Πηγή:CAPITAL.GR
Bloomberg-Businessweek
To διακύβευμα θα είναι ασυνήθιστα υψηλό όταν οι "μανδαρίνοι" της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου συναντηθούν για την ετήσια σύνοδό τους αυτό το Σαββατοκύριακο στην Ουάσινγκτον, DC. Το έργο τους, στο πλαίσιο των παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων και των συζητήσεων στους διαδρόμους, θα είναι να αποτρέψουν ένα νομισματικό πόλεμο που θα μπορούσε να καταλήξει σε πολιτικές τύπου Beggar-thy-neighbor που θα θυμίζουν τη δεκαετία του 1930. (Η περίφημη φράση αποδίδεται στη Joan Robinson, την οικονομολόγο του Cambridge University που μπορεί να έχει εμπνευστεί από το δημοφιλές παιχνίδι καρτών του 19ου αιώνα Beggar-my-neighbor).
Το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών, μια παγκόσμια ένωση που εκπροσωπεί περισσότερoυς από 420 μεγάλους οικονομικούς οργανισμούς του κόσμου, είναι αρκετά νευρικό και έκανε δημόσια έκκληση για το πρώτο παγκόσμιο σύμφωνο συνναλάγματος από το Plaza Accord του 1985. «Μια βασική ομάδα των κορυφαίων οικονομιών του κόσμου πρέπει να συναντηθούν και να καταλήξουν σε συμφωνία», δήλωσε ο Charles Dallara, ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών, στις 4 Οκτωβρίου.
Έχει απόλυτο δίκιο. Το παρόν αίνιγμα με τα συναλλάγματα καθιστά τον κίνδυνο ενός πλήγματος στην εύθραυστη παγκόσμια οικονομία πολύ πραγματικό.
Για κάποιο διάστημα, ήταν εντυπωσιακό το πώς οι κυβερνήσεις απέφυγαν να ασκούν πολιτική προστατευτισμού κατά τη Μεγάλη Ύφεση. Φάνηκε ότι ένα σημαντικό δίδαγμα από τον προκάτοχό της, το Μεγάλο Κραχ της δεκαετίας του 1930- ότι η προσφυγή των κρατών σε δασμούς και άλλα τέλη στο εμπόριο σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν την εγχώρια βιομηχανία ήταν μια καταστροφή για όλους- είχε γίνει κατανοητό. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά η παρούσα ανάκαμψη ήταν τόσο αναιμική ώστε όλες οι κυβερνήσεις βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση για να αρπάξουν ένα μεγαλύτερο κομμάτι από μια μειωμένη οικονομική πίτα για τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους τους με την περικοπή της αξίας του νομίσματός τους.
Η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν, η Βραζιλία, και η Ελβετία έχουν όλες παρέμβει στις αγορές συναλλάγματος για να ρίξουν την αξία των νομισμάτων τους και να παραμείνουν ανταγωνιστικές. Η Τράπεζα της Αγγλίας θέλει μια αδύναμη λίρα. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι μιλάνε για τη διατήρηση της αξίας του δολαρίου, ακόμη και ενώ ελπίζουν πως η πτώση του θα στηρίξει τις πολιορκούμενες μεταποιητικές βιομηχανίες της χώρας.
Εντάσεις ΗΠΑ-Κίνας
Αλλά με τόσες πολλές χώρες να θέλουν να ρίξουν την αξία των νομισμάτων τους, η ένταση έχει φουντώσει. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανησυχεί ότι η ανάκαμψη της Ηπείρου θα πληγεί με το ευρώ να ανατιμάται κατά περίπου 15% έναντι του δολαρίου ΗΠΑ και του νομίσματος- σκιάς του, του γουαν της Κίνας. (Η αξία του γουαν είναι συνδεδεμένη με το αμερικανικό νόμισμα. Διαπραγματεύεται στα περίπου 6,69 δολάρια). Η αμερικανική Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε στις 29 Σεπτεμβρίου το νόμο Currency Reform for Fair Trade που θα επέτρεπε στην κυβέρνηση να επιβάλει αντισταθμιστικούς δασμούς στις εισαγωγές από χώρες που εσκεμμένα υποτιμούν τα νομίσματά τους (κάτι που ομοιοκαταληκτεί με τη λέξη "Κίνα").
«Είμαστε στη μέση ενός διεθνούς συναλλαγματικού πολέμου, μια γενική αποδυνάμωση των νομισμάτων», προειδοποίησε ο υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας Guido Mantega στις 28 Σεπτεμβρίου. Ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Robert Zoellick μια εβδομάδα αργότερα είπε ότι δεν νομίζει πως «εισερχόμαστε σε μια εποχή νομισματικών πολέμων, αλλά σαφέστατα θα υπάρχουν εντάσεις». Δεν ακούγεται καθησυχαστικός.
Ο πυρήνας της παγκόσμιας περιπλοκής είναι η επίμαχη οικονομική σχέση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, της Κίνας και των ΗΠΑ. Οι πολιτικοί και οικονομικοί ηγέτες των δύο χωρών πρέπει να ενεργούν ως παγκόσμιοι και όχι τοπικιστές πολιτικοί. Δεν είναι αδύνατο να επικρατήσουν οι πιο ψύχραιμες απόψεις. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό μοιάζει με την πιο κρίσιμη καμπή στη διαμόρφωση της πολιτικής από τη συλλογική αποδοχή του John Maynard Keynes και του Milton Friedman μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008.
Οι ΗΠΑ διατείνονται πως το γουάν είναι υποτιμημένο και πως η Κίνα "χειραγωγεί" το νόμισμα δίνοντας στις βιομηχανίες της ένα τεράστιο πλεονέκτημα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό για τις αγορές και τα κέρδη. Βέβαια, η κυβέρνηση της Κίνας επέτρεψε στο γουάν να ανατιμηθεί έναντι του δολαρίου κατά 21% την περίοδο 2005-2008, και χαλάρωσε τη πρόσδεση και πάλι τον Ιούνιο του 2010. Αλλά το γουάν ενισχύεται κατά μόνο 2 τοις εκατό περίπου από την αλλαγή της νομισματικής πολιτικής.
Ανεξάρτητα του θέματος της επίσημης «χειραγώγησης,» δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Κίνα μεταχειρίζεται το νόμισμά της προς όφελός της. Ωστόσο, η κατηγορία περί χειραγώγησης θυμίζει λίγο την προσποιητή έκπληξη του λοχαγού Renault (Claude Rains) στην αθάνατη ταινία Καζαμπλάνκα ότι ήταν "σοκαρισμένος, σοκαρισμένος" που ανακάλυψε πως παίζονταν τυχερά παιχνίδια στην τρύπα που είχε ο Rick Blaine (Humphrey Bogart). Όταν πρόκειται για νομίσματα, η χειραγώγηση είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
Ο 20ος αιώνας και μόνο έχει παράσχει κάποια πλούσια παραδείγματα. Ο πρόεδρος Ρούσβελτ εγκατέλειψε τον κανόνα χρυσού το 1933 (και όσο πιο γρήγορα οι χώρες εγκατέλειψαν το πρότυπο του χρυσού, τόσο πιο γρήγορα ανέκαμψαν από την οικονομική κρίση). Το θρυλικό μεταπολεμικό συναλλαγματικό σύστημα του Bretton Woods χτίστηκε πάνω στη διαχείριση των νομισμάτων (όπου "διαχείριση" βλέπε χειραγώγηση). Ο πρόεδρος Νίξον υποτίμησε την αξία του δολαρίου το 1971 τερματίζοντας τη μετατρεψιμότητά του σε χρυσό. Και πριν από 25 χρόνια εκπρόσωποι από τη Γαλλία, τη Δυτική Γερμανία, την Ιαπωνία, τις ΗΠΑ και τη Βρετανία συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο Plaza της Νέας Υόρκης και κατέληξαν σε συμφωνία να μειώσουν την αξία του δολαρίου σε μια προσπάθεια να εκτονώσουν τις οικονομικές εντάσεις με την αναδυόμενη Ιαπωνία.
Άρα οι ελεύθερα κυμαινόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες δεν ήταν κάτι απόλυτα αληθές.
Είναι επίσης αμφίβολο αν μια ανοδική ανατίμηση του γουάν θα φέρει θέσεις εργασίας πίσω στην Αμερική, όπως ελπίζουν οι υποστηρικτές του. Το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο χωρών είναι απλά πάρα πολύ μεγάλο για να έχει αξιόλογο αποτέλεσμα μια μετατόπιση στις συναλλαγματικές αξίες.
Οχι, το πραγματικό ζήτημα είναι ότι η διαμάχη για τα νομίσματα αναδεικνύει ένα σημαντικό ρήγμα στην παγκόσμια οικονομία. Η πρόσδεση στο δολάριο επέτρεψε στους εξαγωγείς της Κίνας να έχουν τεράστια εμπορικά πλεονάσματα, ενώ μειώναν τη ζήτηση στο εσωτερικό της χώρας. Τα χρήματα που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό μετατρέπονται κυρίως σε περιουσιακά στοιχεία σε δολάρια ΗΠΑ, όπως Αμερικανικά ομόλογα. Οι καταναλωτές της Κίνας δεν επωφελούνται. Την ίδια στιγμή οι ΗΠΑ δεν έχει εξοικονομήσει αρκετά- και έχει καταναλώσει πάρα πολύ. (Η Federal Reserve αναφέρει ότι το σύνολο των καταναλωτικών δανείων ανερχόταν σε 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια τον Ιούλιο του 2010. Πριν από μία δεκαετία ήταν 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια.) Είναι γνωστό ότι αυτή η Κίνα χρειάζεται να καταναλώνει περισσότερο και οι ΗΠΑ να αποταμιεύουν περισσότερα. Και οι δύο χώρες πρέπει να δείξουν στους επενδυτές συγκεκριμένες δράσεις και όχι ρητορικές προς αυτούς τους στόχους.
Γαλλία: Η Κίνα της δεκαετίας του 1920
Αυτό είναι σίγουρα ένα μάθημα από την εμπειρία της Γαλλίας προ του Μεγάλου Κραχ. Κατά μία έννοια, η Γαλλία ήταν η Κίνα της δεκαετίας του 1920. Ο βιομηχανικός κόσμος πορεύτηκε με τον κανόνα του χρυσού από τον 19ο αιώνα μέχρι τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (Ο κλασικός κανόνα του χρυσού ήταν ένα σύστημα de facto συνδεδεμένων ισοτιμιών συναλλάγματος, σύμφωνα με το Barry Eichengreen, οικονομολόγο στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϊ). Οι εμπόλεμοι επέστρεψαν στον κανόνα του χρυσού όταν τα όπλα σίγησαν, αλλά σε διαφορετικούς χρόνους και με διαφορετικές τιμές. Για παράδειγμα, η Βρετανία επανήλθε στην προπολεμική στάση της σχετικά με τον κανόνα του χρυσού, με αποτέλεσμα ο Keynes να υποστηρίζει ότι η τιμή της στερλίνας είχε κλειδώσει σε ένα μια εξαιρετικά υψηλή ισοτιμία. Η Βρετανία κατέληξε να έχει μεγάλα εμπορικά ελλείμματα, ενώ η Γαλλία στράφηκε προς μια χαμηλότερη ισοτιμία που ενθάρρυνε τα εμπορικά πλεονάσματα, λέει ο Eugene White, ιστορικός της οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Rutgers.
Η Γαλλία απορρόφησε επίσης τεράστιες ποσότητες των παγκόσμιων αποθεμάτων χρυσού, αυξάνοντας το μερίδιό της από 7% σε 27% μεταξύ 1927 και 1932. Αυτή η πρακτική δημιούργησε μια τεχνητή έλλειψη αποθεμάτων και έβαλε άλλες χώρες υπό τεράστιες αποπληθωριστικές πιέσεις, σύμφωνα με το Douglas Irwin, οικονομολόγο στο Πανεπιστήμιο Dartmouth. (Η Κίνα σήμερα απορροφά τεράστιες ποσότητες των παγκόσμιων αποθεμάτων δολαρίου).
Οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας αυξήθηκαν. Οι κεντρικοί τραπεζίτες από τους δύο αντιπάλους, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ συναντήθηκαν στο σπίτι του Ogden Mills, του πλούσιου υφυπουργού οικονομικών των ΗΠΑ, στη βόρεια ακτή του Long Island, τον Ιούλιο του 1927 για την αντιμετώπιση της κατάστασης, αλλά δεν επετεύχθη συμφωνία μεταξύ των δύο. «Οι Γάλλοι ανάγκασαν όλους να έχουν αποπληθωρισμό», λέει ο White στο Rutgers. «Ήταν μια σημαντική συμβολή στη Μεγάλη Ύφεση."
Αντ ΄αυτού, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ υπό τον Benjamin Strong αποφάσισε να στηρίξει τη Βρετανία μειώνοντας τα επιτόκια των ΗΠΑ τον Αύγουστο. Ήταν μια μεγάλη γκάφα που τροφοδότησε μια κερδοσκοπική φρενίτιδα και το χρηματιστήριο ανέβηκε 20 τοις εκατό μέχρι το τέλος του έτους. Η φούσκα έσκασε το 1929. «Μερικοί ιστορικοί», γράφει ο Liaquat Ahamed, συγγραφέας του Lordes Of Finance, «βλέπουν τη συνάντηση στο Long Island ως το κρίσιμο σημείο, το σημείο καμπής που θέτει σε κίνηση τη μοιραία αλληλουχία των γεγονότων που θα οδηγήσουν τον κόσμο σε ύφεση. ... Η κίνηση της Fed ήταν η σπίθα που άναψε τη φωτιά.»
Η Κίνα υπό πίεση
Αυτή τη φορά οι ηγέτες του κόσμου δεν μπορούν να αντέξουν παρόμοιες διαφωνίες και λάθη. Δεν θα είναι εύκολο. Ο μερκαντιλισμός της Κίνας είναι βαθιά ριζωμένος. Πράγματι, το Guanzi, μια αρχαία συλλογή δοκιμίων που ονομάστηκε από τον Υπουργό Επικρατείας Guan Zhong (πέθανε το 645 π.Χ.), όχι μόνο προσέφερε την πρώτη ίσως έκφραση της ποσοτικής θεωρίας του χρήματος στον κόσμο, αλλά επίσης υποστήριζε πόσο σημαντικός ήταν ο μερκαντιλισμός για την ειρήνη και την ευημερία στην αυτοκρατορία. Αλλά κατά τον 21ο αιώνα, η παγκόσμια οικονομία χρειάζεται από τους καταναλωτές της Κίνας να τονώσουν τη ζήτηση τους για όλα τα είδη εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των εισαγόμενων. Ωστόσο, με τους εγχώριους αποταμιευτές της Κίνας να παίρνουν ένα αρνητικό επιτόκιο, τον πληθωρισμό να βρίσκεται στο 3,5 τοις εκατό και με τη ζήτηση πιεσμένη, τα χρήματα διοχετεύονται σε ακίνητα. «Είναι σαν μια χύτρα ταχύτητας,» ανησυχεί ο White. Αν η κινεζική κυβέρνηση δεν επανεκτιμήσει την αξία του νομίσματός της «οδηγούν το τραπεζικό τους σύστημα στην κατάρρευση», λέει.
Την ίδια στιγμή, η πολιτική τάξη της Αμερικής πρέπει να εγκαταλείψει τη ρητορική για το πόσο κακό είναι το έλλειμμα και να προβεί σε συγκεκριμένα μέτρα. Ήρθε η ώρα να χαράξουμε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο εξοικονόμησης. Εν τω μεταξύ, οι κεντρικοί τραπεζίτες πρέπει να καταλήξουν σε συμφωνία που θα δώσει στην παγκόσμια οικονομία χρόνο για την τόνωση της ανάπτυξης. Για αρχή, ας ελπίσουμε πως οι απεσταλμένοι τους στην Ουάσιγκτον μπορούν να τα πάνε καλύτερα αυτό το Σαββατοκύριακο σε σχέση με τους ομολόγους τους στο Long Island το 1927.
Ο Farrell γράφει για την Οικονομία στο Βloomberg BusinessWeek. Μπορείτε παράλληλα να τον ακούσετε στο πολιτειακό ραδιόφωνο της Minnesota, στην εκπομπή SoundMoney, αλλά και στην εκπομπή Marketplace. Διαβάστε τη στήλη του Sound Money, στο BusinessWeek.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου