Γράφει ο Λεωνίδας Βατικιώτης |
Από τα Επίκαιρα, 23-29/9/2010
Η εκδίκηση είναι κρύο πιάτο. Όποιος αμφιβάλει δεν έχει παρά να ρίξει μια προσεκτική ματιά στην πρόσφατη ιστορία των τραπεζών. Πριν δύο χρόνια άπαντες, εντελώς δικαιολογημένα, τους έριχναν την πέτρα του αναθέματος για το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Εκλεγμένοι πολιτικοί ηγέτες ακόμη και σοβαροί παράγοντες της αγοράς που διατηρούσαν μια απόσταση ασφαλείας από το χρηματοπιστωτικό σύστημα τόνιζαν την ανάγκη επιβολής ενός νέου πιο αυστηρού ρυθμιστικού πλαισίου έτσι ώστε ακραία φαινόμενα κερδοσκοπίας που οδήγησαν στη χρεοκοπία τραπεζικών κολοσσών και την ύφεση που ακολούθησε να μην ξανασυμβούν.
Έτσι φτάσαμε στη συζήτηση που είναι σε εξέλιξη εδώ και μήνες για την λεγόμενη Βασιλεία ΙΙΙ, ένα νέο πιο απαιτητικό πλαίσιο λειτουργίας των τραπεζών, που θα επικαιροποιεί και θα αυξάνει το όριο των κεφαλαιακών απαιτήσεων των τραπεζικών ιδρυμάτων. Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν το Νοέμβριο στο G20, τη σύνοδο κορυφής των 20 πλουσιοτέρων κρατών, όπου λήφθηκε και η αρχική απόφαση για την αλλαγή του ρυθμιστικού πλαισίου. Εκπλήξεις ωστόσο το επόμενο δίμηνο δεν αναμένονται. Γιατί, το προηγούμενο Σαββατοκύριακο (11-12 Σεπτέμβρη) καθορίστηκαν οι βασικές γραμμές του νέου ρυθμιστικού πλαισίου. Η… αυστηρότητά του έγινε εμφανής την επόμενη κιόλας μέρα όταν στο άκουσμα της σχετικής είδησης δύο τράπεζες που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή των σκανδάλων και των επικρίσεων την προηγούμενη διετία, η αμερικανική JP Morgan και η γαλλική Societe Generale είδαν τις μετοχές τους να αυξάνονται κατά 4,3% και 3,7%, αντίστοιχα. Πού να κρύψουν τη χαρά τους οι μέτοχοι για το νέο «δρακόντειο» πλαίσιο λειτουργίας…
Σε αδρές γραμμές η απόφαση που λήφθηκε από του εκπροσώπους 24 κεντρικών κυβερνήσεων και ρυθμιστικών αρχών αφορά την αύξηση του ανώτερου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 4,5% του ενεργητικού τους, από 2% που είναι σήμερα, και επιπλέον τη δημιουργία ενός «απορροφητήρα κραδασμών» της τάξης του 2,5% – που είναι προφανές ότι σε περιόδους κρίσης και έλλειψης κεφαλαίων όπως είναι η σημερινή θα εξανεμίζεται. Άρα δεν μιλάμε για 7%, όπως γράφτηκε, παρά μόνο για 4,5%. Ποσοστό εξαιρετικά χαμηλό αν πάρουμε υπ’ όψη μας ότι ειδικές μελέτες και κείμενα εργασίας (αναφέρθηκαν στους Financial Times στις 13 Σεπτέμβρη) έχουν υπολογίσει πως ένα περιθώριο ασφαλείας δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 12%! Οι νέοι κανόνες θα πρέπει να εφαρμοστούν μέχρι την 1/1/2019. Όσες δε τράπεζες δεν προσαρμοστούν θα βρεθούν αντιμέτωπες με ποινές που θα αφορούν περικοπές στα μερίσματα, κ.α.
Δεν πρόκειται όμως να συμβεί κάτι τέτοιο. Ρεπορτάζ μεγάλων εφημερίδων προεξοφλούσαν ότι οι μεγαλύτερες τράπεζες δεν θα χρειαστεί να κάνουν το παραμικρό για να προσαρμοστούν στο νέο καθεστώς, επειδή απλά το νέο αυτό καθεστώς είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους. «Αναλυτές και τραπεζίτες έλεγαν τη Δευτέρα» σημείωνε η Wall Street Journal την Τρίτη 14 Σεπτέμβρη από την πρώτη της σελίδα «πως οι περισσότεροι μεγάλοι δανειστές φαίνεται να έχουν ήδη προβεί σε γενναίες αυξήσεις κεφαλαίου για να ανταποκριθούν στους νέους κανόνες». Με άλλα λόγια η Βασιλεία ΙΙΙ δεν έρχεται να ρυθμίσει το πλαίσιο λειτουργίας των τραπεζών στη βάση των κοινωνικά οδυνηρών εμπειριών από την κρίση που ξέσπασε ακριβώς δύο χρόνια πριν με επίκεντρο την κατάρρευση της αμερικανικής τράπεζας Lehman Brothers, αλλά σε μια ακραία περίπτωση υποταγής της πολιτικής στους νόμους των τραπεζών έρχεται να ρυθμίσει το κανονιστικό πλαίσιο με βάση τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί κάτω από την πρωτοβουλία των ίδιων των τραπεζιτών! Κανένα δίδαγμα επομένως δεν εξήχθη από το ξέσπασμα της κρίσης…
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ωστόσο να δούμε ποιοι πρωτοστάτησαν σε αυτή τη μεγάλη υποχώρηση. Ενώ οι περισσότεροι θα περίμεναν πως οι πλέον διαπρύσιοι υποστηρικτές τη τραπεζικής αυθαιρεσίας θα ήταν ΗΠΑ και Αγγλία όπου έχουν την έδρα τους οι μεγαλύτερες τράπεζες, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική: Ο φανατικότερος υποστηρικτής της τραπεζικής ασυδοσίας ήταν η Γερμανία! Σε μια πλήρη αντιστροφή των στερεότυπων που θέλουν τη Γερμανία και το κεντροευρωπαϊκό καπιταλισμό να ταυτίζονται με τις συντηρητικές επενδύσεις χαμηλού κινδύνου, το Βερολίνο πρωτοστάτησε στον περιορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων στο κατώτερο δυνατό σημείο. (Ειρήσθω εν παρόδω, τα ίδια στερεότυπα ήθελαν την Γερμανία να αποτελεί υπόδειγμα ηθικής μέχρι που η Ζίμενς και η ΜΑΝ ταυτίστηκαν με τις μίζες και μόλις την προηγούμενη εβδομάδα η Ντόιτσε Τέλεκομ αποκαλύφθηκε ότι στην Ουγγαρία χρημάτιζε πολιτικούς…). «Οι Γερμανικές τράπεζες επιδιώκουν να αδυνατίζουν την Βασιλεία ΙΙΙ», έγραφαν στον τίτλο της πρώτης σελίδας οι Financial Times της 7ης Ιουνίου, όταν οι ζυμώσεις για τις λεπτομέρειες του νέου πλαισίου βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους. Τα ανησυχητική ωστόσο σημάδια είχαν αρχίσει να φαίνονται από τα τέλη Ιουνίου, στις 25 Ιουνίου για την ακρίβεια, όταν και πάλι η ίδια βρετανική εφημερίδα είχε τίτλο «οι τράπεζες κερδίζουν τη μάχη μετριασμού της Βασιλείας ΙΙΙ». Η Γερμανία είχε εκδηλώσει την αντίθεσή της στην επιβολή αυστηρότερων μέτρων επικαλούμενη την εκτίμηση ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο οι δέκα μεγαλύτερες τράπεζες της θα έπρεπε να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους κατά 105 δισ. ευρώ. Αυτό τον «κίνδυνο» ήθελαν να αποφύγουν οι Γερμανοί που είναι περιττό να πούμε ότι μόνο σταθεροποιητικά θα λειτουργούσε για την οικονομία. Εντύπωση εδώ προκαλεί η μεροληψία τους και η χρήση δύο μέτρων και δύο σταθμών καθώς οι Γερμανοί που στο πλαίσιο του ανταγωνισμού τους με άλλες χώρες και όταν είναι δεδομένη η υπεροχή τους επικαλούνται τους νόμους της αγοράς, δηλαδή της ζούγκλας όπου κερδίζει ο πιο δυνατός, ενώ εκεί που χάνουν όπως τώρα για παράδειγμα που θα έπρεπε να βάλουν λουκέτο σε δεκάδες μικρές κρατιδιακές τράπεζες, απέτρεψαν αυτό το ενδεχόμενο βάζοντας μπροστά την πολιτική, αρνούμενοι να συμβιβαστούν! Το επιχείρημα το οποίο επικαλέστηκαν, ερχόμενοι σε σύγκρουση με όλες τις άλλες χώρες και νικώντας(!) ήταν πως κάθε ευρώ που θα κατευθυνθεί στην αύξηση κεφαλαίου είναι ένα ευρώ λιγότερο στην οικονομία.
Μεγαλύτερη ανακρίβεια δεν υπάρχει. Ο ισχυρισμός των τραπεζιτών αγγίζει την πρόκληση γιατί μέχρι στιγμής οι τράπεζες – ζόμπι, που ούτε είναι ζωντανές ούτε νεκρές, καταφέρνουν και επιβιώνουν χάρη στις έμμεσες επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η ΕΚΤ διατηρεί επί 17 μήνες τα επιτόκια της στο χαμηλότερο σημείο της ιστορίας της, στο 1%, μόνο και μόνο για να κερδοσκοπούν οι τράπεζες με τα κρατικά ομόλογα την ίδια ώρα που στερούν την παραγωγική οικονομία από κάθε μορφή ρευστού και στους καταναλωτές, κι ιδιαίτερα τις πιστωτικές κάρτες, δίνουν ρευστό με τοκογλυφικό επιτόκιο ύψους 18%. Αυτές οι τράπεζες που πέφτουν στα μαλακά για μια ακόμη φορά αποτελώντας τον μεγάλο κερδισμένο της ευρωζώνης είναι και οι μεγάλοι ωφελημένοι τόσο των 110 δισ. που δόθηκαν στην Ελλάδα, όσο και των 750 δισ. που εγκρίθηκαν με την απόφαση της Συνόδου Κορυφής του Μαΐου. Απώτερος στόχος όλων αυτών των χρηματοδοτήσεων, που υλοποιήθηκαν με αντάλλαγμα πρωτοφανή μέτρα λιτότητα για όλους τους λαούς της Ευρώπης, ήταν να εξασφαλισθούν οι τράπεζες από τις ριψοκίνδυνες τοποθετήσεις που έκαναν ακόμη και στο απόγειο της κρίσης στα ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, που δημοσιεύτηκαν στην International Herald Tribune στις 6 Σεπτέμβρη, οι τράπεζες αύξησαν τον δανεισμό προς τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας το πρώτο τρίμηνο του 2010 κατά 4,3% (109 δισ. δολ.) σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Ιδιαίτερα οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες συνέχισαν να είναι οι πλέον εκτεθειμένες στο χρέος των περιφερειακών χωρών της ευρωζώνης με τις μεν πρώτες να έχουν τοποθετήσει στην Ελλάδα 51 δισ. δολ. (εκ των οποίων μόνο τα 23,1 δισ. ήταν δημόσιο χρέος) και τις γαλλικές 111,6 δισ. δολ. (εξ των οποίων μόνο τα 27 αφορούσαν κρατικά ομόλογα).
Κατά συνέπεια, το μόνο που θα απειλούταν από μια αύξηση του κατώτατου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας θα ήταν η ασυδοσία των τραπεζών που εξακολουθεί να συνεχίζεται ανεμπόδιστη και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Όχι η παραγωγική οικονομία που εξακολουθεί να ματώνει με την ανεργία και τη φτώχεια να βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου