Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Για την κατάσταση της καπιταλιστικής οικονομίας της Τουρκίας



Ορισμένες προσεγγίσεις, με βάση αστικές αναλύσεις

Υπουργοί της κυβέρνησης Ερντογάν
Οι εξελίξεις στην Τουρκία που στο επίκεντρό τους έχουν τις αποκαλύψεις σκανδάλων διαφθοράς δημιουργούν αναταράξεις στο αστικό πολιτικό σύστημα, ενώ πίσω τους βρίσκονται οξύτατες ενδοαστικές αντιθέσεις. Οι σημερινές εξελίξεις έρχονται ως συνέχεια των διαδηλώσεων πριν μερικούς μήνες στην πλατεία Ταξίμ, αλλά και σε πολλές πόλεις της Τουρκίας, κινητοποιήσεις που θυμίζουν πολύ τους αγανακτισμένους σε άλλες χώρες, οι οποίες αντιμετωπίστηκαν βεβαίως με ένταση της κρατικής καταστολής. Διάφορες αστικές αναλύσεις κάνουν λόγο για εξελίξεις που ασκούν επίδραση πέρα και έξω από την Τουρκία. Σίγουρα επίδραση σε αυτές τις διεργασίες έχουν η στροφή στην υπόθεση της Συρίας και την απόφαση των ΗΠΑ για μη επέμβαση, αλλά και η Συμφωνία με το Ιράν. Αυτές τις εξελίξεις, η κυβέρνηση της Τουρκίας τις αξιοποιεί για να τεκμηριώσει παρέμβαση «εξωτερικού παράγοντα» στο εσωτερικό της χώρας φωτογραφίζοντας τις ΗΠΑ. Δεν είναι, βεβαίως, έξω από την πρακτική των ιμπεριαλιστικών κέντρων, των ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών κρατών η στήριξη τμημάτων της αστικής τάξης στο πλαίσιο μιας ενδοαστικής αντιπαράθεσης. Ανάλογο παράδειγμα μπορούμε να δούμε στην Ουκρανία αυτές τις μέρες.

Η Τουρκία μαζί με τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ ήταν υπέρμαχος της επέμβασης στη Συρία. Θυμίζουμε ότι κατά την τελευταία επίσκεψη του Τούρκου πρωθυπουργού στις ΗΠΑ γράφτηκε στον αστικό Τύπο ότι συγκρούστηκε στο θέμα αυτό με τον Μπ. Ομπάμα. Η Τουρκία, επίσης, ανέπτυξε οικονομικές σχέσεις με το Βόρειο Ιράκ, παρακάμπτοντας την κυβέρνηση του Ιράκ, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις των ΗΠΑ. Η στροφή των ΗΠΑ σε σχέση με τη Συρία, αλλά και η συμφωνία με το Ιράν άλλαξαν τα δεδομένα στην περιοχή. Αντικειμενικά, επέρχεται αλλαγή ρόλων στις δυνάμεις της περιοχής όπως η Τουρκία και αυτό γεννά αναταράξεις στο εσωτερικό της αστικής τάξης αυτών των χωρών. Πολύ περισσότερο όταν ήδη προϋπάρχουν ενδοαστικές αντιθέσεις.

«Πολλοί Τούρκοι - πολιτικοί, διπλωμάτες, επιχειρηματίες, ακαδημαϊκοί, όχι απαραίτητα ενθουσιώδεις υποστηρικτές της αντιπολίτευσης, δεν κρύβουν την αγωνία τους για την πορεία που ακολουθεί το τελευταίο διάστημα η χώρα τους. Μιλάς με σοβαρούς ανθρώπους που, ακόμη και αν διαφωνούν, είναι πρόθυμοι να υπηρετήσουν με αφοσίωση την κυβέρνησή τους και εισπράττεις δυσφορία και συχνά αγανάκτηση για τις αμφιλεγόμενες γεωπολιτικές επιλογές του Ερντογάν. Το ζήτημα δεν αφορά μόνο την Τουρκία και το λαό της. Οταν πρόκειται για τη 17η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, σε μια τόσο ευαίσθητη γεωγραφική θέση, αφορά πολλούς», έγραφε πρόσφατα η «Καθημερινή», ενδεικτικό των προβληματισμών που επικρατούν.

Πρόσφατα, επίσης, γράφτηκε από Αμερικανούς αναλυτές ότι την κυβέρνηση των ΗΠΑ την ενδιαφέρει η Τουρκία από την άποψη της γεωστρατηγικής της θέσης στην περιοχή, επειδή ακριβώς ενδιαφέρεται για τη σταθερότητα στην περιοχή, ιδιαίτερα μετά τη Συμφωνία με το Ιράν, γι' αυτό και είναι δυσαρεστημένη με την τακτική Ερντογάν.

Η «εύθραυστη» οικονομία

Οι πολιτικές εξελίξεις δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται έξω από τις οικονομικές εξελίξεις, οι οποίες επιδρούν στις πολιτικές όπως βεβαίως και το αντίστροφο. Απ' αυτήν την άποψη, δεν μπορεί κανείς να μη δώσει σημασία σε μια σειρά στοιχεία που έχουν δει τελευταία το φως της δημοσιότητας για την καπιταλιστική οικονομία της Τουρκίας.

Εγραφε πρόσφατα η «Καθημερινή»: «Η οικονομία της Τουρκίας παραμένει εξαιρετικά ευάλωτη στο ενδεχόμενο μιας πιθανής μείωσης ή ακόμα και παύσης του εξωτερικού δανεισμού της οικονομίας. Αυτό το ενδεχόμενο, εάν συμβεί, όχι μόνο θα επηρεάσει αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα, αλλά θα εντείνει και την πολιτική αναταραχή, "σπρώχνοντας" την πολιτικοοικονομική κατάσταση της Τουρκίας σε "αχαρτογράφητα ύδατα". Για να δούμε την κατάσταση σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, μετά την ευρωπαϊκή κρίση χρέους των PIGS, τη σκυτάλη του παγκόσμιου οικονομικού ενδιαφέροντος παίρνει για το 2014 η ομάδα των χωρών του Fragile Five (πέντε εύθραυστες), μέλος της οποίας είναι και η Τουρκία. Η ονομασία Fragile Five συμπεριλαμβάνει τις Τουρκία, Βραζιλία, Ινδία, Ινδονησία και Νότιο Αφρική και κατοχυρώθηκε από τη Morgan Stanley. Το κοινό σημείο των πέντε χωρών είναι ότι όλες είναι μέλη της ομάδας G20, δηλαδή συγκαταλέγονται ανάμεσα στις είκοσι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Oι χώρες του Fragile Five συγκαταλέγονται σε αυτές που είναι οι πιο ευάλωτες σε οικονομική κρίση κατά το 2014. Ολα ξεκίνησαν τον Μάη του 2013, όταν ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), Μπεν Μπερνάνκι, αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο ενδεχόμενο έναρξης της μείωσης του μηνιαίου προγράμματος παροχής ρευστότητας προς την οικονομία των ΗΠΑ, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της γενικότερης μακροοικονομικής εικόνας της. Η αναφορά και μόνο της πρόθεσης του tapering προκάλεσε σημαντικές μετακινήσεις κεφαλαίων από τις αναδυόμενες οικονομίες προς ΗΠΑ και Ευρώπη.

Επικεντρώνοντας στην Τουρκία, τα οικονομικά στοιχεία δείχνουν ότι η γείτων χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξαιρετικά εύθραυστη κατάσταση. Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, κατά το διάστημα Ιανουαρίου - Οκτωβρίου 2013 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ανέβηκε στο επίπεδο ρεκόρ των 51,9 δισ. δολ., δείχνοντας μια αύξηση κατά 12,3 δισ. δολ. Αυτό όμως που κάνει το έλλειμμα της Τουρκίας πιο επικίνδυνο είναι ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών καλύπτεται με βραχυχρόνιο δανεισμό από το εξωτερικό».

Αυτές οι εκτιμήσεις των αστών αναλυτών θυμίζουν τις εκτιμήσεις τους λίγο πριν την εκδήλωση της βαθιάς καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης σε ΗΠΑ και ΕΕ. Παρουσιάζουν δε αυτή την πορεία πάντα αντεστραμμένη. Για παράδειγμα, γιατί να υπάρξει φυγή κεφαλαίων αν στην καπιταλιστική οικονομία υπάρχει ανάπτυξη; Με δεδομένο επίσης ότι οι εργασιακές συνθήκες στην Τουρκία είναι άκρως ανταγωνιστικές. Γιατί επίσης να παρουσιάζεται το ενδεχόμενο παύσης του εξωτερικού δανεισμού αν δεν υπάρχει τεράστια υποχώρηση στους ρυθμούς ανάπτυξης; Ενα όμως ακόμη στοιχείο που δείχνει σημάδια προβλημάτων στην καπιταλιστική οικονομία της Τουρκίας είναι η διολίσθηση της τουρκικής λίρας, η οποία έχει χάσει πάνω από το 25% της αξίας της το τελευταίο εξάμηνο σε σχέση με το ευρώ, παρά τις αλλεπάλληλες παρεμβάσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας για να αντιστρέψει το φαινόμενο.

Διάφοροι οικονομολόγοι εκτιμούν επίσης ότι δεν είναι τυχαίο, σε σχέση με τη δεινή κατάσταση της οικονομίας της Τουρκίας, το γεγονός ότι πρόσφατα η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε επανέναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την ΕΕ, ενώ κατέθεσε αίτημα για συμμετοχή της Τουρκίας στις διαπραγματεύσεις για την εμπορική συμφωνία ΕΕ - ΗΠΑ, αναζητώντας μέσα αντιμετώπισης της αρνητικής κατάστασης της οικονομίας.

Οι προσεγγίσεις ελληνικών αστικών επιτελείων

Χρειάζεται να θυμίσουμε ότι η καπιταλιστική οικονομία της Τουρκίας πέρασε βαθιά οικονομική κρίση τη περίοδο 1997 - 1998. Με παρόμοια φαινόμενα και πιο χαρακτηριστικό την τεράστια υποτίμηση του νομίσματός της που δεν έσωσε την κατάσταση γι' αυτό και η τουρκική κυβέρνηση κατέφυγε στο ΔΝΤ. Τότε εφαρμόστηκε ένα σκληρό αντεργατικό πρόγραμμα αναδιαρθρώσεων, προκειμένου να δοθούν δάνεια από το ΔΝΤ για την ανόρθωση της οικονομίας. Δημιουργήθηκαν συνθήκες ανταγωνιστικότητας, έγινε προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, υπήρξε περίοδος μεγάλης ανάπτυξης, αυτό ενίσχυσε και τη θέση της κυβέρνησης Ερντογάν. Σημειώνουμε ότι η Τουρκία έγινε μέλος των G20. Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα εάν αυτή η ανάπτυξη ολοκλήρωσε τον κύκλο της και τώρα βρίσκεται μπροστά σε συνθήκες εκδήλωσης νέας κρίσης. Οι οικονομικές δυσκολίες επιδρούν στις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης Ερντογάν, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό στην προσπάθεια διατήρησης της Τουρκίας ως υπολογίσιμης στρατιωτικής και πολιτικής δύναμης στην ευρύτερη περιοχή. Αυτές οι επιλογές όμως δεν φαίνεται να στηρίζονται ενιαία από τους αστούς, ενώ διαπλέκονται με τους ανταγωνισμούς των κρατών της περιοχής, αλλά και με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.

Η κατάσταση στην Τουρκία ανησυχεί και την αστική τάξη της Ελλάδας. Από τη μια μεριά, προβάλλει την πολιτική σταθερότητα της Ελλάδας ως πλεονέκτημα που μπορεί να αξιοποιηθεί στο στόχο της αναβάθμισης της θέσης της χώρας στην περιοχή, από την άλλη προβληματίζεται για τις επιπτώσεις στην οικονομία της Ελλάδας και των επιχειρηματικών ομίλων της, από την άσχημη κατάσταση της οικονομίας της Τουρκίας.

«Είναι αυτονόητο ότι μας ενδιαφέρει το τι θα συμβεί στη γειτονική μας χώρα, με την οποία, παρά την αναμφισβήτητη πρόοδο που έχει σημειωθεί, μοιραζόμαστε πολλά ακανθώδη ζητήματα που παραμένουν ανοιχτά. Με μια Τουρκία σε πορεία πολιτικής αποσταθεροποίησης πώς μπορεί να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό ή και άλλες συζητήσεις για ευαίσθητα πολυμερή ή διμερή ζητήματα όπως είναι η οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών; Ούτε οι οικονομικοί κλυδωνισμοί της γείτονος συμφέρουν την Ελλάδα που έχει ανάγκη δίπλα της μια ισχυρή οικονομία που θα είναι σε θέση να τη στηρίξει εισάγοντας ελληνικά προϊόντα και εξάγοντας Τούρκους τουρίστες», έγραφε πρόσφατα η «Καθημερινή», συμπληρώνοντας:

«Προβληματισμός επικρατεί στις διοικήσεις των 500 ελληνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία μέσω θυγατρικών εταιρειών, με αφορμή τις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στη γειτονική χώρα. Το πρόβλημα που απασχολεί τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι η διολίσθηση της τουρκικής λίρας, η οποία έχει χάσει πάνω από το 25% της αξίας της το τελευταίο εξάμηνο σε σχέση με το ευρώ. Αυτή η αρνητική εξέλιξη καθιστά ακριβά τα προϊόντα των ελληνικών εταιρειών.

Σύμφωνα με στοιχεία του 2012, η Τουρκία είναι η πρώτη χώρα - πελάτισσα της Ελλάδας, εφόσον υπολογίσουμε στις ελληνικές εξαγωγές και τα πετρελαιοειδή, και η έκτη χωρίς αυτά. Τουρκικό ενδιαφέρον παρατηρείται για πετρελαιοειδή - λιπαντικά, παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών, ζώντα ζώα, ανόργανα χημικά, προϊόντα σιδήρου και χάλυβα, μηχανήματα οπτικής - μετρήσεων, δέρματα, καλλυντικά, διάφορα δομικά υλικά, ιατρικά - φαρμακευτικά, πλαστικές ύλες - μονωτικά, μηχανήματα γραφείου, ηλεκτρικές συσκευές και προϊόντα ξυλείας. Μεταξύ των ελληνικών επενδύσεων στην Τουρκία που ξεχώρισαν την τελευταία πενταετία -εκτός της Εθνικής Τράπεζας- ήταν η Εurobank, που επένδυσε περίπου 140 εκατ. ευρώ και εξαγόρασε την Tekfenbank, μια μικρή τράπεζα με 31 υποκαταστήματα και κερδοφορία περίπου 10 εκατ. ευρώ. Η Alpha Bank αγόρασε από την Anadolu Endustri Holding την τράπεζα Alternatifbank. Η τουρκική τράπεζα έχει δίκτυο 28 καταστημάτων».

Βεβαίως, τον ελληνικό και τον τουρκικό λαό δεν πρέπει να τους απασχολούν οι πονοκέφαλοι των αστών για την οικονομία τους, τις επιχειρήσεις τους και τα κέρδη τους, οι ενδοαστικές κόντρες. Οπως και αν εξελιχτούν, θα συνεχίζουν να κάνουν κόλαση τη ζωή τους. Η κρίση δείχνει ότι ο καπιταλισμός είναι ξεπερασμένος. Ο δικός τους αντιμονοπωλιακός - αντικαπιταλιστικός αγώνας για την εργατική - λαϊκή εξουσία πρέπει να είναι ο σκοπός της πάλης τους για την ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου