Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

Για την Επανάσταση του 1821

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ο Θ. Κολοκοτρώνης και τα παλικάρια του σε ανάπαυση μετά τη μάχη στα Δερβενάκια
Η 25η Μάρτη καταγράφηκε από την αστική ιστοριογραφία ως ημερομηνία έναρξης της ελληνικής εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης των Ελλήνων στα 1821, αν και στις 21 Μάρτη ο Κολοκοτρώνης απελευθέρωνε την Καλαμάτα. Βεβαίως, τα χρονικά όρια έναρξης κοινωνικοϊστορικών γεγονότων είναι συμβατικά, πολύ περισσότερο γεγονότων που καθορίζουν τις κοινωνικές επαναστάσεις. Αλλά η συγκεκριμένη ημερομηνία, δοσμένη από την αστική ιστοριογραφία, δεν έχει σχέση τόσο με αυτό που η ιστοριογραφία γενικά καταγράφει ως επέτειο των ιστορικών γεγονότων. Θα μπορούσε π.χ. να είναι ένα άλλο γεγονός που προηγήθηκε ή διαδραματίστηκε αργότερα από την 25η Μάρτη, στα πολλά γεγονότα κρίκους της ελληνικής επανάστασης. Η συγκεκριμένη ημερομηνία σηματοδοτεί αυτό που η άποψη της «επίσημης» από το κράτος ιστορίας, θεμελιώνει ως γεγονός έναρξής της. Δηλαδή, την ημερομηνία που, σύμφωνα με την αστική ιστοριογραφία, η «σημαία της επανάστασης υψώθηκε από το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό». Και φαίνεται να επιλέχτηκε, από την κυρίαρχη, μετά τη νίκη της Επανάστασης, τάξη, για το συμβολισμό της εθνικοαπελευθερωτικής εξέγερσης και της δημιουργίας του ελληνικού κράτους,
θέλοντας να επιβάλει σ' αυτό το συμβολισμό και τη συμμετοχή της επίσημης εκκλησίας στην επανάσταση, αν και το γεγονός της «σημαίας στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό» είναι ανύπαρκτο. Σημασία, όμως, έχει ότι η κυρίαρχη μετά την Επανάσταση τάξη χρειαζόταν και την ορθόδοξη εκκλησία ως ένα στοιχείο του δικού της εποικοδομήματος που θα επιδρούσε στη δημιουργία υποταγμένης σ' αυτήν συνείδηση στις λαϊκές μάζες.Μέρα σαν τη σημερινή είναι χρήσιμη στην κυρίαρχη τάξη, στην εξουσία της, στους κάθε λογής θεσμούς του εποικοδομήματός της, από την «επίσημη εκπαίδευση», χαρακτηριστικό παράδειγμα το βιβλίο ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού, έως την εκκλησία, αλλά και τους φύλακες του αστικού κράτους, από το στρατό έως τους άλλους κατασταλτικούς μηχανισμούς, να παιανίζουν θριάμβους για μιαν επανάσταση με κυρίαρχη μορφή την ένοπλη πάλη, με την οποία πλέον καμιά σχέση δεν έχουν, αντίθετα την αποκηρύσσουν με τα βδελυγμίας βαφτίζοντάς την «τρομοκρατία». Ολοι αυτοί λοιπόν, που τους αγώνες και ιδιαίτερα την ένοπλη μαζική πάλη την αποκαλούν τρομοκρατία, αυτοί που στέλνουν στρατό, συμμετέχοντας σε ιμπεριαλιστικούς, άδικους, πολέμους σε ξένα εδάφη για την υποδούλωση άλλων λαών, προκειμένου να υπηρετούνται τα συμφέροντα των μονοπωλίων και του κεφαλαίου, θα μιλήσουν για ελευθερία. Το ψέμα και η υποκρισία, σ' όλο τους το μεγαλείο, θα θριαμβεύσουν σήμερα, προκειμένου να προβάλουν το νόημα της Επανάστασης κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Για απελευθέρωση του έθνους θα μιλούν και ας συμμετέχουν στο μακελειό για την υποδούλωση λαών. Να διαφυλάξουμε τα «ιερά και τα όσια» θα πουν και ας κρύβουν τα «ιερά και τα όσια» των επαναστατημένων Ελλήνων για να διαφυλάξουν τη δική τους εξουσία. Γιατί η εξέγερση του 1821 είχε εχθρό την κυρίαρχη εξουσία, που εμπόδιζε το πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, δηλαδή την κίνηση της ιστορίας, για τη συγκεκριμένη εποχή, προς τα μπρος. Οι Ελληνες με τα όπλα τέτοιον αγώνα έκαναν. Για να ανατρέψουν την εξουσία των Οθωμανών, που τη διαχειρίζονταν μαζί με τους Ελληνες κοτζαμπάσηδες και Φαναριώτες, μαζί και η Εκκλησία.
Ο ρόλος της εκκλησίας
«Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» (πίνακας του Ντελακρουά)
Η ηγεσία της επίσημης Εκκλησίας και στον ελλαδικό χώρο, όπως και το Φανάρι, ήταν εχθρός της Επανάστασης. Ο συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας», «Ανώνυμος Ελλην», «ξεσκεπάζει και μαστιγώνει αλύπητα τους εχθρούς της Επανάστασης, τους εκμεταλλευτές του λαού, τον κλήρο, τους Φαναριώτες, τους κοτζαμπάσηδες», (Νίκου Μπελογιάννη, «Κείμενα από την απομόνωση»). Είναι επίσης χαρακτηριστικοί οι διάλογοι του Παπαφλέσσα με τους κοτζαμπάσηδες και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στο Αίγιο (τότε Βοστίτσα), στις 26 Γενάρη 1821, όταν, ως πληρεξούσιος του Αλέξανδρου Υψηλάντη, τους συνάντησε στο σπίτι του Αντρέα Λόντου, προκειμένου να τους πείσει να συμμετάσχουν στην Επανάσταση. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός αρνιόταν την επανάσταση, ρωτώντας: «Πού πολεμοφόδια; Πού όπλα; Πού χρήματα πολυάριθμα; Πού στρατός πεπαιδευμένος; Πού στόλος εφοδιασμένος;». Για να καταλήξει: «... Αλλ' εις την εποχήν ταύτην οποία δείγματα θετικότητας έχομεν, διά να πιστεύσωμεν όσα λέει ο Δικαίος και όσα γράφει ο Υψηλάντης;». Ενώ ο Σωτήρης Χαραλάμπης είπε: «... πιστεύω πως η Ρωσία, όπου έχει την ίδια θρησκεία μ' εμάς, θα συντροφέψει τον Υψηλάντη με στρατεύματα... Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, σε ποιον θα παραδοθούμε; Ποιον θα 'χουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, αφού πάρει τα όπλα, δε θα μας ακούει πια και δε θα μας σέβεται και θα πέσουμε στα χέρια εκείνου, που δεν μπορεί να κρατήσει το πιρούνι να φάει! (σ.σ. αυτός ήταν ο Νικήτας Φλέσας, αδελφός του Παπαφλέσσα). Κάλλιο οι Τούρκοι κι ο ραγιάς υπόδουλος, παρά λεύτερο έθνος με το λαό να 'χει δικαιώματα»! Αυτό ήταν το πραγματικό τους πρόβλημα. Ο επαναστατημένος λαός, με τα όπλα, θα αφαιρούσε τα προνόμια των κοτζαμπάσηδων, θα αποκτούσε ο ίδιος δικαιώματα.Αλλά ο Παπαφλέσσας, τους δίνει την πρέπουσα απάντηση: «Η επανάσταση είτε θέτε είτε όχι θα γίνει! Πάρτε το απόφαση. Αν εσείς γυρεύετε να την εμποδίσετε, εγώ πήρα προσταγή από την Αρχή να ξεσηκώσω το λαό και να την κάνω. Και τότες όποιον βρουν ξαρμάτωτο οι Τούρκοι, ας τον κόψουν...». Για να του ανταπαντήσει ο Παλαιών Πατρών Γερμανός: «Είσαι απατεώνας, άρπαγας, εξωλέστατος!» (Αμβρόσιος Φραντζής «Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδας, τ. α', σελ. 98).
«Η έξοδος του Μεσολογγίου» (πίνακας του 19ου αιώνα)
Αλλά δεν είναι μόνο αυτά. Το Πατριαρχείο, όχι μόνο δεν ...«ευλόγησε» την Επανάσταση, αλλά αντιθέτως προχώρησε ακόμη και στον αφορισμό των ηγετών της. Ο ανώτερος κλήρος, όχι μόνο δεν ύψωσε το λάβαρο, αλλά αντιθέτως με επιστολές του ίδιου του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε', φρόντισε να καταδικάσει ως ...διαβολική πράξη την όποια προσπάθεια ξεσηκωμού του λαού και να αφορίσει τους ηγέτες της. Και στη διάρκεια της τουρκοκρατίας η ηγεσία του κλήρου το μόνο που κοίταξε να υπηρετήσει ήταν τα δικά του συμφέροντα.Ο ανώτερος κλήρος στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας είχε τεράστια εξουσία, κοσμική και πνευματική, χάρη στις ίδιες τις διατάξεις των Σουλτάνων. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει ο Γ. Κορδάτος στο έργο του «Η Κοινωνική Σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821»: «Κατά το καθιερωθέν νέον καθεστώς εις την εσκλαβωθείσαν Βαλκανικήν ο Πατριάρχης ήτο ο ανώτατος άρχων των ραγιάδων, ο απόλυτος ρυθμιστής των εκκλησιαστικών και θρησκευτικών ζητημάτων, με δικαιώματα μάλιστα δικαστικά εις περιπτώσεις αφορώσας το ιδιωτικόν δίκαιον. Ετσι ο ανώτερος κλήρος απέκτησεν εξουσίαν μεγαλυτέραν από εκείνην που είχε πρωτύτερα εις τον καιρόν της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας».
Αλλά και ο Π. Πιπινέλης, πρώην πρεσβευτής και «υπουργός» Εξωτερικών της χούντας, γράφει στο έργο του «Πολιτική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» (Παρίσι 1928) ότι «το τμήμα τούτο του κλήρου (αναφέρεται στο Πατριαρχείο και την ηγεσία της εκκλησίας), έζη υπό συνθήκας πολιτικά τοιαύτας, ώστε να μη δύναται να ακολουθήση την ζωήν του Εθνους», και παρακάτω εκτιμά ότι έγινε «ξένος προς το πενθούν και πάσχον έθνος», ενώ ήταν «πολιτικώς ραδιούργος και διπλωματικός εις την Κωνσταντινούπολιν διά να παρακολουθή τας απαιτήσεις της διεθνούς πολιτικής, ήτις επαίζετο γύρω από το Πατριαρχείον»!
«Μεσολόγγι». Ξυλογραφία του Α. Τάσσου (Τάσου Αλεβίζου), από το λεύκωμα «Ελευθερία ή θάνατος»
Ετσι, δεν είναι τυχαίο ότι «η άνοδος στον Πατριαρχικό θρόνο είναι ζήτημα συναλλαγής και ανηθίκων μέσων», όπως γράφει ο Γ. Καρανικόλας στο έργο του «Ρασοφόροι - Συμμορία του Εθνους». Ο δε Γ. Κορδάτος στο έργο του «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας» (τόμος 9) αναφέρει: «Τόσο οι καλόγεροι που τότε είχαν μεγάλη δύναμη, όσο και η μεγάλη πλειοψηφία από τους Μητροπολίτες, είχαν συμφέρο να είναι τυφλά όργανα του Σουλτάνου, αφού τους άφηνε, όπως και πρώτα, να έχουν προνομιακή θέση μέσα σε κάθε πόλη και χωριό, να νέμουνται τις εκκλησιαστικές μοναστηριακές περιουσίες και να έχουν και δικαιώματα που δεν τα είχαν πρώτα».
Η Επανάσταση και οι αντιθέσεις στους κόλπους της
Η άρχουσα τάξη, μετά την επανάσταση και τη δημιουργία του ελληνικού αστικού κράτους, δεν ήταν ενιαία (αυτό ως φαινόμενο είναι αντικειμενικό, υπάρχουν διαφορετικά τμήματα στο εσωτερικό κάθε κοινωνικής τάξης, αλλά δεν είναι μόνο αυτό ή κυρίως αυτό). Οι κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης (έμποροι, καραβοκυραίοι, μικροβιοτέχνες, αγροτιά με μικρό ελεύθερο κλήρο, και ο λαός, οι στρατιωτικοί - κλέφτες που προέρχονταν από την αγροτιά) είχαν κοινό συμφέρον την εθνική απελευθέρωση και συγκρότηση του ελληνικού έθνους - κράτους, κόντρα στους αντιδραστικούς κοτζαμπάσηδες και την επίσημη Εκκλησία, που αρχικά ήταν εχθροί της επανάστασης, ταυτιζόμενοι με την οθωμανική εξουσία. Οι οποίοι όμως, φαίνεται, ήρθαν σε συμβιβασμό με τα προοδευτικά, από τη σκοπιά των κοινωνικών μετασχηματισμών, αστικά τμήματα της μετέπειτα άρχουσας τάξης, προκειμένου να συμμετάσχουν στην εξουσία, ή και να την καταλάβουν εξ ολοκλήρου. Και που σε τελευταία ανάλυση, με την έναρξη και εξέλιξή της, αυτός ο συμβιβασμός δεν ολοκληρώθηκε με «ειρηνικό τρόπο», λόγω των οξύτατων μεταξύ τους αντιθέσεων. Οι εμφύλιες συγκρούσεις κατά τη διάρκεια της επανάστασης, έκφραση διαφορετικών ταξικών συμφερόντων και συμμαχιών, αλλά και των σχέσεων διαφόρων μερίδων της μετέπειτα άρχουσας τάξης με τα διαφορετικά συμφέροντα ξένων κρατών (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία), ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά της επανάστασης των Ελλήνων. Ετσι, οι εμφύλιες συγκρούσεις αντανακλούσαν τις αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της υπό διαμόρφωση αστικής ελληνικής κοινωνίας και μάλιστα στην ιστορική στιγμή της πορείας για τη δημιουργία του εθνικού κράτους. Αντιθέσεις που βεβαίως προϋπήρχαν στους κόλπους της παλιάς φεουδαρχικής κοινωνίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Για παράδειγμα, σοβαρές αντιθέσεις εμφανίστηκαν ανάμεσα στους προκρίτους (Ζαΐμηδες, Λόντοι, Δεληγιανναίοι) και τους στρατιωτικούς (Κολοκοτρώνης) της Πελοποννήσου. Οι πρόκριτοι βλέπουν ότι τα προνόμιά τους απειλούνται από ανερχόμενες δυνάμεις και δεν το ανέχονται. Επίσης, το 1824 είχαν διαμορφωθεί δυο παρατάξεις (έμποροι και πρόκριτοι, η μία, και μεγαλοκαπεταναίοι, κυρίως Πελοποννήσιοι, η άλλη). Τις αντιθέσεις τους θα τις λύσουν με τα όπλα. Οι συγκρούσεις μεταξύ τους ξεκινούν τον Οκτώβρη του 1824 με την άρνηση των κατοίκων της Αρκαδίας να πληρώσουν φόρους, γεγονός που η τότε κυβέρνηση το αντιμετώπισε στέλνοντας εκεί 500 οπλισμένους Ρουμελιώτες.
Μόνο εθνικοαπελευθερωτική ή και κοινωνική;
Η Επανάσταση του 1821 έχει καταγραφεί από την αστική ιστοριογραφία μονόπλευρα ως αυτή που απελευθέρωσε το ελληνικό έθνος μετά από τα 400 χρόνια σκλαβιάς από τον τουρκικό ζυγό. Αλλά δεν είναι αυτή ολόκληρη η αλήθεια. Ηταν, βεβαίως, επανάσταση εθνικοαπελευθερωτική. Εναντιώθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την εξουσία της. Γι' αυτό και είχε βαθιά προοδευτικό κοινωνικό περιεχόμενο. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ολοκληρωμένα από την άποψη των σκοπών της, απαιτείται προσέγγιση και έρευνα στο κοινωνικοοικονομικό καθεστώς, ενάντια στο οποίο στράφηκε η επανάσταση και το χαρακτήρα του, δηλαδή ποιες ήταν οι σχέσεις παραγωγής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν καθεστώς φεουδαρχικό και ιστορικά ξεπερασμένο. Υπήρχε ανάγκη αντικατάστασής του από την ανώτερη κοινωνική βαθμίδα, τον καπιταλισμό. Το γεγονός ότι δεν είχε ακόμη ανατραπεί, αποτελούσε και το βασικό εμπόδιο στην ανάπτυξη των νέων αστικών κοινωνικών δυνάμεων, που αναπτύσσονταν στους κόλπους της, της δικής τους εξουσίας και των δικών τους σχέσεων παραγωγής.
Αυτές οι νέες ανερχόμενες κοινωνικές δυνάμεις είχαν να αντιμετωπίσουν το φρενάρισμα της ανάπτυξής τους στα πλαίσια της οθωμανικής εξουσίας. Αλλωστε, τα συμφέροντά τους απαιτούσαν διαμόρφωση εσωτερικής αγοράς, ενώ ήδη είχαν αναπτύξει οικονομικούς δεσμούς με την καπιταλιστική Δύση, λόγω εμπορίου.
Είναι, επίσης, γνωστό ότι το συνειδησιακό υπόβαθρο που διαμορφώθηκε και ώθησε στην Επανάσταση έχει ρίζες στη Γαλλική αστική Επανάσταση του 1789, και τη μεταλαμπάδευση των ιδεών της (ελευθερία - ισότητα - αδελφότητα), από τον Ανώνυμο Ελληνα με την «Ελληνική Νομαρχία», από τον Κοραή και κυρίως τον Ρήγα. Ο Ρήγας, μάλιστα, είχε συλλάβει την ιδέα της επανάστασης σ' όλα τα Βαλκάνια, γιατί ήταν πεπεισμένος ότι η απελευθερωτική δύναμη όλων των Βαλκάνιων μαζί ήταν πολλαπλάσια μεγαλύτερη, ενάντια στη φεουδαρχία των Οθωμανών, από τον ξεσηκωμό του κάθε έθνους ξεχωριστά.
Ανεξάρτητα από τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην προετοιμασία της όπως και η υλοποίηση της ιδέας του Ρήγα, η Επανάσταση ξεκίνησε, έγινε με χαρακτήρα εθνικοαπελευθερωτικό και κοινωνικό, ταυτόχρονα.
Διδάγματα στο σήμερα
Το κύριο, που ως αποτέλεσμα του ένοπλου ξεσηκωμού κατακτήθηκε στην Ελλάδα με την Επανάσταση, είναι η δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού εθνικού κράτους. Ηταν ένα άλμα μπροστά στην ιστορική εξέλιξη, που συνέβαλε επίσης στην αποσύνθεση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αυτό το συμπέρασμα έχει διπλή σημασία για τις σύγχρονες συνθήκες. Η μία είναι η ίδια η επανάσταση ως πράξη, το αναπόφευκτό της, όταν οι παλιές σχέσεις φρενάρουν τις νέες δυνάμεις. Η δράση των καταπιεσμένων λαϊκών μαζών ενάντια στην παλιά εξουσία και την ξεπερασμένη ιστορικά κοινωνία, για την ανατροπή της και την εγκαθίδρυση της νέας εξουσίας και την οργάνωση της νέας ανώτερης κοινωνικής βαθμίδας. Οταν οι υλικές προϋποθέσεις για το πέρασμα από μια κατώτερη κοινωνική βαθμίδα σε μια ανώτερη έχουν ωριμάσει και οι λαοί συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της δικής τους κοινωνικής απελευθέρωσης, τότε η δύναμη της δράσης τους γίνεται ακατανίκητη και καμιά εξουσία δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην επαναστατική τους πάλη.
«Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής - έγραφε ο Μαρξ - καθορίζει την κοινωνική, πολιτική και πνευματική πορεία (προτσές) της ζωής γενικά. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το είναι τους, μα αντίθετα το κοινωνικό είναι τους καθορίζει τη συνείδησή τους. Σε μια ορισμένη βαθμίδα της εξέλιξής τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε αντίφαση με τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις ή - πράγμα που αποτελεί μονάχα τη νομική γι' αυτό έκφραση - με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, μέσα στις οποίες έχουν κινηθεί ως τώρα. Από τις μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων οι σχέσεις αυτές μεταβάλλονται σε δεσμά τους. Τότε έρχεται μια εποχή κοινωνικής επανάστασης» (Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεχτά έργα», τόμος Α΄, σελ. 424).
Η Επανάσταση του 1821 ήταν επανάσταση που, μαζί με την απελευθέρωση του έθνους, άνοιξε την πρώτη σελίδα της νέας κοινωνίας, του καπιταλισμού στην Ελλάδα. Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη σημασία της, το γεγονός δηλαδή ότι ως αποτέλεσμα της νικηφόρας επανάστασης είναι το πέρασμα από μια κατώτερη κοινωνική βαθμίδα στην ανώτερη.
Η συγκεκριμένη ιστορική επέτειος, όπως κάθε ιστορική επέτειος, έχει ένα συμβολισμό. Αυτόν που αναδεικνύεται από το αποτέλεσμα και κατέγραψε η Ιστορία μέσα από τα πραγματικά γεγονότα. Αποκτά δε συγκεκριμένο περιεχόμενο σε κάθε ιστορική περίοδο κατά την οποία γιορτάζεται. Δεν είναι μόνο η επέτειος μνήμης και μνημόνευσης των προγόνων, που δημιούργησαν το ελληνικό εθνικό αστικό κράτος. Ούτε μόνο το γεγονός ότι αυτοί έκαναν τότε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Είναι επέτειος της εθνικής απελευθέρωσης και ως τέτοια γιορτάζεται. Αλλά ως κοινωνική επανάσταση προβάλλει και το νόημα της κοινωνικής απελευθέρωσης που στις τότε συνθήκες έστειλε στο παρελθόν της ιστορίας την αντιδραστική φεουδαρχία. Στις σημερινές συνθήκες, το μήνυμα και το νόημά της έχουν επίσης το δικό τους περιεχόμενο. Μόνο που αυτό έχει σχέση με τη σκοπιά που κάθε κοινωνική δύναμη προσεγγίζει και τα τότε ιστορικά γεγονότα και τη σύγχρονη πραγματικότητα. Σήμερα ο καπιταλισμός ιστορικά είναι ξεπερασμένος. Είναι καπιταλισμός που σαπίζει και παρασάπισε και ως τέτοιος πρέπει να αντικατασταθεί από την επόμενη κοινωνική βαθμίδα, γιατί βρίσκεται στην εποχή του ιμπεριαλισμού, άρα εποχή περάσματος στο σοσιαλισμό -κομμουνισμό. Χωρίς τον επαναστατικό ξεσηκωμό στα 1821 όλων των τότε καταπιεσμένων δε θα υπήρχε αυτό το ιστορικό γεγονός και το αποτέλεσμά του. Τότε αντιμετώπισαν τη δυναστεία των Οθωμανών μαζί με τη μοιρολατρία που καλλιεργούσαν οι συμβιβασμένοι με την παλιά εξουσία. Ετσι και τώρα η εργατική τάξη, τα φτωχά μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, η νεολαία, οι γυναίκες από τα καταπιεσμένα λαϊκά στρώματα μπορούν, συγκροτώντας το δικό τους αντίπαλο δέος, το αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο πάλης για τη λαϊκή εξουσία, να οργανώσουν τη δική τους αντεπίθεση για την ανατροπή του ιστορικά ξεπερασμένου καπιταλισμού και το πέρασμα στην κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, πραγματοποιώντας την κοινωνική απελευθέρωση για ολόκληρη την κοινωνία. Η εργατική τάξη, τραβώντας τις σύμμαχές της λαϊκές δυνάμεις στην πολιτική πάλη για την εξουσία, έχει όλη τη δύναμη, να οργανώσει τη σύγκρουση και ρήξη με το ζυγό που της επιβάλλει το κεφάλαιο και να νικήσει για να περάσει η ανθρωπότητα από την προϊστορία των ταξικών κοινωνιών στην ιστορία του αταξικού μέλλοντος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου