Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

Εκβιασμοί και πιέσεις για το συμφέρον των δανειστών

inprecor

του Νίκου Στεριανού

Μέσα στην εβδομάδα η κυβέρνηση καταθέτει στη Βουλή το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2011- 2015. Τη Δευτέρα 23 του μηνός συνεδριάζει το Υπουργικό Συμβούλιο όπου θα δώσει το σαφές περίγραμμα των κυβερνητικών προθέσεων, την Τρίτη ο πρωθυπουργός συναντάται με τους αρχηγούς των κομμάτων για το θέμα- πλην της κ. Παπαρήγα που αρνήθηκε να πάει στο ραντεβού- και την Τετάρτη ξεκινάνε οι τελικές διαπραγματεύσεις με τους επικεφαλής της Τρόικας που επιστρέφουν στη χώρα μας γι’ αυτό το σκοπό. Έτσι, όπως όλα δείχνουν, το Μεσοπρόθεσμο θα πάρει το δρόμο προς τη Βουλή κατά την Παρασκευή, εκτός κι αν κάποιο απρόοπτο μεταθέσει την κατάθεσή του στο ελληνικό κοινοβούλιο για τις αρχές της επόμενης εβδομάδας. Το ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της διαδικασίας δεν είναι αυτό που έπεται αλλά αυτό ου προηγήθηκε. Όλη η εβδομάδα που πέρασε- αλλά και η προηγούμενη από αυτήν- χαρακτηρίζεται από την διαμόρφωση ενός πρωτοφανούς κλίματος πιέσεων και εκβιασμών προς την ελληνική πλευρά ώστε να πράξει αυτό που της ζητείται. Αλλιώς όλα είναι πιθανά: η ανοικτή χρεοκοπία, η έξοδος από το ευρώ, η αυτόματη δημιουργία όλων των προϋποθέσεων οικονομικού στραγγαλισμού της χώρας μέσα από ένα ιδιόμορφο εμπάργκο που τώρα έχει μόνο το χαρακτήρα της απειλής.
Και τι ζητείται; Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων των δανειστών μας, που στην παρούσα φάση θέλουν ζεστό χρήμα μέσω των αποκρατικοποιήσεων (αλλά και την ίδια την αποκρατικοποιημένη περιουσία ως φαίνεται) και προώθηση τέτοιων μεταρρυθμίσεων που να εγγυούνται ότι ένας ολόκληρος λαός θα δουλεύει στο επέκεινα ως σκλάβος για να τους πληρώνει. Χωρίς δικαιώματα, χωρίς ελευθερίες, χωρίς καμία κατοχύρωση.
Τα θέλουμε όλα και τα θέλουμε τώρα
Το που πήγαινε το πράγμα φάνηκε από την προηγούμενη Δευτέρα 16 Μαΐου στη συνεδρίαση του Eurogroup, παρουσία του έλληνα υπουργού Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των εφημερίδων της επομένης, οι κοινοτικοί εταίροι ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση επίσπευση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, την χωρίς καθυστέρηση εφαρμογή του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και τη συναίνεση της αντιπολίτευσης στο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας στις απαιτήσεις τους. Το παρασκήνιο, όμως, της όλης συζήτησης που προηγήθηκε ήταν περισσότερο αποκαλυπτικό. Όπως έγραψε στο ΒΗΜΑ ONLINE ο Αντώνης Καρακούσης (18/5/2011) «ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου πέρασε τη Δευτέρα μία από τις χειρότερες μέρες της πολιτικής καριέρας του στη βελγική πρωτεύουσα. Κατ’ ορισμένους υπέστη μεγίστη προσβολή από τους συναδέλφους του στη συνεδρίαση του Eurogroup. Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης σχεδόν αρνήθηκαν ενημέρωση από εκείνον για τις οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα και το έργο αυτό ανέλαβαν οι εκπρόσωποι της τρόικας, δηλαδή ο κ. Πωλ Τόμσεν και οι εμπειρογνώμονες που τον συνόδευαν. Ουσιαστικά υποκαταστάθηκε από τους επιτηρητές του και είδε να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια του το σενάριο εθνικής υποτέλειας, που ήδη καταδιώκει τη χώρα… Ουσιαστικά οι εταίροι μας στην Ευρώπη θέλουν εδώ και τώρα ολιστικού τύπου επέμβαση στις ζώνες των αποκρατικοποιήσεων, της περιστολής των δαπανών και των μεταρρυθμίσεων, ώστε να τελειώνουν με το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα. Η όλη κατάσταση εκνεύρισε στον μέγιστο βαθμό τον κ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος εξ αυτού του λόγου, αλλά και της γενικότερης έντασης όπως και του βάρους των απαιτήσεων, εγκατέλειψε την ακολουθήσασα την Τρίτη συνεδρίαση του Ecofin, αφήνοντας στο πόδι του τον πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων κ. Γ. Ζανιά».
Οι πιέσεις και οι εξευτελισμοί των επόμενων ημερών έδιναν και έπαιρναν. Δημοσιεύματα έφεραν τους δανειστές να ζητούν ταχύτατα αποκρατικοποιήσεις,  οδυνηρές μεταρρυθμίσεις και μαζικές απολύσεις στον δημόσιο τομέα ενώ η κυβέρνηση παρέπαιε ζαλισμένη με τον υπουργό Οικονομικών να δηλώνει ότι απολύσεις αν χρειαστεί θα γίνουν και τον υπουργό Εσωτερικών να το διαψεύδει.
Την Πέμπτη 19 Μαΐου ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ δήλωνε πως «η Ελλάδα πρέπει να γνωρίζει ότι η αλληλεγγύη έχει τα όριά της, αν ο κόσμος (στην Ευρώπη) αποκτήσει την εντύπωση ότι η ελληνική πλευρά δεν επιδεικνύει την αναγκαία αποφασιστικότητα», ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαμήνυε ότι δεν θα δεχτεί τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Στο ίδιο μήκος κύματος οι Όλι Ρεν και Βαν Ρομπέι απειλούσαν ότι η στρόφιγγα της χρηματοδότησης θα κλείσει προς την Ελλάδα διότι υπάρχει κόπωση των εταίρων να περιμένουν μεταρρυθμίσεις κι αυτές να μην γίνονται. Μια ημέρα νωρίτερα η Α. Μέρκελ, μιλώντας σε εκδήλωση του κόμματός της, δήλωνε πως η Γερμανία είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα, όμως, η βοήθεια αυτή συνδέεται με όρους. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι οι έλληνες πρέπει να ξεχάσουν τις πολλές διακοπές και τις πρόωρες συντάξεις.
Το αποκορύφωμα των εκβιασμών ήρθε την Παρασκευή 20 Μαΐου η FITCH υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά τρεις μονάδες (σε B+ από ΒΒ+), απειλώντας, μάλιστα, με νέα υποβάθμιση εάν δεν εξασφαλιστεί πλήρης στήριξη και χρηματοδότησή της χώρας μας από την τρόικα. Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης αιτιολόγησε την υποβάθμιση επικαλούμενος: α) τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα και β) το αυξημένο πολιτικό ρίσκο που εμπεριέχει η συνέχιση της εφαρμογής πολιτικών λιτότητας. Ακόμη, ξεκαθάρισε- εν είδει κυνικού εκβιασμού- ότι θα θεωρούσε χρεοκοπία πιθανή επιμήκυνση του ελληνικού χρέους, ενώ προέβλεψε ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί κι άλλο πακέτο στήριξης από ΕΕ και ΔΝΤ μετά το 2013.  Την ίδια ημέρα, η Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών δήλωνε: «Πρέπει πρώτα η Ελλάδα να παρουσιάσει τα απαιτούμενα αποτελέσματα, και έπειτα μπορούμε να συζητήσουμε για επιπλέον στήριξη». Τέλος ο νέος διοικητής της BUNDESBANK, Γιένς Βάιντμαν, έβαζε το μαχαίρι στον ελληνικό λαιμό σημειώνοντας σε δηλώσεις του πως η Ελλάδα «θα αφεθεί στην τύχη της αν δεν εφαρμόσει το πρόγραμμα» και η δημοσιονομική προσπάθεια εκτροχιαστεί.
Η κυβέρνηση βέβαια είχε γνώση της κατάστασης προτού συμβούν όλα αυτά. Το μεσημέρι της Πέμπτης 19 Μαΐου, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη για την οικονομία στο γραφείο του πρωθυπουργού στη Βουλή όπου ο Λουκάς Παπαδήμος φέρεται να μετέφερε όλη την εικόνα και μάλιστα με μεγαλύτερες λεπτομέρειες απ’ αυτές που είδαν το φως της δημοσιότητας στον ευρωπαϊκό και στον ελληνικό Τύπο.
Το σκηνικό του μεσοπρόθεσμου είχε στηθεί καλά αλλά μια κυβέρνηση με στοιχειώδη εθνική υπερηφάνεια θα μπορούσε να απαντήσει με ένα πολύ απλό συλλογισμό στους δανειστές της: Εφαρμόζω την πολιτική που μου προτείνατε, έχω γονατίσει το λαό μου και την οικονομία της χώρας κι εσείς διαπιστώνεται ότι αυτό δεν αποδίδει. Από το σημείο που ξεκίνησα εφαρμόζοντας τις απαιτήσεις σας έχω φτάσει τη χώρα σε ένα πολύ χειρότερο σημείο και τίποτα από τις προβλέψεις σας δεν έχει επιβεβαιωθεί. Τώρα μου ζητάτε, με πιέσεις, απειλές και εκβιασμούς να συνεχίσω το δρόμο μιας καταστροφής- που ήδη φαίνεται κι εσείς την διαπιστώνεται-με πολύ ταχύτερους ρυθμούς και σε πολύ ευρύτερο πεδίο. Δεν θα το κάνω.
Τέτοια απάντηση φυσικά δεν υπήρξε και δεν πρόκειται να υπάρξει διότι η κυβέρνηση έχει ήδη προσχωρήσει στις απαιτήσεις των δανειστών πολύ πριν της το ζητήσουν, αν και ήλπιζε να της αφήσουν κάποιο περιθώριο ελιγμών. Εξού και η παραζάλη στην οποία βρέθηκε. Παρόλα αυτά δίλλημα έχει. Τις επιλογές της- με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει- τις έχει κάνει. Έτσι αξιοποιεί όλο αυτό το κλίμα των εκβιασμών, των πιέσεων και των εξευτελισμών για την τρομοκράτηση του ελληνικού λαού ώστε να βρει πρόσφορο έδαφος να περάσει η πολιτική του Μεσοπρόθεσμου.
Ο ρόλος του Τύπου: Η συναίνεση και οι εκλογές
Όλη την παραπάνω κατάσταση ο ελληνικός Τύπος, στο μεγαλύτερο μέρος του, και κυρίως τα μεγάλα συγκροτήματα φρόντισε να την εκλαϊκεύσει και να την περάσει- ως καλός ιμάντας μεταβίβασης- στον ελληνικό λαό. Ταυτόχρονα έπαιξε το χαρτί των πρόωρων και άμεσων εκλογών ως απειλή και ως διέξοδο: Όσοι, από τους πολιτικούς και τα κόμματα δεν θέλουν εκλογές οφείλουν να μπουν στη στρούγκα των απαιτήσεων των δανειστών και να συναινέσουν. Εφόσον, όμως δεν γίνει κατορθωτό κάτι τέτοιο ή η συναίνεση δεν είναι επαρκής για να αποδώσει τα αναμενόμενα θα κληθεί ο λαός μέσω εκλογών να ενδώσει στον εκβιασμό επιλέγοντας αυτός την έγκριση των απαιτήσεων των δανειστών. Ο Αντώνης Καρακούσης σε άρθρο του στο ΒΗΜΑ ONLINE, το είχε γράψει καθαρά από τις 7 Μαΐου: «Ουδείς μπορεί να βεβαιώσει ότι η υπάρχουσα πολιτική ηγεσία έχει το πολιτικό και ηθικό βάρος, αλλά και τη διάθεση να εφαρμόσει απρόσκοπτα, χωρίς φόβο και πάθος, το νέο πρόγραμμα διάσωσης της χώρας. Υπό αυτή την έννοια η προσφυγή στις κάλπες ίσως πλέον να είναι και επιβεβλημένη. Αφού υπάρξει η συμφωνία και παρουσιασθεί στον ελληνικό λαό, να ζητηθεί και η κρίση και η ευθύνη του απέναντι στη χώρα. Ο κάθε πολίτης να τοποθετηθεί και με την ψήφο του να επιλέξει αν επιλέγει και στηρίζει τη διάσωση εντός της ευρωζώνης ή την προτιμά χρεοκοπημένη και εκτός της ευρωζώνης. Στις Δημοκρατίες έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Ευρώ με αποδοχή των μέτρων ή χρεοκοπία με δραχμή και ό,τι άλλο ήθελε προκύψει; Ιδού το δίλημμα, χωρίς φόβο και πάθος».
Ο ίδιος άνθρωπος στις 17 Μαΐου επανήλθε δριμύτερος. Σε άρθρο του στην ίδια Ηλεκτρονική εφημερίδα, κάτω από τον τίτλο «“Κλείστε κι απολύστε για την Πέμπτη δόση”», έγραφε: «Οι εταίροι μας και οι ελεγκτές της τρόικας θεωρούν ότι δεν πράττουμε τα δέοντα… Απαιτούν λοιπόν »τα ζημιογόνα σπίτια του κράτους να κλείσουν και να απολυθούν οι εργαζόμενοι σ’ αυτά». Χωρίς τέτοια δέσμευση θα θεωρήσουν το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα επισφαλές και το χρέος μη διαχειρίσιμο. Και άρα την πέμπτη δόση μη εκταμιεύσιμη. Όπως είναι φανερό το δίλημμα που μπαίνει στην κυβέρνηση είναι σχεδόν αβάσταχτο. Κανείς δεν μπορεί να φαντασθεί την κυβέρνηση Παπανδρέου έτοιμη να συμφωνήσει και να εφαρμόσει τέτοιου τύπου αποφάσεις. Εκτός κι αν μεταφέρει το δίλημμα πρώτα στην αντιπολίτευση και έπειτα στον ελληνικό λαό ώστε να αποφανθεί εκείνος τι είναι διατεθειμένος να θυσιάσει για την αποφυγή της πτώχευσης».
Την επομένη ο κ. Καρακούσης ξαναχτύπησε με το άρθρο που αναφέραμε στην αρχή.
Κάτω από τον τίτλο «Υπό την απειλή του αιφνίδιου θανάτου», σημείωνε: «Γίνεται φανερό ότι οι συνεχείς αμφισβητήσεις και οι εντάσεις καταδεικνύουν ότι η σχέση με τους εταίρους μας στην Ευρώπη βρίσκεται σε οριακό σημείο, ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί, κρέμεται απολύτως από μια κλωστή που μπορεί να σπάσει ανά πάσα στιγμή. Και επιβεβαιώνουν ότι η χώρα είναι απολύτως εξαρτημένη. Από εδώ και πέρα ή ο κ. Παπανδρέου με τη συναίνεση του κ. Σαμαρά θα αναλάβει την πρωτοβουλία και θα αρχίσει να ιδιωτικοποιεί σωρηδόν κρατικές επιχειρήσεις, ώστε να κόβει κόστος και να γεμίζει τον κουμπαρά για την αποπληρωμή του χρέους ή η χώρα θα κινδυνεύσει με στάση πληρωμών, με αιφνίδιο θάνατο, όπως λένε στις Βρυξέλλες».
Το χαρτί των εκλογών το έπαιξε ακόμη πιο προκλητικά το αφεντικό του κ. Καρακούση, ο Στ. Ψυχάρης με δύο ενυπόγραφα άρθρα που αντικατέστησαν το κύριο άρθρο των Νέων.
Την Τετάρτη 11 Μαΐου- ημέρα της πανεργατικής απεργίας ο Στ. Ψυχάρης έγραφε στο κύριο άρθρο των Νέων, κάτω από τον τίτλο «Δημοκρατία του φερετζέ»: «Είναι ανεξήγητον για τον κοινό νου το να συμφωνούν όλοι ότι κινδυνεύει να καταρρεύσει η χώρα και να μη συμφωνούν στη θεραπεία. Και οι διαφωνίες δεν αφορούν μόνο τους κ.κ. Παπανδρέου και Σαμαρά, εξ ου και η αντίδραση του κ. Παπανδρέου, ο οποίος έχει να επιλέξει το είδος της πρωτοβουλίας που θα πάρει- και έκαστος να αναλάβει τις ευθύνες του. Η Ιστορία διδάσκει και τα καθημερινά γεγονότα δείχνουν ότι όταν δημιουργείται αδιέξοδο πρέπει να μιλήσει ο λαός. Στις τελευταίες εκλογές οι μεν δεν ήξεραν, οι δε δεν μιλούσαν. Τώρα που μάθαμε τα νέα, καιρός να πάρουμε τις αποφάσεις μας. Απαιτούνται καθαρές λύσεις. Η Δημοκρατία του φερετζέ τετέλεσθαι».
Μια εβδομάδα μετά (Την Τρίτη 17 Μαΐου), ο ίδιος άνθρωπος, ξανά από τα ΝΕΑ- και κάτω από τον τίτλο «Το ερώτημα των εκλογών»- έγραφε: «Αν τα δυο μεγάλα κόμματα είναι αποφασισμένα να συναινέσουν και να μοιράσουν τις ευθύνες, καλοδεχούμενη η πρόθεσή τους. Μένει να δηλωθούν τα σημεία συμφωνίας σε μια πολιτική που θα εγκρίνει προφανώς και η Εσπερία. Διότι όλοι γνωρίζουμε τις αρμοδιότητες της τρόικας! Σε αντίθετη περίπτωση η κυβέρνηση οφείλει να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Είναι σε θέση να πραγματοποιήσει τις μεγάλες αλλαγές που μας ζητούνται με όλες τις θυσίες που συνεπάγονται; Αν ναι ας προχωρήσει χωρίς δισταγμούς, διγλωσσίες και αμφιταλαντεύσεις. Διαφορετικά να μην εκπλαγούμε αν τα τύμπανα της Ευρώπης σημάνουν εκλογές εδώ και τώρα…».
Θα κλείσουμε αυτό το κείμενο με δύο ακόμη αναφορές από τον Κυριακάτικο Τύπο (22/5). Η μία αφορά στο κύριο άρθρο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ  και η άλλη στο κύριο άρθρο του ΒΗΜΑΤΟΣ που πάντα υπογράφει τις Κυριακές ο κ. Ψυχάρης.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ στο κύριο άρθρο της με τίτλο «Δραχμή σημαίνει δυστυχία και φτώχεια» αναφέρει: «Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: είτε θα βάλει τάξη στα του οίκου της είτε θα χρεοκοπήσει και θα γυρίσει στη δραχμή. Είναι πια προφανές πως έχει δημιουργηθεί μια ισχυρή συμμαχία της χρεοκοπίας, η οποία βλέπει θετικά ακόμη και τη δραχμή. Σε αυτήν συμμετέχουν οι συντεχνίες του χθες, οι κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες και προμηθευτές που δεν θέλουν τον εξορθολογισμό και τον έλεγχο, οι χρεοκοπημένοι επιχειρηματίες που πιστεύουν ότι έτσι θα εξαλείψουν τα χρέη τους και θα κρύψουν την αποτυχία τους, αντιευρωπαϊκές δυνάμεις της Αριστεράς και της λαϊκιστικής Δεξιάς, μέσα ενημέρωσης και, τέλος, το βαθύ ΠΑΣΟΚ που ενδιαφέρεται να διατηρήσει την εξουσία του έστω και σε ένα «σοσιαλιστικό» καθεστώς ισοπέδωσης και μιζέριας. Απέναντι σε αυτή τη συμμαχία έχουμε μια αναιμική κυβέρνηση με έλλειμμα ηγεσίας και επάρκειας και το πολιτικό προσωπικό σε πανικό. Τι θα γίνει λοιπόν; Θα αφήσουμε τη χώρα να καταστραφεί για να ικανοποιηθούν τα συμφέροντα της ΓΕΝΟΠ ή των χρυσοκανθάρων που περιμένουν να χρεοκοπήσει η χώρα; Ποιος, επιτέλους, θα εξηγήσει στον κόσμο ότι η δραχμή είναι δυστυχία και φτώχεια, και πάντως όχι λύτρωση, για τον μέσο Έλληνα; Οι άνθρωποι οι οποίοι καταλαβαίνουν τον εφιάλτη που έχουμε μπροστά μας πρέπει να δώσουν πολιτική μάχη για να τον αποτρέψουν. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να μας σύρει στην εθνική καταστροφή ο συνδυασμός ισχυρών συμφερόντων και ανίκανης πολιτικής ηγεσίας».
Ο Σταύρος Ψυχάρης στο κύριο άρθρο του ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΥ ΒΗΜΑΤΟΣ, με τίτλο «Τοκογλύφοι και επαίτες» σημειώνει: «…Είναι άγραφοι αλλά πασίγνωστοι οι κανόνες που διέπουν τις σχέσεις του δανειολήπτη με τον δανειστή. Συνήθως ο ένας είναι θρασύς τοκογλύφος και ο άλλος ταπεινός επαίτης… Αντίστοιχες είναι οι σχέσεις των ισχυρών κρατών που δανείζουν πτωχές χώρες. Τίποτε δεν είναι δωρεάν στη διεθνή ζωή… Με αυτά τα δεδομένα πρέπει να αξιολογούνται και να αντιμετωπίζονται οι αξιώσεις των δανειστών μας. Φυσικά τα περιθώρια είναι ελάχιστα. Μας δανείζουν με τους όρους τους, αν μας αρέσει. Τελευταία απαίτηση η πολιτική συναίνεση στην Ελλάδα… Συναίνεση δεν είναι η στήριξη της κυβερνητικής πολιτικής αλλά η σύγκλιση των δύο κομμάτων στη μέση οδό. Τέτοια σύγκλιση δεν υπάρχει και φυσικά καθένας των δύο πολιτικών αρχηγών διατηρεί τις απόψεις του. Θα ήταν πολύ διαφορετική η κατάσταση της χώρας αν ο κίνδυνος της οικονομικής καταρρεύσεώς της είχε προκαλέσει κλίμα συναίνεσης και σύγκλιση των πολιτικών δυνάμεων. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση οι δύο πολιτικοί αρχηγοί τραβούν διαρκώς το σεντόνι προς το μέρος τους. Βέβαια η έλλειψη συναίνεσης έχει και τα καλά της. Πιστώνεσαι τα κέρδη εις το ακέραιον ή πληρώνεις το μάρμαρο εις ολόκληρον. Σημείωση: Στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Υπάρχουν εκλογές».
Το καταλάβατε το μήνυμα: Ή συναινούν τουλάχιστον τα δύο μεγάλα κόμματα και μας τσακίζουν από κοινού ή πάμε σε εκλογές υπό το κράτος του εκβιασμού και αποφασίζουμε μόνοι μας αν θα βάλουμε το κεφάλι μας στη λαιμητόμο: Δραχμή και καταστροφή ή ευρώ και μέτρα. Και στις δύο περιπτώσεις τα αφεντικά πιστεύουν πως εκείνοι θα είναι οι νικητές. Θα είναι;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου