Πηγή:
Sofokleous 10
Στα τελευταία τρία χρόνια, το παγκόσμιο κρατικό χρέος των αναπτυγμένων κρατών (το χρέος που χρωστούν τα αναπτυγμένα κράτη διεθνώς) έχει αυξηθεί στο μεγαλύτερο ύψος από το Βʼ Παγκόσμιο Πόλεμο και το ρίσκο πτώχευσης και αδυναμίας αποπληρωμής χρεών έχει απογειωθεί στη ʽχρηματοπιστωτική στρατόσφαιραʼ. Ως αποτέλεσμα, το έξυπνο χρήμα επιδιώκει να διασφαλίσει τα χρήματα που έχει δανείσει και που συνεχίζει να δανείζει το ίδιο και οι συνεργάτες του (μεγάλες τράπεζες και πρωταγωνιστές στην αγορά χρέους) στα κράτη και ένας από τους τρόπους που επιχειρεί να το πετύχει αυτό είναι η δημιουργία μίας αγοράς ʽκαλυμμένων ομολόγωνʼ με διεθνή υπόσταση, ισχυρή νομική βάση και παγκόσμια αποδοχή.
Σε άρθρο της 9ης Μαΐου 2010 είχα παρουσιάσει στοιχεία για την ταχύτατη ανάπτυξη της αγοράς αυτής των ʽκαλυμμένων ομολόγωνʼ σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Όπως αναφέρεται σε αυτό τα καλυμμένα ομόλογα είναι ιδανικά για τον δανειοδότη και απόλυτα προβληματικά για τον δανειστή καθώς ʽέχουν το χαρακτηριστικό πως καλύπτονται από ένα περιουσιακό πακέτο αυτού που τα εκδίδει (δανειζόμενος), έτσι ώστε αν αποτύχει να ανταπεξέλθει στην αποπληρωμή των τόκων τους, ο δανειστής να έχει το δικαίωμα να κατάσχει την περιουσία του πακέτου.ʼ
Με απλά λόγια τα καλυμμένα ομόλογα προστατεύουν το δανειοδότη με εμπράγματη ασφάλεια στην περιουσία του δανειολήπτη. Καθώς, όμως, τα ομόλογα αυτά εκδίδονται από κράτη, πολιτείες, δήμους κλπ, σε περίπτωση αδυναμίας έγκαιρης αποπληρωμής τους, δεσμεύεται δημόσια περιουσία η οποία μπορεί, μέσα από νομικές διαδικασίες, να περάσει στα χέρια των δανειστών. Έτσι, όπως αναφέρεται στο σχετικό άρθρο ʽεξαιτίας της φύσης τους τα συγκεκριμένα ομόλογα δεν έγιναν ποτέ αποδεκτά στις ΗΠΑ καθώς όσες φορές προτάθηκε από το έξυπνο χρήμα η δημιουργία μίας αγοράς γιʼ αυτά, η πρόταση προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις με αποτέλεσμα να αποσυρθεί.ʼ
Καθώς, όμως, όλο και περισσότερες αμερικανικές πολιτείες αντιμετωπίζουν οξύτατα οικονομικά προβλήματα με αρκετές να βρίσκονται στα όρια της πτώχευσης, το ρίσκο μη αποπληρωμής των υποχρεώσεων τους στους δανειστές βαίνει, συνεχώς, αυξανόμενο και έτσι, κάτω από σκιά της διεθνούς κρίσης ʽστις 30 Ιουλίου του 2008 η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ψήφισε θετικά για τη δημιουργία μίας αγοράς καλυμμένων ομολόγων ενώ στις 18 Μαρτίου του 2010 (με αφορμή τις εξελίξεις στην ʽελληνική κρίσηʼ) επικυρώθηκε η Νομοθετική Πράξη Αγοράς Καλυμμένων Ομολόγων ΗΠΑ, ανοίγοντας την πόρτα στους δανειστές ώστε να μπορούν να απαιτούν να καλύπτονται με εμπράγματη ασφάλεια τα ομόλογα που εκδίδουν οι πολιτείες, οι νομαρχίες και οι δήμοι των ΗΠΑ. Αμέσως η Κεντρική Τράπεζα της Νέας Υόρκης έσπευσε να χαιρετήσει την απόφαση και να δηλώσει πως θα αποδέχεται τα καλυμμένα ομόλογα ως εγγύηση για την παροχή δανείων.ʼ
Στην Ευρώπη, η αγορά καλυμμένων ομολόγων βρισκόταν σε κατάσταση ʽύπνωσηςʼ για πολλές δεκαετίες. Όμως ʽστις 07 Μαΐου 2009 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε την έναρξη ενός προγράμματος αγοράς καλυμμένων ομολόγων, με σκοπό την ʽενίσχυση της ρευστότητας στις αγορέςʼ και με στόχο την αγορά καλυμμένων ομολόγων αξίας 60 διςʼ πρόγραμμα το οποίο έχει, ήδη, ολοκληρωθεί.
Επιπλέον, η ΕΕ ψήφισε το πακέτο αξίας 750 δις ευρώ για τη διάσωση προβληματικών μελών της, μέσω του οποίου μπορεί να αγοράσει ομολόγα ʽκαλυμμέναʼ με εμπράγματη ασφάλεια, ενώ η ΕΚΤ αποδέχεται, εδώ και μήνες, ως εγγύηση για την παροχή ρευστότητας, προβληματικά ομόλογα, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών ʽτοξικώνʼ ομολόγων, με την προϋπόθεση ότι είναι καλυμμένα.
Ελλάδα
Το συνολικό χρέος της Ελλάδας πριν από την έγκριση του πακέτου ʽστήριξηςʼ ανέρχονταν, περίπου, στα 300 με 320 δις ευρώ. Το χρέος αυτό κατέχονταν από διεθνείς τράπεζες και δεν επιβαρύνονταν από εμπράγματες ασφάλειες επί της ελληνικής περιουσίας. Αυτό σήμαινε πως σε περίπτωση καθυστέρησης, από την πλευρά της Ελλάδας, να πληρώσει τους τόκους των δανείων της, οι δανειστές δε μπορούσαν διεκδικήσουν ελληνική περιουσία αλλά μόνο να προσπαθήσουν να επαναδιαπραγματευτούν τους όρους αποπληρωμής.
Καθώς, όμως, μετά την ελληνική κρίση το ενδεχόμενο της αδυναμίας της Ελλάδας να αποπληρώσει εις ολόκληρο τα δάνεια της αυξήθηκε δραματικά, οι δανειστές βρέθηκαν να κινδυνεύουν να χάσουν ποσοστό των χρημάτων τους. Γιʼ αυτό το λόγο ζητήθηκε η συνδρομή του έξυπνου χρήματος ώστε διασφαλιστούν τα συμφέροντα τους. Το ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ δανειστών και Ελλάδας ανέλαβαν το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η ΕΕ. Κάτω από την πίεση των εξελίξεων, όμως, και από τη δραματική αποτυχία της Ελλάδας να τις προβλέψει και έτσι να τις προλάβει, η χώρα ωθήθηκε στην αποδοχή μίας συμφωνίας με 4 διαφορετικές πτυχές, που καμία από τις οποίες δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της αλλά μόνο αυτά των δανειστών της.
Έτσι, η Ελλάδα:
α) συμφώνησε να λάβει 110 δις ευρώ από το πακέτο στήριξης ώστε να αποπληρώσει προηγούμενα δάνεια αλλά και να χρηματοδοτήσει τις τράπεζες, με το σύνολο του ποσού του πακέτου στήριξης να καλύπτεται από εμπράγματες ασφάλειες επί της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου. Με αυτόν τρόπο θα βρεθεί να χρωστά τόσο στο ΔΝΤ, όσο και σε χώρες της ΕΕ, ενώ πρωτύτερα χρωστούσε μόνο σε τράπεζες.
β) συμφώνησε να ενταχθεί στο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων της από την ΕΚΤ, η οποία εκτιμάται ότι έχει αγοράσει ελληνικά κρατικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά αξίας 30 με 50 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία, επίσης, σύμφωνα με τις περισσότερες ενδείξεις έχουν επιβαρυνθεί με εμπράγματες ασφάλειες
γ) συμφώνησε να ενταχθούν οι τράπεζες στο πρόγραμμα χρηματοδότησης τους από την ΕΚΤ με την κατάθεση σε αυτήν ελληνικών ομολόγων ως εγγύηση, τα οποία, ωστόσο και πάλι είναι καλυμμένα και έτσι επιβαρυμένα με εμπράγματες ασφάλειες στην περιουσία των ελληνικών τραπεζών. Σύμφωνα με την HSBC οι ελληνικές τράπεζες έχουν δεσμεύσει εχέγγυα ύψους 135,8 δισ. ευρώ, ή το 30% του ενεργητικού τους στην ΕΚΤ, έχοντας δανειστεί ρευστότητα ύψους 96,2 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 20% του ενεργητικού τους (καθώς λόγω της χαμηλής αξιολόγησης των ίδιων αλλά και της Ελλάδας υφίστανται επιπλέον χρεώσεις στα ποσά που δανείζονται οι οποίες μάλιστα αναμένεται να αυξηθούν και άλλο στο μέλλον, έτσι ώστε να χρειάζονται εγγυήσεις ύψους 100 δις προκειμένου να δανειστούν 50 δις).
δ) συμφώνησε στο πρόγραμμα δημοσιονομικής ʽεξυγίανσηςʼ το οποίο, στην ουσία, προσπαθεί να εξασφαλίσει με τον πιο άγαρμπο, βιαστικό, επιπόλαιο και επικίνδυνο για τη χώρα τρόπο, την άντληση κεφαλαίων ώστε να αποπληρωθούν οι δανειστές της.
Με πρόχειρους υπολογισμούς και λαμβάνοντας υπόψη ότι με βάση τη συμφωνία η Ελλάδα θα πρέπει να ʽκαλύψειʼ τους δανειστές της για το σύνολο του χρέους της και του χρέους των τραπεζών της αλλά και για τα κεφάλαια που θα χρειαστεί να δανειστεί για όσο διάστημα απέχει από τις αγορές, στα επόμενα 2,5 χρόνια, είναι πιθανό περισσότερα από 500 δις ευρώ χρέους να καλύπτονται από εμπράγματες ασφάλειες στο ελληνικό δημόσιο.
Μάλιστα, καθώς η Ελλάδα αποδέχτηκε, πρακτικά, να προβεί και σε αλλαγή του δικαίου που διέπει το χρέος της, από το ελληνικό στο αγγλικό, οι δανειστές της θα έχουν εξασφαλισμένα νομικά δικαιώματα επί της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου στην περίπτωση αδυναμίας αποπληρωμής των τόκων που απορρέουν από το ελληνικό χρέος.
Το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο καθώς η Ελλάδα διανύει την περίοδο με τη μεγαλύτερη συρρίκνωση της οικονομίας της, πιθανώς, από την εποχή του εμφυλίου και μετά. Αυτό συνεπάγεται ότι η ʽοικονομική αξίαʼ της χώρας γίνεται ολοένα και μικρότερη και αν οι δανειστές βρεθούν σε θέση να ασκήσουν τα εμπράγματα δικαιώματα τους σε δύο με τρία χρόνια από σήμερα ή να διαπραγματευτούν τους όρους ώστε να δεχτούν να μην τα ασκήσουν, τότε η χώρα θα κινδυνεύσει να χάσει πολλαπλάσια των 500 δις ευρώ περιουσία της.
Αυτό μπορεί να συμβεί, για παράδειγμα, με την εκχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης σε αεροδρόμια και λιμάνια, με διευκολύνσεις σε θέματα εκμετάλλευσης ενεργειακών ή άλλων πηγών, με φθηνές εκμισθώσεις ή πωλήσεις μεγάλων περιοχών σε ελληνικά νησιά ή σε άλλες περιοχές με τουριστική σημασία, με πωλήσεις πακέτων μετοχών από εταιρίες του δημοσίου σε προνομιακή ή και πολύ χαμηλή τιμή αλλά ακόμη και με υποχρεωτικές υπαναχωρήσεις σε εθνικά ζητήματα και αναγκαστικές ʽσυμμαχίεςʼ με χώρες και διεθνή λόμπι που δεν εξυπηρετούν αλλά βλάπτουν τα συμφέροντα της Ελλάδας.
Με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία, για παράδειγμα, η συνολική κεφαλαιοποίηση του ελληνικού χρηματιστηρίου αποτιμάται στα 65 δις. Αυτό σημαίνει πως, αν οι εμπράγματες ασφάλειες στην περιουσία του ελληνικού δημοσίου φτάσουν τα 500 δις, το ποσό θα είναι αρκετό για να αγοραστούν οι μεγαλύτερες εταιρίες της Ελλάδας 8 φορές.
Έτσι, η Ελλάδα βαδίζει σε ένα δρόμο που αναμένεται να αφήσει εξασφαλισμένους του δανειστές της, ʽκαλυμμένουςʼ το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την ΕΕ και ʽακάλυπτηʼ και εκτεθειμένη την ίδια.