικά να ξενίσει, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν τίποτα το ιδεαλιστικό καθ'εαυτές, υπό την προϋπόθεση ότι θα αντιμετωπιστούν αντικειμενικά και ψύχραιμα και ως αυτό που είναι, δηλαδή έννοιες. Εξάλλου δεν αρκεί να αλλάξεις τις λέξεις, για να λύσεις τα προβλήματα της έννοιας. Και η φιλοσοφία - ακόμα και πρωτίστως μάλιστα ο διαλεκτικός υλισμός - έχει εξ ορισμού ως αντικείμενο της τις έννοιες (που δεν είναι φυσικά απλά "έννοιες", καθώς πρέπει να εκφράζουν την ίδια τους την αντιστοιχία με την πραγματικότητα)
2. Ας αντιμετωπιστεί το κείμενο και (αλλά όχι αποκλειστικά) ως προσπάθεια φιλοσοφικής θεμελίωσης της αναγκαιότητας της συγκρότησης της Λαϊκής Συμμαχίας ως αυτοτελούς οργάνωσης της εργατικής τάξης και αναβίωσης του εργατικού κινήματος, όπως προβλέπει το πρόγραμμα που εγκρίθηκε από το 19ο Συνέδριο του ΚΚΕ, μια θεμελίωση που φυσικά δεν χρειάζεται προκειμένου να αναδειχθεί, καθώς προκύπτει από την ίδια την μαρξιστική-λενινιστική προσέγγιση του Κόμματος και την πλούσια πείρα από την ταξική πάλη. Εξάλλου το ισχυρό ΚΚΕ αποτελεί το ίδιο έκφραση της αυτοτελούς οργάνωσης μεγάλης μερίδας της ελληνικής εργατικής τάξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου