Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011

H κοινωνία στην πλατεία;

inprecor


giannena-e.gr

από Inprecor

Στις 25 Μαΐου έκανε την εμφάνισή του και στη χώρα μας το «κίνημα των αγανακτισμένων». Από εκείνη τη μέρα, κυρίως η πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα αποτελεί κάθε απόγευμα χώρο συνάθροισης χιλιάδων πολιτών που εκδηλώνουν από έντονη δυσαρέσκεια και αποδοκιμασία έως και πλήρη εχθρότητα, στο μνημόνιο και την ασκούμενη οικονομική πολιτική, ζητώντας -σε γενικές γραμμές- την αποχώρηση της τρόικας απ’ τη χώρα και την παραίτηση της κυβέρνησης.
Οι ως τώρα βασικοί σταθμοί του «φαινομένου της πλατείας» θα λέγαμε ότι ήταν τρεις. Ο πρώτος ήταν η Κυριακή 5 Ιουνίου όταν ως μέρα πανευρωπαϊκής δράσης των αγανακτισμένων έδωσε έναν πρωτοφανή αριθμό συμμετεχόντων στην πλατεία Συντάγματος που ξεπέρασε τις 250.000 κόσμου το απόγευμα. Ο δεύτερος σταθμός είναι η 15η Ιουνίου, μέρα πανελλαδικής απεργίας στην οποία έγιναν τα πρώτα δειλά βήματα συνάντησης του απεργιακού κινήματος με τον κόσμο των πλατειών. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή ήταν που για πρώτη φορά ο κρατικός μηχανισμός προέβη στην πρώτη οργανωμένη προβοκάτσια, βάζοντας σε δράση το παρακράτος για να καταστείλει τη διαδήλωση, ενώ Κυβέρνηση και Αξιωματική αντιπολίτευση έφθαναν ένα βήμα πριν το «γάμο», για το καλό της χώρας «βεβαίως βεβαίως», ο οποίος, όμως, τελικά αναβλήθηκε για αργότερα. Ο τρίτος ήταν η διήμερη γενική απεργία της 28ης και 29ης Ιουνίου, κατά την οποία, ιδιαίτερα τη δεύτερη ημέρα, έλαβε χώρα ένα πρωτοφανές, σε σκληρότητα, όργιο καταστολής.
Οι «πλατείες»  έχουν δώσει την αφορμή εδώ και ένα μήνα σε εκδοτικά συγκροτήματα και πολιτικούς παράγοντες να παραπέμπουν, στο βαθμό που δεν προτρέπουν κιόλας, στην ένοπλη καταστολή και τη συνταγματική εκτροπή, κάνοντας λόγο για «διασάλευση της τάξης που θα δικαιολογούσε έκτακτα μέτρα». Οι αναφορές αυτές αποτυπώνουν εύγλωττα την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί τις κοινωνικές ανακατατάξεις που δημιουργεί η οικονομική συνταγή αντιμετώπισης της κρίσης.
«Ο ανεξάρτητος παρατηρητής δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει ότι η κρίση ενισχύει το κύμα των ούλτρα »αντισυστημικών» δυνάμεων, που δεν το έχουν σε τίποτε να συγκρουσθούν με τις αρχές. Πέραν της Αριστεράς διαμορφώνεται πλέον μια ριζοσπαστική αυτόνομη ζώνη, η οποία κερδίζει συνεχώς έδαφος στη νεολαία που απεχθάνεται τις σφιχτές οργανωτικές διαδικασίες και τους περιορισμούς στη δράση και είναι αυτή που δημιουργεί το περιβάλλον της ανεξέλεγκτης βίας. Την οποία δαιμονοποιούν τα κόμματα και τα μέσα επειδή απλώς δεν την κατανοούν και δεν μπορούν να την αποδεχθούν ως παράγοντα πολιτικής. Δυστυχώς είναι προϊόν της εποχής μας και στο μέλλον θα παίξει το ρόλο της όπως τον έπαιζε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Αντίστοιχα, πέραν της εθνολαϊκής δεξιάς διαμορφώνεται περιβάλλον για την κινηματική εθνικοσοσιαλιστική φασιστική δεξιά, η οποία ήδη επιδρά στα πράγματα με την οργανωμένη δράση της πρώτα κατά των μεταναστών και τώρα με τις μούντζες και τις συγκρούσεις της με τους αναρχικούς στα δεξιά της πάνω πλατείας. Κακά τα ψέματα η κρίση διεύρυνε και ανακάτεψε τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Και ακόμη είμαστε στην αρχή».
Με αυτό τον τρόπο ο Αντώνης Καρακούσης σε άρθρο του στην ιστοσελίδα www.tovima.gr περιγράφει και διαπιστώνει πολιτικές τάσεις, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου προκειμένου το σύστημα που υπηρετεί με την αρθρογραφία του να «αφομοιώσει» τις υπό εξέλιξη κοινωνικές διεργασίες και σημειώνει με νόημα ότι «ακόμη είμαστε στην αρχή». Σε κάθε περίπτωση πάντως, η καταγραφή που κάνει ο εν λόγω αρθρογράφος σε πολύ απλά λόγια λέει ότι, τα κοινωνικά δεδομένα που διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα με τη Μεταπολίτευση του 1974 και ολοκληρώθηκαν κατά τις δεκαετίες του ’80 και ’90 αμφισβητούνται πλέον τόσο ανοιχτά αν δεν ανήκουν οριστικά στο παρελθόν. Στην πραγματικότητα ομολογούνται ανοιχτά οι φυγόκεντρες πολιτικές τάσεις που κυοφορούνται ως αποτέλεσμα πρωτοφανών κοινωνικών ανακατατάξεων που επιφέρει η οικονομική κρίση.
Ανακατατάξεις στην κοινωνική διαστρωμάτωση
Οι βάσεις ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού που θέτει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, σε συνθήκες διεθνούς οικονομικού και πολιτικού ελέγχου της χώρας, απαιτούν την δραστική συρρίκνωση των εκτεταμένων μεσαίων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Η δομή και η διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας όπως διαμορφώθηκε σε συνθήκες ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη δεν μπορεί να απορροφήσει τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους ανέργους που γεννά όχι μόνο η «εξαφάνιση» μικρομεσαίων και ελεύθερων επαγγελματιών αλλά και οι περικοπές στη δημόσια διοίκηση και τις πρώην ΔΕΚΟ.
Το κοινωνικό μείγμα είναι απλά εκρηκτικό. Στην πραγματικότητα τώρα αναδεικνύεται με τον πλέον τραγικό τρόπο η πορεία συρρίκνωσης της παραγωγικής βάσης της χώρας, δηλαδή της γεωργίας και παραδοσιακών κλάδων της ελληνικής βιομηχανίας και μεταποίησης, πάνω στην καταστροφή των οποίων διαμορφώθηκε η διαστρωμάτωση της ελληνικής κοινωνίας και οικοδομήθηκε η πολιτική της έκφραση.
Η συμπλήρωση ενός χρόνου απ’ τη δανειακή σύμβαση του 2010 που έθεσε τη χώρα υπό την κηδεμονία του ΔΝΤ και της ΕΕ, μας βρίσκει εν μέσω έντονων ζυμώσεων για την αναμόρφωση της Ευρώπης με το σύμφωνο για το ευρώ αλλά και με την Ελλάδα να συζητά για ένα νέο δάνειο με μεγαλύτερες και πιο επαχθείς δεσμεύσεις απ’ το περσινό. Απέναντι σ’ όλα αυτά η Αριστερά και το συνδικαλιστικό κίνημα τι έχουν ν’ αντιτάξουν;
Οι δημοσκοπήσεις στην πλατεία
Έτσι λοιπόν αυτό που καταγράφονταν τα τελευταία 2 χρόνια ως «κανένας» στις δημοσκοπήσεις, ως λευκό, άκυρο, αποχή αλλά και η ρευστότητα που παρατηρούνταν στο σώμα των ψηφοφόρων όλων των κομμάτων και αποτυπώθηκαν ως ρεύματα πολιτικής συμπεριφοράς στις υπό συνθήκες κρίσης τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, εκφράστηκε με όρους «κινήματος» υπό την ταμπέλα του «αγανακτισμένου» και βρήκε στέγη στα τέλη Μαΐου στην πλατεία Συντάγματος, κάτω απ’ τη Ελληνική Βουλή. Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες μια «κινηματική» κατάσταση με όσες παλινωδίες και αμφισημίες τη διακρίνουν αποτέλεσε παράγοντα πολιτικής παρέμβασης στον ένα ή στον άλλο βαθμό.
Βασικά χαρακτηριστικά της πλατείας
Στις πλατείες συναντιούνται η απόγνωση, η απελπισία και κυρίως η αίσθηση και διαπίστωση ότι αλλάζουν δραματικά προς το χειρότερο οι μέχρι πρότινος όροι ζωής της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και μάλιστα χωρίς ορατό το ενδεχόμενο επιστροφής στην πρότερη κατάσταση.
Γι’ αυτό και η μαζικότητα της συμμετοχής σε ορισμένες περιπτώσεις όπως τις μέρες «πανευρωπαϊκής δράσης των αγανακτισμένων» έφτασε σε επίπεδα που συγκρίνονται μόνο με τις ογκώδεις διαδηλώσεις της Αιγύπτου και της Τυνησίας που έριξαν δύο δικτάτορες και χαρακτηρίστηκαν ως επαναστάσεις.
Γι’ αυτό και η οριζόντια πολιτικά-κομματικά και καθολική ηλικιακά και κοινωνικά συμμετοχή του ελληνικού πληθυσμού στην πλατεία, ενώ ξεκινάει με κίνητρο την άδεια τσέπη του καθένα και την αβεβαιότητα για τα προς το ζην, φτάνει να συζητά τα μεγάλα πολιτικά προβλήματα της χώρας, την οικονομική και εξωτερική πολιτική και το είδος της διακυβέρνησης. «Δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε» είναι το τρίπτυχο της πλατείας Συντάγματος.
Γι’ αυτό και οι συμμετέχοντες σ’ αυτή την εντελώς ανομοιογενή κατάσταση την οποία γνωρίζουμε ως «κίνημα των αγανακτισμένων» στις πλατείες δρουν «ξεπερνώντας» ηγέτες και ηγήτορες, τουλάχιστον έτσι αντιλαμβάνονται οι ίδιοι.
Μια μοιραία συνάντηση που δεν έγινε;
Γεγονός είναι πάντως ότι η κρατική μηχανή προέβη σε ανοιχτή καταστολή μόνο δύο φορές και αυτές ήταν η 15η Ιουνίου και το διήμερο 28-29 του ίδιου μήνα, δηλαδή τις μέρες που ήταν σε εξέλιξη απεργίες και το απεργιακό κίνημα αντικειμενικά συναντιόταν με το «αυθόρμητο» των πλατειών. Μάλιστα στη 48ωρη απεργία η εντολή της πολιτικής ηγεσίας προς τα ΜΑΤ ήταν «εκκενώστε την πλατεία Συντάγματος με κάθε μέσο, τρόπο και κόστος» και είχε ως αποτέλεσμα τη μετατροπή σε θάλαμο αερίων του κέντρο της πρωτεύουσας.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι παραμονές του πολεμικού σκηνικού που στήθηκε στην Αθήνα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Θόδωρος Πάγκαλος συνέκρινε τις κυοφορούμενες κοινωνικές εξελίξεις με την Αργεντινή του 2001 και μίλησε για τανκς που θα βγουν να φυλάξουν τις τράπεζες.
Ας το συζητήσουμε
Τι συμβαίνει λοιπόν στις πλατείες;
Το inprecor επιδιώκει ν’ ανοίξει τη συζήτηση με τους αναγνώστες του και όχι μόνο. Φιλοδοξία μας είναι να διαγνώσουμε τι πραγματικά εκφράζουν οι μούτζες, οι κρεμάλες, οι κραυγές «κλέφτες», οι ελληνικές σημαίες, οι ατέρμονες συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα εν είδει λαϊκής συνέλευσης, οι καθημερινές έντονες ανταλλαγές απόψεων. Κατά πόσο ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα οι διάφορες ερμηνείες περί φυτωρίου αντικοινοβουλευτικών αντιλήψεων; Έχει βάση ο διαχωρισμός περί άνω και κάτω πλατείας, οι οποίος φέρεται να εκφράζει εκ διαμέτρου αντίθετες και εχθρικές, μεταξύ τους, αντιλήψεις και πρακτικές των δύο άκρων του πολιτικού φάσματος; Υπάρχουν μόνο «άκρα» στις πλατείες; Είναι αυτά τα κύρια χαρακτηριστικά της πλατείας; Ή μήπως είναι το επιφαινόμενο;
Επιθυμία μας είναι να συζητήσουμε επί της ουσίας το κατά πόσο, όντως, αποτελεί «αίτημα» της πλατείας το «έξω τα κόμματα και τα συνδικάτα»; Και αν ναι, τι ακριβώς σημαίνει αυτό και από πού πηγάζει; Πολύ δε περισσότερο θέλουμε να γίνει αντικείμενο νηφάλιας και ουσιαστικής προσέγγισης η στάση των «αντιμνημονιακών» πολιτικών δυνάμεων απέναντι στους «αγανακτισμένους» και την πλατεία. Ίσως το βασικότερο ερώτημα, υπό το πρίσμα του οποίου θα ήταν καλό να συζητηθούν και τα παραπάνω, είναι το τι πραγματικά αποτυπώνει και πώς σχετίζεται η αυθόρμητη, όπως και αν την αντιλαμβάνεται κανείς, παρουσία του πλήθους στις πλατείες με τις δραματικές κοινωνικές και οικονομικές ανακατατάξεις που έχει πυροδοτήσει η οικονομική κρίση.
Περιμένουμε τα άρθρα σας, τις παρατηρήσεις σας και τα σχόλια σας. Θα δημοσιευτούν σε ειδικό φάκελο που ανοίγει το inprecor με αυτή τη θεματολογία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου