Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Alain Badiou-Το υποκείμενο της αλλαγής, σεμινάριο 5

lenin reloaded


Alain Badiou
Το υποκείμενο της αλλαγής
Σεμινάριο 5
Μτφρ.: Lenin Reloaded

Αύριο θα απαντήσω στα ερωτήματά σας. Σήμερα πρέπει να εξηγήσω την νέα μου λύση σε ό,τι αφορά το ερώτημα της αλλαγής.


Εξέτασα ήδη τις τρεις βασικές θέσεις αναφορικά με το ερώτημα της αλλαγής. Η πρώτη θέση, η οποία αφορούσε το είναι ως είναι --και σύμφωνα με την οποία το είναι ως τέτοιο δεν υπόκειται σε αλλαγή-- ισχυριζόταν ότι οι εμπειρικές ενδείξεις της αλλαγής είναι ψεύδος ή αυταπάτη. Αυτός ήταν ο παρμενίδιος προσανατολισμός. Η δεύτερη θέση ήταν πως το είναι είναι αλλαγή, και έτσι οι εμπειρικές ενδείξεις της αλλαγής είναι οντολογικές εμπειρίες. Για την θέση αυτή, οι εμπειρικές ενδείξεις της αλλαγής είναι απλώς μια πραγματική εμπειρία της αλλαγής. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο από την αλλαγή, αλλά η αλλαγή δεν μπορεί να ονομαστεί το Ένα διότι είναι καθαρή πολλαπλότητα. Η αλλαγή είναι μια διαρκής μεταμόρφωση ενός τινός σε κάτι άλλο. Αυτός ήταν ο προσανατολισμός του Ηράκλειτου. Η τρίτη θέση ισχυρίστηκε πως ένα τμήμα του είναι δεν υπόκειται σε αλλαγή και ένα τμήμα του είναι υπόκειται σε αλλαγή. Αυτός ήταν ο προσανατολισμός του Αριστοτέλη.



Η τρίτη θέση ήταν η γέννεση της αυστηρά φιλοσοφικής και θρησκευτικής έννοιας του Θεού. Το τελευταίο βιβλίο του Αριστοτέλη για τη μεταφυσική ήταν η πρώτη έλλογη και εννοιακή παρουσίαση του ιδανικού Θεού. Κατόπιν έχουμε την πολύπλοκη ιστορία της επιλογής
ανάμεσα στη φιλοσοφική έννοια του Θεού και τη θρησκευτική έννοια του Θεού. Δεν πρόκειται για τον ίδιο Θεό σε όλη την ιστορία. Υπάρχει η μεταφυσική έννοια του Θεού, η οποία δεν είναι απαραίτητα μια καλή σύλληψη του Θεού για την εκκλησία διότι φέρει μαζί της κάτι πολύ αφηρημένο και λογικό. Ξέρετε, στο τέλος της υπόθεσης, πως το θρησκευτικό ζήτημα είναι ζήτημα πίστης και δημιουργίας. Η μεταφυσική έννοια του Θεού είναι κάτι το οποίο μπορεί να είναι συμβατό με τη θρησκεία αλλά δεν υφίσταται απλώς εντός της θρησκείας. Ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη, έχουμε μια μακρά και ορισμένες φορές βίαιη ιστορία σε ό,τι αφορά τη σχέση ανάμεσα σε μια καθαρά θρησκευτική σύλληψη του Θεού και την έλλογη σύλληψη του Θεού.


Ποια είναι η σχέση ανάμεσα σε μια οντότητα η οποία δεν υπόκειται σε αλλαγή και τον κόσμο, ο οποίος υπόκειται στην αλλαγή και τον θάνατο; Για τον Αριστοτέλη, δεν υπήρχε δημιουργία του κόσμου από τον Θεό, κι έτσι δεν υφίστατο αρχή του κόσμου. Ο κόσμος είναι όπως είναι. Αν ο Θεός κινεί τον κόσμο τότε το κάνει προφανώς με την καθαρή έλκυσή του. Ο Θεός είναι η τελειοποίηση του είναι, και όλα τα ατελή όντα προσανατολίζονται προς την κατεύθυνση της τελειότητας. Δεν πρόκειται για ένα εγχείρημα δημιουργίας του κόσμου από τον Θεό. Την ιδέα της δημιουργίας του κόσμου τη βρίσκουμε, στο τέλος της υπόθεσης, στην παράδοση της Βίβλου. Έτσι, η δημιουργία του κόσμου δεν ήταν καθόλου ελληνική ιδέα. Στην ελληνική φιλοσοφία δεν υπάρχει καμία ιδέα περί της δημιουργίας του κόσμου. Στην αρχή της φιλοσοφίας υπήρχε μόνο η ιδέα της εφικτής τελειότητας ενός τμήματος του είναι, όχι όμως μια ιδέα περί της δημιουργίας του κόσμου.


Κατόπιν έχουμε την πολύπλοκη ιστορία της σχέσης μεταξύ φιλοσοφίας και θρησκείας σε ό,τι αφορά το πρόβλημα της δημιουργίας. Είναι πράγματι δύσκολο στο κάτω-κάτω να καταλάβουμε γιατί ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Αν ο Θεός είναι απόλυτη τελειότητα, αν είναι εντελώς τέλειος ο ίδιος, τότε γιατί να έχει αυτή την παράξενη ιδέα να δημιουργήσει τον κόσμο; Είναι μια καλλιτεχνική ιδέα κατά κάποια έννοια, γιατί ίσως πρόκειται για μια περίπτωση θέλησης για τη δημιουργία ενός έργου τέχνης [γέλια]. Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον πρόβλημα της σκέψης για το Θεό ως υποκείμενο. Δεν πρόκειται καθόλου για ελληνική ιδέα, δεν μπορούμε να βρούμε τίποτε που να μοιάζει με την ιδέα του Θεού ως υποκειμένου στο έργο του Αριστοτέλη. Ο Θεός είναι η τελειότητα του είναι, αλλά αυτός, ή αυτό, δεν είναι υποκείμενο. Μετά τον Αριστοτέλη, έχουμε την ιδέα του Θεού ως υποκειμένου, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ο Θεός δεν υπόκειται στην αλλαγή. Ο Θεός είναι αθάνατος, αιώνιος, και λοιπά, αλλά είναι επίσης ενεργό υποκείμενο. Δημιούργησε τον κόσμο. Η δυσκολία είναι πώς να σκεφτείς σχετικά με ένα υποκείμενο το οποίο δεν είναι καθόλου τελικό υποκείμενο αλλά μάλλον ατέρμονο ή τέλειο υποκείμενο. Γιατί δημιούργησε τον κόσμο αυτό το τέλειο υποκείμενο; Η θρησκευτική απόκριση γενικά είναι πως η απάντηση είναι μυστηριώδης και δίχως λογική εξήγηση.


Ένας γάλλος φιλόσοφος που λεγόταν Νικολά Μαλμπράνς πρότεινε μια έλλογη κατανοήση της δημιουργίας ως τέτοιας. Δεν θα σας δώσω πολλές λεπτομέρειες τώρα γιατί δεν είναι εκεί το ζήτημα για μας. Αλλά επρόκειτο για την πλήρη απορρόφηση της θρησκείας από τη λογική. Ο Μαλμπράνς πρότεινε ότι η δημιουργία του κόσμου και η ύπαρξη του Χριστού, αυτού του υπο-Θεού, μπορούν να εξηγηθούν με καθαρά λογικά μέσα. Δεν ήταν εντελώς πειστικό, αλλά ήταν πολύ όμορφο. Ήταν μια όμορφη προσπάθεια του καθαρού λόγου να εξηγήσει όχι μόνο κάτι πολύ αφηρημένο, δηλαδή το τέλειο είναι, αλλά και τον ακριβή καθορισμό μιας συγκεκριμένης θρησκείας που ονομάζεται Χριστιανισμός. Για τον Μαλμπράνς, ο Χριστιανισμός γινόταν ένα έλλογο οικοδόμημα με ένα είδος διαφάνειας έτσι ώστε τίποτε να μην είναι μυστήριο. Βρισκόμαστε στην πράξη μέσα στο πνεύμα του Θεού και μπορούμε να καταλάβουμε την κατάσταση του Θεού. Μπορούμε να καταλάβουμε έλλογα γιατί υπήρχε μια παρμενίδιος ανάγκη να δημιουργηθεί ο κόσμος, και κατόπιν, να σωθεί ο κόσμος από τον Χριστό. Όλα αυτά τα εξήγησε ο Μαλμπράνς. Όταν ο Μαλμπράνς δημιούργησε την εξήγησή του βρέθηκε μπροστά από ένα λογικό έργο τέχνης. Δεν πείθομαι για την αλήθεια της χριστιανικής θρησκείας απ' αυτόν. Όμως ο εξαιρετικός στόχος του Μαλμπράνς ήταν να εξηγήσει ότι ο Χριστιανισμός ήταν αληθείς όχι απλώς εξαιτίας των ειδώλων, της αποκάλυψης, της παράδοσης και τα λοιπά, αλλά επίσης επειδή μπορούσε να εξηγηθεί λογικά. Αυτός ήταν κι ο στόχος του Πασκάλ. Σχεδόν την ίδια περίοδο με τον Μαλμπράνς, ο Πασκάλ ασχολούνταν επίσης με τον καθορισμό της αλήθειας της χριστιανικής θρησκείας με λογικά μέσα.


Όλα αυτά προήλθαν από την τρίτη απόπειρα να λυθεί το πρόβλημα της αλλαγής με τη διαίρεση: μέρος του είναιυπόκειται σε αλλαγή, και μέρος του είναι δεν υπόκειται σε αλλαγή. Είδαμε επίσης μια παραλλαγή αυτού του σημείου στον Καντ. Το επιχείρημα του Καντ ήταν ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε το είναι ως τέτοιο, κι έτσι, δεν μπορούμε και να γνωρίζουμε αν το είναι υπόκειται ή όχι σε αλλαγή. Δεν μπορούμε να τα γνωρίζουμε όλα αυτά εξαιτίας του πεπερασμένου χαρακτήρα της ανθρώπινης σκέψης μας. Οπότε πρέπει να έχουμε πίστη στο Θεό. Ο Καντ δεν παρουσίασε έναν λογικό καθορισμό του Θεού όπως έκανε ο Μαλμπράνς, αλλά πίστευε στον Θεό. Η εμπειρία μας της αλλαγής είναι το αποτέλεσμα μιας ενεργού και καθολικής δομής η οποία είναι μια υποκειμενική δομή της γνώσης, Οπότε η γνώση είναι στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα μιας υπερβατικής δομής, η οποία οργανώνει την εμφάνιση του είναι κάτω από κάποιο νόμο. Αλλά δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι νόμοι αυτοί είναι οι νόμοι του είναι, δεν είναι αυτό το ζήτημα. Οι νόμοι είναι νόμοι της πρόσληψής μας του είναι. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε στην πραγματικότητα το αληθινό είναι, μπορούμε να γνωρίζουμε μόνο ότι είναι εφικτό χάρη στην υπερβατική δομή της γνώσης μας.


Έτσι, είναι το υποκείμενο αυτό το οποίο συνιστά τον νόμο της αλλαγής. Το συμπέρασμα είναι πως η αλλαγή είναι λογική, και μπορούμε να γνωρίζουμε τον νόμο της αλλαγής, αλλά δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως η νώση που έχουμε για τους νόμους της αλλαγής είναι απόλυτη. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν η γνώση μας για τους νόμους της αλλαγής είναι πραγματική γνώση της αλλαγής διότι είναι σχετική εμ τις δυνατότητές μας να γνωρίσουμε και σχετική εμ την υπερβατική σύσταση του υποκειμένου. Κατά κάποιο τρόπο, το είναι ως τέτοιο γίνεται κάτι σκοτεινό και κάτι κρυφό στην δομή της γνώσης μας.


Η βασική έννοια του παρμενίδιου προσανατολισμού είναι το Ένα. Η βασική έννοια του ηρακλείτιου προσανατολισμού είναι η καθαρή πολλαπλότητα. Δεν υπάρχει κανένα Ένα διότι υπάρχει μόνο η διαρκής αλλαγή του πολλαπλού. Μπορούμε να συνοψίσουμε τον προσανατολισμό του Αριστοτέλη και του Καντ ισχυριζόμενοι ότι οι βασικές έννοιες είναι το Ένα και το πολλαπλό. Μπορούμε επίσης να ισχυριστούμε ότι για τον Παρμενίδη το ζήτημα ήταν η ταυτότητα. Δηλαδή, το είναι είναι θεμελιωδώς ίδιο με τον εαυτό του, κι έτσι δεν μπορούμε να αλλάξουμε επειδή το είναι παραμένει στην ορθή του ταυτότητα. Έτσι, όταν αποκτούμε μια αληθή διαίσθηση, αυτή είναι μια διαίσθηση του Ενός και της ταυτότητας του Ενός. Για τον Ηράκλειτο, η βασική έννοια σχετίζεται με τη διαφορά. Σχετίζεται με τη διαφορά διότι όλα όσα υπάρχουν γίνονται διαρκώς διαφορετικά από τον εαυτό τους. Ο τρίτος προσανατολισμός πρότεινε ένα είδος σχέσης ανάμεσα στην ταυτότητα και τη διαφορά.


Όλα αυτά συνιστούν έναν γενικό ορίζοντα για τη φιλοσοφική μελέτη του ερωτήματος της αλλαγής. Προτείνω ότι στο οντολογικό επίπεδο της γης θα πρέπει να διαχωρίσουμε το ερώτημα της αλλαγής από το ερώτημα της πολλαπλότητας. Η πρότασή μου είναι να δημιουργήσουμε μια διαίρεση ανάμεσα σ' αυτές τις δύο ιδέες οι οποίες στην πραγματικότητα βρίσκονται στην ίδια πλευρά. Η πολλαπλότητα και η αλλαγή είναι με τη μεριά του Ηράκλειτου, και φυσικά, δεν είναι εφικτό να σκεφτείς την αλλαγή χωρίς να σκεφτείς το πολλαπλό, γιατί η αλλαγή είναι αλλαγή από κάτι σε κάτι άλλο. Αν κάτι αλλάζει από κάτι σε κάτι άλλο τότε έχουμε πολλαπλότητα. Αν θέλεις να σκεφτείς την αλλαγή πρέπει να παραδεχτείς την πολλαπλότητα. Αλλά συμβαίνει και το αντίστροφο; Από αυτό το σημείο εκκινώ. Αν έχεις πολλαπλότητα, είναι απαραίτητο να έχεις επίσης αλλαγή; Αυτό είναι το ζήτημα, γιατί μπορούμε στην πραγματικότητα να έχουμε πολλαπλότητα χωρίς να έχουμε αλλαγή. Είναι εφικτό. Αυτή ήταν η πρωτόγονη διαίσθηση του Ηράκλειτου.


Ο Δημόκριτος πρότεινε ότι το είναι αποτελείται από άτομα. Από μόνο του, το άτομο είναι το Ένα, το μικρό ένα. Έχουμε το ένα στο άτομο, αλλά το σύμπαν αποτελείται από μια πολλαπλότητα και έναν ατέρμονο αριθμό ατόμων. Κατόπιν, έχουμε την αλλαγή. Αλλά η αλλαγή αυτή αποτελεί πρόβλημα, γιατί το άτομο δεν παρίσταται μόνο του στην αλλαγή. Πρακτικά, τα άτομα είναι μικρά παρμενίδια όντα. Ο Δημόκριτος ανακάλυψε κάτι, το οποίο ήταν ένα είδος ατομικής έκρηξης αυτού που ανακάλυψε ο Παρμενίδης. Το Ένα καταστρέφεται πλήρως και αποσυντίθεται σε μια πολλαπλότητα πολύ μικρών στοιχείων τα οποία δεν μπορούν να αναχθούν σε κάτι άλλο γιατί κάθε άτομο είναι ακριβώς παρόμοιο με αυτό του Παρμενίδη. Τα άτομα είναι μικρές συνθέσεις του κόσμου. Στην αρχή έχουμε επίσης έναν προσανατολισμό ο οποίος ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στην πολλαπλότητα και την αλλαγή από την οπτική της κίνησης της πολλαπλότητας προς την αλλαγή.


Υπάρχει μια αναγκαιότητα της σχέσης ανάμεσα στην αλλαγή και την πολλαπλότητα. Αλλά το αντίστροφο, ανάμεσα στην πολλαπλότητα και την αλλαγή, αυτό δεν είναι αναγκαίο. Η σκοτεινή διαίσθηση του Δημόκριτου, κόντρα στην ιδέα του Παρμενίδη, ήταν ότι μπορείς να έχεις πολλαπλότητα χωρίς αλλαγή. Και έτσι, ο ισχυρισμός μου είναι ότι τοείναι ως τέτοιο δεν είναι το Ένα αλλά το πολλαπλό. Το είναι ως τέτοιο είναι καθαρή πολλαπλότητα. Το ζήτημα είναι να επιβεβαιώσουμε πως το είναι ως τέτοιο είναι το πολλαπλό ως τέτοιο, και ότι αυτή η πολλαπλότητα η ίδια δεν υπόκειται σε αλλαγή. Έχουμε ένα είδος παρμενίδιου προσανατολισμού αλλά στο πεδίο της πολλαπλότητας και όχι στο πεδίο του Ενός. Στο οντολογικό επίπεδο, δεν μπορώ να αναλάβω τις συνέπειες της θέσης του Παρμενίδη, ότι η αλλαγή είναι καθαρή ψευδαίσθηση. Καθόλου. Εγώ είμαι πεπεισμένος ότι η αλλαγή υπάρχει, φυσικά. Κι έτσι πρέπει να εξηγήσω την αλλαγή.

YΓ: Σε ερώτηση στα σχόλια γύρω από το αν ο Ησίοδος μιλάει για δημιουργία του κόσμου ή οχι η απάντηση του LR ήτανη πιο κάτω:
@JKL: Προφανώς εννοείς την Θεογονία του Ησίοδου. Πράγματι, αυτή είναι μια αφήγηση κοσμογονικής δημιουργίας, όμως ο Μπαντιού αναφέρεται ξεκάθαρα στην ελληνική φιλοσοφία και δεν λογίζει μυθολογικά αφηγήματα ως φιλοσοφία. Η Κοσμογονία δεν θέτει, για να μιλήσω συγκεκριμένα, το οντολογικό ερώτημα, και η γενεαλογία την οποία εξετάζει στους αρχαίους ο Μπαντιού αφορά το οντολογικό ερώτημα, το ερώτημα του είναι (είναι το είναι ένα ή πολλαπλό, είναι το είναι αμετάβατο ή μεταβλητό, είναι το είναι το ίδιο με τα όντα).

Σε ό,τι λοιπόν αφορά τη σκέψη πάνω στο ερώτημα του είναι, το ερώτημα αυτό δεν απαντιέται από κανένα έλληνα φιλόσοφο με όρους δημιουργίας του κόσμου.

Η σημαντική διάκριση δε δεν είναι μεταξύ "ποίησης" και "φιλοσοφίας", καθώς τα δύο δεν διακρίνονται στην προσωκρατική εποχή μορφικά, αλλά μεταξύ φιλοσοφίας (ως μεταφυσικής) και κοσμογονικής μυθολογίας, δηλαδή θρησκευτικής δοξασίας.

Ο Ησίοδος ΔΕΝ είναι φιλόσοφος όχι επειδή η Θεογονία είναι ποίημα, αλλά επειδή δεν αφορά την έλλογη επεξεργασία του οντολογικού ερωτήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου