Σάββατο 7 Μαΐου 2011

Η ΚΟΜΜΟΥΝΑ ΤΟΥ PETER WATKINS

Αντίσταση στις γειτονιές

Ξεκινάει η προβολή της ταινίας "η Κομμούνα" του Peter Watkins, Ιερά Οδός 48, στάση Μετρό Κεραμεικού από σήμερα Πέμπτη 28 Απριλίου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος 2001, 345 λεπτά, ασπρόμαυρο, Γαλλικά Σκηνοθεσία: Peter Watkins Ερμηνευτές: 210 ερασιτέχνες ηθοποιοί κάτοικοι των περιοχών Ricardie και Limousin, τους άνδρες «χωρίς έγγραφα» ερμηνεύουν άνθρωποι από την Αλγερία, το Μαρόκο και την Τυνησία. Σενάριο: Agathe Bluysen και Peter Watkins Φωτογραφία: Odd Geir Saether Σκηνικά: Patrice Le Turcq Μοντάζ: Peter Watkins, Patrick Watkins Παραγωγή: 13 Production, La Sept – Arte, Le Musee d’ Orsay, INA
 Οι ταινίες του Πίτερ Γουότκινς συνάντησαν και συναντούν δυσκολίες στη διανομή, αφού είναι όλες σχεδόν «επικίνδυνα αντικαπιταλιστικές» και «επικίνδυνα ανατρεπτικές». Ολες του οι ταινίες είναι στρατευμένες. Ο Πίτερ Γουότκινς μιλάει πάντα πολιτικά. Πότε σωστά και πότε λαθεμένα. Τις περισσότερες φορές σωστά! Αφού στο στόχαστρο του φακού του είναι ο καπιταλισμός και οι λακέδες του!

Ο Γουότκινς πέρασε τα περισσότερα χρόνια της καριέρας του όντας αυτοεξόριστος από την ίδια του την πατρίδα, μετά την απαγόρευση του «Παιχνιδιού πολέμου» από το Μπι Μπι Σι και το σφυροκόπημα της κριτικής στο «Προνόμιο». Το 1980, με τα σχέδια του να ματαιώνονται το ένα μετά το άλλο, ανακοίνωσε πως εγκαταλείπει τη σκηνοθεσία για να αφοσιωθεί στη μελέτη και την κριτική των αποτελεσμάτων του όλο και πιο κεντρικού ρόλου των ΜΜΕ. Όταν τελικά αποφάσισε να επιστρέψει στο σινεμά, συνέχισε να ασχολείται εκτενώς με την κυριαρχία σε κινηματογράφο και τηλεόραση αυτού που ο ίδιος ονομάζει Μονοφόρμ, δηλαδή μια οπτική γλώσσα που χαρακτηρίζεται από γρήγορο, ακατέργαστο μοντάζ συνοδευόμενο από έναν αδιάκοπο βομβαρδισμό ήχου και κίνησης. Εδώ και λίγα χρόνια η έρευνά του ολοκληρώθηκε με το έργο του «Η κρίση των ΜΜΕ».
Σε πείσμα της περιθωριοποίησης ο Γουότκινς επιβίωσε. Έχει πια διαμορφώσει ένα μοναδικό κινηματογραφικό στιλ που μερικοί το περιγράφουν ως «ντοκιμαντερίστικη ανασύνθεση». Στα τελευταία μάλιστα έργα του όπως ο «Ελευθερόφρων» και η «Κομμούνα» αποπειράται να αποδομήσει τις ταινίες του ενσωματώνοντας στα φιλμ τα σχόλια των ηθοποιών του ή κριτικές αναλύσεις της σκηνοθετικής προσέγγισής του.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΑ
1870. Οι δυνάμεις των Πρώσων του Μπίσμαρκ κατανικούν τον Γαλλικό στρατό της Δεύτερης Δημοκρατίας. Η αποδυναμωμένη Γαλλική κυβέρνηση καταφεύγει στις Βερσαλίες. Εργάτες και ριζοσπάστες διανοούμενοι ελέγχουν το Παρίσι, διενεργούν εκλογές, νομοθετούν και διοικούν την πόλη. Δυο μήνες μετά, οι δυνάμεις του Μπίσμαρκ μαζί με τους Γάλλους κυβερνητικούς θα τους συντρίψουν. Τουλάχιστον 20.000 Κομμουνάροι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά σκοτώνονται στις οδομαχίες, χιλιάδες περισσότεροι θα σφαγιαστούν ή θα φυλακιστούν στη συνέχεις. Η «Κομμούνα του Παρισιού», ακόμα και σήμερα αποτελεί ένα «ευαίσθητο θέμα», διδάσκεται ελάχιστα ακόμα και στα Γαλλικά σχολεία, ενώ η μοναδική προσπάθεια μεταφοράς της ιστορίας της στην μεγάλη οθόνη ήταν το 1929, από τον Σοβιετικό Γκόργκι Κόζιντσεφ με την «Νέα Βαβυλώνα».

Ο Peter Watkins χρησιμοποιεί υπαρκτά ιστορικά γεγονότα ως πρώτη ύλη των έργων του από την πρώτη κιόλας ταινία του. Το 1965 ασχολείται με την (επίσης ξεχασμένη) σφαγή των Highlanders στην μάχη του Culloden. To 2000 θα αναλάβει να υλοποιήσει το πιο φιλόδοξο όσο και απαιτητικό έργο του, την «Κομμούνα». Για τον Watkins,το γύρισμα του φιλμ ήταν μια αναγκαιότητα, υπαγορευμένη «από την συνειδητοποίηση πως ζούμε μια από τις πιο σκοτεινές περιόδους της Ιστορίας. Ο συνδυασμός του μεταμοντέρνου κυνισμού (που αποκλείει κάθε ανθρωπιστική και κριτική διάσταση στο εκπαιδευτικό σύστημα), της καθαρής απληστίας που εκτρέφει η καταναλωτική κοινωνία, της οικονομικής και περιβαλλοντικής καταστροφής με την φόρμα της παγκοσμιοποίησης, της μαζικά αυξανόμενης εκμετάλλευσης και δυστυχίας των ανθρώπων του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, όπως και ο αποχαυνωτικός κομφορμισμός και η τυποποίηση που προκαλεί η συστηματική «οπτικοακουστικοποίηση» του πλανήτη, οδηγεί στην δημιουργία ενός κόσμου όπου τα ήθη, η ηθική, η συλλογικότητα και η αφοσίωση (εκτός και αν πρόκειται για αφοσίωση στον οπορτουνισμό) θεωρούνται «ξεπερασμένα». Ενός κόσμου όπου η ανάπτυξη και η οικονομική εκμετάλλευση είναι ο κανόνας, κι αυτό διδάσκονται και τα παιδιά. Σε έναν κόσμο σαν κι αυτόν, τα γεγονότα της Άνοιξης του 1871 στο Παρίσι, αντιπροσωπεύουν την ιδέα της αφοσίωσης στον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο, την ανάγκη για κάποιας μορφής συλλογική κοινωνική Ουτοπία, την χρειαζόμαστε όπως οι ετοιμοθάνατοι χρειάζονται το πλάσμα.»

Ο παραγωγός Paul Sadoun (καθόλου τυχαία συμπαραγωγός και των τελευταίων ταινιών του Bela Tarr), επί 16 μήνες συνεργάστηκε με τον Watkins για την εξεύρεση των πόρων για την πραγματοποίηση του φιλμ. Όπως πάντα, τα χρήματα συγκεντρώθηκαν με τεράστια δυσκολία, καθώς οι καθιερωμένοι χρηματοδότες ήταν κάθετα αρνητικοί με ό,τι είχε να κάνει με τον Watkins. Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν σε ένα εγκαταλειμμένο εργοστάσιο, κατά σύμπτωση στην ίδια τοποθεσία λειτουργούσαν τα στούντιο του πρωτοπόρου Ζωρζ Μελιές, έναν αιώνα πριν. 220 ερασιτέχνες επιλέχθηκαν, από διαφορετικές περιοχές του Παρισιού, συχνά με διαφορετική καταγωγή. Κάποιοι ήρθαν μετά από αγγελίες σε συντηρητικές εφημερίδες, κατά τη συνήθειά του ο Watkins προτιμούσε πιο δεξιόφρονες ερμηνευτές για τους ρόλους των αντιδραστικών. Οι ηθοποιοί πέρασαν μια χρονοβόρα ενημέρωση για τα γεγονότα της Κομμούνας, οι περισσότεροι από αυτούς δεν είχαν διδαχτεί τίποτα σχετικό στο σχολείο. Στο εσωτερικό του εργοστασίου κατασκευάστηκε ένα σκηνικό που αντιπροσώπευε την εποχή, όμως, η διάθεση του Watkins για ισορροπία ανάμεσα σε «ρεαλισμό» και «θεατρικότητα», ανάγκασε τον διευθυντή φωτογραφίας και τον σκηνογράφο να κατασκευάσουν ένα stage με ορατά τα τελειώματά του, ενώ από τα παράθυρα μπορεί κανείς να διακρίνει την γειτονιά του Παρισιού όπως είναι σήμερα (δεν είναι λίγοι εκείνοι που παρατήρησαν αναλογίες με το στυλιζάρισμα του Dogville του Τρίαρ κάποια χρόνια αργότερα) Για φωτιστικές πηγές χρησιμοποιήθηκαν φώτα νέον που κρέμονταν απ’ το ταβάνι.

Η Κομμούνα ξυπνά ένα λησμονημένο, ξένο πια για όλους μας αποκαλυπτικό συναίσθημα: την ευφορία του να ζεις και να πεθαίνεις σε μια ευλογημένη εποχή. Η διαδικασία των γυρισμάτων της Κομμούνας άλλαξε εξ ίσου τις ζωές όσων συμμετείχαν. Όλοι τους ουσιαστικά αποκαλύπτουν κι ένα κομμάτι του εαυτού τους. Συζητήσεις για τις καταστάσεις του 1871, ξαφνικά μεταφέρονται σε σύγχρονα ζητήματα, παρακολουθούμε ακόμα και συζητήσεις για την ίδια την ταινία. Οι ρεπόρτερς των δυο φανταστικών καναλιών που καταγράφουν τα γεγονότα, των Βερσαλιών και της Κομμούνας σχολιάζουν σύμφωνα με τις απόψεις τους, η δράση συχνά διακόπτεται από έκτακτα γεγονότα που προβάλλονται από την κυβερνητική “ΒΕΡΣΑΛΙΕΣ TV”.

Φιλμαρισμένη σε ασπρόμαυρο DV, η Κομμούνα φαντάζει σαν ένα έργο που συνοψίζει τον αριστερό μοντερνισμό, από τον Βερτώφ και τον Μπρεχτ ως τον Γκοντάρ και τον Μακλιούαν. Κι όπως αναφέρει κι ο J. Hoberman «Ο Watkins ξαναστήνει έναν κόσμο μέσα στα συντρίμμια του. Όπως και τα γεγονότα που καταγράφει, Η Κομμούνα είναι ένας θρίαμβος της αυθόρμητης δράσης».
«Εκπληκτικό! Ένα τεράστιο, ηρωικό επίτευγμα» L.A. Weekly
«Η καλύτερη ταινία της χρονιάς! Σε καθηλώνει.» Village Voice
«Τολμηρό και μοναδικό.» New York Post

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου