πριν
Την εβδομάδα που έκλεισε με την έννατη επέτειο της 11η Σεπτεμβρίου 2001, ο Μπαράκ Ομπάμα εκφώνησε δύο σημαντικές, δημόσιες ομιλίες, εκ των οποίων η πρώτη είχε αποκλειστικό αντικείμενο την οικονομία και η δεύτερη αποκλειστικό αντικείμενο την οικονομία! Και μόνο το γεγονός αυτό σηματοδοτεί την αναγκαστική αναδίπλωση της αμερικανικής υπερδύναμης (προσωρινή ή όχι, μένει να αποδειχθεί), το αυτοκρατορικό σχέδιο της οποίας υπέστη δεινό πλήγμα από τη χειρότερη οικονομική ύφεση των μεταπολεμικών χρόνων.ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Οι δύο διαδοχικές ομιλίες του αμερικανού προέδρου –τη Δευτέρα στο Μιλγουόκι και την Τετάρτη στο Κλίβελαντ– είχαν ως κεντρικό άξονα τις εξαγγελίες του για την αναχαίτιση της ανεργίας, η οποία εξελίσσεται στο υπ’ αριθμόν ένα κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Παρά την ασθενή και εύθραυστη ανάκαμψη της οικονομίας (η αύξηση του ΑΕΠ σε ετήσια βάση αναμένεται να κυμανθεί στο 1,5%) και την αισθητά σημαντικότερη ανάκαμψη των επιχειρηματικών κερδών (έφτασε το 47% σε ετήσια βάση) η ανεργία μένει σκαρφαλωμένη σε ένα πολύ υψηλό οροπέδιο: Τον Αύγουστο, χάθηκαν κι άλλες 54.000 θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα η επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία να φτάσει το 9,6%, ενώ η πραγματική (αν συμπεριληφθούν όσοι δεν ψάχνουν καν για δουλειά κι όσοι δουλεύουν μόνο λίγες ώρες το μήνα) αγγίζει το 16,5%.
Η κατάσταση αυτή απειλεί να παρασύρει το σύνολο της οικονομίας σε μια δεύτερη ύφεση και τους Δημοκρατικούς του Μπαράκ Ομπάμα σε εκλογική πανωλεθρία κατά τις ενδιάμεσες (μεταξύ δύο προεδρικών αναμετρήσεων) εκλογές για το Κογκρέσο, οι οποίες θα γίνουν στις 4 Νοεμβρίου. Στις εκλογές αυτές αναδεικνύεται νέα Βουλή των Αντιπροσώπων και ανανεώνεται κατά το ένα τρίτο της η Γερουσία. Όλες οι δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος έδειξαν ότι οι Δημοκρατικοί θα υποστούν σοβαρές απώλειες, κινδυνεύουν δε να χάσουν τον έλεγχο του ενός ή και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου, γεγονός που θα εξασθένιζε κατά πολύ την ισχύ του Ομπάμα, τουλάχιστον στην εσωτερική πολιτική, στο δεύτερο μισό της θητείας του.
Είναι αλήθεια ότι οι Ρεπουμπλικανοί, που αναζητούν ακόμη ταυτότητα και πολιτική στρατηγική μετά τη χρεωκοπία του υπερεπιθετικού σχεδίου των νεοσυντηρητικών επί Τζορτζ Μπους, δεν έχουν να προτείνουν, απέναντι στην κρίση, τίποτα περισσότερο από αναμασήματα των διαβόητων «Ριγκανόμικς», δηλαδή του οικονομικού ανορθολογισμού του Ρόναλντ Ρίγκαν: τερατώδεις φοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο και τη μικροαστική τάξη, αλλά και συνέχιση των ιμπεριαλιστικών πολέμων με όλη τη δημοσιονομική αιμορραγία που συνεπάγονται – κάτι που εγγυάται με μαθηματική ακρίβεια την εκτίξανη των ελλειμμάτων σε ακόμη πιο δυσθεώρητα ύψη. Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικάνοι δεν είναι ανάγκη να πείσουν τους εκλογείς για το πρόγραμμά τους – τούς αρκεί να εισπράξουν ψήφους διαμαρτυρίας για τη δεινή οικονομική κατάσταση μεγάλου μέρους του πληθυσμού.
Αναζητώντας έξοδο κινδύνου, ο Μπαράκ Ομπάμα παρουσίασε ένα αναπτυξιακό πακέτο κεϋνσιανής έμπνευσης, με δύο βασικά στηρίγματα: Εξαετές πρόγραμμα μεγάλων έργων για την ανανέωση των υποδομών (δρόμοι, λιμάνια, σιδηρόδρομοι, τηλεπικοινωνίες) που εμφανίζουν συμπτώματα μπρεζνιεφικής εποχής της στασιμότητας και ίδρυση κρατικής τράπεζας επενδύσεων για να ξεπεραστεί η ιδιότυπη επενδυτική «απεργία» των ιδιωτών καπιταλιστών. Παρόμοια μέτρα θα είχαν μια ορισμένη λογική αν δεν έρχονταν πολύ αργά και σε απελπιστικά μικρή κλίμακα. Για παράδειγμα, τα περίφημα έργα υποδομών έχουν συνολικό προϋπολογισμό μόλις 50 δισ. δολάρια, όσα δηλαδή έδωσε ο Ομπάμα μόνο για τη διάσωση της General Motors και της Chrysler. Για σύγκριση, τα κέρδη των 500 μεγαλύτερων επιχειρήσεων το 2009 ήταν 391 δισ., ενώ ο πόλεμος για το Ιράκ κόστισε περίπου 1 τρισ. και το μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας εκτιμάται σε 14,2 τρισ. Με αυτά τα δεδομένα, είναι πολύ αμφίβολο αν οι εξαγγελίες του Ομπάμα θα έχουν οποιοδήποτε πραγματικό αντίκρυσμα – οικονομικό ή πολιτικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου