Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

ΚΟΚΚΙΝΙΑ..Παρασκευη 17 Αυγούστου 1944.."Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας...."

Αναρχογατούλης

ΚΟΚΚΙΝΙΑ..Παρασκευη 17 Αυγούστου 1944..«Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας.Ολοι οι άνδρες από 14 ως 60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων.Οσοι πιαστούν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονται επί τόπου! ».


«Προσοχή-προσοχή! Σας μιλάνε τα τάγματα ασφαλείας.Ολοι οι άνδρες από 14 ως 60 ετών να πάνε στην πλατεία της Οσίας Ξένης για έλεγχο ταυτοτήτων.Οσοι πιαστούν στα σπίτια τους θα τουφεκίζονται επί τόπου! ».

17 Αυγούστου 1944, χαράματα Παρασκευής, περίπου 2.30 το πρωί. Δεκάδες γερμανικά καμιόνια αρχίζουν να περικυκλώνουν τις περιοχές που περικλείουν την Κοκκινιά. Κορυδαλλός, Αιγάλεω, Δαφνί, Ρέντη, Κερατσίνι, Φάληρο και Πειραιάς. Την ώρα που η «Μικρή Μόσχα»- όπως ονομαζόταν τότε η «προσφυγομάνα» Κοκκινιά- κοιμάται, την κυκλώνουν περί τους 3.000 βαριά οπλισμένους Γερμανούς και έλληνες ταγματασφαλίτες. Μετά τις 6 π.μ. ακούγονται τα χωνιά στους δρόμους της Κοκκινιάς με τις εντολές συγκέντρωσης στην πλατεία της Οσίας Ξένης. Κάπως έτσι αρχίζει να εξελίσσεται ένα δράμα μοναδικό στη σύγχρονη ιστορία αυτού του τόπου. Το δράμα της ομαδικής σφαγής της Κοκκινιάς που θα ακολουθήσει την ίδια ημέρα, όταν πια ο ήλιος θα έχει ανεβεί ψηλά.





Ως τις 8 το πρωί 25.000 άτομα έχουν γεμίσει την πλατεία της Οσίας Ξένης και τους γύρω δρόμους, ενώ αρκετοί από τους κατοίκους που δεν υπακούουν στην εντολή εκτελούνται επί τόπου μέσα στα σπίτια τους. Μια μικρή αντίσταση από ομάδες ΕΛΑΣιτών πνίγεται αμέσως στο αίμα. Επικεφαλής της επιχείρησης κτηνωδίας που επρόκειτο να εξελιχθεί σε λίγες ώρες, ο συνταγματάρχης Πλυντζανόπουλος . Δίπλα του ο ταγματάρχης Γιώργος Σγούρος και ο διοικητής του μηχανοκίνητου τμήματος της Αστυνομίας Νίκος Μπουραντάς.


Η ώρα της ντροπήςΟ ήλιος έχει πια ανεβεί ψηλά και τα παλικάρια βρίσκονται γονατισμένα με τα πρόσωπά τους γυρισμένα προς τη Μάντρα. Περιμένουν με αγωνία. Τότε πιάνουν δουλειά οι γερμανοτσολιάδες και οι κουκουλοφόροι. Στην πλατεία εμφανίζονται Κοκκινιώτες με τα πρόσωπα κρυμμένα σε μαύρες κουκούλες. Οι προδότες υποδεικνύουν ποιοι πρέπει να εκτελεστούν: αγωνιστές τους οποίους γνώριζαν προσωπικά.

Ο πιο γνωστός κουκουλοφόρος ήταν ο Μπατράνης, γνωστός χαφιές της Κοκκινιάς. « Τα σέβη μου,λοχαγέ » λέει ειρωνικά στον λοχαγό του ΕΛΑΣ Αποστόλη Χατζηβασιλείου . Του ζητούν να προδώσει, μα εκείνος, φυσικά, αρνείται. Το μαρτύριο αρχίζει: του βγάζουν το μάτι με την ξιφολόγχη και του σχίζουν τα μάγουλα. Τον περιφέρουν ανάμεσα στο πλήθος ζητώντας του να προδώσει. Η απάντηση του ΕΛΑΣίτη λοχαγού είναι: « Πατριώτες,σηκώστε το κεφάλι,μη φοβάστε. Δεν πρόκειται να προδώσω κανέναν! ». Σέρνεται για να κρεμαστεί αναίσθητος. Ξεψυχώντας ψελλίζει. « Πατριώτες,εκδίκηση! ». Δεν ήταν βεβαίως ο μόνος.

Ο τόπος όπου γίνονται οι εκτελέσεις βρίσκεται κοντά στην πλατεία της Οσίας Ξένης, στη μάντρα ενός ταπητουργείου στη συμβολή των οδών Κιλικίας και Θειρών. Η μάντρα του υφαντουργείου Παγιασλή γεμίζει με μελλοθανάτους. Οι γερμανοί δήμιοι πίνουν ούζο και εκτελούν κατά ομάδες. Το αίμα από τη μά ντρα ως τον δρόμο τρέχει σαν ρυάκι. Συνολικός αριθμός νεκρών: 176. Κατά τη διάρκεια των ομαδικών εκτελέσεων οι αντάρτες προσπαθούν να αντιδράσουν. Μια ομάδα 35 περίπου μαχητών με επικεφαλής την αντάρτισσα Διαμάντω Κουμπάκη πολεμά τους Γερμανούς κρυμμένη στο βόρειο τμήμα της πόλης, στα Καμμένα του Ιωνικού. Η μάχη λήγει άδοξα και η Κουμπάκη, όπως και η συμπολεμίστριά της Αθηνά Μαύρου,συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς. «Σαν και εσάς προδότες εγώ έφαγα 65! » φωνάζει η Κουμπάκη ενώ τη σέρνουν στην πλατεία. Ακολουθούν ο άγριος ξυλοδαρμός και η εκτέλεσή της. Πεθαίνοντας η Κουμπάκη βρίσκει το κουράγιο να φωνάξει: « Μια ζωή τη χρωστάμε, ας μην την πάρουν οι προδότες. Υπάρχουν χιλιάδες λεβέντες. Θα τους εκδικηθούν ».

Εν τω μεταξύ στην πλατεία Οσίας Ξένης η τραγωδία συνεχίζεται. Εκατοντάδες γυναίκες προσπαθούν να ανακουφίσουν τον πόνο των αγωνιστών. Με στάμνες κουβαλούν λίγο νερό και λίγο ψωμί. Οι δήμιοι σπάνε τις στάμνες κλωτσώντας τις γυναίκες. Ζέστη, δίψα, φόβος. Την ώρα εκείνη ξεχωρίζει ο ηρωισμός του αγωνιστή Κώστα Περιβόλα ο οποίος, την ώρα που τον διαλέγουν για εκτέλεση, ορμά στον Ι. Πλυντζανόπουλο και τον πιάνει από τον λαιμό. Ο δήμιος προλαβαίνει και τον εκτελεί επί τόπου. Οι εκτελέσεις σταματούν λίγο μετά το μεσημέρι.


Η αιτία για το Μπλόκο και η εξιλέωση των ενόχωνΤην περίοδο της γερμανικής Κατοχής η συντριπτική πλειονότητα της Νεολαίας της Κοκκινιάς ήταν οργανωμένη στον ΕΑΜ,στον ΕΛΑΣ και στην ΕΠΟΝ.Οι νεότεροι,όπως οΛάζαρος Κωνσταντινίδης, 14 ετών το 1944,«είχαμε την τιμή να είμαστε ΕΠΟΝίτες» λέει ο ίδιος σήμερα,καθισμένος στα γραφεία της Πανελλήνιας Ενωσης Αγωνιστών στην Κοκκινιά,μόλις ένα τετράγωνο από τη μάντρα των εκτελέσεων.

«Οποτε οι γερμανοτσολιάδες επιχειρούσαν να μπουν μέσα από το 3ο Νεκροταφείο της Κοκκινιάς,την κεντρική πύλη της, έπεφταν στα δικά μας παιδιά και γίνονταν σκληρές μάχες.Συνεπώς η Κοκκινιά έγινε στόχος των Γερμανών.Επρεπε να την τσακίσουν». Στις 7 Μαρτίου του 1944 κατέφθασαν στην Κοκκινιά καμιόνια που μετέφεραν ταγματασφαλίτες,Γερμανούς και «μπουραντάδες» (το παρατσούκλι των αστυνομικών- από το επώνυμο του διοικητή τους).Τότε άρχισε η περίφημη μάχη της Κοκκινιάς η οποία κράτησε ημέρες ολόκληρες.«Εμείς είχαμε πολλούς νεκρούς» λέει ο Κωνσταντινίδης,«αλλά εκείνοι πολύ περισσότερους.Στην τελευταία ώρα της μάχης,μάλιστα,όταν δεν είχαμε πια σφαίρες,σκοτώθηκε ο θρυλικός λοχαγός του ΕΛΑΣ Γιώργος Βογιατζής,τον οποίο έγδυσαν,κρέμασαν ανάποδα και κατακρεούργησαν κανιβαλικά,αφαιρώντας του ως και τα γεννητικά όργανα.Παρακολούθησα ταμπουρωμένος σε ένα κοκκινόχωμα όλη τη διαδικασία».

Η μάχη της Κοκκινιάς ήταν η αιτία για να γίνει το Μπλόκο ως αντίποινα των Γερμανών.Από τότε ως τον Αύγουστο του 1944 είχαν γίνει κι άλλες συμπλοκές,αν και μικρότερες.« Η αληθινή αιτία για την εκτέλεση της 17ης Αυγούστου υπήρξε αυτή η μάχη,ακριβώς λόγω της διάρκειάς της, που αποδείκνυε ότι υπήρχε πανίσχυρη οργάνωση αντιστασιακών η οποία έπρεπε να κατασταλεί.Αλλωστε με τη συνθηκολόγηση των Ιταλώνο ΕΛΑΣ είχε πλέον τα όπλα που χρειαζόταν».

Η ειρωνεία είναι ότι μετά την απελευθέρωση οι δωσίλογοι επικεφαλής του μεγάλου μπλόκου της Κοκκινιάς δικάστηκαν και...αθωώθηκαν.Τον Μάρτιο του 1947 το Γ΄ Δικαστήριο δωσιλόγων αθώωσε τον Πλυντζανόπουλο (αποστρατεύθηκε ως υποστράτηγος) και καταδίκασε τον Σγούρο,ο οποίος όμως δεν εξέτισε την ποινή του,αφού ήταν ταγματάρχης του Εθνικού Στρατού (σαν να μην έφτανε αυτό, διορίστηκε και διοικητής στο 3ο τάγμα της Μακρονήσου).Χρόνια αργότερα,ο ανιψιός του Πλυντζανόπουλου έγινε δήμαρχος...Κοκκινιάς,διορισμένος από τη χούντα των συνταγματαρχών.

Σε μια επίδειξη θράσους και ξεδιαντροπιάς ο τελευταίος τοποθέτησε στο μνημείο των θυμάτων του Μπλόκου (που κατασκευάστηκε το 1956) επιγραφή με το παρακάτω κείμενο:«Προδόται και μασκοφόροι κομμουνισταί,και εαμίται, ελασίται,παρέδωσαν εις τους βαρβάρους κατακτητάς την 17ην Αυγούστου 1944,αγνούς πατριώτας αγωνιστάς της Εθνικής Αντίστασης.Τέκνα ηρωικά της Νίκαιας,οι οποίοι και εξετελέσθησαν εις τον χώρον τούτον». Η επιγραφή αφαιρέθηκε μετά την πτώση της Χούντας


ΤΡΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΒΑΣΙΚΟΥΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥΣ ΤΟΥ «μπλοκοΥ» ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΤΟΥΣ
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΖΑΚΟΣ

«ΕΝΑΣ ΕΠΙΓΕΙΟΣ ΕΦΙΑΛΤΗΣ»«Ο Αδωνις Κύρου,που δούλεψε μαζί με τον Σταύρου στο σενάριο, ήθελε να κάνει μια αναπαράσταση του Μπλόκου και γι΄ αυτόν τον λόγο χρησιμοποιήθηκε όλος ο κόσμος της Κοκκινιάς» λέει ο Κώστας Καζάκος (στη φωτογραφία αριστερά, μαζί με τον Μάνο Κατράκη),ο οποίος σε μία από τις καλύτερες στιγμές της κινηματογραφικής καριέρας του υποδύεται τον μαυραγορίτη που,ενώ αρχικώς συμφωνεί να φορέσει την κουκούλα για να προδώσει,την τελευταία στιγμή τη βγάζει,αρνούμενος να το κάνει.«Ο πανικός που επικρατούσε στα γυρίσματα ήταν ένας επίγειος εφιάλτης.Οι μεγάλες γυναίκες έβλεπαν τους Γερμανούς να πηδούν από τα φορτηγά και τα είχαν χαμένα.Λες και ξαναζούσαν το περιστατικό! Ομως το τρομερό ήταν όταν,ενώ είχε γεμίσει κόσμο η πλατεία,ήρθε το τζιπ με τον Ζώρα Τσάπελη στον ρόλο του γερμανού αξιωματικού με το μονόκλ και άρχισε η ντουντούκα: “Γονατίστε!

Αχτουνγκ! Αχτουνγκ!”.Οπως είχε γίνει και τότε.Εβλεπες ανθρώπους που είχαν ζήσει τη σκηνή να τους πάει τρεις και δύο.Επεφταν στα γόνατα χωρίς να το καταλαβαίνουν! Λιποθυμούσαν! Καθόμουν και παρατηρούσα όλη αυτή την κατάσταση και δεν μπορούσα να το καταλάβω.Ακόμα τη σκέφτομαι».


ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΛΑΔΙΚΟΥ
«Η ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕ ΤΟΝ ΑΔΩΝΙ»«Ηταν μια από τις πρώτες ταινίες μου, μια ταινία εξαιρετικά σημαντική, κυρίως λόγω του θέματός της, αφού αναφέρεται σε αιματηρές σελίδες της ελληνικής Ιστορίας»λέει η Αλεξάνδρα Λαδικού,η οποία στην ταινία υποδύεται τη βασική γυναικεία ηρωίδα,μια αντιστασιακή.«Το “Μπλόκο” ήταν ένα όνειρο του Αδωνι Κύρου από την εποχή της εφηβείας του διότι είχε ζήσει γεγονότα στην Κατοχή.

Εκτοτε βέβαια δεν τον ξανάδαμε. Μετά το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου η ταινία προβλήθηκε, έφυγε μάλλον απογοητευμένος από την ελληνική κινηματογραφική πραγματικότητα. Διότι η τελική μορφή της ταινίας δεν ήταν αυτή που ήθελε ο ίδιος.

Αφαιρέθηκαν πολλά πράγματα από το φιλμ σε μια εποχή που η λογοκρισία ήταν πολύ αυστηρή λόγω της αντιπαράθεσης της Αριστεράς με τη Δεξιά. O Αδωνις είχε ενοχληθεί πάρα πολύ.

Δυστυχώς ένα από τα χαρακτηριστικά της φυλής μας είναι κάποια σημαντικά πράγματα να βρίσκουν καταξίωση πολλά χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή τους. Πάντως όλοι οι συντελεστές αυτής της ταινίας, από τους ηθοποιούς ως τον τελευταίο τεχνικό, νιώθαμε ότι κάναμε κάτι πολύ σημαντικό. Θυμάμαι ότι η πρώτη μέρα του γυρίσματος ήταν σε ένα υπόγειο όπου έκαναν σύσκεψη οι αντιστασιακοί με αρχηγό τον Μάνο Κατράκη, ο οποίος είχε βιώματα από την Κατοχή και βοηθούσε όλους εμάς τους νεότερους. Αν και ήμουν παιδάκι την περίοδο της Κατοχής, νομίζω ότι στα γυρίσματα αυτής της ταινίας βίωσα την τραγωδία της Κοκκινιάς, μια πραγματικότητα που παραμένει πολύ χθεσινή».


ΞΕΝΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
«ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΤΙΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ»«Οι αναμνήσεις μου από τα γυρίσματα του “Μπλόκου” είναι αρκετά ασαφείς» αναφέρει η Ξένια Καλογεροπούλου.

«Εκείνες που μου ξανάρχονται στον νου με ιδιαίτερη ζωντάνια είναι οι φιγούρες των κατοίκων την Κοκκινιάς και η προθυμία τους να λάβουν μέροςχωρίς αμοιβή- σαν κομπάρσοι για να αφηγηθούν μια ιστορία που αποτελούσε ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής τους.Από την άλλη,υπήρχε ένας πολύ μεγάλος αριθμός ανθρώπων συγκεντρωμένων γύρω μας,για εντελώς διαφορετικούς λόγους.Εβλεπαν για πρώτη φορά να γυρίζεται ταινία ή γνώριζαν ορισμένους από τους ηθοποιούς.Το αποτέλεσμα ήταν μια τεράστια ουρά από φτωχοντυμένους ανθρώπους κάθε ηλικίας που περίμεναν υπομονετικά χωρίς να ξέρουν όλοι ακριβώς τι ήλπιζαν να βρουν εκεί.Οταν μια γριούλα έφτασε επιτέλους σε μας τους ηθοποιούς,με ρώτησε με μεγάλη λαχτάρα: “Τι μοιράζουν εδώ,παιδάκι μου;”. Δεν έχω ξαναδεί την ταινία από τότε.Οσο θυμάμαι όμως πρέπει να ήταν αρκετά άνιση. Κάποιες σκηνές της φιλοδοξούσαν να ανήκουν στο είδος του πραγματικού ντοκυμαντέρ.Αυτό όμως δεν ήταν εύκολο να πετύχει γιατί ηθοποιοί και τεχνικοί είχαμε στην πλειοψηφία μας κάποιες κακές συνήθειες που δεν μπορούσαμε εύκολα να παραμερίσουμε.

Χαρακτηριστικό άλλωστε ήταν και το πόσο διαφορετικοί άνθρωποι δούλεψαν στην ταινία.Θυμάμαι ιδιαίτερα την Τώνια Μαρκετάκη να τρέχει από ΄δω κι από ΄κει κουβαλώντας μια τεράστια τσάντα.Και δίπλα της κάποιοι παλιοί τεχνικοί που δυσκολεύονταν να καταλάβουν τι τους ζητούσε ο σκηνοθέτης.

Οπως και να ΄ναι,το “Μπλόκο” ήταν μια τίμια ταινία.Και μπορεί,αν δεν είχε ακολουθήσει η επταετία,να είχε ανοίξει κάποιους καινούργιους δρόμους».


Του Γιάννη Ζουμπουλάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου