Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

Στάθης Κουβελάκης: Ρήξη με την ΕΕ

youpayyourcrisis



του Σταθη Κουβελάκη


«Η πλειοψηφία της Αριστεράς στην Ευρώπη, ακόμη και οι πιο ριζοσπαστικές της τάσεις, έχουν παραδοθεί στα ιδεολογήματα του ευρωπαϊσμού».
Το ιδιαίτερο ρόλο της Ελλάδας στην εξέλιξη της οικονομικής κρίσης και την επίθεση του κεφαλαίου διεθνώς, όπως και την ανάγκη ρήξης με το πλαίσιο της ΕΕ τονίζει ο Στάθης Κουβελάκης, καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας στο Λονδίνο, στη συνέντευξη που μας παραχώρησε.
- Αν και το Μνημόνιο εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικών λιτότητας που εφαρμόζονται σε πολλές ακόμη χώρες της Ευρώπης (Γαλλία, Αγγλία, Ισπανία, Πορτογαλία), φαίνεται πως η Ελλάδα είναι ένα δοκιμαστικό πεδίο των πιο επιθετικών πολιτικών αντιμέτωπισης της καπιταλιστικής κρίσης, τουλάχιστον στη δυτική Ευρώπη. Κι εδώ προκύπτει ένα ερώτημα: γιατί η Ελλάδα; Γιατί δηλαδή επιλέχθηκε η Ελλάδα για να εφαρμοστούν στην πιο ακραία τους εκδοχή όλα αυτά τα μέτρα;
-
Το ερώτημα αυτό είναι κρίσιμο και από μεθοδολογική και από πολιτική άποψη. Η κατανόηση των ειδικών όψεων της ελληνικής περίπτωσης, στο γενικότερο βέβαια πλαίσιο του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος στο οποίο εντάσσεται, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια αριστερή παρέμβαση που δεν αρκείται σε έναν καταγγελτικό ή απλά διεκδικητικό λόγο. Πριν προσπαθήσω να απαντήσω στην ερώτησή σου θα ήθελα να επισημάνω ότι μια τέτοια προσέγγιση παραμένει σήμερα ένα αιτούμενο. Η συζήτηση γύρω από την κρίση, ακόμη και στην Αριστερά, έχει σε μεγάλο βαθμό παγιδευτεί ανάμεσα σε όσους αρνούνται κάθε ιδιαιτερότητα στον ελληνικό καπιταλισμό, και μας λένε περίπου ότι η κρίση είναι μίγμα ιδεολογικής φενάκης και πολιτικού σχεδιασμού των κυριάρχων κύκλων, και σε όσους την ανάγουν στην εντελώς ιδιαίτερη, υποτίθεται, ελληνική κακοδαιμονία του «πελατειακού κράτους» και της «γενικής ανοργανωσιάς». Οι πρώτοι αρνούνται την πραγματικότητα της κρίσης ενώ οι άλλοι αδυνατούν να κατανοήσουν τη φύση της, το γεγονός δηλαδή ότι ακόμη και οι ιδιαιτερότητές της αποτελούν ειδικές εκφράσεις των γενικότερων τάσεων του συστήματος.
Αυτό που κατ’αρχήν διαπιστώνουμε είναι ότι η τάση μετατροπής της σημερινής κρίσης, που ξεκίνησε από τον χρηματοπιστωτικό και επεκτάθηκε στους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας, σε δημοσιονομική κρίση είναι ένα γενικότερο φαινόμενο. Σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη έχουμε αισθητή επιβάρυνση των δημόσιων ελλειμάτων και του χρέους, δημόσιου και ιδιωτικού. Αυτό απορρέει από το κόστος της διάσωσης των τραπεζών, που χρηματοδοτήθηκαν πλουσιοπάροχα από τις κυβερνήσεις, και από τη καθίζηση των δημόσιων εσόδων που προκάλεσε η φορολογική αντεπανάσταση του νεοφιλευθερισμού και εντείνειται από την ίδια την ύφεση. Στην Ελλάδα συνέβησαν όλα αυτά, αλλά σε μια παροξυστική μορφή καθότι η χώρα χτυπάει ρεκόρ τόσο στα ελλείματα όσο και στο δημόσιο χρέος, ενώ στις άλλες πιο εκτεθειμένες χώρες (Βέλγιο, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ουγγαρία) ο ένας από τους δύο δείκτες κινείται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Συνεχίζοντας, το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί συμβαίνει αυτό; Πολύ συνοπτικά επειδή στην Ελλάδα ούτε το κεφάλαιο (μεγάλο και μικρό) πληρώνει φόρους, ούτε όμως και το μεγαλύτερο μέρος της ονομαζόμενης «μεσαίας τάξης», των επαγγελματιών, των οικογενειακών επιχειρήσεων και γενικότερα των μη-μισθωτών, που αντιπροσωπεύουν γύρω στο ένα τρίτο του ενεργού πλυθησμού, ποσοστό μοναδικό για τα δεδομένα ανεπτυγμένης καπιταλιστικής χώρας. Αυτά τα χαρακτηριστικά παραπέμπουν στους ταξικούς συσχετισμούς που παγιώθηκαν μετά τον εμφύλιο και που απέβησαν συντριπτικοί για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας. Χρειάστηκε να περιμένουμε τη δεκαετία του 1980 και τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ για να δημιουργηθεί ένα λειψό έστω κοινωνικό κράτος, αλλά και αυτό ακόμη έγινε χωρίς να θιγεί η θέση του κεφαλαίου, η σχέση του με το κράτος και η συμμαχία με τα μεσαία στρώματα. Γι’ αυτό και τα ελλείματα ανεβαίνουν κατακόρυφα στη δεκαετία του 1980, με τις δημόσιες δαπάνες να αυξάνουν αλλά όχι τα έσοδα.
Επιπλέον ο δυναμισμός του ελληνικού καπιταλισμού, που είναι αναμφισβήτητος, συγκεντρώνεται σε ένα περιορισμένο αριθμό κλάδων (κυρίως ναυτιλία, τουρισμός, κατασκευές) και στις τράπεζες. Η παραγωγική του βάση είναι περιορισμένη, η εξαγωγική του θέση ισχνή και τα ελλείματα του ισοζύγιου πληρωμών χρόνια. Η υψηλότερη του ευρωπαϊκού μέσου όρου ανάπτυξη που γνώρισε η χώρα την τελευταία δεκαετία στηρίχθηκε κύρια στην κατανάλωση, που αντιπροσωπεύει 70% του ΑΕΠ, όταν στην Γερμανία, την Ιταλία η την Ισπανία το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 55 και 60%.
Ολα αυτά φυσικά παραπέμπουν στο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας του ελληνικού καπιταλισμού, που έχει σε καθοριστικό βαθμό οξυνθεί από τον τρόπο λειτουργίας της ευρωζώνης, όπως έχουν δείξει οι έρευνες του Κώστα Λαπαβίτσα και των συνεργατών του. Το ευρώ είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του εξαγωγικού μοντέλου που ακολουθεί το γερμανικό κεφάλαιο. Λειτουργεί ως ένας σιδερένιος μηχανισμός συμπίεσης των μισθών και των δημόσιων δαπανών (κατ’αρχήν στη Γερμανία) και υποβάθμισης της θέσης των χωρών της περιφέρειας, δηλαδή του ευρωπαϊκού νότου και της ανατολικής Ευρώπης, προς όφελος των χωρών του κέντρου. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι στην Ελλάδα έχει αποτύχει συνολικά το ακολουθούμενο επί δεκαετίες μοντέλο καπιταλιστικής ανάπτυξης, τόσο στις ενδογενείς του παράμετρους, όσο και στον τρόπο ένταξής του στο διεθνές σύστημα. Αυτό είναι πλέον ευρύτατα αντιληπτό στην κοινωνία, εξ’ου και το έντονο αίσθημα ότι οι ελληνικές ελίτ χρεωκόπησαν. Ομως οι ελίτ, η άρχουσα τάξη δηλαδή, δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια, αντιδρούν σε αγαστή (αλλά και άνιση) συνεργασία με τα διεθνή κέντρα, με την εκπόνηση βίαιων εκκαθαριστικών πολιτικών.
- Το πρόβλημα είναι επομένως κυρίως οικονομικό;
- Είναι οικονομικό και πολιτικό. Η δημοσιονομική πλευρά της κρίσης, όπου συγκεντρώνονται σ’αυτή τη φάση οι αντιθέσεις, σχετίζεται άμεσα με πολιτικές παράμετρους, δηλαδή με τη λειτουργία του κράτους και με τον τρόπο που συμπυκνώνει τους ταξικούς συσχετισμούς. Υπάρχει όμως και μια επιπλέον παράμετρος: το λαϊκό κίνημα. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο ένας ευάλωτος καπιταλισμός ή ένα αναξιόπιστο αστικό κράτος, είναι και η χώρα των κοινωνικών εκρήξεων και των εξεγέρσεων. Ο Δεκέμβρης του 2008 το υπενθύμισε σε όσους το είχαν ξεχάσει. Και δεν αναφέρομαι εδώ μόνο στον κόσμο της Αριστεράς και των κινημάτων, που παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον και ελπίδα όσα γίνονται στην Ελλάδα. Και οι κυβερνήσεις, τα διεθνή ΜΜΕ, οι κυρίαρχοι κύκλοι το έχουν συνειδητοποιήσει. Το Δεκέμβρη του 2008 π.χ. ο Σαρκοζύ, όπως ανέφεραν τα καθεστωτικά ΜΜΕ, απέσυρε το νομοσχέδιο μεταρρύθμισης του Λύκειου που είχε καταθέσει φοβούμενος την εξάπλωση του «ελληνικού σύνδρομου» στους γάλλους μαθητές. Αλλά και φέτος, μετά τη 5η του Μάη, έπεσε παγωμάρα στα διεθνή ΜΜΕ. Το βράδυ της επόμενης μέρας, που συνέπεσε με τις αγγλικές εκλογές, οι ιστοσελίδες των βρεταννικών εφημερίδων ασχολούνταν με την ελληνική κρίση και δευτερευόντως με τα αποτελέσματα. Να γιατί η Ελλάδα είναι ο όντως ο αδύναμος κρίκος του διεθνούς συστήματος: είτε, με την εφαρμογή νεοφιλελεύθερης θεραπείας-σοκ, ως εργαστήρι της «λατινοαμερικανοποίησης» της Ευρώπης, είτε ως χώρας όπου αυτές οι πολιτικές θα ανατραπούν από το λαϊκό κίνημα. Το στοίχημα, και για τις δυό πλευρές, είναι πραγματικά τεράστιο.
- Δραματικές αποδεικνύονται κι οι αλλαγές που προωθούνται στον χαρακτήρα της ΕΕ, ώστε να υλοποιηθεί αυτή η πολιτική. Θεωρείς αυτές τις αλλαγές αντιστρέψιμες;
- Δεν θα έλεγα ότι ο χαρακτήρας της ΕΕ αλλάζει δραματικά, τουλάχιστον αν λάβουμε υπ’ όψη την πορεία της ονομαζόμενης «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» μετά το 1986, με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, και τις κατοπινές συνθήκες του Μάαστριχτ (1992), που έθεσε τα θεμέλια της ΟΝΕ, και της Λισαβώνας. Από τότε μπορούμε να πούμε ότι η ΕΟΚ/ΕΕ οικοδομείται ως ένας μηχανισμός «κλειδώματος» του νεοφιλελευθερισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο και προληπτικής καταστολής κάθε ενδεχόμενης παρέκκλισης από τέτοιες επιλογές. Αυτό σημαίνει δυό πράγματα: πρώτον ότι καμμία, δεν λέω καν αντικαπιταλιστική, απλά αντινεοφιλελεύθερη πολιτική δεν μπορεί να εφαρμοσθεί χωρίς ρήξη με αυτό το πλαίσιο. Δεύτερον, είναι εντελώς αδόκιμο να μιλάμε για «δημοκρατικό έλλειμα» στην ΕΕ, που θα μπορούσε να καλυφθεί με κάποιες κατάλληλες μεταρρυθμίσεις. Τα κέντρα των αποφάσεων είναι μακρυά από κάθε λαϊκό έλεγχο, ακόμη και αυτόν που επιτρέπει ο κλασσικός αστικός κοινοβουλευτισμός, γιατί είναι εξ’αρχής στραμμένα ενάντια σε οποιαδήποτε έννοια λαϊκής κυριαρχίας και λαϊκού συμφέροντος. Αποτελεί π. χ. σκάνδαλο ότι ονομάζεται «κοινοβούλιο» ένας θεσμός όπως η Ευρωβουλή που δεν διαθέτει την δυνατότητα νομοθετικής πρωτοβουλίας που αποτελεί την πεμπτουσία οποιουδήποτε εθνικού κοινοβουλίου και που χρησιμεύει ως όργανο συμβολικής επικύρωσης των αποφάσεων μιας ουσιαστικά ανεξέλεγκτης γραφειοκρατίας. Αυτό βέβαια το έχουν αντιληφθεί οι πολίτες των χωρών της ΕΕ, που απέχουν όλο και πιο μαζικά από τις εκλογές για αυτό το κατ’ όνομα μόνο ευρω-«κοινοβούλιο».
Είναι πλέον σαφές ότι η «υπαρκτή ΕΕ» είναι ένα αντιδημοκρατικό τερατούργημα, που καταστρέφει την ίδια την έννοια της πολιτικής, όπως έχει τονίσει στις παρεμβάσεις του ο Κώστας Δουζίνας, και την υποκαθιστά με έναν «αυτόματο πιλότο» τεχνοκρατικής διαχείρισης του νεοφιλελεύθερου δόγματος. Το καθεστώς «επιτήρησης» της χώρας μας, με τις τακτικές επισκέψεις των υπαλλήλων της «τρόϊκας» που ελέγχουν την εφαρμογή του Μνημονίου, αποτελεί εύγλωτη απεικόνιση αυτού του κατήφορου. Και εδώ αυτό που επισημαίνεις στην ερώτησή σου έχει βάση: σε συνθήκες κρίσης εκδηλώνεται όλο το δυναμικό αυταρχικής εκτροπής που εμπεριέχουν αυτοί οι θεσμοί. Δεν πρόκειται για κάποια αριστερίστικη κριτική αλλά για διαπίστωση που κάνει μεγάλο κομμάτι του νομικού κόσμου και στην οποία βασίζονται οι προσφυγές κατά του Μνημονίου που έχουν καταθέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας διάφοροι Δικηγορικοί Σύλλογοι. Υπάρχει θέμα κατάλυσης του Συντάγματος και εγκαθίδρυσης «καθεστώτος εξαίρεσης», ειδικά στον τρόπο με το οποίο καταργείται όλο το πλαίσιο συλλογικής διαπραγμάτευσης των εργασιακών σχέσεων, παρακάμπτεται το κοινοβούλιο από τη διαδικασία υιοθέτησης νέων μέτρων ή που μεθοδεύεται η εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού δημοσίου.
Ήρθε η ώρα η Αριστερά να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα, ειδικότερα το κομμάτι εκείνο που πίστευε, καλώς ή κακώς, στη δυνατότητα αλλαγής εκ των έσω της ΕΕ, και από το οποίο προέρχομαι και εγώ. Γι αυτό πιστεύω πως οι διαφοροποιήσεις μέσα στον Συνασπισμό, με πρωτεύοντα τον ρόλο του Παναγιώτη Λαφαζάνη και του Αριστερού Ρεύματος, έχουν μεγάλη σημασία γιατί εκφράζουν την μεταστροφή που συντελέστηκε στη στάση ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στην ΕΕ.
- Πως ερμηνεύεις και αξιολογείς το ενδιαφέρον που υπάρχει στο εξωτερικό και ιδίως από την Αριστερά για τις εξελίξεις στην Ελλάδα;
- Όπως είπα και προηγουμένως, το ενδιαφέρον «από τα κάτω» είναι εντυπωσιακό. Η Ελλάδα είναι μια αναφορά και μια ελπίδα για τα κινήματα και την προοδευτική κοινή γνώμη διεθνώς. Αυτό είναι κάτι που το είχαμε ήδη διαπιστώσει, σαν Ελληνες της διασποράς, το Δεκέμβρη του 2008, με τις δεκάδες εκδηλώσεις αλληλεγγύης ανά τον κόσμο και τη δίψα για ενημέρωση και συζήτηση για τα γεγονότα.
Η εικόνα είναι δυστυχώς λιγότερο ενθαρρυντική όταν στρέφουμε το βλέμμα στα κόμματα και τις οργανώσεις της Αριστεράς. Θα δώσω δύο μόνο παραδείγματα, από την πρόσφατη προσωπική μου εμπειρία σε δύο ευρωπαϊκές χώρες. Στη Γαλλία, το ΚΚ μάζευε την άνοιξη υπογραφές για ένα κείμενο συμπαράστασης στον ελληνικό λαό με το εξής αίτημα: τη μείωση του επιτοκίου του δανείου που προβλέπει ο ονομαζόμενος «μηχανισμός στήριξης» και την ευθυγράμμισή του με το επιτόκιο με το οποίο δανειοδοτούνται οι ιδιωτικές τράπεζες. Δηλαδή με χαμηλότερο επιτόκιο, και ίσως το «κούρεμα» ενός μέρους του, η αφαίμαξη του ελληνικού λαού προς χάρην της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, δηλαδή των γαλλογερμανικών τραπεζών που είναι οι κύριοι κάτοχοι των τίτλων αυτού του χρέους, μπορεί να συνεχίζεται στο διηνεκές με τη σύμφωνη γνώμη του ΚΚ Γαλλίας!
Στην Πορτογαλία τώρα, οι βουλευτές του Μπλόκου της Αριστεράς, που θυμίζω ότι δημιουργήθηκε από τη σύγκλιση δύο βασικών συνιστωσών της άκρας αριστεράς (τροτσκιστές και, κυρίως, μαοϊκοί) και εκπροσωπεί πάνω από 10% του εκλογικού σώματος, ψήφισαν στο κοινοβούλιο υπέρ του Μνημονίου. Είχα πάει τον Μάιο στη Λισαβώνα και μίλησα με τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κόμματος, που είναι από τη μαοϊκή συνιστώσα, και με τον υποψήφιό στις τελευταίες προεδρικές εκλογές, Φρανσίσκο Λούσα, που είναι μέλος της 4ης Διεθνούς. Οταν τους είπα ότι σε διάφορους χώρους της Αριστεράς στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου ενός μεγάλου τμήματος του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ, συζητούνται προτάσεις του τύπου στάση πληρωμών και έξοδος από το ευρώ, πραγματικά σοκαρίστηκαν. «Αυτά είναι καθαρή τρέλλα» μου είπαν επί λέξει.
Το περίεργο εδώ είναι ότι αυτά που φαίνονται «καθαρή τρέλλα» σε έναν πορτογάλο μαοϊκό και έναν τροτσκιστή αποτελούν πολύ σοβαρές προτάσεις για μετριοπαθείς κεϋνσιανούς άλλων χωρών, ιδιαίτερα στον αγγλόφωνο κόσμο. Θα αναφέρω εδώ τα ονόματα των Στίγκλιτς και Κρούγκμαν. Όχι πως συμφωνούν αλλά ξέρουν ότι κάτι αντίστοιχο μπορεί να εξαναγκασθούν να κάνουν ακόμη και αστικές κυβερνήσεις, όπως αυτή του Κίρχνερ στην Αργεντινή, όταν είναι αντιμέτωπες με την πραγματικότητα μιας διαλυμένης οικονομίας και την εξέγερση μιας κοινωνίας σε απόγνωση. Πως εξηγείται αυτό; Πολύ απλά από το γεγονός ότι αυτοί οι κεϋνσιανοί δεν είναι τυφλωμένοι από τα ιδεολογήματα του ευρωπαϊσμού στα οποία φοβάμαι ότι έχει παραδοθεί η πλειοψηφία της Αριστεράς στην Ευρώπη, ακόμη και οι πιο ριζοσπαστικές της τάσεις.
«Προέχει ο αγώνας σε εθνικό επίπεδο»
- Αυτά που λες είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. Θεωρείς ότι υπάρχει κίνδυνος απομόνωσης του αγώνα του ελληνικού λαού ενάντια στο Μνημόνιο;
- Όπως είπα και προηγουμένως υπάρχει μια μεγάλη αντίφαση ανάμεσα στον διεθνή απήχηση του λαϊκών αντιστάσεων όπως εκδηλώνονται στην Ελλάδα και στην τοποθέτηση των κομμάτων, και κυρίως των ηγεσιών τους. Πρέπει να στηριχθούμε στο πρώτο για να αλλάξουμε το δεύτερο. Για να το πω διαφορετικά, πιστεύω πως ο αντίκτυπος μελλοντικής κοινωνικής αναταραχής στην Ελλάδα μπορεί να ταρακουνήσει την προοδευτική κοινή γνώμη διεθνώς και να βγάλει κόμματα και οργανώσεις από το σημερινό τους λήθαργο. Χρειάζεται βέβαια και να σπρώξουν κάπως τα πολιτικά υποκείμενα, οι συνιστώσες της ελληνικής Αριστεράς και τα συνδικάτα. Η αναθέρμανση κοινωνικών αγώνων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ενάντια σε παρόμοιες πολιτικές, έστω και σε λιγότερο επιθετική εκδοχή, μπορεί επίσης να συμβάλλει σημαντικά.
Υπάρχει εδώ ένα πρόβλημα καθοριστικής σημασίας, και πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ένα βασικό σημείο: ο αγώνας δίνεται πρώτα στο εθνικό πλαίσιο, γιατί εκεί είναι που θα κριθεί η ικανότητα του κινήματος να ανατρέψει τις επιλογές της κυβέρνησης με τις πλάτες του ΔΝΤ και της ΕΕ. Δίνεται όμως και στο διεθνές πεδίο, της ΕΕ και ευρύτερα. Οι συμμαχίες με τα κινήματα, τις αριστερές κοινωνικές και πολιτικές οργανώσεις των άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι πρωτίστης σημασίας για την έκβαση αυτής της μάχης, σε όλες τις φάσεις της διαμόρφωσης του συσχετισμού δύναμης. Αποτελεί συστατικό στοιχείο του της πάλης για την ανατροπή του Μνημονίου στην Ελλάδα, η κατανόηση της φύσης του από την κοινή γνώμη των χωρών της ΕΕ.
Ο ρόλος των συμμαχιών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο γίνεται βέβαια απόλυτα καθοριστικός στην προοπτική ανόδου στην εξουσία ενός διαφορετικού πολιτικού και κοινωνικού μπλοκ, μιας λαϊκής κυβέρνησης που θα υλοποιήσει τις προτάσεις που αναφέραμε: στάση πληρωμών, έξοδος από το ευρώ, εθνικοποίηση των τραπεζών κλπ. Εδώ χρειάζονται ευθύς εξ’αρχής διεθνή στηρίγματα. Ας κοιτάξουμε την πρόσφατη σχετική εμπειρία: ο Τσάβες, ο Μοράλες, ο Κορέα στο Εκουαδόρ, ακόμη και ο Κίρχνερ όταν έκαναν μερική στάση πληρωμών, ήξεραν ότι δεν μπορούν να προχωρήσουν στο εσωτερικό τους μέτωπο χωρίς στηρίγματα πρώτα απ’ όλα στο φυσικό τους χώρο, τη Λατινική Αμερική, και κατόπιν στον υπόλοιπο κόσμο. Γι αυτό και αναπτύσσουν αυτή την πολυσχιδή εξωτερική πολιτική που καλύπτει όλα τα πεδία, από τα Κοινωνικά Φόρουμ, τις σχέσεις μεταξύ κομμάτων, π.χ. η πρόταση του Τσάβες για νέα Διεθνή, την οικονομία και τον πολιτισμό (με τη δημιουργία κοινής τράπεζας και τηλεόρασης σε πέντε χώρες της Λατινικής Αμερικής), έως τις διακρατικές συμφωνίες και ενώσεις.
Κάτι αντίστοιχο χρειάζεται και για τη Γηραιά Ηπειρό μας: τα βασικά προβλήματα είναι κοινά, το σύστημα εκμετάλλευσης και καταπίεσης το ίδιο. Σε αντίθεση με μας όμως οι αντίπαλοί μας είναι γερά συντονισμένοι μεταξύ και ξέρουν να παραμερίζουν τις διαφορές τους όταν αισθάνονται να απειλούνται. Αυτή είναι η αντικειμενική βάση ενός νέου διεθνισμού, που δεν έχει βέβαια καμμιά σχέση με την αποδοχή του πλαισίωου της ΕΕ. Είναι ακριβώς το αντίθετο μάλιστα: σε αντίθεση με τα ατέλειωτα ευχολόγια και την πολιτική ανημπόρια του «αριστερού ευρωπαϊσμού», ο νέος διεθνισμός θα διαμορφωθεί μέσα στους αγώνες για την αποσύνδεση απ’ αυτό το πλαίσιο, με στόχο τη διάλυσή του. Αυτός είναι και ο όρος για τη δημιουργία μιας πραγματικά διαφορετικής Ευρώπης.
Είναι άμεση ανάγκη όσες δυνάμεις στρατεύονται σε μια τέτοια προοπτική να αναλάβουν σχετικές πρωτοβουλίες. Πιστεύω πως το συνέδριο που θα οργανώσει τον Οκτώβρη στην Αθήνα το Βήμα Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς μαζί με την Πρωτοβουλία Καλλιτεχνών και Διανοουμένων ενάντια στο ΔΝΤ, με πλούσιες διεθνείς συμμετοχές, θα είναι ένα πρώτο βήμα σ’αυτήν την κατεύθυνση. Θα αναφέρω επίσης την ιστοσελίδα που φτιάξαμε, μια μικρή ομάδα πανεπιστημιακών και φοιτητών με έδρα το Λονδίνο, το Greek Left Review, που προβάλλει υλικό σε αγγλική γλώσσα για την Ελλάδα γραμμένο από αριστερή σκοπιά. Φανταστείτε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε αν είχαμε τις πλάτες ενός οργανωμένου φορέα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου