Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ :Ολοι είναι ύποπτοι για «εξτρεμισμό» και τρομοκρατία!

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Στήνουν δαιδαλώδες δίκτυο με «τυπικούς» και «άτυπους» φορείς που θα εντοπίζουν περιπτώσεις «ριζοσπαστισμού», προκειμένου να παρέμβουν ανασταλτικά

Με «άλματα» από το ριζοσπαστισμό στο «βίαιο εξτρεμισμό» και από εκεί στην τρομοκρατία, η ΕΕ θέλει να σφίξει τον κλοιό γύρω από τους εργατικούς αγώνες και την ταξική τους πρωτοπορία


Με απόψεις και πρακτικές που χτυπάνε καμπανάκι κινδύνου για το λαό, η ΕΕ επιχειρεί να ποινικοποιήσει ιδεολογίες και να καταστήσει ύποπτο για συμμετοχή σε πράξεις «βίαιου εξτρεμισμού»τον καθένα, με κριτήριο τη συμπεριφορά του, τα πολιτικά και θρησκευτικά του «πιστεύω».



Για το λόγο αυτό και με πρόσχημα την πρόληψη και καταπολέμηση της «τρομοκρατίας», την οποία ταυτίζει σκόπιμα με το ριζοσπαστισμό, στήνει ένα δαιδαλώδες δίκτυο από κρατικές και μη κρατικές δομές, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, οι οποίες θα παρακολουθούν, θα εντοπίζουν κατά την κρίση τους και θα παρεμβαίνουν προληπτικά, προκειμένου να μην εκδηλωθεί βίαια μια «ριζοσπαστική» συμπεριφορά.

Αυτό είναι το «ζουμί» της «διάσκεψης υψηλού επιπέδου», που διοργάνωσε χτες στις Βρυξέλλες η Κομισιόν, με θέμα την «πρόληψη του βίαιου εξτρεμισμού στην Ευρώπη». Στη διάσκεψη συζητήθηκαν τα πρώτα συμπεράσματα του «Δικτύου ευαισθητοποίησης για τη ριζοσπαστικοποίηση (RAN)», το οποίο ίδρυσε η ΕΕ το Σεπτέμβρη του 2011, σαν «ομπρέλα» για τη νομιμοποίηση των αντιδραστικών κατευθύνσεων που δίνει στα κράτη - μέλη, με πρόσχημα τον «εξτρεμισμό» και την τρομοκρατία.

Από το ανακάτεμα και μόνο των όρων «εξτρεμισμός» και «ριζοσπαστικοποίηση»γίνεται αντιληπτό ότι η ΕΕ επιδιώκει τη συκοφάντηση κομμάτων και λαϊκών κινημάτων που αμφισβητούν το σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, μέσα από την ταύτισή τους με ακροδεξιές ή «τρομοκρατικές» οργανώσεις και κατ' επέκταση τη στοχοποίηση και ποινικοποίηση της δράσης τους, σαν απειλή «για την ασφάλεια των πολιτών της ΕΕ».

Χαρακτηριστικά γι' αυτό είναι τα όσα είπε η αρμόδια για θέματα δικαιοσύνης επίτροπος, Σεσίλια Μάλμστρομ, προαναγγέλλοντας τη χτεσινή διάσκεψη, στην οποία συμμετείχαν, εκτός από τους «εμπειρογνώμονες» (!), όπως τους αποκαλεί η Κομισιόν, οι υπουργοί Εσωτερικών ή Δικαιοσύνης του Βελγίου, της Κύπρου, της Γαλλίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλίας, της Λετονίας, της Νορβηγίας και της Σουηδίας, εκπρόσωποι από άλλες χώρες.
Ποινικοποιούν την ιδεολογία

Σύμφωνα με την επίτροπο, «δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η αντιμετώπιση του βίαιου εξτρεμισμού είναι στην καρδιά της καταπολέμησης της τρομοκρατίας από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αλλά οι καλές προθέσεις δεν είναι αρκετές και πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι λίγα μόνο κράτη - μέλη έχουν αναπτύξει τα κατάλληλα εργαλεία για την αντιμετώπιση του ζητήματος αρκετά σοβαρά».

Είναι φανερή η διάθεση της καπιταλιστικής ΕΕ να τσουβαλιάσει το ριζοσπαστισμό με την τρομοκρατία και να ενισχύσει το νομικό της οπλοστάσιο απέναντι σε πεποιθήσεις, κινήματα και ομάδες που η ίδια βαφτίζει «εξτρεμιστικά».

Το σπέρμα για ποινικοποίηση της ιδεολογίας ρίχνεται με τη διαπίστωση από την πλευρά της Κομισιόν ότι «οι προϋποθέσεις για βίαιο εξτρεμισμό υπάρχουν σε όλες τις χώρες. Μπορεί να εκδηλωθεί σε διάφορες μορφές, είτε πρόκειται για δεξιό ή αριστερό εξτρεμισμό, είτε ενυπάρχουν αποσχιστικά ή θρησκευτικά κίνητρα εξτρεμισμού. Πάντα όμως χαρακτηρίζεται από την αιματοχυσία και τα σημάδια που αφήνει στην κοινωνία».

Η ΕΕ αναπαράγει ωμά την αντιδραστική θεωρία των άκρων, όπως κάνει η κυβέρνηση και στην Ελλάδα, προκειμένου να συκοφαντήσει τους εργατικούς αγώνες και ιδιαίτερα τους ταξικούς, αναγορεύοντάς τους σε «εκκολαπτήριο» της τρομοκρατίας. Με δεδομένο αυτό, η αρμόδια επίτροπος απευθύνεται στα κράτη - μέλη και ζητάει «να γίνουμε καλύτεροι στην ανίχνευση και την πρόληψη αυτών των απειλών, και αυτός είναι ο λόγος για το Δίκτυο Ενημέρωσης για τη Ριζοσπαστικοποίηση που έχει την ευθύνη της συλλογής των βασικών παραγόντων που συμμετέχουν στην καταπολέμηση της ριζοσπαστικοποίησης σε όλη την ΕΕ». Δηλαδή, φτιάχνει δίκτυο χαφιέδων για να στήνει κατηγορίες άρα και διώξεις σε ανθρώπους μόνο και μόνο για την ιδεολογία τους, για την προπαγάνδιση των απόψεών τους, στοχοποιώντας αυτούς που οργανωμένα διεκδικούν την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, κόντρα στο κεφάλαιο. Δηλαδή ηγεσίες του εργατικού κινήματος που παλεύει σε αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική κατεύθυνση και τους κομμουνιστές.
Επιτηρητές σε σχολεία και γειτονιές

Ανάμεσα σ' αυτούς που αναλαμβάνουν αυξημένα καθήκοντα στην καταπολέμηση του εξτρεμισμού είναι «οι κοινωνικοί λειτουργοί, οι θρησκευτικοί ηγέτες, ομάδες πολιτών, οι ηγέτες της νεολαίας, οι αστυνομικοί, οι ερευνητές, οι ηγέτες της κοινότητας, ΜΚΟ και όσοι εργάζονται στο έδαφος σε ευάλωτες κοινότητες κι έχουν εργαστεί από κοινού στην ανταλλαγή εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών».

Με άλλα λόγια, μια σειρά από κρατικοί και «μη κυβερνητικοί» φορείς θα επιτηρούν σε τοπικό επίπεδο, ακόμα και μέσα στα σχολεία, τη συμπεριφορά και τις πεποιθήσεις του καθένα και θα κάνουν διάγνωση για το κατά πόσο «κινδυνεύει» να «κυλήσει» στο ριζοσπαστισμό και στο βίαιο εξτρεμισμό! Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο καθένας είναι ύποπτος, πολύ περισσότερο αν στο σχολείο, στη γειτονιά, στο πανεπιστήμιο ή τη δουλειά του εμφανίζεται να διεκδικεί και να παλεύει, προβάλλοντας ριζοσπαστικά αιτήματα.

Οι οδηγίες μάλιστα που δίνει η Κομισιόν στους τυπικούς και άτυπους φορείς που συγκροτούν το παραπάνω δίκτυο, είναι ότι «πρέπει να γίνουμε καλύτεροι στην αστυνομία και στην κατάρτιση των τοπικών κοινοτήτων για το πώς θα προλαμβάνουν τον βίαιο εξτρεμισμό. Οντας ενεργοί φορείς στις κοινότητες, η τοπική αστυνομία ή η κοινότητα είναι σε θέση να ανιχνεύουν τη ριζοσπαστικοποίηση, να παρατηρήσουν τα πρώτα σημάδια προς τον βίαιο εξτρεμισμό και θα πρέπει να γνωρίζουν πώς να ασχοληθούν με περιπτώσεις που προκαλούν ανησυχία».
Εμφαση στους μετανάστες

Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, «η διαδικασία της ριζοσπαστικοποίησης τροφοδοτείται συχνά από βαθιά ριζωμένη δυσαρέσκεια ή συγκρούσεις, συνδέεται με την εξωτερική πολιτική και τις διεθνείς υποθέσεις. Ως εκ τούτου, είναι ζωτικής σημασίας να συμμετάσχουν οι κοινότητες της διασποράς για την αντιμετώπιση ορισμένων από αυτές τις δυσαρέσκειες και την ενσωμάτωση στην κοινωνία, προκειμένου να αφοπλίσει τις προσπάθειες για ριζοσπαστικοποίηση».

Με άλλα λόγια, η Κομισιόν αποφαίνεται ότι η δυσαρέσκεια του λαού για την κυρίαρχη πολιτική οδηγεί στο ριζοσπαστισμό, τον οποίο επιμένει να τσουβαλιάζει με την τρομοκρατία και καλεί ακόμα και τις κοινότητες των μεταναστών να βελτιώσουν το ρόλο τους στην ενσωμάτωση του όποιου ψήγματος ριζοσπαστισμού δείχνουν τα μέλη τους

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου