ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣΣε λίγους μήνες συμπληρώνονται 95 χρόνια από τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία.
Η περίοδος που προηγήθηκε της Επανάστασης και ειδικά η περίοδος από τον Ιούνη μέχρι το Σεπτέμβρη του 1917 ήταν πολύ κρίσιμη για την προετοιμασία του μπολσεβίκικου κόμματος για νέα επαναστατική άνοδο.
Εκείνη την περίοδο αποδεικνύεται ο πλήρης συμβιβασμός των μενσεβίκων και των εσέρων με την αστική εξουσία, αποδεικνύεται ότι η ισορροπία ανάμεσα στην Προσωρινή Κυβέρνηση και τα Σοβιέτ μεταβάλλεται υπέρ της πρώτης με τα Σοβιέτ να διαμορφώνονται ως στηρίγματά της.
Τον Ιούλη του 1917 το επαναστατικό κίνημα είχε υποστεί μια προσωρινή ήττα, μετά το χτύπημα της διαδήλωσης των εργατών στην Πετρούπολη, οι μπολσεβίκοι είχαν τεθεί εκτός νόμου, ο Λένιν ήταν διωκόμενος κρυμμένος στο Ρασλίφ, οι συκοφαντίες ενάντια στους μπολσεβίκους έπεφταν βροχή, είχε ξεσπάσει ένα κύμα τρομοκρατίας με την ανοχή των σοβιέτ στα οποία κυριαρχούσαν οι μενσεβίκοι και οι εσέροι.
Σε αυτές τις συνθήκες ο Λένιν δεν διαμορφώνει γραμμή υποχώρησης, δεν προχωρά σε παραίτηση από την επαναστατική γραμμή παρά τις ταλαντεύσεις που υπάρχουν στο Κόμμα των μπολσεβίκων γύρω από αυτό το ζήτημα.
Ο Λένιν προβάλλει την ανάγκη εγκατάλειψης του συνθήματος «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» και στρέφει την προσοχή του Κόμματος στην προετοιμασία ένοπλης εργατικής εξέγερσης με στόχο την εργατική εξουσία.
Τα κείμενα που ακολουθούν είναι εκείνης της περιόδου.
-- Το οικονομικό χάος και η προλεταριακή καταπολέμησή του, Απαντα, τ. 32, σελ. 292-294
-- Μικροαστική θέση στο ζήτημα του Οικονομικού χάους, Απαντα, τ. 32, σελ. 247-249
-- Τρεις κρίσεις, Απαντα, τ. 32, σελ. 428-432
-- Σχετικά με το ζήτημα της παρουσίασης των Μπολσεβίκων ηγετών στο δικαστήριο, Απαντα, τ. 32, σελ. 433-434.
-- Σχετικά με τα Συνθήματα, Απαντα τ. 34, σελ. 10-17
ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΧΑΟΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΟΥ
Στο φύλλο αυτό δημοσιεύουμε την απόφαση για τα οικονομικά μέτρα πάλης ενάντια στο οικονομικό χάος, που ψηφίστηκε στη συνδιάσκεψη των εργοστασιακών επιτροπών.
Το βασικό νόημα αυτής της απόφασης είναι η αντιπαράθεση στην αστική και μικροαστική - γραφειοκρατική φλυαρία για έλεγχο των συνθηκών ενός πραγματικού ελέγχου των καπιταλιστών και της παραγωγής. Οι αστοί λένε ψέματα, όταν παρουσιάζουν σαν «έλεγχο» τα συστηματικά μέτρα που πήρε το κράτος για να εξασφαλίσει τριπλάσια, αν όχι δεκαπλάσια, κέρδη στους καπιταλιστές. Οι μικροαστοί μισοαπλοϊκά, μισοσυμφεροντολογικά παρέχουν εμπιστοσύνη στους καπιταλιστές και στο καπιταλιστικό κράτος, ικανοποιούμενοι με την πιο κενή γραφειοκρατική σχεδιομανία σχετικά με τον έλεγχο. Η απόφαση που είχε ψηφιστεί από τους εργάτες βάζει στην πρώτη γραμμή το κυριότερο: 1) τι πρέπει να γίνει, για «να μην περιφρουρηθούν» στην πράξη τα κέρδη των καπιταλιστών, 2) για να σπάσει το περίβλημα των εμπορικών μυστικών, 3) για να εξασφαλιστεί στους εργάτες η πλειοψηφία στα όργανα ελέγχου, 4) για να κατευθύνεται η οργάνωση (του ελέγχου και της καθοδήγησης), που είναι οργάνωση «παγκρατικής κλίμακας», από τα Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών και όχι από τους καπιταλιστές.
Χωρίς αυτά όλες οι συζητήσεις για έλεγχο και ρύθμιση είναι κούφια λόγια ή και απλή εξαπάτηση του λαού.
Και να που ενάντια σ' αυτή την αλήθεια, την ευκολονόητη για τον κάθε συνειδητό και σκεπτόμενο εργάτη, εξεγέρθηκαν οι ηγέτες της μικροαστικής μας τάξης, οι ναρόντνικοι και οι μενσεβίκοι («Ισβέστιγια», «Ραμπότσαγια Γκαζέτα»). Δυστυχώς, σ' αυτούς κατρακύλησαν αυτή τη φορά και οι συντάκτες της «Νόβαγια Ζιζν», που ταλαντεύονταν επανειλημμένα ανάμεσα σε μας και σ' αυτούς.
Οι σύντροφοι Αβίλοφ και Μπαζάροφ προσπαθούσαν να συγκαλύψουν το «πέσιμό» τους στο βούρκο της μικροαστικής ευπιστίας, συμβιβαστικότητας και γραφειοκρατικής σχεδιομανίας με επιχειρήματα που ηχούν μαρξιστικά. Ας εξετάσουμε αυτά τα επιχειρήματα.
Εμείς, οι πραβντιστές, υποστηρίζοντας την απόφαση του Οργανωτικού Γραφείου (που ψηφίστηκε από τη συνδιάσκεψη), απομακρυνόμαστε τάχα από το μαρξισμό και πλησιάζουμε στο συνδικαλισμό!! Ντροπή, σ. Αβίλοφ και Μπαζάροφ - μόνο η «Ρετς» και η «Γεντίνστβο» είναι ικανές για παρόμοια απροσεξία (ή παρόμοια διαστρέβλωση)! Στην απόφασή μας δεν υπάρχει ούτε ίχνος από κάτι παρόμοιο με το αστείο πέρασμα των σιδηροδρόμων στα χέρια των σιδηροδρομικών, των βυρσοδεψείων στα χέρια των βυρσοδεψεργατών, αλλά υπάρχει έλεγχος των εργατών, που περνάει σε πλήρη ρύθμιση της παραγωγής και της διανομής απομέρους των εργατών, σε «παγκρατική οργάνωση» ανταλλαγής σιτηρών με προϊόντα κτλ. (με «πλατιά συμμετοχή των συνεταιρισμών της πόλης και του χωριού»), υπάρχει η απαίτηση «να περάσει όλη η κρατική εξουσία στα χέρια των Σοβιέτ των εργατών, των στρατιωτών και αγροτών βουλευτών».
Μόνο άνθρωποι που δεν διάβασαν ως το τέλος την απόφαση ή δεν ξέρουν να διαβάζουν, θα μπορούσαν καλοπροαίρετα να διακρίνουν σ' αυτή συνδικαλισμό.
Και μόνο σχολαστικοί που κατάλαβαν το μαρξισμό όπως τον «κατάλαβε» ο Στρούβε και όλοι οι φιλελεύθεροι γραφειοκράτες, μπορούν να σκέπτονται έτσι: «είναι ουτοπία να υπερπηδήσουμε τον κρατικό καπιταλισμό», «ο ίδιος ο τύπος της ρύθμισης πρέπει να διατηρήσει και σε μας τον κρατικό - καπιταλιστικό χαρακτήρα».
Πάρτε το συνδικάτο ζάχαρης ή τους κρατικούς σιδηροδρόμους στη Ρωσία ή τους βασιλιάδες του πετρελαίου κτλ. Τι είναι αυτό, αν όχι κρατικός καπιταλισμός; Μπορεί λοιπόν «να υπερπηδήσει» κανείς αυτό που ήδη υπάρχει;
Η ουσία βρίσκεται ακριβώς στο ότι οι άνθρωποι που μετάτρεψαν το μαρξισμό σ' ένα είδος «αστικής αποστεωμένης» διδασκαλίας, παρεκκλίνουν από τα συγκεκριμένα καθήκοντα, από τα καθήκοντα που έχει βάλει η ζωντανή πραγματικότητα, η οποία στη Ρωσία συνένωνε στην πράξη τα συνδικάτα της βιομηχανίας με το μικροαγροτικό νοικοκυριό του χωριού, με δήθεν επιστημονικούς, στην πραγματικότητα όμως κενότατους συλλογισμούς, για «διαρκή επανάσταση», για «εισαγωγή» του σοσιαλισμού και άλλες ανοησίες.
Στην ουσία, στην ουσία! Λιγότερες προφάσεις, πιο κοντά στην πρακτική! Να αφήσουμε άθικτα τα κέρδη από τις πολεμικές προμήθειες, τα κέρδη που φτάνουν τα 500% και άλλα παρόμοια, ναι ή όχι; Να αφήσουμε απαραβίαστο το εμπορικό μυστικό, ναι ή όχι; Να δώσουμε στους εργάτες τη δυνατότητα για έλεγχο, ναι ή όχι;
Σ' αυτά τα συγκεκριμένα ερωτήματα δεν δίνουν απάντηση οι σ.σ. Αβίλοφ και Μπαζάροφ και - χωρίς να το προσέξουν οι ίδιοι - ξεπέφτουν στο ρόλο βοηθών της αστικής τάξης με τους «στρουβικούς» συλλογισμούς τους, που φαίνονται «σχεδόν μαρξιστικοί». Ο αστός τίποτε δεν επιθυμεί περισσότερο, από το να απαντούν στις ερωτήσεις του λαού σχετικά με τα σκανδαλώδη κέρδη των προμηθευτών του στρατού και σχετικά με το οικονομικό χάος, με «επιστημονικούς» συλλογισμούς για τον «ουτοπικό χαρακτήρα» του σοσιαλισμού.
Οι συλλογισμοί αυτοί είναι ανόητοι μέχρι γελοίου βαθμού, γιατί το αντικειμενικά ανέφικτο του σοσιαλισμού συνδέεται με το μικρό νοικοκυριό, που εμείς όχι μόνο δεν σκοπεύουμε να το απαλλοτριώσουμε, αλλά ούτε και να το ρυθμίσουμε, ούτε και να το ελέγξουμε.
Η «κρατική ρύθμιση», για την οποία οι μενσεβίκοι, οι ναρόντνικοι κι όλοι οι γραφειοκράτες (που παρέσυραν τους σ.σ. Αβίλοφ και Μπαζάροφ) μιλάνε για να αποφύγουν την απάντηση, σκαρώνουν σχέδια για να διαφυλάξουν τα κέρδη των καπιταλιστών, λένε παχιά λόγια για να διατηρήσουν απαραβίαστο το εμπορικό μυστικό, ακριβώς την κρατική αυτή ρύθμιση προσπαθούμε να την κάνουμε να μην είναι απάτη. Να πού βρίσκεται η ουσία, αγαπητοί σχεδόν μαρξιστές, και όχι στην «εισαγωγή» του σοσιαλισμού!
Οχι ρύθμιση και έλεγχος των εργατών απομέρους της τάξης των καπιταλιστών, αλλά αντίθετα - να πού βρίσκεται η ουσία του ζητήματος. Οχι εμπιστοσύνη στο «κράτος», πράγμα που αρμόζει σε Λουί Μπλαν, αλλά διεκδίκηση κράτους που να καθοδηγείται από τους προλετάριους και τους μισοπρολετάριους - να ποιος πρέπει να είναι ο αγώνας ενάντια στο οικονομικό χάος. Κάθε άλλη απόφαση είναι λόγια και απάτη.
«Πράβντα», αρ. φύλ. 73,
17 (4) του Ιούνη 1917
Δημοσιεύεται σύμφωνα με το κείμενο της εφημερίδας «Πράβντα»
ΜΙΚΡΟΑΣΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΣΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΧΑΟΥΣ
Η «Νόβαγια Ζιζν» δημοσιεύει σήμερα το σχέδιο απόφασης που πρότεινε ο σ. Αβίλοφ στη σύσκεψη των εργοστασιακών επιτροπών. Δυστυχώς, την απόφαση αυτή είναι κανείς υποχρεωμένος να τη θεωρήσει υπόδειγμα όχι μαρξιστικής, όχι σοσιαλιστικής, αλλά μικροαστικής αντιμετώπισης του ζητήματος. Και ακριβώς επειδή η απόφαση αυτή περικλείνει μέσα της εξαιρετικά ανάγλυφα όλες τις αδύνατες πλευρές των συνηθισμένων μενσεβίκικων και ναροντνικιστικών αποφάσεων των Σοβιέτ, ακριβώς γι' αυτό η απόφαση αυτή είναι χαρακτηριστική και αξίζει να προσεχτεί.
Το σχέδιο αρχίζει με μια θαυμάσια κοινοτοπία, με ένα υπέροχο κατηγορητήριο ενάντια στους καπιταλιστές: «Το σημερινό οικονομικό χάος... είναι συνέπεια του πολέμου και της ληστρικής αναρχικής διεύθυνσης της οικονομίας από τους καπιταλιστές και την κυβέρνηση...». Σωστά! Οτι το κεφάλαιο πιέζει, ότι είναι άρπαγας, ότι ακριβώς το κεφάλαιο είναι η πηγή της αναρχίας, σ' αυτό ο μικροαστός είναι πρόθυμος να συμφωνήσει με τον προλετάριο. Η διαφορά όμως ανάμεσα στον ένα και στον άλλο αρχίζει την ίδια στιγμή: Ο προλετάριος θεωρεί την οικονομία των καπιταλιστών αρπαχτική για να διεξαγάγει ενάντιά της ταξική πάλη, για να στηρίξει όλη την πολιτική του στην απόλυτη δυσπιστία απέναντι στην τάξη των καπιταλιστών, για να διακρίνει στο ζήτημα του κράτους, πρώτ' απ' όλα, ποια τάξη εξυπηρετεί το «κράτος», ποιας τάξης τα συμφέροντα προάγει. Το μικροαστό τον πιάνει κάποτε «λύσσα» ενάντια στο κεφάλαιο, όμως αμέσως ύστερα από την κρίση λύσσας ξαναγυρίζει στην εμπιστοσύνη προς τους καπιταλιστές, στις ελπίδες που στηρίζει στο «κράτος»... των καπιταλιστών!
Ετσι και ο σ. Αβίλοφ...
Μετά τη θαυμάσια, αποφασιστική και τρομερή εισαγωγή που κατηγορεί τους καπιταλιστές για αρπακτικότητα, και μάλιστα όχι μόνο τους καπιταλιστές, αλλά και την κυβέρνηση των καπιταλιστών, ο σ. Αβίλοφ σε όλη την απόφαση, σε όλο το συγκεκριμένο περιεχόμενό της, σε όλες τις πρακτικές προτάσεις της, ξεχνάει την ταξική άποψη και κατρακυλά, σαν τους μενσεβίκους και τους ναρόντνικους, σε φράσεις για το «κράτος» γενικά, για την «επαναστατική δημοκρατία» γενικά.
Εργάτες! Το αρπακτικό κεφάλαιο με την αρπακτικότητά του δημιουργεί την αναρχία και το οικονομικό χάος, αλλά και η κυβέρνηση των καπιταλιστών διευθύνει την οικονομία το ίδιο αναρχικά. Η σωτηρία βρίσκεται στον έλεγχο από μέρους του «κράτους με τη συμμετοχή της επαναστατικής δημοκρατίας». Να το περιεχόμενο του σχεδίου απόφασης του Αβίλοφ.
Για το θεό, σ. Αβίλοφ! Επιτρέπεται σε μαρξιστή να ξεχνάει ότι το κράτος είναι όργανο ταξικής κυριαρχίας; Δεν είναι λοιπόν γελοίο να προσφεύγει κανείς στο κράτος των καπιταλιστών για να χτυπήσει την αρπακτικότητα των καπιταλιστών;
Επιτρέπεται σε μαρξιστή να ξεχνάει ότι και οι καπιταλιστές στην ιστορία όλων των χωρών ήταν επανειλημμένα, και το 1649 στην Αγγλία, και το 1789 στη Γαλλία, και το 1830 και το 1848, και το 1870 στην ίδια χώρα, και το Φλεβάρη του 1917 στη Ρωσία, «επαναστάτες δημοκράτες»;
Ξεχάσατε λοιπόν πραγματικά ότι πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην επαναστατική δημοκρατία των καπιταλιστών, των μικροαστών, του προλεταριάτου; Μήπως δε συνοψίζεται όλη η ιστορία όλων των επαναστάσεων που μόλις ανέφερα στη διαφορά των τάξεων μέσα στην «επαναστατική δημοκρατία»;
Οποιος σήμερα, μετά την πείρα του Φλεβάρη, του Μάρτη, του Απρίλη, του Μάη του 1917, εξακολουθεί να μιλάει στη Ρωσία για «επαναστατική δημοκρατία» γενικά, αυτός θεληματικά ή άθελα, συνειδητά ή ασυνείδητα εξαπατά το λαό. Γιατί η «στιγμή» της γενικής συγχώνευσης των τάξεων ενάντια στον τσαρισμό ήλθε και παρήλθε. Η πρώτη συμφωνία της πρώτης «Προσωρινής επιτροπής» της Κρατικής Δούμας με το Σοβιέτ σήμαινε ήδη το τέλος της συγχώνευσης των τάξεων και την έναρξη της ταξικής πάλης.
Η κρίση του Απρίλη (20 του Απρίλη), μετά η 6 του Μάη, ύστερα η 27-29 του Μάη (εκλογές) κ.τ.λ. κ.τ.λ. χώρισαν πια οριστικά τις τάξεις στη ρωσική επανάσταση, μέσα στη ρωσική «επαναστατική δημοκρατία». Το να αγνοεί κανείς αυτό το πράγμα σημαίνει να ξεπέφτει ως το αδιέξοδο του μικροαστού.
Το να προσφεύγεις τώρα στο «κράτος» και στην «επαναστατική δημοκρατία», και μάλιστα για το ζήτημα ακριβώς της αρπακτικότητας των καπιταλιστών, σημαίνει ότι τραβάς την εργατική τάξη προς τα πίσω, σημαίνει ότι κηρύσσεις στην πράξη το ολοκληρωτικό σταμάτημα της επανάστασης. Γιατί το «κράτος» μας τώρα, μετά τον Απρίλη, μετά το Μάη, είναι κράτος καπιταλιστών (που αρπάζουν), που τιθάσευσαν στο πρόσωπο των Τσερνόφ, Τσερετέλι και Σία ένα σημαντικό τμήμα της «επαναστατικής (μικροαστικής) δημοκρατίας».
Αυτό το κράτος φρενάρει την επανάσταση παντού, σε όλους τους τομείς της εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής.
Το να αναθέσεις σ' αυτό το κράτος την πάλη ενάντια στην «αρπακτικότητα» των καπιταλιστών είναι σαν να ρίχνεις το λούτσο στο ποτάμι1.
Γράφτηκε στις 31 του Μάη (13 του Ιούνη) 1917
Δημοσιεύτηκε στις 14 (1) του Ιούνη 1917 στην εφημερίδα «Πράβντα», αρ. φύλ. 70
Δημοσιεύεται σύμφωνα με το κείμενο της εφημερίδας
ΤΡΕΙΣ ΚΡΙΣΕΙΣ
Οσο πιο λυσσασμένη είναι αυτές τις μέρες η εκστρατεία συκοφαντίας και ψευτιάς κατά των μπολσεβίκων, τόσο πιο ήρεμα πρέπει εμείς, ανασκευάζοντας την ψευτιά και τη συκοφαντία, να εμβαθύνουμε στο ζήτημα της ιστορικής αλληλουχίας των γεγονότων και της πολιτικής, δηλαδή της ταξικής σημασίας της δοσμένης πορείας της επανάστασης.
Για ανασκευή της ψευτιάς και της συκοφαντίας δεν έχουμε εδώ παρά να παραπέμψουμε ξανά στη «Λιστόκ "Πράβντι"» της 6 του Ιούλη και να επιστήσουμε ιδιαίτερα την προσοχή των αναγνωστών στο δημοσιευμένο πιο κάτω άρθρο που αποδείχνει με ντοκουμέντα ότι στις 2 του Ιούλη οι μπολσεβίκοι έκαναν προπαγάνδα ενάντια στην εκδήλωση (όπως παραδέχεται η εφημερίδα του Κόμματος των σοσιαλιστών - επαναστατών), ότι στις 3 του Ιούλη η αγανάκτηση των μαζών ξεχείλισε και η εκδήλωση άρχισε παρά τις συμβουλές μας, ότι στις 4 του Ιούλη καλούσαμε με προκήρυξή μας (που δημοσιεύτηκε από την ίδια την εφημερίδα των εσέρων, την «Ντιέλο Ναρόντα») σε μια ειρηνική και οργανωμένη διαδήλωση, ότι τη νύχτα της 4 του Ιούλη πήραμε απόφαση να σταματήσουμε τη διαδήλωση. Συκοφαντήστε, συκοφάντες! Ποτέ δε θα μπορέσετε να διαψεύσετε αυτά τα γεγονότα και την αποφασιστική τους σημασία σε όλη τους την αλληλουχία!
Ας περάσουμε στο ζήτημα της ιστορικής αλληλουχίας των γεγονότων. Οταν στις αρχές ακόμη του Απρίλη ταχθήκαμε ενάντια στην υποστήριξη της προσωρινής κυβέρνησης, μας επιτέθηκαν και οι εσέροι και οι μενσεβίκοι. Και τι απέδειξε η ζωή;
Τι απέδειξαν οι τρεις πολιτικές κρίσεις, της 20 και 21 του Απρίλη, της 10 και 18 του Ιούνη, της 3 και 4 του Ιούλη;
Πρώτο, απέδειξαν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των μαζών από την αστική πολιτική της αστικής πλειοψηφίας της προσωρινής κυβέρνησης.
Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως η εφημερίδα του κυβερνητικού Κόμματος των εσέρων, η «Ντιέλο Ναρόντα», στο φύλλο της 6 του Ιούλη βρέθηκε στην ανάγκη, παρ' όλη την εχθρότητά της προς τους μπολσεβίκους, να αναγνωρίσει τα βαθιά οικονομικά και πολιτικά αίτια του κινήματος της 3 και της 4 του Ιούλη. Οι ανόητες, χοντροκομμένες, βρωμερές ψευτιές ότι αυτό το κίνημα προκλήθηκε τεχνητά, ότι οι μπολσεβίκοι προπαγάνδιζαν υπέρ της εκδήλωσης, θα ξεσκεπάζονται μέρα με τη μέρα ολοένα και περισσότερο.
Η κοινή αιτία, η κοινή πηγή, η κοινή βαθιά ρίζα και των τριών πολιτικών κρίσεων που αναφέραμε είναι φανερή - ιδιαίτερα αν τις δούμε στην αλληλουχία τους, όπως απαιτεί η επιστήμη να βλέπουμε την πολιτική. Είναι ανόητο και να το φανταστεί κανείς ότι τρεις κρίσεις αυτού του είδους θα μπορούσαν να προκληθούν τεχνητά.
Δεύτερο, είναι διδακτικό να εμβαθύνει κανείς στο ζήτημα τι το κοινό και ιδιαίτερο υπήρχε σε καθεμιά απ' αυτές τις κρίσεις.
Το κοινό ήταν η δυσαρέσκεια των μαζών που ξεχείλιζε, ο αναβρασμός τους ενάντια στην αστική τάξη και την κυβέρνησή της. Οποιος ξεχνάει ή αποσιωπά ή μειώνει αυτή την ουσία του ζητήματος, απαρνείται τις στοιχειώδεις αλήθειες του σοσιαλισμού σχετικά με την ταξική πάλη.
Οι άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται σοσιαλιστές και κάτι ξέρουν για το τι λογής ήταν η πάλη των τάξεων στις ευρωπαϊκές επαναστάσεις, ας σκεφθούν πάνω στην πάλη των τάξεων στη ρωσική επανάσταση.
Το ιδιαίτερο σ' αυτές τις κρίσεις βρίσκεται στον τρόπο της εκδήλωσής τους: Η πρώτη κρίση (20-21 του Απρίλη) εκδηλώθηκε ορμητικά, αυθόρμητα, τελείως ανοργάνωτα, με συνέπεια να πυροβοληθούν οι διαδηλωτές από τους μαυροεκατονταρχίτες και να αποδοθούν στους μπολσεβίκους οι πιο τερατώδεις και ψεύτικες κατηγορίες. Την έκρηξη την ακολούθησε πολιτική κρίση.
Στη δεύτερη περίπτωση: Καθορισμός της διαδήλωσης από τους μπολσεβίκους, αναστολή της ύστερα από το απειλητικό τελεσίγραφο και την ανοιχτή απαγόρευση από μέρους του συνεδρίου των Σοβιέτ και γενική διαδήλωση της 18 του Ιούνη, που έδωσε την ολοφάνερη υπεροχή στα μπολσεβίκικα συνθήματα. Η πολιτική κρίση, όπως ομολόγησαν οι ίδιοι οι εσέροι και οι μενσεβίκοι το βράδυ της 18 του Ιούνη, θα ξεσπούσε ασφαλώς, αν δεν την ανέκοβε η επίθεση στο μέτωπο.
Η τρίτη κρίση ξεσπάει αυθόρμητα στις 3 του Ιούλη, παρά τις προσπάθειες των μπολσεβίκων στις 2 του Ιούλη να τη συγκρατήσουν, κι αφού στις 4 του Ιούλη έφτασε στο κατακόρυφο, οδηγεί στις 5 και 6 στο απόγειο της αντεπανάστασης. Οι ταλαντεύσεις των εσέρων και μενσεβίκων βρίσκουν την εκδήλωσή τους στο ότι η Σπιριντόνοβα και πολλοί άλλοι εσέροι τάσσονται υπέρ του περάσματος της εξουσίας στα Σοβιέτ και με το ίδιο πνεύμα εκφράζονται οι μενσεβίκοι-διεθνιστές, που προηγούμενα ήταν αντίθετοι σ' αυτό.
Τέλος, το τελευταίο - και ίσως το πιο διδακτικό - συμπέρασμα που βγαίνει από την εξέταση των γεγονότων στην αλληλουχία τους είναι ότι και οι τρεις κρίσεις μας παρουσιάζουν μια ορισμένη, καινούρια για την ιστορία της επανάστασής μας, μορφή διαδήλωσης, πιο σύνθετου τύπου, με κυματοειδή κίνηση, με γρήγορη άνοδο και απότομη ύφεση, με όξυνση της επανάστασης και της αντεπανάστασης, με «εκτόπιση» των μεσαίων στοιχείων για λίγο - πολύ μακρόχρονο διάστημα.
Στη διάρκεια και των τριών αυτών κρίσεων το κίνημα είχε τη μορφή της διαδήλωσης. Αντικυβερνητική διαδήλωση - αυτός θα ήταν, τυπικά, ο πιο ακριβολογημένος χαρακτηρισμός των γεγονότων. Μα εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία, πως δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη διαδήλωση: Είναι κάτι πολύ περισσότερο από διαδήλωση και λιγότερο από επανάσταση. Είναι έκρηξη επανάστασης και αντεπανάστασης μαζί, είναι έντονη, πότε πότε σχεδόν ξαφνική «εκτόπιση» των μεσαίων στοιχείων, λόγω της ορμητικής εμφάνισης των προλεταριακών και αστικών στοιχείων.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό απ' αυτή την άποψη το ότι όλα τα μεσαία στοιχεία κατηγορούν για καθένα απ' αυτά τα κινήματα και τις δυο συγκεκριμένες ταξικές δυνάμεις, και την προλεταριακή και την αστική. Κοιτάξτε τους εσέρους και τους μενσεβίκους: Σκίζονται και ωρύονται πως οι μπολσεβίκοι με τις ακρότητές τους βοηθάνε την αντεπανάσταση και ταυτόχρονα δεν παύουν να ομολογούν πως οι καντέτοι (με τους οποίους είναι συνασπισμένοι στην κυβέρνηση) είναι αντεπαναστάτες. «Να περιχαρακωθούμε - έγραφε χθες η "Ντιέλο Ναρόντα" - μ' ένα βαθύ χαντάκι απ' όλα τα στοιχεία της δεξιάς μέχρι την πολεμοχαρή "Γεντίνστβο" (που στις εκλογές, προσθέτουμε εμείς, οι εσέροι κατέβηκαν σε συνασπισμό μαζί της) - αυτό είναι το άμεσο καθήκον μας».
Συγκρίνετε τα παραπάνω με τη σημερινή «Γεντίνστβο» (7 του Ιούλη), όπου στο κύριο άρθρο ο Πλεχάνοφ υποχρεώνεται να διαπιστώσει ένα αναμφισβήτητο γεγονός, και συγκεκριμένα ότι τα Σοβιέτ (δηλαδή οι εσέροι και οι μενσεβίκοι) πήραν πίστωση «δυο βδομάδες για να σκεφθούν» κι ότι, αν η εξουσία περάσει στα Σοβιέτ, αυτό «θα ισοδυναμούσε με νίκη των λενινιστών». «Αν οι καντέτοι δεν ακολουθούν τον κανόνα όσο χειρότερα τόσο καλύτερα - γράφει ο Πλεχάνοφ - θα υποχρεωθούν να ομολογήσουν οι ίδιοι ότι έκαναν μεγάλο λάθος» (αποχωρώντας από την κυβέρνηση), «διευκολύνοντας έτσι το έργο των λενινιστών».
Δεν είναι λοιπόν αυτό χαρακτηριστικό; Τα μεσαία στοιχεία κατηγορούν τους καντέτους ότι διευκολύνουν τη δουλειά των μπολσεβίκων, και τους μπολσεβίκους ότι διευκολύνουν τη δουλειά των καντέτων!! Είναι δύσκολο λοιπόν να μαντέψει κανείς ότι, αν αντικαταστήσουμε τους πολιτικούς όρους με ταξικούς, θα έχουμε τότε τα ονειροπολήματα των μικροαστών για εξαφάνιση της ταξικής πάλης ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αστική τάξη; Τα παράπονα των μικροαστών για την ταξική πάλη του προλεταριάτου με την αστική τάξη; Είναι δύσκολο λοιπόν να μαντέψει κανείς ότι κανενός είδους μπολσεβίκοι δε θα ήταν σε θέση να «προκαλέσουν» όχι τρία, μα ούτε και ένα «λαϊκό κίνημα», αν βαθύτατες οικονομικές και πολιτικές αιτίες δεν έβαζαν σε κίνηση το προλεταριάτο; Οτι κανένα είδος καντέτοι και μοναρχικοί μαζί δε θα ήταν σε θέση να προκαλέσουν οποιοδήποτε κίνημα «από τα δεξιά», αν εξίσου βαθιές αιτίες δε δημιουργούσαν την αντεπαναστατικότητα της αστικής τάξης ως τάξης;
Για το κίνημα της 20-21 του Απρίλη έβρισαν κι εμάς και τους καντέτους για έλλειψη υποχωρητικότητας, για ακρότητες, για όξυνση της κατάστασης, έφτασαν σε σημείο μάλιστα να κατηγορούν τους μπολσεβίκους (όσο ανόητο κι αν είναι αυτό) για τους πυροβολισμούς της λεωφόρου Νιέβσκι, κι όταν το κίνημα τέλειωσε οι ίδιοι οι εσέροι και οι μενσεβίκοι έγραφαν στο ενιαίο και επίσημο όργανό τους, την «Ισβέστιγια», ότι το «λαϊκό κίνημα» «σάρωσε τους ιμπεριαλιστές Μιλιουκόφ και άλλους», δηλαδή εξυμνούσαν το κίνημα!! Δεν είναι λοιπόν αυτό χαρακτηριστικό; Δεν δείχνει μήπως αυτό ολοκάθαρα ότι οι μικροαστοί δεν καταλαβαίνουν το μηχανισμό, την ουσία της ταξικής πάλης του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη;
Η αντικειμενική κατάσταση έχει ως εξής: Η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας είναι μικροαστική από την άποψη των συνθηκών της ζωής της κι ακόμη περισσότερο από την άποψη των ιδεών της. Στη χώρα όμως βασιλεύει το μεγάλο κεφάλαιο, και βασιλεύει πριν απ' όλα μέσω των τραπεζών και των καπιταλιστικών συνδικάτων. Στη χώρα υπάρχει το προλεταριάτο των πόλεων, αρκετά αναπτυγμένο, για να ακολουθήσει το δικό του δρόμο, ανίκανο όμως ακόμη να τραβήξει αμέσως με το μέρος του την πλειοψηφία των μισοπρολετάριων. Απ' αυτό το βασικό, ταξικό γεγονός απορρέει το αναπόφευκτο τέτοιων κρίσεων, όπως είναι οι τρεις κρίσεις που μελετούμε, καθώς και οι μορφές τους.
Στο μέλλον οι μορφές των κρίσεων μπορούν φυσικά να αλλάξουν, η ουσία όμως θα παραμείνει, λ.χ., στην περίπτωση που τον Οχτώβρη θα συνέλθει η εσέρικη Συντακτική Συνέλευση. Οι εσέροι υποσχέθηκαν στους αγρότες (1) κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας της γης, (2) παραχώρηση της γης στους εργαζόμενους, (3) δήμευση της γης των τσιφλικάδων και παραχώρησή της στους αγρότες χωρίς αποζημίωση. Η πραγματοποίηση αυτών των μεγάλων μετασχηματισμών είναι απολύτως αδύνατη, αν δεν παρθούν τα πιο αποφασιστικά επαναστατικά μέτρα ενάντια στην αστική τάξη, κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο με τη συνένωση της φτωχής αγροτιάς με το προλεταριάτο, μόνο με την εθνικοποίηση των τραπεζών και των καπιταλιστικών συνδικάτων.
Οι ευκολόπιστοι αγρότες, που πίστεψαν για ένα διάστημα πως μπορούν να πετύχουν τα θαυμάσια αυτά πράγματα αν έλθουν σε συμβιβασμό με την αστική τάξη, θα απογοητευτούν αναπόφευκτα και... «θα δυσφορήσουν» (για να το πούμε μαλακά) από την έντονη ταξική πάλη του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη για την πραγματοποίηση των εσέρικων υποσχέσεων. Ετσι γινόταν, έτσι και θα γίνεται.
Γράφτηκε στις 7 (20) του Ιούλη 1917
Δημοσιεύτηκε στις 19 του Ιούλη 1917 στο περιοδικό «Ραμπότνιτσα», τεύχ. 7.
Δημοσιεύεται σύμφωνα με το χειρόγραφο
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΩΝ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΩΝ ΗΓΕΤΩΝ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Κρίνοντας από ιδιωτικές συζητήσεις, υπάρχουν δυο γνώμες πάνω σ' αυτό το ζήτημα.
Οι σύντροφοι που επηρεάζονται από την «ατμόσφαιρα των Σοβιέτ» αποκλίνουν συχνά υπέρ της παρουσίασης.
Οσοι είναι πιο κοντά στις εργατικές μάζες αποκλίνουν, όπως φαίνεται, κατά της παρουσίασης.
Στην ουσία το ζήτημα ανάγεται προπαντός στην εκτίμηση του τι είναι καθιερωμένο να ονομάζουμε συνταγματικές αυταπάτες.
Αν θεωρηθεί πως στη Ρωσία υπάρχει και μπορεί να υπάρχει πραγματική κυβέρνηση, πραγματικό δικαστήριο, πως είναι πιθανή η σύγκληση της Συντακτικής Συνέλευσης, τότε μπορεί κανείς να καταλήξει στο συμπέρασμα υπέρ της παρουσίασης.
Αυτή όμως η γνώμη είναι πέρα για πέρα λαθεμένη. Ακριβώς τα τελευταία γεγονότα, ύστερα από τις 4 του Ιούλη, έδειξαν με τον πιο παραστατικό τρόπο ότι η σύγκληση Συντακτικής Συνέλευσης είναι απίθανη (χωρίς μια νέα επανάσταση), ότι στη Ρωσία δεν υπάρχει και δεν μπορεί (τώρα) να υπάρχει ούτε πραγματική κυβέρνηση, ούτε πραγματικό δικαστήριο.
Το δικαστήριο είναι όργανο εξουσίας. Αυτό το πράγμα οι φιλελεύθεροι πότε-πότε το ξεχνάνε. Για ένα μαρξιστή είναι αμάρτημα να το ξεχνάει αυτό.
Μα πού βρίσκεται η εξουσία; Ποιος είναι η εξουσία;
Κυβέρνηση δεν υπάρχει. Αλλάζει κάθε μέρα. Αδρανεί.
Δρα η στρατιωτική δικτατορία. Είναι γελοίο να μιλάει κανείς εδώ για «δίκη». Δεν πρόκειται για «δίκη», αλλά για ένα επεισόδιο του εμφυλίου πολέμου. Να τι δεν θέλουν δυστυχώς να καταλάβουν οι οπαδοί της παρουσίασης.
Περεβέρζεφ και Αλέξινσκι, να οι εμπνευστές της «δικαστικής υπόθεσης»!! Δεν είναι λοιπόν γελοίο να μιλάει κανείς εδώ για δικαστήριο; Δεν είναι λοιπόν αφέλεια να νομίζει κανείς ότι σ' αυτές τις συνθήκες ένα οποιοδήποτε δικαστήριο μπορεί κάτι να ξεδιαλύνει, κάτι να διαπιστώσει, να ερευνήσει;
Η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της στρατιωτικής δικτατορίας και χωρίς μια νέα επανάσταση η εξουσία αυτή δεν μπορεί παρά μόνο να εδραιωθεί για ένα διάστημα και πριν απ' όλα στη διάρκεια του πολέμου.
«Δεν έκανα τίποτε ενάντια στο νόμο. Το δικαστήριο είναι δίκαιο. Το δικαστήριο θα ξεκαθαρίσει το ζήτημα. Η δίκη θα γίνει δημόσια. Ο λαός θα καταλάβει. Θα παρουσιαστώ».
Αυτός είναι συλλογισμός παιδιάστικα αφελής. Οχι δίκη, αλλά την κατασυκοφάντηση των διεθνιστών χρειάζεται η εξουσία. Να τους κλείσουν φυλακή και να τους κρατάνε εκεί - να τι χρειάζονται οι κ.κ. Κέρενσκι και Σία. Ετσι γινόταν (στην Αγγλία και στη Γαλλία) - έτσι και θα γίνεται (στη Ρωσία).
Ας εργάζονται οι διεθνιστές παράνομα στο μέτρο των δυνάμεών τους, αλλά να μην κάνουν την ανοησία και παρουσιαστούν εθελοντικά!
Γράφτηκε στις 8 (21) του Ιούλη 1917
Πρωτοδημοσιεύτηκε στα 1925 στο περιοδικό «Προλετάρσκαγια Ρεβολιοότσιγια», τεύχ. 1
Δημοσιεύεται σύμφωνα με το χειρόγραφο.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ
Οταν η ιστορία κάνει μια απότομη στροφή, συμβαίνει πολύ συχνά, ακόμη και τα πρωτοπόρα κόμματα να μην μπορούν για ένα λίγο-πολύ μακρόχρονο διάστημα να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση, επαναλαμβάνουν τα συνθήματα που χτες ήταν σωστά, μα σήμερα έχουν χάσει κάθε νόημα, έχουν χάσει το νόημά τους τόσο «ξαφνικά», όσο «ξαφνική» ήταν η απότομη στροφή της ιστορίας.
Κάτι παρόμοιο μπορεί να επαναληφθεί, όπως φαίνεται, και με το σύνθημα του περάσματος όλης της κρατικής εξουσίας στα Σοβιέτ. Το σύνθημα αυτό ήταν σωστό για μια περίοδο της επανάστασής μας, ας πούμε από τις 27 του Φλεβάρη ως τις 4 του Ιούλη, περίοδο που ξεπεράστηκε οριστικά. Είναι φανερό σήμερα ότι το σύνθημα αυτό έπαψε να είναι σωστό. Αν δεν το καταλάβεις αυτό, δεν μπορείς να καταλάβεις τίποτε από τα φλέγοντα ζητήματα της σημερινής στιγμής. Κάθε ξεχωριστό σύνθημα πρέπει να βγαίνει από το σύνολο των ιδιομορφιών της συγκεκριμένης πολιτικής κατάστασης. Και η πολιτική κατάσταση στη Ρωσία σήμερα, ύστερα από τις 4 του Ιούλη, διαφέρει ριζικά από την κατάσταση της περιόδου από τις 27 του Φλεβάρη ως τις 4 του Ιούλη.
Τότε, στην ξεπερασμένη αυτή περίοδο της επανάστασης, στο κράτος κυριαρχούσε η λεγόμενη «δυαδική εξουσία», που εξέφραζε και από υλική και από τυπική άποψη μια ακαθόριστη - μεταβατική κατάσταση της κρατικής εξουσίας. Ας μην ξεχνάμε ότι το ζήτημα της εξουσίας είναι το βασικό ζήτημα κάθε επανάστασης.
Τότε η εξουσία ήταν ασταθής. Τη μοιράζονταν η Προσωρινή κυβέρνηση και τα Σοβιέτ πάνω στη βάση μιας εθελοντικής συμφωνίας μεταξύ τους. Τα Σοβιέτ αποτελούσαν αντιπροσωπείες της μάζας των ελεύθερων, δηλαδή απαλλαγμένων από κάθε εξωτερικό καταναγκασμό, και ένοπλων εργατών και στρατιωτών. Τα όπλα βρίσκονταν στα χέρια του λαού, εξωτερική βία πάνω στο λαό δεν υπήρχε - να πού βρισκόταν η ουσία της υπόθεσης. Αυτό άνοιγε και εξασφάλιζε τον ειρηνικό δρόμο εξέλιξης όλης της επανάστασης προς τα μπρος. Το σύνθημα «Να περάσει όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» ήταν σύνθημα του πρώτου βήματος, του άμεσα πραγματοποιήσιμου βήματος στον ειρηνικό αυτό δρόμο εξέλιξης. Αυτό ήταν σύνθημα ειρηνικής εξέλιξης της επανάστασης, που από τις 27 του Φλεβάρη ως τις 4 του Ιούλη ήταν πραγματοποιήσιμη και φυσικά η πιο επιθυμητή, σήμερα όμως είναι εντελώς αδύνατη.
Οπως φαίνεται, δεν είχαν καταλάβει αρκετά καλά όλοι οι οπαδοί του συνθήματος «Να περάσει όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» ότι αυτό ήταν σύνθημα ειρηνικής εξέλιξης της επανάστασης προς τα μπρος. Ειρηνικής όχι μόνο με την έννοια ότι κανείς, καμιά τάξη, καμιά σοβαρή δύναμη δεν θα μπορούσε τότε (από τις 27 του Φλεβάρη ως τις 4 του Ιούλη) να αντισταθεί και να εμποδίσει το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ. Και όχι μόνο αυτό. Η ειρηνική εξέλιξη θα ήταν τότε δυνατή, ακόμη και από την άποψη ότι η πάλη των τάξεων και των κομμάτων μέσα στα Σοβιέτ θα μπορούσε τότε να συνδυάζεται με τον πιο ειρηνικό και ανώδυνο τρόπο, με τον όρο ότι όλη η κρατική εξουσία θα είχε περάσει έγκαιρα σ' αυτά.
Και σ' αυτήν επίσης την τελευταία πλευρά του ζητήματος δεν έχει δοθεί ακόμη αρκετή προσοχή. Τα Σοβιέτ από την ταξική τους σύνθεση ήταν όργανα του κινήματος των εργατών και των αγροτών, έτοιμη μορφή της δικτατορίας τους. Αν είχαν όλη την εξουσία, η κύρια αδυναμία των μικροαστικών στρωμάτων, το κύριο αμάρτημά τους, η ευπιστία προς τους καπιταλιστές, θα ξεπερνιόταν στην πράξη, θα υποβαλλόταν σε κριτική με την πείρα που θα αποκόμιζαν από τα ίδια τους τα μέτρα. Η διαδοχή των τάξεων και των κομμάτων που βρίσκονται στην εξουσία θα μπορούσε να γίνει μέσα στα Σοβιέτ ειρηνικά πάνω στη βάση της αποκλειστικής και απόλυτης εξουσίας των Σοβιέτ. Η σύνδεση όλων των σοβιετικών κομμάτων με τις μάζες θα μπορούσε να παραμείνει γερή και σταθερή. Δεν πρέπει ούτε στιγμή να μας διαφεύγει το γεγονός ότι μονάχα αυτή η στενότατη και ελεύθερα αναπτυσσόμενη σε πλάτος και σε βάθος σύνδεση των σοβιετικών κομμάτων με τις μάζες θα μπορούσε να βοηθήσει να ξεπεραστούν ειρηνικά οι αυταπάτες της μικροαστικής πολιτικής του συμβιβασμού με την αστική τάξη. Το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ αυτό καθαυτό δεν θα άλλαζε και ούτε θα μπορούσε να αλλάξει το συσχετισμό των τάξεων, δεν θα άλλαζε τίποτε από το μικροαστισμό της αγροτιάς. Θα έκανε όμως έγκαιρα ένα μεγάλο βήμα προς την κατεύθυνση της απόσπασης των αγροτών από την αστική τάξη, της προσέγγισης και σε συνέχεια της συνένωσής τους με τους εργάτες.
Ετσι θα μπορούσαν να έχουν τα πράγματα, αν η εξουσία περνούσε έγκαιρα στα Σοβιέτ. Αυτό θα ήταν το πιο εύκολο, το πιο σύμφορο για το λαό. Ενας τέτοιος δρόμος θα ήταν ο πιο ανώδυνος και ακριβώς γι' αυτό έπρεπε ν' αγωνιστούμε για το δρόμο αυτό με τον πιο δραστήριο τρόπο. Τώρα όμως ο αγώνας αυτός, ο αγώνας για το έγκαιρο πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ, έχει τελειώσει. Ο ειρηνικός δρόμος εξέλιξης έχει γίνει ανέφικτος. Αρχισε ο μη ειρηνικός, ο πιο επίπονος δρόμος.
Η στροφή της 4 του Ιούλη συνίσταται ακριβώς στο ότι η αντικειμενική κατάσταση ύστερα απ' αυτήν άλλαξε απότομα. Η ασταθής κατάσταση της εξουσίας έπαψε να υπάρχει, η εξουσία στο αποφασιστικό μέρος της πέρασε στα χέρια της αντεπανάστασης. Η ανάπτυξη των κομμάτων πάνω στη βάση της συμβιβαστικής πολιτικής των μικροαστικών κομμάτων των εσέρων και των μενσεβίκων με τους αντεπαναστάτες καντέτους, είχε σαν αποτέλεσμα και τα δυο αυτά μικροαστικά κόμματα να αποδειχτούν στην πράξη συνεργάτες και βοηθοί των αντεπαναστατών δημίων. Η ανεπίγνωστη ευπιστία των μικροαστών στους καπιταλιστές τους οδήγησε, στην πορεία της ανάπτυξης της πάλης των κομμάτων, ως τη συνειδητή υποστήριξη των αντεπαναστατών. Ο κύκλος της ανάπτυξης των σχέσεων ανάμεσα στα κόμματα έκλεισε. Στις 27 του Φλεβάρη όλες οι τάξεις βρέθηκαν ενωμένες ενάντια στη μοναρχία. Υστερα από τις 4 του Ιούλη η αντεπαναστατική αστική τάξη, χέρι-χέρι με τους μοναρχικούς και τις μαύρες εκατονταρχίες, πήρε μαζί της, αφού εν μέρει τους τρομοκράτησε, τους μικροαστούς εσέρους και μενσεβίκους και παρέδωσε την πραγματική κρατική εξουσία στα χέρια των Καβενιάκ, στα χέρια μιας στρατιωτικής σπείρας που τουφεκίζει στο μέτωπο όσους δεν υπακούουν σ' αυτή και εξοντώνει τους μπολσεβίκους στην Πετρούπολη.
Το σύνθημα για το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ θα ηχούσε σήμερα σαν δονκιχωτισμός ή σαν κοροϊδία. Αντικειμενικά, το σύνθημα αυτό θα ήταν εξαπάτηση του λαού, θα του καλλιεργούσε την αυταπάτη πως τα Σοβιέτ και τώρα ακόμη μπορούν να πάρουν την εξουσία, φτάνει να το θελήσουν ή να το αποφασίσουν, ότι στα Σοβιέτ υπάρχουν τάχα ακόμη κόμματα που δεν φέρνουν το στίγμα της συνεργασίας τους με τους δήμιους, ότι μπορεί τάχα να ξεγίνει αυτό που έγινε.
Θα ήταν σοβαρότατο λάθος να νομίζει κανείς πως το επαναστατικό προλεταριάτο θα μπορούσε να «αρνηθεί» την υποστήριξη στους εσέρους και στους μενσεβίκους ενάντια στην αντεπανάσταση για λόγους «εκδίκησης», ας το πούμε έτσι, επειδή υποστήριξαν το χτύπημα των μπολσεβίκων, τις εκτελέσεις στο μέτωπο και τον αφοπλισμό των εργατών. Μια τέτοια τοποθέτηση του ζητήματος θα σήμαινε, πρώτο, πως μεταφέρουμε στο προλεταριάτο τις μικροαστικές αντιλήψεις περί ηθικής (γιατί το προλεταριάτο θα υποστηρίξει πάντα για το καλό της υπόθεσης όχι μόνο τους ταλαντευόμενους μικροαστούς, αλλά και τη μεγάλη αστική τάξη), δεύτερο - κι αυτό είναι το κυριότερο - θα ήταν μια μικροαστική προσπάθεια να συσκοτιστεί με «ηθικολογίες» η πολιτική ουσία της υπόθεσης.
Η ουσία αυτής της υπόθεσης βρίσκεται στο ότι τώρα πια δεν μπορεί κανείς να πάρει την εξουσία ειρηνικά. Την εξουσία μπορεί κανείς να την πάρει μονάχα αφού νικήσει σε αποφασιστικό αγώνα αυτούς που τούτη τη στιγμή κατέχουν πραγματικά την εξουσία, δηλαδή τη στρατιωτική σπείρα, τους Καβενιάκ, οι οποίοι στηρίζονται σε αντιδραστικά στρατεύματα που κουβάλησαν στην Πετρούπολη, στους καντέτους και στους μοναρχικούς. Η ουσία της υπόθεσης βρίσκεται στο ότι μπορούν να νικήσουν τους νέους αυτούς κατόχους της κρατικής εξουσίας μόνο οι επαναστατικές μάζες του λαού, με τον όρο ότι για να μπουν αυτές σε κίνηση πρέπει όχι μόνο να καθοδηγούνται από το προλεταριάτο, μα και να γυρίσουν τις πλάτες στα Κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων, που πρόδωσαν την υπόθεση της επανάστασης.
Οποιος μπάζει στην πολιτική τη μικροαστική ηθική σκέπτεται ως εξής: Ας υποθέσουμε πως οι εσέροι και οι μενσεβίκοι έκαναν «λάθος», υποστηρίζοντας τους Καβενιάκ, που αφοπλίζουν το προλεταριάτο και τα επαναστατικά συντάγματα. Πρέπει όμως να τους δώσουμε τη δυνατότητα «να διορθώσουν» το λάθος, «να μην τους δυσκολεύουμε» στη διόρθωση του «λάθους». Να διευκολύνουμε τις ταλαντεύσεις της μικροαστικής τάξης προς το μέρος των εργατών. Ενας τέτοιος συλλογισμός θα ήταν παιδική αφέλεια ή απλώς ανοησία, αν όχι μια νέα εξαπάτηση των εργατών. Γιατί η ταλάντευση των μικροαστικών μαζών προς το μέρος των εργατών θα μπορούσε να συνίσταται αποκλειστικά και μόνο στο ότι οι μάζες αυτές απομακρύνθηκαν από τους εσέρους και τους μενσεβίκους. Σήμερα τα Κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων θα μπορούσαν να διορθώσουν το «λάθος», μόνο αν δήλωναν ότι ο Τσερετέλι και ο Τσερνόφ, ο Νταν και ο Ρακίτνικοφ είναι συνεργάτες των δημίων. Είμαστε απόλυτα και ανεπιφύλακτα υπέρ μιας τέτοιας «διόρθωσης του λάθους»...
Εχουμε πει πως το βασικό ζήτημα της επανάστασης είναι το ζήτημα της εξουσίας. Πρέπει να προσθέσουμε: Συγκεκριμένα οι επαναστάσεις μάς δείχνουν σε κάθε βήμα πόσο συσκοτίζεται το ζήτημα του πού βρίσκεται η πραγματική εξουσία, μας δείχνουν τη διαφορά ανάμεσα στην τυπική και στην πραγματική εξουσία. Εδώ ακριβώς βρίσκεται μια από τις κυριότερες ιδιομορφίες κάθε επαναστατικής περιόδου. Το Μάρτη και τον Απρίλη του 1917 ήταν άγνωστο αν η πραγματική εξουσία βρίσκεται στα χέρια της κυβέρνησης ή στα χέρια του Σοβιέτ.
Τώρα όμως είναι εξαιρετικά σπουδαίο οι συνειδητοί εργάτες να δουν νηφάλια το βασικό ζήτημα της Επανάστασης: Σε τίνος τα χέρια βρίσκεται τώρα η κρατική έξουσία; Σκεφθείτε, ποιες είναι οι υλικές της εκδηλώσεις, μην παίρνετε τα λόγια για έργα και δεν θα δυσκολευτείτε να βρείτε την απάντηση.
Το κράτος είναι πριν απ' όλα σώματα ένοπλων ανθρώπων με υλικά εξαρτήματα, όπως λ.χ. οι φυλακές - έγραφε ο Φρίντριχ Ενγκελς. Τέτοια σώματα είναι σήμερα οι ευέλπιδες και οι αντιδραστικοί κοζάκοι που τους έφεραν ειδικά στην Πετρούπολη. Είναι αυτοί που κρατούν στη φυλακή τον Κάμενεφ και άλλους, αυτοί που έκλεισαν την εφημερίδα «Πράβντα», αυτοί που αφόπλισαν τους εργάτες και μια ορισμένη μερίδα στρατιωτών αυτοί που τουφεκίζουν επίσης μια ορισμένη μερίδα των τμημάτων του στρατού. Αυτοί ακριβώς οι δήμιοι είναι και η πραγματική εξουσία. Οι Τσερετέλι και οι Τσερνόφ είναι υπουργοί χωρίς εξουσία, υπουργοί - ανδρείκελα, αρχηγοί κομμάτων που υποστηρίζουν το καθεστώς των δημίων. Αυτό είναι γεγονός. Και το γεγονός αυτό δεν αλλάζει από το ότι τόσο ο Τσερετέλι, όσο και ο Τσερνόφ προσωπικά «δεν εγκρίνουν» βέβαια το καθεστώς των δημίων, από το ότι οι εφημερίδες τους το αποδοκιμάζουν δειλά: Μια τέτοια αλλαγή της πολιτικής αμφίεσης δεν αλλάζει την ουσία της υπόθεσης.
Το κλείσιμο του οργάνου 150.000 εκλογέων της Πετρούπολης, η δολοφονία του εργάτη Βόινοφ (στις 6 του Ιούλη) από τους ευέλπιδες, γιατί έβγαζε από το τυπογραφείο το «Λιστόκ Πράβντι» - δεν είναι λοιπόν αυτό καθεστώς δημίων; Δεν είναι μήπως αυτό έργο των Καβενιάκ; Θα μας πουν: Ούτε η κυβέρνηση, ούτε τα Σοβιέτ «ευθύνονται» γι' αυτό.
Τόσο το χειρότερο για την κυβέρνηση και τα Σοβιέτ, θα απαντήσουμε εμείς, γιατί τότε θα πει πως αυτοί είναι μηδενικά, είναι ανδρείκελα, δεν έχουν την πραγματική εξουσία.
Ο λαός πρέπει πριν απ' όλα και πάνω απ' όλα να ξέρει την αλήθεια - να ξέρει σε τίνος τέλος πάντων χέρια βρίσκεται στην πραγματικότητα η κρατική εξουσία. Πρέπει να λέμε στο λαό όλη την αλήθεια: Η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της στρατιωτικής κλίκας των Καβενιάκ (του Κέρενσκι, μερικών στρατηγών, αξιωματικών κτλ.), που τους υποστηρίζει η αστική τάξη σαν τάξη, μ' επικεφαλής της το Κόμμα των καντέτων και με όλους τους μοναρχικούς που δρουν μέσω όλων των μαυροεκατονταρχίτικων εφημερίδων, μέσω της «Νόβογε Βρέμια», της «Ζιβόγε Σλόβο» κτλ. κτλ.
Η εξουσία αυτή πρέπει να ανατραπεί. Χωρίς αυτό όλες οι κουβέντες για αγώνα ενάντια στην αντεπανάσταση είναι κούφιες φράσεις, είναι «αυταπάτη και εξαπάτηση του λαού».
Την εξουσία αυτή υποστηρίζουν σήμερα και οι υπουργοί Τσερετέλι καί Τσερνόφ και τα κόμματά τους. Πρέπει να εξηγούμε στο λαό πως παίζουν το ρόλο δημίων και ότι αυτό το «φινάλε» των κομμάτων αυτών ήταν αναπόφευκτο ύστερα από τα «λάθη» τους της 21 του Απρίλη, της 5 του Μάη, της 9 του Ιούνη, της 4 του Ιούλη, ύστερα από την έγκριση από μέρους τους της πολιτικής της επίθεσης - πολιτική που κατά τα εννιά δέκατα προκαθόρισε τη νίκη των Καβενιάκ τον Ιούλη.
Ολη η δουλειά της ζύμωσης μέσα στο λαό πρέπει να αναδιοργανωθεί έτσι που να παίρνει υπόψη τη συγκεκριμένη πείρα της τωρινής ακριβώς επανάστασης και ιδιαίτερα των ημερών του Ιούλη, δηλαδή να δείχνει καθαρά τον πραγματικό εχθρό του λαού, τη στρατιωτική κλίκα, τους καντέτους και τους μαυροεκατονταρχίτες και να ξεσκεπάζει συγκεκριμένα τα μικροαστικά εκείνα κόμματα, τα Κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων, που έπαιξαν και παίζουν το ρόλο των συνεργών του καθεστώτος των δημίων.
Ολη η δουλειά της ζύμωσης μέσα στο λαό πρέπει να αναδιοργανωθεί έτσι που να ξεκαθαριστεί ότι δεν υπάρχει καμιά απολύτως ελπίδα να πάρουν οι αγρότες γη, όσο δεν θα έχει ανατραπεί η εξουσία της στρατιωτικής κλίκας, όσο δεν θα έχουν ξεσκεπαστεί και δεν θα έχουν χάσει την εμπιστοσύνη του λαού τα Κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων. Αυτό θα ήταν ένα πολύ μακρόχρονο και πολύ δύσκολο προτσές μέσα σε «ομαλές» συνθήκες καπιταλιστικής εξέλιξης, όμως τόσο ο πόλεμος, όσο και η οικονομική ερείπωση θα επιταχύνουν αυτή τη δουλειά σε τεράστιο βαθμό, γιατί είναι τέτοιοι «επιταχυντήρες», που μπορούν να εξισώσουν ένα μήνα ή ακόμη και μια βδομάδα μ' ένα χρόνο.
Ισως σ' αυτά που ειπώθηκαν παραπάνω να προβληθούν δυο αντιρρήσεις: Πρώτο, ότι το να μιλάμε σήμερα για αποφασιστικό αγώνα σημαίνει να ενθαρρύνουμε τις σκόρπιες εκδηλώσεις που θα βοηθούσαν ακριβώς την αντεπανάσταση. Δεύτερο, ότι η ανατροπή της αντεπανάστασης σημαίνει παρ' όλα αυτά πέρασμα της εξουσίας στα χέρια των Σοβιέτ.
Η απάντησή μας στην πρώτη αντίρρηση είναι: Οι εργάτες της Ρωσίας είναι πια αρκετά συνειδητοί, ώστε να μην παρασυρθούν σε προβοκάτσια σε μια στιγμή που είναι ολοφάνερα ασύμφορη γι' αυτούς. Οτι το πέρασμά τους σήμερα σε δράση και σε αντίσταση θα σήμαινε υποβοήθηση της αντεπανάστασης, αυτό είναι αναμφισβήτητο. Οτι ένας αποφασιστικός αγώνας είναι δυνατός μόνο σε περίπτωση που θα σημειωθεί μια νέα άνοδος της επανάστασης μέσα στις πιο πλατιές μάζες κι αυτό είναι επίσης αναμφισβήτητο. Δεν φτάνει όμως να μιλάμε γενικά για άνοδο της επανάστασης, για φούντωμά της, για βοήθεια που θα δώσουν οι εργάτες της Δύσης κτλ. Πρέπει να βγάλουμε ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα από το παρελθόν μας, πρέπει να πάρουμε υπόψη τα δικά μας ακριβώς διδάγματα. Και παίρνοντας υπόψη όλα αυτά, θα καταλήξουμε ακριβώς στο σύνθημα του αποφασιστικού αγώνα ενάντια στην αντεπανάσταση που άρπαξε την εξουσία.
Η δεύτερη αντίρρηση καταλήγει επίσης στην υποκατάσταση μερικών συγκεκριμένων αληθειών με υπερβολικά γενικούς συλλογισμούς. Τίποτε, καμιά δύναμη, εκτός από το επαναστατικό προλεταριάτο, δεν μπορεί να ανατρέψει την αστική αντεπανάσταση. Το επαναστατικό ακριβώς προλεταριάτο, ύστερα από την πείρα του Ιούλη 1917, πρέπει να πάρει το ίδιο την κρατική εξουσία στα χέρια του - χωρίς αυτό η επανάσταση δεν μπορεί να νικήσει. Εξουσία στα χέρια του προλεταριάτου, υποστήριξή του από τη φτωχή αγροτιά ή από τους μισοπρολετάριους - να η μοναδική διέξοδος και είπαμε ήδη ποια ακριβώς περιστατικά μπορούν να την επιταχύνουν σε εξαιρετικό βαθμό.
Τα Σοβιέτ μπορούν και πρέπει να εμφανιστούν στη νέα αυτή επανάσταση, όχι όμως τα σημερινά Σοβιέτ, όχι τα όργανα συμβιβασμού με την αστική τάξη, αλλά τα όργανα επαναστατικής πάλης εναντίον της. Οτι εμείς θα ζητήσουμε και τότε να συγκροτηθεί ολόκληρο το κράτος κατά το πρότυπο των Σοβιέτ, αυτό είναι σωστό. Εδώ δεν πρόκειται για τα Σοβιέτ γενικά, αλλά για τον αγώνα ενάντια στη δοσμένη αντεπανάσταση και την προδοσία των δοσμένων Σοβιέτ.
Να υποκαθιστά κανείς το συγκεκριμένο με το αφηρημένο είναι ένα από τα κυριότερα αμαρτήματα, ένα από τα πιο επικίνδυνα αμαρτήματα στην επανάσταση. Τα σημερινά Σοβιέτ απέτυχαν, χρεοκόπησαν πέρα για πέρα, γιατί μέσα σ' αυτά κυριαρχούσαν τα Κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων. Τούτη τη στιγμή τα Σοβιέτ αυτά μοιάζουν με τα πρόβατα που τα οδήγησαν στο σφαγείο, τα έβαλαν κάτω από το μαχαίρι κι αυτά βελάζουν λυπητερά. Τα Σοβιέτ είναι σήμερα αδύναμα κι ανίσχυρα μπροστά στην αντεπανάσταση που νίκησε και νικά. Το σύνθημα για το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ μπορεί να εννοηθεί σαν «απλή» έκκληση να περάσει η εξουσία ακριβώς στα σημερινά Σοβιέτ, το να λέμε όμως ένα τέτοιο πράγμα, το να κάνουμε έκκληση γι' αυτό, θα σήμαινε τώρα ότι εξαπατούμε το λαό. Δεν υπάρχει τίποτε πιο επικίνδυνο από την απάτη.
Ο κύκλος ανάπτυξης της πάλης των τάξεων και των κομμάτων στη Ρωσία από τις 27 του Φλεβάρη ως τις 4 του Ιούλη έκλεισε. Αρχίζει ένας νέος κύκλος, όπου δεν μπαίνουν οι παλιές τάξεις, τα παλιά κόμματα, τα παλιά Σοβιέτ, αλλά τάξεις, κόμματα και Σοβιέτ ανανεωμένα στη φωτιά της πάλης, ατσαλωμένα, διδαγμένα, ξαναγεννημένα στην πορεία της πάλης. Δεν πρέπει να κοιτάμε πίσω, αλλά μπροστά. Δεν πρέπει να ενεργούμε με βάση τις παλιές, αλλά με βάση τις νέες, τις μεταϊουλιανές, τις ταξικές και κομματικές κατηγορίες. Στην αρχή του νέου κύκλου πρέπει να ξεκινάει κανείς από το γεγονός ότι η αστική αντεπανάσταση έχει νικήσει και έχει νικήσει χάρη στη συμβιβαστική πολιτική των εσέρων και των μενσεβίκων απέναντί της και μπορεί να ηττηθεί μονάχα από το επαναστατικό προλεταριάτο. Φυσικά, ο νέος αυτός κύκλος θα παρουσιάσει ακόμη ποικίλα στάδια τόσο μέχρι την οριστική νίκη της αντεπανάστασης, όσο και μέχρι την οριστική ήττα (χωρίς πάλη) των εσέρων και των μενσεβίκων, καθώς και μέχρι την καινούργια άνοδο της νέας επανάστασης. Αλλά γι' αυτό θα μπορέσουμε να μιλήσουμε μόνο αργότερα, όταν τα στάδια αυτά θα έχουν διαγραφεί το καθένα χωριστά...
Γράφτηκε στα μέσα του Ιούλη 1917
Δημοσιεύτηκε το 1917 σε χωριστή μπροσούρα που εκδόθηκε από την Επιτροπή Κρονστάνδης του ΣΔΕΚΡ (μπ).
Δημοσιεύεται σύμφωνα με το κείμενο της μπροσούρας
Σημειώσεις:
1. Από το μύθο του Κριλόφ «Ο λούτσος». (Σημ. μετ.)