capital.gr
Ο Φρανκ Σινάτρα ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες έζησε μία έντονη ζωή και αγαπήθηκε από το κοινό όσο λίγοι σημειώνοντας τεράστια επιτυχία στη μουσική και τον κινηματογράφο.
Ο μοναδικός Φράνσις Άλμπερτ Σινάτρα γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1915 και ήταν το μοναδικό παιδί δύο ιταλών μεταναστών στις ΗΠΑ. Ο πατέρας του Άντονι Σινάτρα ήταν μποξέρ αλλά κατά κύριο λόγο πυροσβέστης στη Νέα Υόρκη με καταγωγή από τη Σικελία και η μητέρα του Νάταλι Ντελά Γκαβαράντε νοσοκόμα με έντονη και δραστήρια προσωπικότητα που της είχε χαρίσει σημαντικές επαφές με το Δημοκρατικό Κόμμα του Hoboken. Οι γονείς του είχαν μεταναστεύσει στην Αμερική το 1890 και είχαν εξασφαλίσει ένα καλό βιοτικό επίπεδο για εκείνους και το μοναχοπαίδι τους Φρανκ.
Μεγαλώνοντας ο Σινάτρα θέλησε να καταταγεί στις ένοπλες δυνάμεις στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ύστερα από την επίθεση που δέχτηκαν οι ΗΠΑ στο Περλ Χάρμπορ αλλά η ιατρική γνωμάτευση τον έβγαλε ακατάλληλο καθώς το τύμπανό του είχε τρυπηθεί στον τοκετό. Η απόρριψη αυτή τον έκανε να στραφεί ακόμα περισσότερο στην καριέρα του διασκεδαστή που μόλις ξεκινούσε.
Ήδη με προτροπή της μητέρας του ο Σινάτρα είχε ξεκινήσει να τραγουδάει στο συγκρότημα Three Flashes. Μία από τις πρώτες του δουλειές ήταν εμφανίσεις του στο Hoboken Union Cabin όπου παρέμεινε μέχρι το 1935 όταν έκανε το μεγάλο βήμα, καθώς οι The Three Flashes προσεγγίστηκαν από τον κυνηγό ταλέντων Edward Bowes, ο οποίος πρότεινε στον Σινάτρα να παρουσιαστεί σε κάποια διαφημιστικά για τη σειρά του Amateur Hour.
Το 1935, ωστόσο ο Σινάτρα λαμβάνει μέρος σε ένα διαγωνισμό ταλέντων που οργανώνει ο Edward Bowes καταφέρνοντας να πάρει την πρώτη θέση και να κάνει εθνική περιοδεία. Μετά το τέλος της άρχισε να τραγουδάει στο Rustic Cabin με μισθό μόλις $15 την εβδομάδα έχοντας όμως την ευκαιρία να τον ακούσει το κοινό σε μεγάλη ακτίνα καθώς η φωνή του μεταδιδόταν από τον ραδιοφωνικό σταθμό WNEW. Το 1939 ο τρομπετίστας και μπαντ-λίντερ Χάρι Τζέιμς τον ξεχώρισε και του πρότεινε να δουλέψουν μαζί, ηχογραφώντας την πρώτη τους κοινή δουλειά το 1939.
Η συνεργασία τους αποτέλεσε μεγάλο σχολείο για τον Σινάτρα αν και δεν έκαναν ποτέ την μεγάλη επιτυχία. Ηχογράφησαν 10 τραγούδια μαζί και λίγο αργότερα ο Φρανκ συνεργάστηκε με τον Τόμι Ντόρσεϊ και την μπάντα του κάνοντας την πρώτη του μεγάλη επιτυχία και τοποθετώντας το όνομά του ανάμεσα στους τραγουδιστές για μπαλάντες. Το τραγούδι του ‘I’ll Never Smile Again’ κατέκτησε την κορυφή των charts και το μοναδικό του χάρισμα να τραγουδάει με ξεχωριστό τρόπο άλλοτε με απαλότητα και άλλοτε με οξύτητα πάνω στο πεντάγραμμο τον έκανε αγαπητό και ξεχωριστό στα μέχρι τότε μουσικά πράγματα. Τα κορίτσια τον λάτρευαν και οι δίσκοι του πουλούσαν τεράστιο αριθμό αντιτύπων.
Μέχρι το 1941 ο Σινάτρα παρέμεινε με την μπάντα του Τόμι Ντόρσεϊ ηχογραφώντας 29 σίνγκλς ενώ το 1942 ακολούθησε σόλο καριέρα.
Το 1943 υπογράφει συμβόλαιο με την Columbia Records και η επιτυχία διαδέχεται η μία την άλλη καθώς η μουσική παραγωγή βρίσκεται σε μεγάλη άνθηση. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου ηχογράφησε πολλές από τις επιτυχίες του όπως το ‘Saturday Night is the Loneliest Night of the Week’, ενώ πρωταγωνίστησε σε πολλά ραδιοφωνικά προγράμματα καταλαμβάνοντας μία από τις πρώτες θέσεις στους άνδρες τραγουδιστές που σημείωναν τεράστια επιτυχία.
Η λατρεία για τον Σινάτρα συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια σημειώνοντας το ρεκόρ φαινόμενο των 23 top ten σινγκλς μεταξύ του 1940 και του 1943 μόνος του, ενώ το κοινό του έδωσε το παρατσούκλι «Η φωνή» εκτιμώντας το μεγάλο του ταλέντο.
Το 1943 ο Σινάτρα έκανε το ντεμπούτο του στο Madison Square Garden προκαλώντας αίσθηση καθώς το κοινό που συγκεντρώθηκε ξεπερνούσε τις 10.000. Η τεράστια επιτυχία που σημείωνε δεν θα μπορούσε να μην τραβήξει την προσοχή των παραγωγών του Χόλυγουντ. Σύντομα υπέγραψε επταετές συμβόλαιο με την RKO και άρχισε να εμφανίζεται σε μια σειρά από κινηματογραφικά μιούζικαλ όπως το ‘Step Lively’ και το ‘Higher and Higher’.
Το 1945 πρωταγωνίστησε στο ‘Anchors Aweigh’ με τον Gene Kelly σημειώντας μία ακόμα επιτυχία και πυροδοτώντας μια σειρά από ταινίες που γύρισαν. Η τραγουδιστική του καριέρα από την άλλη βρισκόταν στην καλύτερή της φάση αλλά ο ίδιος ο Σινάτρα ήξερε ότι αυτό δεν θα διαρκούσε για πολύ. Καθώς οι πωλήσεις των δίσκων του άρχισαν να πέφτουν ο ίδιος προσπάθησε να φέρει αλλαγές στον τρόπο που τραγουδούσε αλλά και να πειραματιστεί σε νέα είδη όπως το γκόσπελ.
Έχοντας στις αποσκευές του τις μεγάλες του κινηματογραφικές επιτυχίες επέστρεψε στις συναυλίες τον Ιανουάριο του 1950 καταφέρνωντας να πουλήσει $18.000 σε εισιτήρια για δύο βραδιές παραστάσεων. Δυστυχώς όμως οι φωνητικές του χορδές δεν άντεξαν την μεγάλη πίεση στις παραστάσεις στο κλαμπ Copacabana με αποτέλεσμα να υποστούν μεγάλη βλάβη και να θέσουν την καριέρα του σε κίνδυνο. Μάλιστα, η δισκογραφική του εταιρεία έπαψε να του δίνει ευκαιρίες και βρέθηκε να εργάζεται μόνο στο ραδιόφωνο, σε καμπαρέ και στην τηλεόραση.
Η ύφεση στην καριέρα του ωστόσο αποδείχτηκε μικρής διάρκειας. Το 1953 παρακάλεσε την Columbia να του δώσει το ρόλο για την ταινία ‘From Here To Eternity’ παρά τη χαμηλή αμοιβή που θα λάμβανε. Ο Σινάτρα είχε δίκιο και πάλι. Η ταινία του χάρισε το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου και η καριέρα του άρχισε πάλι να εκτοξεύεται στην κορυφή. Πιο ώριμος από ποτέ φρόντιζε να κάνει πράγματα που τον γέμιζαν. Ανάμεσα στα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής και κινηματογραφικής βιομηχανίας λάτρευε να συνεργάζεται με τους φίλους του. Μυθική έχει μείνει η παρέα του με τους Ντιν Μάρτιν, Σάμι-Ντέϊβις Τζούνιορ, την οποία είχαν ονομάσει ‘Rat Pack’.
Η ερωτική του ζωή υπήρξε εξίσου θυελλώδης καθώς γοήτευε πάντα το ωραίο φύλο. Παντρεύτηκε 4 φορές και οι δεσμοί του πάντα απασχολούσαν τα μέσα της εποχής. Ο πρώτος του γάμος ήταν με τον νεανικό του έρωτα Νάνσι Μπαρμπάτο με την οποία απέκτησε την Nancy, τον Frank Sinatra Jr και την Christina. Ο γάμος τους διαλύθηκε όταν ο Σινάτρα δημιούργησε δεσμό με την Άβα Γκάρντνερ την οποία και παντρεύτηκε το 1951. Ο γάμος τους δεν κράτησε παρά μόνο μέχρι το 1953 αλλά πήραν διαζύγιο το 1957. Στο ενδιάμεσο έκανε δεσμούς με την Λορίν Μπακόλ και τη Ραφαέλα Καρρά η οποία τον σύστησε και στην επόμενη σύζυγό του Μία Φάροου που ήταν σχεδόν 30 χρόνια μικρότερή του. Δύο χρόνια αργότερα το ζευγάρι χώρισε και το 1976 ο Σινάτρα παντρεύτηκε την τέταρτη και τελευταία του σύζυγο Μπάρμπαρα Μαρξ με την οποία έμεινε μέχρι το θάνατό του.
Παρά τη μεγάλη του επιτυχία ο Σινάτρα κατηγορήθηκε ότι διατηρούσε σχέσεις με την ιταλική μαφία καθώς πολλοί φίλοι του συγκαταλέγονταν στις λίστες της αμερικανικής αστυνομίας για παράνομες δραστηριότητες, χωρίς ωστόσο ποτέ να αποδειχτεί κάτι τέτοιο. Μάλιστα, ο χαρακτήρας του Johnny Fontane στο βιβλίο και τις ταινίες ‘Νονός’ πιστεύεται ότι βασίστηκε στον Σινάτρα και τις διασυνδέσεις του με τη Μαφία κάτι που είχε κάνει έξαλλο τον καλλιτέχνη.
Το πιο επιτυχημένο του άλμπουμ αποτελεί το ‘My Way: The Very Best of Frank Sinatra’ που κυκλοφόρησε το 1997 ένα χρόνο πριν τον θάνατό του. Το άλμπουμ παρέμεινε στα πιο δημοφιλή για 128 εβδομάδες και έγινε 5 φορές πλατινένιο.
Ο Φρανκ Σινάτρα διατήρησε την καριέρα του μέχρι τα βαθιά του γεράματα η οποία φτάνει μέχρι και σήμερα. Το 1970 επέστρεψε στα μουσικά πράγματα αν και είχε αποσυρθεί κυκλοφορώντας το 1973 το άλμπουμ ‘Ol’ Blue Eyes Is Back’ και δίνοντας παραστάσεις στο Λας Βέγκας αναβιώνοντας την παλιά του καριέρα και στην Άπω Ανατολή. Μάλιστα το Λας Βέγκας έδωσε το όνομά του σε μία από τις κεντρικές λεωφόρους του το 2001.
Ο Σινάτρα μετά τα 80 αποσύρθηκε από τη δημοσιότητα λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του. Είχε υποστεί δύο φορές καρδιακή προσβολή το 1996 και το 1997 ενώ στις 14 Μαΐου του 1998 η καρδιά του δεν άντεξε. Η κηδεία του έγινε στο Μπέβερλι Χίλλς με πλήθος επωνύμων να παρευρίσκονται, ενώ λέγεται ότι στην τελευταία του κατοικία ήταν ντυμένος με ένα μπλε κουστούμι συνοδευόμενος από ένα μπουκάλι Jack Daniels, ένα πακέτο τσιγάρα Camel, έναν αναπτήρα Zippo και 2 ζάρια για καλή τύχη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου