Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011

Το πραξικόπημα στον Ισημερινό και η ευρύτερη σημασία του

 Σαν αντίλογος σe προηγούμενο άρθρο για όποιον έχει όρεξη και χρόνο

antigeitonies.blogspot.com
του Τζέιμς Πέτρας*



Το αποτυχημένο στρατιωτικο-αστυνομικό πραξικόπημα στον Ισημερινό, που έγινε στις 30 Σεπτέμβρη, δημιούργησε πολλά ερωτηματικά σχετικά με το ρόλο των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην επιχειρηματική ολιγαρχία καθώς και για τα αριστερά κοινωνικά κινήματα, τις ινδιάνικες οργανώσεις και τα πολιτικά τους κόμματα.
Ενώ ο πρόεδρος Κορέα και όλες οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής καθώς και σημαντικά τμήματα της κοινής γνώμης στον Ισημερινό περιέγραψαν τις βίαιες αυτές ενέργειες σαν πραξικόπημα, το βασικό όργανο της Γουόλ Στριτ, η Wall
Street Journal τις θεώρησε «διαμαρτυρία των αστυνομικών». Εκπρόσωποι της Γκόλντμαν Σακς και του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων αναφέρθηκαν στην αστυνομική και στρατιωτική προσπάθεια αρπαγής της εξουσίας από την δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση σαν μια «πολιτική κρίση» που προκλήθηκε από τον ίδιο τον πρόεδρο. Όσο το πραξικόπημα ήταν σε εξέλιξη
το «ινδιάνικο» κίνημα CONAIE εξαπέλυσε ένα μανιφέστο όπου καταδίκαζε την κυβέρνηση, ενώ το «ινδιάνικο» κόμμα Pachakutik υποστήριξε την εκδίωξη του προέδρου και στήριξε το αστυνομικό πραξικόπημα ονοματίζοντας το «δίκαιες ενέργειες δημοσίων υπαλλήλων».
Συνοπτικά οι ιμπεριαλιστές υποστηρικτές του πραξικοπήματος, τμήματα της ελίτ του Ισημερινού και ινδιάνικα κινήματα υποβάθμισαν τη βίαιη εξέγερση της αστυνομίας ώστε να δικαιολογήσουν τη στήριξη σ΄ αυτό θεωρώντας την ως μια «νόμιμη οικονομική διαμαρτυρία». Μ΄ άλλα λόγια το θύμα του πραξικοπήματος της ελίτ παρουσιάστηκε σαν ο καταπιεστής της λαϊκής θέλησης. Το ερώτημα αν υπήρξε πραξικόπημα ή όχι είναι θεμελιακό στο να καταδειχτεί αν η κυβέρνηση δικαιολογείται στην καταστολή της αστυνομικής εξέγερσης και αν το δημοκρατικό σύστημα κινδύνεψε.

Τα γεγονότα

Η αστυνομία δεν «διαμαρτυρήθηκε» απλώς ενάντια στην οικονομική πολιτική. Αντίθετα κατέλαβαν τη Βουλή και προσπάθησαν να καταλάβουν δημόσια κτήρια και γραφεία εφημερίδων. Η αεροπορία – ή τουλάχιστον τμήματα της που συνεργάστηκαν με την αστυνομία – κατέλαβαν το αεροδρόμιο του Κίτο και με συνδυασμένες ενέργειες κατέλαβαν και μπλόκαραν στρατηγικά οδικά σημεία . Ο πρόεδρος Κορέα έγινε στόχος επίθεσης, πιάστηκε και κρατήθηκε όμηρος από ένοπλες ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις οι οποίες αντιστάθηκαν βίαια στις Ειδικές Δυνάμεις του στρατού που τελικά τον απελευθέρωσαν μετά από συγκρούσεις που επέφεραν πολλούς τραυματίες και δέκα νεκρούς. Είναι ξεκάθαρο ότι οι ηγέτες της αστυνομικής εξέγερσης είχαν πιο πολλά στο μυαλό τους από μια απλή «διαμαρτυρία» για την κατάργηση των δώρων. Είχαν στόχο την ανατροπή του προέδρου. Οι αρχικές οικονομικές διεκδικήσεις των δημοσίων υπαλλήλων χρησιμοποιήθηκαν σαν εφαλτήριο για την ανατροπή του καθεστώτος.
Το γεγονός ότι το πραξικόπημα απέτυχε είναι εν μέρει αποτέλεσμα της δυναμικής και δραματικής έκκλησης του προέδρου προς το λαό να βγει στους δρόμους και να υπερασπιστεί τη δημοκρατία, μια έκκληση που είχε σαν αποτέλεσμα χιλιάδες υποστηρικτές να ανταποκριθούν και να στερήσουν έτσι από τους πραξικοπηματίες την όποια λαϊκή στήριξη.
Όλα τα γεγονότα δείχνουν ότι έγινε μια βίαιη απόπειρα από την αστυνομία και τμήματα του στρατού να καταλάβουν την εξουσία και να εκδιώξουν τον πρόεδρο – ο ορισμός δηλαδή του πραξικοπήματος. Κι αυτό το κατάλαβαν αμέσως όλες οι λατινοαμερικάνικες κυβερνήσεις, δεξιές ή αριστερές, μερικές από τις οποίες έκλεισαν αμέσως τα σύνορα τους και απείλησαν να διακόψουν τις διπλωματικές σχέσεις αν το πραξικόπημα πετύχαινε. Η μόνη εξαίρεση ήταν η Ουάσιγκτον, της οποίας η πρώτη αντίδραση δεν ήταν η καταδίκη αλλά η αναμονή μέχρι να δουν το αποτέλεσμα ή όπως είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος «παρακολουθούμε τα γεγονότα», αναφερόμενος στην εξέγερση σαν «διαμαρτυρία» απέναντι στην κυβερνηση. Όταν η Ουάσιγκτον διαπίστωσε ότι στο πραξικόπημα αντιτάχτηκαν ενεργά ο λαός του Ισημερινού, όλες οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής και ο βασικός κορμός των ενόπλων δυνάμεων και ότι το πραξικόπημα απέτυχε, η υπουργός Εξωτερικών Κλίντον τηλεφώνησε στον Κορέα και ανακοίνωσε τη «στήριξη» των ΗΠΑ προς την κυβέρνηση του, αναφερόμενη στο πραξικόπημα απλά σαν μια «διακοπή της δημοκρατικής τάξης».
Σ΄ όλη τη διάρκεια της αποκατάστασης της δημοκρατίας, τα εργατικά συνδικάτα ήταν παθητικοί παρατηρητές, καμία γενική απεργία δεν κηρύχτηκε ούτε έγιναν μαζικές κινητοποιήσεις. Η αντίδραση των ανώτερων στρατιωτικών αξιωματούχων ήταν γενικά κατά του πραξικοπήματος, εκτός ίσως της αεροπορίας που κατέλαβε το κεντρικό αεροδρόμιο του Κίτο το οποίο και παρέδωσε στην αντι-ναρκωτική μονάδα της αστυνομίας. Η αντι-ναρκωτική αστυνομία ήταν από τους πρωτεργάτες του πραξικοπήματος. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι η μονάδα αυτή ήταν υπό αμερικανική εκπαίδευση και κατήχηση τα τελευταία πέντε χρόνια.

Εξηγήσεις για τις διαφορετικές αντιδράσεις στο πραξικόπημα

Οι αντιδράσεις στο πραξικόπημα και οι ερμηνείες του διαφοροποιούνται ανάλογα με τα διαφορετικά αντικειμενικά συμφέροντα και τις υποκειμενικές αντιλήψεις. Τα λατινοαμερικάνικα καθεστώτα καταδίκασαν ομόφωνα το πραξικόπημα φοβούμενα ένα ντόμινο στην περιοχή, όπου επιτυχημένα πραξικοπήματα (όπως το περσινό στην Ονδούρα) θα ενθάρρυναν τους στρατιωτικούς και την αστυνομία στις δικές τους χώρες. Οι μνήμες του πρόσφατου παρελθόντος όπου οι στρατιωτικοί διέλυσαν κάθε αντιπροσωπευτικό θεσμό και φυλάκισαν, βασάνισαν, σκότωσαν και εξόρισαν πολιτικούς ηγέτες ήταν βασικός παράγοντας στην κραυγαλέα καταδίκη. Δεύτερο, η παρούσα πολιτική κατάσταση ευνοεί την καπιταλιστική τάξη σε όλες σχεδόν τις λατινοαμερικάνικες χώρες και παρέχει τη βάση για πολιτική σταθερότητα και ευμάρεια της ελίτ. Κανένα ισχυρό μαζικό κίνημα δεν απειλεί την καπιταλιστική κοινωνικο-οικονομική ηγεμονία, πράγμα που θα ωθούσε την οικονομική ελίτ να στηρίξει ένα πραξικόπημα.
Οι υποστηριχτές του Κορέα βγήκαν στους δρόμους αλλά όχι σε τόσο μαζικό επίπεδο όσο στα καλέσματα για το διώξιμο του πρώην προέδρου Λούτσιο Γκουτιέρεζ. Ήταν κατά βάση κομματικά μέλη. Άλλοι υποστήριξαν τα «αντι-ιμπεριαλιστικά» του μέτρα (διώξιμο της αμερικάνικης στρατιωτικής βάσης της Μάντα) ή υπεράσπισαν τους δημοκρατικούς θεσμούς αν και κριτικάριζαν την πρόσφατη πολιτική του.
Η αμερικάνικη ταλάντευση, από την αρχική άρνηση να καταδικάσει το πραξικόπημα μέχρι την τελική αποκήρυξη, βασίστηκε στους μακρόχρονους δεσμούς με τους στρατιωτικούς αλλά κυρίως την αστυνομία. Ανάμεσα στα 2006 και το 2010 η αμερικάνικη στρατιωτική και αστυνομική βοήθεια έφτασε τα 94 εκ. $ από τα οποία τα 89 εκ. $ διοχετεύτηκαν στον «πόλεμο κατά των ναρκωτικών». Από το 2006 ως το 2008 οι εκπαιδευόμενοι στρατιωτικοί και αστυνομικοί έφτασαν τους 931 από τους οποίους οι 526 ενσωματώθηκαν στα «αντι-ναρκωτικά προγράμματα». Ακριβώς το αντι-ναρκωτικό κομμάτι της αστυνομίας ήταν αυτό που έπαιξε το βασικό ρόλο στην κατάληψη του αεροδρομίου του Κίτο στη διάρκεια του αποτυχημένου πραξικοπήματος. Οι ΗΠΑ είχαν σίγουρα πολλά κίνητρα για ένα πραξικόπημα. Ο Κορέα ήρθε στην εξουσία διώχνοντας τον φιλο-αμερικάνο Λούτσιο Γκουτιέρεζ και αποδεκατίζοντας τα ολιγαρχικά κόμματα που ήταν υπεύθυνα για την «δολαριοποίηση» της οικονομίας και τον εναγκαλισμό τους με το δόγμα της ελεύθερης αγοράς της Ουάσιγκτον. Ο Κορέα αμφισβήτησε το εξωτερικό χρέος, αρνούμενος να πληρώσει χρέη που έγιναν υπό απατηλές συνθήκες. Αλλά περισσότερο απ΄ όλα ο Κορέα είναι σύμμαχος του προέδρου Τσάβεζ της Βενεζουέλας, είναι μέλος της ALBA (Μπολιβαριανή Συμμαχία για τη Λατινική Αμερική) και ισχυρός αντίπαλος της Κολομβίας, που είναι η βασική σύμμαχος των ΗΠΑ στην περιοχή.
Η πολιτική του Ισημερινού αδυνάτιζε τη στρατηγική των ΗΠΑ για την «περικύκλωση της Βενεζουέλας» από εχθρικά καθεστώτα. Έχοντας στηρίξει το πραξικόπημα κατά του προέδρου της Ονδούρας Ζελάγια, συμμάχου του Τσάβεζ, η Ουάσιγκτον θα κέρδιζε πολλά από ένα στρατιωτικο πραξικόπημα ενάντια σε ένα άλλο μέλος της ALBA. Η Ουάσιγκτον ακολουθεί μια «τριπλή στρατηγική». Πρώτον, διπλωματία με προσφορά αναβαθμισμένων σχέσεων, δεύτερο, υπονόμευση μέσω της χρηματοδότησης αστυνομίας και στρατού και, τρίτο, χρηματοδότηση μέσω της AID, της NED (Εθνικό Ίδρυμα για τη Δημοκρατία), της Παγκόσμιας Τράπεζας και τμημάτων ΜΚΟ του ινδιάνικου κινήματος Pachacutik και αντιφρονούντων ομάδων που συνδέονται με τον Λούτσιο Γκουτιέρεζ.
Η ηγεσία του ινδιάνικου κινήματος διαφοροποιήθηκε στην αντιμετώπιση του πραξικοπήματος. Η πιο ακραία θέση υιοθετήθηκε από το ετοιμοθάνατο κόμμα Pachacutik (δέκτη αμερικάνικης βοήθειας) το οποίο στην πράξη ενστερνίστηκε το πραξικόπημα και κάλεσε τις μάζες να δημιουργήσουν ένα «ενωμένο μέτωπο», ένα κάλεσμα που δεν εισακούστηκε από κανέναν. Το κυρίως σώμα του ινδιάνικου κινήματος (CONAIE) υιοθέτησε μια περίπλοκη θέση, αρνήθηκαν ότι υπήρξε πραξικόπημα, αποκήρυξαν όμως την αστυνομική βία αλλά και προώθησαν μια σειρά αιτήματα και κριτικές προς την κυβέρνηση Κορέα. Δεν έγινε καμία προσπάθεια είτε να αντιταχτούν στο πραξικόπημα είτε να το στηρίξουν. Μ΄ άλλα λόγια, σε αντίθεση με το αγωνιστικό αντι-δικτατορικό παρελθόν του, το CONAIE κινήθηκε πρακτικά στο περιθώριο.
Η παθητικότητα του CONAIE και των περισσότερων συνδικάτων έχει τις ρίζες της στην προφανή διαφωνία τους με τις πολιτικές που προωθεί το καθεστώς Κορέα.

Η τρωτότητα του Κορέα: Η δεξιά στροφή του

Στη διάρκεια του αναδυόμενου κινήματος πολιτών πριν πέντε χρόνια, ο Ραφαέλ Κορέα έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αποπομπή του αυταρχικού, διεφθαρμένου και φιλο-ιμπεριαλιστικού καθεστώτος του Λούτσιο Γκουτιέρεζ. Μόλις εκλέχτηκε πρόεδρος έβαλε σε εφαρμογή ορισμένες από τις προεκλογικές του δεσμεύσεις: έδιωξε τους αμερικανούς από τη στρατιωτική βάση της Μάντα, αρνήθηκε να πληρώσει το ξένο χρέος που προήλθε από παράνομες δραστηριότητες, ανέβασε τους μισθούς και το κατώτατο μεροκάματο, παρείχε χαμηλότοκα δάνεια και πιστώσεις στις μικρές επιχειρήσεις. Επίσης υποσχέθηκε να συμβουλεύεται και να παίρνει υπ΄ όψη του τις θέσεις των κινημάτων των πόλεων και των ινδιάνων και να οδηγήσει τη χώρα σε καταστατικές εκλογές για νέο Σύνταγμα. Το 2007 ο Κορέα με το νέο του κόμμα Alianza Pais (Συμμαχία της Χώρας) κέρδισε τα δυο τρίτα των εδρών. Όμως η παγκόσμια κρίση οδήγησε σε μείωση των εσόδων και ο Κορέα έκανε στροφή στα δεξιά. Υπέγραψε επικερδή συμβόλαια με πολυεθνικές εξορυκτικές εταιρίες παραχωρώντας τους δικαιώματα εκμετάλλευσης σε περιοχές που διεκδικούνταν από αυτόχθονες κοινότητες χωρίς να τις συμβουλευτεί και παρά το ιστορικό καταστροφών, μόλυνσης του εδάφους, των υδάτων και του περιβάλλοντος. Όταν οι ντόπιες κοινότητες προσπάθησαν να μπλοκάρουν τις συμφωνίες ο Κορέα έστειλε το στρατό και κατέστειλε άγρια τους διαμαρτυρόμενους. Σε επόμενες απόπειρες συνομιλιών ο Κορέα άκουγε μόνον τον εαυτό του και έδιωξε τους ηγέτες των ινδιάνων αποκαλώντας τους «ληστές» και «οπισθοδρομικά στοιχεία» που μπλόκαραν τον «εκσυγχρονισμό της χώρας».
Κατόπιν ο Κορέα πέρασε στην επίθεση ενάντια στους δημόσιους υπάλληλους, προωθώντας νομοθεσία όπου περικόπτονταν οι μισθοί, τα δώρα και οι προαγωγές, και αρνήθηκε να επικυρώσει συμφωνίες ανάμεσα στα συνδικάτα και τους νομοθέτες. Με τον ίδιο τρόπο ο Κορέα πέρασε νέους νόμους για τη διοίκηση των πανεπιστημίων αποξενώνοντας τον έτσι από τους καθηγητές, τους διοικητικούς και τους φοιτητές. Η δημοτικότητα του στους μισθωτούς και τα μεσοστρώματα δέχτηκε νέο πλήγμα με τον αυταρχικό τρόπο που προωθούσε τα σχέδια του, την υποτιμητική γλώσσα που χρησιμοποιούσε κατά των συνομιλητών του και την επιμονή του στο ότι οι συνομιλίες ήταν απλά ένα μέσο για να δυσφημίσει τους συνομιλητές του.
Αντίθετα με τον ισχυρισμό του Κορέα ότι ο ίδιος θα ήταν ο πρωτοπόρος του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα», ήταν ο οργανωτής μιας καθαρά προσωπικής στρατηγικής ενός καπιταλισμού του 21ου αιώνα, που θα βασίζεται στη δολαριοποιημένη οικονομία, στις μεγάλες ξένες επενδύσεις στην εξόρυξη, το πετρέλαιο και τις χρηματιστικές υπηρεσίες παράλληλα με την κοινωνική λιτότητα.
Η «δεξιά στροφή» του Κορέα βασίστηκε επίσης στην πολιτική και οικονομική στήριξη από τη Βενεζουέλα και τους συμμάχους της στην Κούβα και τη Βολιβία. Σαν αποτέλεσμα ο Κορέα έπεσε από τις δυο βάρκες που πατούσε: από τη μια έχασε την υποστήριξη της κοινωνικής αριστεράς λόγω της «εξαγωγικής» οικονομικής πολιτικής του και τα προγράμματα λιτότητας, ενώ από την άλλη δεν εξασφάλισε τη στήριξη των ΗΠΑ λόγω των δεσμών του με τον Τσάβεζ και την Κούβα.
Σαν αποτέλεσμα ο Κορέα αποξενώθηκε τόσο πολύ από τα ινδιάνικα και τα κοινωνικά κινήματα που δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει παρά πολύ περιορισμένη «δύναμη στους δρόμους» ώστε να αποτρέψει το πραξικόπημα. Εξίσου σημαντικό ήταν το γεγονός ότι οι ΗΠΑ και οι συνεργάτες τους είδαν στην μείωση της οργανωμένης στήριξης στον Κορέα και στην άνοδο της κοινωνικής διαμαρτυρίας μια ευκαιρία να κάνουν ένα «δοκιμαστικό» πραξικόπημα μέσω των πιο εξαρτημένων συνεργατών τους στην αστυνομία και κατά δεύτερο λόγο στην αεροπορία. Η εξέγερση της αστυνομίας ήταν μια δοκιμή που ενθαρρύνθηκε χωρίς δέσμευση και αναμενόταν η επιτυχία ή η αποτυχία. Αν το αστυνομικό πραξικόπημα κατάφερνε να εξασφαλίσει σημαντική στρατιωτική στήριξη η Ουάσιγκτον και η πολιτική ολιγαρχία θα μπορούσαν να παρέμβουν, να καλέσουν για «διαπραγματεύσεις» που είτε θα κατέληγαν στην αποπομπή του Κορέα είτε θα τον «μετέτρεπαν» σε «πραγματιστή» πελάτη τους. Μ΄ άλλα λόγια, ένα «επιτυχημένο» πραξικόπημα θα εξάλειφε άλλον ένα σύμμαχο του Τσάβεζ αλλά ακόμη και ένα αποτυχημένο πραξικόπημα θα έστελνε μήνυμα στον Κορέα για το τι του επιφυλάσσεται για το μέλλον.

Σαν Συμπέρασμα

Το πραξικόπημα κατέληξε σε φάρσα. Οι πραξικοπηματίες δεν υπολόγισαν σωστά την υποστήριξη τους μέσα στο στρατό αλλά και στους διαμαρτυρόμενους ινδιάνους και τα συνδικάτα. Έμειναν μόνοι χωρίς δόξα και επιτυχία. Μη έχοντας εθνικούς ηγέτες ούτε μια συνεκτική στρατηγική, κατεστάλησαν σε λίγες ώρες. Δεν υπολόγισαν καλά την επιθυμία των ΗΠΑ να δεσμευτούν από τη στιγμή που διαπίστωσαν ότι οι πραξικοπηματίες δεν είχαν κάποιον αντίκτυπο μέσα στο στρατό και ήταν τελείως ανίκανοι. Αυτό που άρχισε σαν πραξικόπημα κατέληξε σε κωμική όπερα με μια σύντομη ανταλλαγή πυρών με το στρατό στο νοσοκομείο της αστυνομίας.
Από την άλλη το γεγονός ότι ο Κορέα αναγκάστηκε στο τέλος να βασιστεί μόνο στις ειδικές δυνάμεις για να τον απελευθερώσουν από την ομηρία αποκαλύπτει την τραγωδία ενός δημοφιλούς ηγέτη. Ενός ηγέτη που ξεκίνησε με τεράστια λαϊκή στήριξη υποσχόμενος να εφαρμόσει επιτέλους την αγροτική μεταρρύθμιση για τους καμπεσίνος (αγρότες), να διαπραγματευτεί με τους ινδιάνους σχετικά με την κυριότητα τους πάνω στον ορυκτό πλούτο, να ανταποκριθεί στα εργατικά αιτήματα για δικαιότερες αμοιβές και κατέληξε να επιστρέφει στο προεδρικό μέγαρο προστατευόμενος από στρατιωτικά άρματα.
Το αποτυχημένο πραξικόπημα στον Ισημερινό γεννά ένα μεγαλύτερο πολιτικό ερώτημα: μήπως το παρ΄ ολίγον τέλος του Κορέα σημαίνει το τέλος του πειράματος των «νέων κεντρο-αριστερών καθεστώτων» που αποπειράθηκαν να «ισορροπήσουν» ανάμεσα σε μια εξαγωγική οικονομία και σε μετριοπαθή κοινωνικά μέτρα; Η όλη επιτυχία των κεντρο-αριστερών καθεστώτων βασίστηκε στην ικανότητα τους να πριμοδοτούν και να προωθούν το αγροβιομηχανικό και εξορυκτικό ξένο και ντόπιο κεφάλαιο με ταυτόχρονη αύξηση της απασχόλησης, των μισθών και των προγραμμάτων κατά της φτώχειας. Αυτή η πολιτική φόρμουλα ενισχύθηκε από το μπουμ στη ζήτηση από μεριάς Ασίας και άλλων αγορών και από τις ιστορικά υψηλές τιμές των αγαθών. Όταν η κρίση χτύπησε το 2008 ο Ισημερινός ήταν ο πιο αδύναμος κρίκος στη Λατινική Αμερική καθώς ήταν δεμένος με το δολάριο και δεν μπορούσε ούτε να υποβοηθήσει την ανάπτυξη ούτε να ρίξει στα μαλακά την οικονομία. Σε συνθήκες κρίσης ο Κορέα κατέφυγε στην καταστολή των κοινωνικών κινημάτων και των συνδικάτων και έκανε μεγαλύτερες προσπάθειες να εξασφαλίσει τη στήριξη από τις πετρελαϊκές πολυεθνικές. Επιπλέον η αστυνομία και ο στρατός του Ισημερινού ήταν πολύ πιο ευπρόσβλητοι στην διείσδυση των αμερικάνικων υπηρεσιών λόγω της μεγάλης κλίμακας χρηματοδότησης και προγραμμάτων εκπαίδευσης, αντίθετα με τη Βολιβία και τη Βενεζουέλα που είχαν απελάσει αυτές τις υπονομευτικές υπηρεσίες. Αντίθετα με την Αργεντινή και τη Βραζιλία, ο Κορέα δεν είχε τη δυνατότητα να «κατευνάσει» διάφορους τομείς των κοινωνικών κινημάτων μέσω διαπραγματεύσεων και παραχωρήσεων. Φυσικά η διείσδυση των ιμπεριαλιστικά χρηματοδοτούμενων ΜΚΟ στις ινδιάνικες κοινότητες οι οποίες προωθούσαν το «διαχωρισμό» και την πολιτική της «ταυτότητας» δεν έκαναν εύκολο τον κατευνασμό.
Πάντως, παρά τις ιδιαιτερότητες του Ισημερινού, το αποτυχημένο πραξικόπημα υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η επίλυση βασικών κοινωνικο-οικονομικών παραπόνων, αν οι κεντρο-αριστεροί μακροοικονομικοί σχεδιασμοί είναι να πετύχουν.
Εκτός από τη Βενεζουέλα κανένα από τα κεντρο-αριστερά καθεστώτα δεν έκανε δομικές μεταρρυθμίσεις (αγροτική μεταρρύθμιση), εθνικοποιήσεις στρατηγικών τομέων ή αναδιανομή εισοδημάτων. Ακόμη και το καθεστώς Τσάβεζ έχασε μεγάλο μέρος της λαϊκής στήριξης εξαιτίας της παραμέλησης βασικών υπηρεσιών (δημόσια ασφάλεια, αποκομιδή σκουπιδιών, διανομή νερού, ηλεκτρική ενέργεια και διανομή τροφίμων) λόγω της διαφθοράς και της ανικανότητας. Όσο περνά ο καιρός τα κεντρο-αριστερά καθεστώτα δεν μπορούν να βασίζονται στους «χαρισματικούς» ηγέτες για να αντισταθμίσουν την έλλειψη δομικών αλλαγών. Τα καθεστώτα αυτά πρέπει να διατηρούν την αύξηση των μισθών και τη βελτίωση των υπηρεσιών σε ένα περιβάλλον «κοινωνικού διαλόγου». Η απουσία συνεχών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, όσο η αγρο-εξορυκτική ελίτ ευημερεί, ανοίγει την πόρτα στην επιστροφή της δεξιάς και προκαλεί διασπάσεις στις κοινωνικές συμμαχίες που στηρίζουν τα κεντρο-αριστερά καθεστώτα. Το πιο σημαντικό είναι ότι η κατάρρευση των κεντρο-αριστερών καθεστώτων δίνει την ευκαιρία στην Ουάσιγκτον να υπονομεύσει και να ανατρέψει τα καθεστώτα αυτά, να αντιστρέψει την σχετικά ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική τους και να επαναφέρει την ηγεμονία της.
Τα θεσμικά θεμέλια των κεντρο-αριστερών καθεστώτων είναι εύθραυστα παντού, ιδιαίτερα στην αστυνομία και το στρατό, επειδή η γραφειοκρατία είναι συνδεδεμένη σε κυβερνητικά προγραμματα με το στρατό των ΗΠΑ, τη ναρκο-αστυνομία και τις υπηρεσίες κατασκοπείας. Τα κεντρο-αριστερά καθεστώτα – εκτός της Βενεζουέλας – συνεχίζουν να συμμετέχουν σε κοινά στρατιωτικά προγράμματα. Η κεντρο-αριστερά δεν μεταρρύθμισε το κράτος. Εξίσου σημαντικό είναι το ότι έχουν διευρύνει την οικονομική βάση της φιλο-αμερικάνικης δεξιάς μέσω της αγρο-εξορυκτικής εξαγωγικής στρατηγικής τους. Έχουν αγνοήσει το γεγονός ότι η πολιτική σταθερότητα είναι προσωρινή και βασίζεται σε μια ισορροπία δυνάμεων που πρόεκυψε από τις λαϊκές εξεγέρσεις της περιόδου 2000-2005. Η κεντρο-αριστερά αγνοεί το γεγονός ότι όσο η καπιταλιστική τάξη ευημερεί, σαν αποτέλεσμα της εξαγωγικής στρατηγικής, τόσο θα ευημερεί και η πολιτική δεξιά. Και όσο ο πλούτος και η πολιτική ισχύς των εξαγωγικών ελίτ αυξάνονται και όσο η κεντρο-αριστερά στρέφεται προς τα δεξιά, όπως συνέβη με τον Κορέα, τόσο θα αυξάνονται οι κοινωνικές συγκρούσεις και οι πιθανότητες για ένα νέο κύκλο πολιτικών αναταραχών, αν όχι με την ψήφο τότε με τις σφαίρες – μέσω πραξικοπημάτων ή λαϊκών εξεγέρσεων.
Το πετυχημένο πραξικόπημα στην Ονδούρα το 2009 και το πρόσφατο αποτυχημένο πραξικόπημα στον Ισημερινό είναι συμπτώματα της βαθειάς κρίσης της «μετα-νεοφιλελεύθερης» πολιτικής. Η απουσία μιας σοσιαλιστικής εναλλακτικής, ο κατακερματισμός των κοινωνικών κινημάτων, ο εναγκαλισμός της πολιτικής της «ταυτότητας», αδυνατίζουν σε μεγάλο βαθμό μια αποτελεσματική οργανωμένη εναλλακτική σε περίπτωση που τα κεντρο-αριστερά καθεστώτα μπουν σε κρίση. Για την ώρα οι περισσότεροι «κριτικοί διανοούμενοι» παραμένουν προσκολλημένοι στην κεντρο-αριστερά ελπίζοντας σε μια «αριστερή στροφή», σε μια πολιτική διόρθωση, παρά στο να πάρουν τον δύσκολο αλλά αναγκαίο δρόμο της επανοικοδόμησης ενός ανεξάρτητου ταξικού σοσιαλιστικού κινήματος.


* Το άρθρο με ημερομηνία 10/9/2010 βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://petras.lahaine.org/articulo.php?p=1824, στα αγγλικά , από όπου και μεταφράστηκε από τον Αρη Λάμπρου για λογαριασμό της «Προλεταριακής Σημαίας». Η αναδημοσίευση δεν συνιστά απαραίτητα και συμφωνία με τις απόψεις που διατυπώνονται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου