1. Ο κότινος
"Το έθνος πρέπει να μάθη να θεωρή εθνικόν ό,τι είναι αληθές" (Διονύσιος Σολωμός)
Τώρα που άρχισαν οι ολυμπιακοί αγώνες τού Λονδίνου, μου δίνεται η ευκαιρία να βγάλω ένα παλιό μου άχτι. Έτσι, λοιπόν, κατά την διάρκεια των αγώνων, θα δημοσιεύσω μια σειρά κειμένων με τα οποία θα επιχειρήσω να ανασκευάσω όλη την μυθολογία που έχει στηθεί ανά τους αιώνες περί των ολυμπιακών αγώνων. Κυρίως δε θα επικεντρωθώ στους δυο περισσότερο διαδεδομένους μύθους, δηλαδή στο πολυθρύλητο "ολυμπιακό ιδεώδες" και στην ευγένεια των αθλητών, οι οποίοι τάχατες αγωνίζονταν μόνο για τον "κότινο".
Προκαταβολικά, ζητώ συγγνώμη για την "ακαταστασία" των κειμένων, μιας και δεν έχω χρόνο να τα οργανώσω και να τα "καλουπώσω". Στο κάτω-κάτω, δεν φτιάχνω διδακτορική εργασία. Στο ιστολόγιό μου γράφω, οπότε κεντρική σημασία έχει το περιεχόμενο. Όσο για εκείνους που αισθανθούν να προσβάλλεται η ελληνικότητά τους, ας ρίξουν άλλη μια ματιά στην παραπάνω αποστροφή τού Σολωμού πριν μου ορμήσουν...
Όπως όλοι οι μεγάλοι αγώνες τής αρχαιότητας, έτσι και οι ολυμπιακοί αγώνες χαρακτηρίζονται ως "στεφανίται", επειδή το βραβείο των νικητών δεν ήταν παρά ένα στεφάνι: των ολυμπιονικών από αγριελιά (ο περίφημος κότινος), των ισθμιονικών από πεύκο, των πυθιονικών από δάφνη, των νεμεονικών από σέλινο. Αυτά τα στεφάνια ήσαν για τους τύπους, ακριβώς όπως σήμερα δίνονται μετάλλια. Στην ουσία, όμως, όλοι οι μεγάλοι αθλητικοί αγώνες τής αρχαιότητας ήσαν "χρηματίται".
Πράγματι, όταν οι ολυμπιονίκες επέστρεφαν στις πόλεις τους, όχι απλώς αποθεώνονταν αλλά εξασφάλιζαν και μια σειρά εντυπωσιακών προνομίων. Κατ' αρχάς, έμπαιναν στην πόλη από ένα σημείο των τειχών το οποίο γκρεμιζόταν για να περάσουν, συμβολισμός ο οποίος εννοούσε πως η πόλη δεν χρειάζεται πια τα τείχη εφ' όσον διαθέτει τέτοιον ήρωα. Οι άρχοντες και το ιερατείο ετοίμαζαν πανηγυρική υποδοχή ενώ όλοι οι κάτοικοι έβγαιναν στους δρόμους για να ζητωκραυγάσουν και να αποθεώσουν τον ήρωά τους. Ποιητές έγραφαν ύμνους για τον νικητή, γλύπτες έφτιαχναν τον ανδριάντα του, η πόλη έκοβε νομίσματα με την μορφή του και επιγραφές με υμνητικούς στίχους τοποθετούνταν στα μνημεία τής πόλης.
Όλα αυτά, βεβαίως, αποτελούσαν ηθικές ανταμοιβές και δεν θα είχε νόημα να τις επικρίνουμε αν όλα τελείωναν εδώ. Αλλά ποιός ολυμπιονίκης νοιάζεται για τις ηθικές ανταμοιβές όταν μπορεί να εξασφαλίσει οικονομικά προνόμια; Έτσι, λοιπόν, οι ολυμπιονίκες απαλλάσσονταν για πάντα από οποιαδήποτε φορολογία. Επίσης, απαλλάσσονταν και από κάθε στρατιωτική υποχρέωση (τί ειρωνεία να γκρεμίζεις τα τείχη για να περάσει κάποιος που δεν θα πιάσει ποτέ όπλο στα χέρια του!) αλλά και από κάθε άλλη δημόσια υποχρέωση (κοινωνικό έργο, κοινωφελή υπηρεσία σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών κλπ).
Πάνω απ' όλα, όμως, οι ολυμπιονίκες εξασφάλιζαν ισοβίως γενναία μισθοδοσία από το δημόσιο ταμείο, ενώ παράλληλα σιτίζονταν δωρεάν στο πρυτανείο. Αυτό το τελευταίο εξόργισε ως και τον νηφάλιο Σωκράτη: "Στο πρυτανείο πρέπει να σιτίζεται μόνον ο πολίτης που έχει άριστο ήθος και φρόνηση, που προσφέρει υπηρεσίες στην πατρίδα του, ο φτωχός άνθρωπος αλλά ευεργέτης τής πόλης. Απόδοση τιμών επιβάλλεται σε πολίτη του οποίου ολόκληρος ο βίος αποδεικνύεται ενάρετος" (Πλάτωνος, "Απολογία Σωκράτους", 36 γ-δ).
Παρ' ότι οι ολυμπιονίκες απαλλάσσονταν από κάθε στρατιωτική υποχρέωση, η πολιτεία τούς απένεμε στρατιωτικά αξιώματα (σημ.: κάτι ανάλογο κάνει και η σημερινή Ελλάδα με τους σύγχρονους ολυμπιονίκες της), ενίοτε δε και θρησκευτικά. Όσοι απ' αυτούς ήθελαν, μπορούσαν να πάρουν μέρος στις πολεμικές εκστρατείες, χωρίς όμως να είναι υποχρεωμένοι να πολεμήσουν. Πάντως, σε περίπτωση νίκης, ο "άκαπνος" ολυμπιονίκης είχε δικαίωμα σε σημαντικό μερίδιο από τα λάφυρα. Εννοείται ότι όλες οι παραπάνω υλικές παροχές αυξήθηκαν κατά τους ελληνιστικούς χρόνους και υπερδιογκώθηκαν κατά την ρωμαϊκή εποχή.
Πρέπει να παραδεχθούμε ότι στην αρχή οι ολυμπιακοί αγώνες ήσαν όντως "στεφανίται". Για παράδειγμα, κατά τους πρώτους αγώνες (776 π.Χ.) νικητής στον δρόμο ήταν ένας λαϊκός μάγειρος από την Ηλεία, ο Κόροιβος, ο οποίος έλαβε ως έπαθλο μόνο ένα μήλο! Δυστυχώς, δεν χρειάστηκαν παρά λίγα χρόνια για να αλλάξουν τα πράγματα. Από την έκτη κιόλας ολυμπιάδα η αγνότητα των αγώνων πάει περίπατο και κάνουν την εμφάνισή τους οι πρώτες χορηγίες χρημάτων και τιμαλφών δώρων. Αρκεί να αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι ο Σόλων, λίγο μετά το 600 π.Χ., θεώρησε υπερβολικά τα χρήματα που έδινε η πολιτεία στους διάφορους νικητές αθλητικών αγώνων και επενέβη περιορίζοντας την αμοιβή των ολυμπιονικών σε 500 δραχμές, των ισθμιονικών σε 100 δραχμές κλπ. Ο ίδιος, έλεγε με θυμό ότι είναι απαράδεκτο να τιμώνται οι αθλητές και να αγνοούνται εκείνοι που θυσιάζονται στον πόλεμο, των οποίων και τα παιδιά θα έπρεπε να τρέφονται και να μορφώνονται με χρήματα της πολιτείας: "Απειρόκαλλον γαρ το εξαίρειν τας τούτων τιμάς, αλλά μόνον εκείνων των εν πολέμοις τελευτησάντων...ων και τους υιούς δημοσία τρέφεσθαι και παιδεύεσθαι" (Διογένους Λαερτίου, "Βίοι φιλοσόφων" - Σόλων, 55).
Αυτά τα ολίγα είχα να πω σήμερα, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα πάψει το παραμύθι πως τάχα οι αρχαίοι αγωνίζονταν μοναχά για έναν κότινο. Διάβολε, ποιός πιστεύει ότι οι πρόγονοί μας ήσαν τόσο "ηλίθιοι" ώστε να βολεύονται με ένα κοτσάνι αγριελιάς ή ένα ματσάκι σέλινο; Αλλά θα συνεχίσουμε.
Ολυμπιακά παραμύθια - 2. Οι μεταγραφές
Θυμάμαι ακόμη και σήμερα την έκπληξη που ένοιωσα πριν καμμιά εικοσαριά χρόνια, όταν πρωοτοείδα τον κενυάτη Ουίλσον Κίπκετερ (τότε παγκόσμιο πρωταθλητή και ρέκορντμαν των 800 μέτρων) να αγωνίζεται με την φανέλλα τής Δανίας. Βλέπετε, η μόδα των "εθνικών μεταγραφών" στον σύγχρονο αθλητισμό δεν ήταν διαδεδομένη εκείνη την εποχή. Βέβαια, σήμερα το φαινόμενο είναι συνηθισμένο. Ιδού τρία χαρακτηριστικά ελληνικά παραδείγματα, ευρύτατα γνωστά:
- Ο "δικός μας" Κάχι Κακιασβίλι (ευτυχώς, το "Ακάκιος Κακιασβίλης" δεν έπιασε) έχει κερδίσει δυο χρυσά ολυμπιακά μετάλλια για την χώρα μας, αφού προηγουμένως είχε κερδίσει άλλο ένα για την Γεωργία.
- Στους ολυμπιακούς αγώνες τής Αθήνας, ο Τζαρτζίλ Ζβιανταουρί θα μπορούσε να είχε χαρίσει άλλο ένα χρυσό στην Γεωργία αλλά, δυστυχώς για τους γεωργιανούς, πρόλαβε και τον υιοθέτησε ο προπονητής τού τζούντο Νίκος Ηλιάδης. Έτσι απολαύσαμε τον "νεογέννητο" έλληνα χρυσό ολυμπιονίκη Ηλία Ηλιάδη να κάνει δηλώσεις μετά την νίκη του σε έλληνα δημοσιογράφο μέσω...διερμηνέα, αν και είχε στους ώμους του την γαλανόλευκη!
- Ο Πύρρος Δήμας είναι ένας από τους πλέον αγαπητούς στους έλληνες αθλητής, με τέσσερα ολυμπιακά μετάλλια (τα τρία χρυσά). Σήμερα, ο γεννημένος και μεγαλωμένος στην Αλβανία Πύρρος Δήμας είναι βουλευτής επικρατείας του ΠαΣοΚ, αφού στο μεταξύ είχε ονομαστεί αξιωματικός των ενόπλων δυνάμεων της χώρας. Εννοείται ότι ο Πύρρος, αν δεν ήταν ολυμπιονίκης, θα ήταν απλώς άλλος ένας "βρομοαλβανός μετανάστης".
Κι αν η Ελλάδα έχει να παρουσιάσει άφθονες τέτοιες "εθνικές μεταγραφές" (όρεξη να 'χουμε να απαριθμούμε), φανταστείτε τι γίνεται σε άλλες, πλουσιώτερες χώρες. Στις εθνικές ομάδες στίβου τού Κατάρ και του Μπαχρέιν ψάχνεις με το κυάλι για να βρεις αυτόχθονα αθλητή. Στους ολυμπιακούς αγώνες τού Πεκίνου, η ουγκαντέζα αρσιβαρίστρια Ρουθ Κασίριε μπήκε ως σημαιοφόρος τής...Νορβηγίας. Στους ίδιους αγώνες, σημαιοφόρος των ΗΠΑ ήταν ο σουδανός πρόσφυγας Λόπεζ Λόμονγκ. Επίσης στο Πεκίνο, στον γυναικείο αγώνα υδατοσφαίρισης ανάμεσα στην Ιταλία και την Ουγγαρία, η ουγγαρέζα πολίστρια Άγκνες Βάλκαϊ βρέθηκε αντίπαλος με την "ιταλίδα" αδελφή της Ερζεμπέτ Βάλκαϊ! Τέλος, πριν λίγες μέρες η παγκόσμια ομοσπονδία στίβου ανακοίνωσε τις "νέες εθνικότητες" δώδεκα ακόμη αθλητών. Κι έχει ο θεός...
Το φαινόμενο βρομοκοπάει από χιλιόμετρα μακρυά. Είναι σαφές ότι "μπούσουλας" όλων αυτών των "εθνικών μεταγραφών" δεν μπορεί να είναι ούτε το "ευ αγωνίζεσθαι" ούτε η "αθλητική ανιδιοτέλεια" ούτε ο...κότινος. Όμως, δεν είναι η "αμαρτωλή δύση" ούτε ο "πολυπράγμων καπιταλισμός" που ανακάλυψαν το συγκεκριμένο κόλπο. Δυστυχώς, ακόμη κι εδώ τα πρωτεία ανήκουν στους έλληνες! Και, μάλιστα, από τα βάθη της Ιστορίας!
Πράγματι, οι "εθνικές μεταγραφές" αποτελούν αρχαιοελληνική ανακάλυψη. Εφ' όσον η ανάδειξη κάποιου αθλητή ως ολυμπιονίκη έφερνε φήμη και δόξα στην πόλη-κράτος του, εξυπακούεται ότι μεγάλο κομμάτι απ' αυτή την φήμη και την δόξα καρπωνόταν και ο βασιλιάς ή ο τύραννος της πόλης. Συνεπώς, όσο περισσότερες ολυμπιακές επιτυχίες είχε να επιδείξει μια πόλη, τόσο μεγαλύτερη δόξα αποκτούσε και ο ανώτατος άρχοντάς της. Έτσι, από νωρίς άρχισαν οι συναλλαγές ανάμεσα σε πλούσιους άρχοντες και ολυμπιονίκες προκειμένου οι τελευταίοι να πάρουν...μεταγραφή.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του πολυολυμπιονίκη δρομέα Άστυλου από τον Κρότωνα της Νότιας Ιταλίας, ο οποίος πρώτευσε στο "στάδιον" και στον "δίαυλον" κατά τους ολυμπιακούς αγώνες τού 488 π.Χ. Τότε, ο τύραννος των Συρακουσών Ιέρων σκέφτηκε να "ενισχύσει" την επόμενη ολυμπιακή ομάδα τής πόλης του με τον Άστυλο. Τα χρήματα και τα χωράφια που χάρισε στον κροτωνιάτη αθλητή ο Ιέρων ήσαν αρκετά ώστε ο Άστυλος να ξεχάσει τους κότινους και τις τιμές των συμπατριωτών του και να δεχτεί την μεταγραφή στις Συρακούσες.
Έτσι, λοιπόν, στους επόμενους ολυμπιακούς αγώνες τού 484 π.Χ. ο Άστυλος ξανακέρδισε και στα δυο αγωνίσματα αλλά τούτη την φορά η δόξα πήγε στις Συρακούσες. Έξαλλοι οι πρώην συμπατριώτες του τον εξόρισαν για πάντα από τον Κρότωνα, κατέστρεψαν τον ανδριάντα του (τον οποίο είχε φιλοτεχνήσει ο Πυθαγόρας), κατέβασαν την εικόνα του από τον ναό τής Λακινίας Ήρας και μετέτρεψαν το σπίτι του σε φυλακή (ύψιστη προσβολή), ενώ η οικογένειά του τον αποκλήρωσε (*). Όμως, το αφτί τού Άστυλου δεν ίδρωσε: στους επόμενους ολυμπιακούς αγώνες, το 480 π.Χ., όχι μόνο κέρδισε και πάλι στα ίδια αγωνίσματα αλλά πρώτευσε και στον "οπλίτη δρόμο"...
Εκτός από την περίπτωση Άστυλου, μεγάλο ντόρο έκανε και η περίπτωση του κρητικού Σωτάδη. Ο Σωτάδης είχε νικήσει στον "δόλιχο" κατά τους 99ους ολυμπιακούς αγώνες τού 384 π.Χ. Τότε, ο σατράπης τής Εφέσου Τιρίβαζος σκέφτηκε ότι δεν θα του έπεφτε άσχημα να αποκτούσε η πόλη του έναν ολυμπιονίκη και γέμισε χρυσάφι τον Σωτάδη προκειμένου να τον πείσει να πάρει μεταγραφή από την Κρήτη στην Έφεσο. Κι επειδή "ήταν πολλά τα λεφτά, Σωτάδη", ο -αποθεωμένος ως κρητικός- ολυμπιονίκης νίκησε στους 100ούς αγώνες τού 380 για λογαριασμό τού Τιρίβαζου και της Εφέσου (**). Φυσικά, οι πρώην αποθεωτές του δεν έμειναν άπραγοι. Δήμευσαν την περιουσία του και του απαγόρευσαν να ξαναπατήσει το πόδι του στο νησί.
Κάπως έτσι, λοιπόν, ο ταπεινός κότινος επιχρυσωνόταν, στέλνοντας το "αγνό" πνεύμα τού ολυμπισμού να κατοικοεδρεύσει αποκλειστικά στο μυαλό και την φαντασία όσων επιμένουν να βλέπουν μόνο ωραία και σωστά πράγματα στην αρχαία μας Ιστορία. Συνεπώς, την επόμενη φορά που θα αγανακτήσετε με τον "αιγαλεώτη" λατινοαμερικανό Γιάννη "Χουάν Ραμόν Ρότσα" Μπουμπλή ή τον "χιώτη" λατινοαμερικανό Εδουάρδο "Κοντογεωργάκη" Ρικάνε, σκεφθείτε ότι απλώς...παραμένουμε πιστοί στις αρχαιοελληνικές μας παραδόσεις!
----------------------------
(*) "Αστύλος δε Κροτωνιάτης Πυθαγόρου μέν εστιν έργον, τρεις δε εφεξής Ολυμπίασι σταδίου τε και διαύλου νίκας έσχεν. ότι δε εν δύο ταις υστέραις ες χάριν την Ιέρωνος του Δεινομένους ανηγόρευσεν αυτόν Συρακούσιον, τούτων ένεκα οι Κροτωνιάται την οικίαν αυτού δεσμωτήριον είναι κατέγνωσαν και την εικόνα καθείλον παρά τη Ήρα τη Λακινία κειμένην" (Παυσανίας, "Ελλάδος περιήγησις", βιβλίο VI, 13, 1). Συγγνώμη για το μονοτονικό, θείε Παυσανία...
(**) "Λαβών χρήματα παρά των Εφεσίων κοινού Εφεσίοις εσεποίησεν αυτός (...) και αυτόν επί τω έργω φυγή ζημιούσιν οι Κρήτες" (Παυσανίας, "Ελλάδος περιήγησις", βιβλίο VI, 18, 6)
Ολυμπιακά παραμύθια - 3. Οι δωροδοκίες των αθλητών
Έτσι, λοιπόν, τα οφέλη που αποκόμιζε κάθε ολυμπιονίκης ήσαν τόσο μεγάλα ώστε έμμεσα γίνονταν κίνητρο για την περαιτέρω εξαχρείωση των αγώνων. Όταν διακυβεύονται τέτοια πλούτη, δεν μπορείς να εμπιστεύεσαι μόνο τις δικές σου ικανότητες αλλά επιβάλλεται να μειώσεις όσο γίνεται και το αξιόμαχον των αντιπάλων σου. Και ο ασφαλέστερος τρόπος για να το πετύχεις αυτό είναι η δωροδοκία.
Το φαινόμενο της δωροδοκίας μεταξύ των αθλητών είχε πάρει τέτοιες διαστάσεις ώστε ο Φιλόστρατος στον "Γυμναστικό" του αναφέρει καθαρά την συνήθεια "πωλείν τε και ωνείσθαι τας νίκας...προνοούντες του εαυτών κέρδους" (= και να πωλούν και να αγοράζουν τις νίκες...προνοώντας για το κέρδος τους). Παρ' ότι δε συχνά αυτές οι δωροδοκίες γίνονταν αντιληπτές, οι "αδέκαστοι" ελλανοδίκες έκαναν τα στραβά μάτια και αντιδρούσαν μόνον σε κραυγαλέες περιπτώσεις και μόνο όταν ξεσπούσε σάλος. Τότε επέβαλαν πρόστιμα και στους εμπλεκόμενους αθλητές αλλά και στις πόλεις τους και με αυτά έφτιαχναν τις περίφημες "Ζάνες" (τα μικρά ορειχάλκινα αγαλματίδια του Δία, τα οποία κοσμούσαν την είσοδο του σταδίου). Ο μεγάλος αριθμός των Ζανών που βρέθηκαν αποδεικνύει τον μεγάλο αριθμό των προστίμων που είχαν επιβληθεί.
Κραυγαλέα περίπτωση δωροδοκίας ήταν εκείνη των 98ων αγώνων (388 π.Χ.), όταν ο θεσσαλός πυγμάχος Εύπωλος δωροδόκησε και τους τέσσερις αντιπάλους του, ανάμεσα στους οποίους και τον προηγούμενο ολυμπιονίκη (εκείνος είχε ήδη εξασφαλίσει τα προνόμια του!) και έτσι ανακηρύχθηκε ολυμπιονίκης. Όμως, το "στήσιμο" ήταν τόσο εξόφθαλμο ώστε οι θεατές εξοργίστηκαν και τα έβαλαν τόσο με τους αθλητές όσο και με τους ελλανοδίκες, οι οποίοι -έκαναν πως- δεν κατάλαβαν γρυ. Τελικά, υπό την γενική κατακραυγή, οι ελλανοδίκες υποχρεώθηκαν να ακυρώσουν τον νικητή και να επιβάλουν βαρύτατα πρόστιμα και στους τέσσερις αθλητές, αρκετά για να φτιαχτούν έξι Ζάνες.
Παρόμοια είναι και η περίπτωση του Φιλόστρατου, ενός ρόδιου παλαιστή ο οποίος δωροδόκησε τον ηλείο αντίπαλό του Εύδηλο. Δυστυχώς και για τους δυο, όμως, κάποιος τρίτος παλαιστής πήρε χαμπάρι την συναλλαγή και φρόντισε να ενημερώσει τον κόσμο. Οι ελλανοδίκες υποχρεώθηκαν να επέμβουν. Αποτέλεσμα: άλλες δυο Ζάνες.
Τα περιστατικά δωροδοκιών είναι αναρίθμητα. Ο Παυσανίας στο "Ελλάδος Περιήγησις" (βιβλίο V, 21, 15-16) εξοργίζεται με τους πυγμάχους Σαραπάμμωνα και Δίδα, όταν ο Δίδας έχασε τον αγώνα δίχως να ρίξει ούτε μια μπουνιά στον αντίπαλό του: "εφώρασαν συνθεμένους υπέρ λήμματος...θαύμα μεν δη και άλλως εν ουδενός λόγω τον θεόν θέσθαι τον εν Ολυμπία και δέξασθαι τινα ή δούναι δώρα επί τω αγώνι" (= συνεννοήθηκαν για το αποτέλεσμα...είναι από κάθε άποψη εντυπωσιακό να υπάρχουν άνθρωποι που δεν σέβονται τον θεό τής Ολυμπίας και να δωροδοκούνται ή να δωροδοκούν για το αποτέλεσμα του αγώνα).
Η μεγαλύτερη "πλάκα", όμως, είναι αυτή που περιγράφει ο Παυσανίας στο ίδιο βιβλίο (21, 5) και με την διήγησή της θα κλείσουμε το σημερινό κείμενο. Στους 111ους αγώνες (336 π.Χ.) είχε νικήσει στο πένταθλο ο αθηναίος Κάλιππος. Κατά τους επόμενους αγώνες, ο Κάλιππος ήταν 4 χρόνια μεγαλύτερος και, προφανώς, δεν είχε πια απόλυτη εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του, οπότε δωροδόκησε τους αντιπάλους του για να ξαναβγεί ολυμπιονίκης. Ατυχώς, όμως, κάποιοι τον κατάλαβαν, τον κάρφωσαν και οι ελλανοδίκες τον τιμώρησαν, ενώ επέβαλαν βαρύτατο πρόστιμο και στην Αθήνα.
Η θέση των αθηναίων ήταν δύσκολη. Πώς να δεχτούν ότι ο προ τετραετίας αποθεωμένος "ήρωάς" τους είχε πέσει τόσο χαμηλά; Έτσι, λοιπόν, σκέφτηκαν να χειριστούν το θέμα "α λα ελληνικά": αρνήθηκαν να πληρώσαν το πρόστιμο, απέσυραν την ομάδα τους κι έφυγαν από τους αγώνες (σε ένδειξη διαμαρτυρίας, μάλλον!) και έστειλαν στην Ολυμπία τον ρήτορα Υπερείδη, μπας και καταφέρει με το μπλα-μπλα του και πείσει τους διοργανωτές να ακυρώσουν το πρόστιμο.
Σιγά, όμως, μη κι οι διοργανωτές είχαν διάθεση να χαρίσουν το πρόστιμο. Άλλωστε, για κάτι τέτοιες περιπτώσεις είχαν προνοήσει και είχαν φτιάξει στην Ολυμπία ένα "υποκατάστημα" του μαντείου των Δελφών, το οποίο λειτουργούσε κατά την περίοδο των αγώνων. Συνήθως, βέβαια, αυτό το "υποκατάστημα" το επισκέπτονταν οι αθλητές για να μάθουν το...ολυμπιακό τους μέλλον αλλά τούτη την φορά η υπόθεση ήταν πιο σοβαρή. Εν τέλει, ο Απόλλωνας, μέσω του δελφικού χρησμού, αποφάσισε να διατηρηθεί το πρόστιμο, οπότε οι αθηναίοι πλήρωσαν κανονικά και με τον "θεϊκό" νόμο και...να άλλες έξι Ζάνες!
Είπαμε αρκετά για το "αγνό, αθλητικό πνεύμα" και για τις δωροδοκίες των αθλητών. Αλλά κάπου παραπάνω αφήσαμε και κάτι υπονοούμενα για τους ίδιους τους ελλανοδίκες. Σ' αυτούς θα αναφερθούμε στο επόμενο σημείωμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου