ΙΣΚΡΑ
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΕΛΑΣΤΙΚ*
Μαύρες σκέψεις καταλαμβάνουν όλους μας όταν θέτουμε το ερώτημα: Έχουμε άραγε ελληνικά προϊόντα σε ποσότητες που να επαρκούν για τη διατροφή του πληθυσμού; Η δραστική συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού της χώρας (από περίπου 30% που ήταν προ τριακονταετίας, όταν είχε μπει η Ελλάδα στην ΕΟΚ το 1981, έχει απομείνει το ένα τρίτο) και η μετάλλαξη πολλών Ελλήνων αγροτών σε... διαχειριστές επιδοτήσεων της ΕΕ και σε εργολάβους ξένων εργατών γης, οδηγούν στην παραπλανητική εντύπωση ότι πλέον «δεν παράγουμε τίποτα, όλα τα αγροτικά προϊόντα τα εισάγουμε». Αυτή η εικόνα είναι εσφαλμένη και απλουστευτική, χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και σοβαρότατα διατροφικά προβλήματα με μερικά κρίσιμα προϊόντα. Χρησιμοποιώντας στοιχεία έκθεσης της ΠΑΣΕΓΕΣ για την παραγωγή ελληνικών αγροτικών προϊόντων το 2011, μπορούμε να διαπραγματευθούμε το θέμα πιο αναλυτικά και συγκεκριμένα.
Ας αρχίσουμε από τα θεμελιώδη με τη νοοτροπία της «Ψωροκώσταινας» του περασμένου αιώνα: Ψωμί θα έχουμε να φάμε; Στάρι έχουμε αρκετό για τα ζυμαρικά; Η απάντηση δεν είναι και πολύ ενθαρρυντική. Στο σκληρό στάρι έχουμε επάρκεια 126,5%, αλλά στο μαλακό μόλις 33%. Ακόμη και αν αλλάξουμε δηλαδή τις αναλογίες ανάμειξης σκληρού και μαλακού σταριού σε διάφορα προϊόντα, που είναι εφικτό, θα συνεχίσει να μας λείπει αρχικά πολύ μαλακό στάρι. «Ψωμί κι ελιά» λέγανε τότε. Από ελιές άλλο τίποτα, παράγουμε…..δέκα(1) φορές περισσότερες ελιές απ΄όσες καταναλώνουμε (ποσοστό αυτάρκεια 996,4%). Λάδι για να βουτάμε το ψωμί μας επίσης θα έχουμε, αφού η παραγωγή καλύπτει το 139,5% της κατανάλωσης – μιλάμε για γνήσιο ελαιόλαδο, φυσικά. Η «Ψωροκώσταινα» ήταν επίσης η Ελλάδα των οσπρίων. Αυτό καλύτερα να το ξεχάσουμε, τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια. Η ελληνική παραγωγή οσπρίων καλύπτει μόλις το 54,4% της κατανάλωσης σε φασόλια, το 32,8% στις φακές και το 46,9% στα ρεβίθια. Στο ρύζι πάντως έχουμε υπερεπάρκεια -171,4%. Με τις πατάτες όμως θα δυσκολευτούμε λιγάκι. Η παραγωγή τους ανέρχεται μόλις στο 82,3% της κατανάλωσης.
Στα υπόλοιπα οπωροκηπευτικά πάμε καλά: 113,9% στα αγγούρια και 104,3% στις ντομάτες, αλλά και 111,7% επάρκεια και στη βιομηχανική ντομάτα. Άλλωστε σε όλα αυτά τα προϊόντα μπορούμε σε μερικούς μήνες, το πολύ σε ένα χρόνο, να αυξήσουμε θεαματικά την παραγωγή τους. Στα κρέατα όμως δεν υπάρχει τέτοια λύση και η ντόπια παραγωγή καλύπτει λίγο παραπάνω από το 50% της κατανάλωσης. Αν καταναλώναμε μόνο ντόπια κρέατα, θα έπρεπε να γυρίσουμε μισόν αιώνα πίσω, τότε που στο οικογενειακό τραπέζι το κρέας εμφανιζόταν σχεδόν αποκλειστικά τις Κυριακές! Στο αρνίσιο και κατσικίσιο κρέας λοιπόν έχουμε αυτάρκεια 93,7% και στο κρέας πουλερικών 83,5%. Στα μεγάλα ζώα όμως: μόλις 28,7% στο βοδινό και 35,6% στο χοιρινό. Η χοληστερίνη των Ελλήνων θα έπεφτε κατακόρυφα, αν έτρωγαν μόνο όσο κρέας παράγουν οι κτηνοτρόφοι μας! Το ψαράκι πάντως δεν θα το στερούμασταν, καθώς η αυτάρκεια σε αλιεύματα υπερβαίνει το 221%.
Δεν θα μας έλειπε ούτε το ψωμοτύρι - αλλά με το τυρί μόνο φέτα, για να εξηγούμαστε, καθώς μόνο στη φέτα έχουμε αυτάρκεια σε ποσοστό 156,5%. Γραβιέρα -κασέρι και κεφαλοτύρι προσωρινά τα διαγράφουμε (86,2% για την πρώτη κατηγορία και 66,6% για τη δεύτερη). Κρασί έχουμε για να γίνουμε... ντίρλα (105,6%), αλλά από γάλα δεν πάμε καλά: ναι μεν επάρκεια 97,5% στο αιγοπρόβειο, αλλά μόνο 58,2% στο αγελαδινό, στο οποίο υπάρχει και διπλάσια κατανάλωση. Από φρούτα, πλούσια τα ελέη. Επάρκεια παντού: ροδάκινα (122%), βερίκοκα (149,7%), καρπούζια (147,5%), πεπόνια (101%), μήλα (106,5%), σταφύλια (133,5%). Μόνο σε αχλάδια έχουμε έλλειψη (82,5%). Όλα αυτά πάντως θα τα τρώμε με... πολύ πικρό καφέ, καθώς η παραγωγή εγχώριας ζάχαρης καταβαραθρώθηκε σε ποσοστό επάρκειας... 14,3%!!!
Μαύρες σκέψεις καταλαμβάνουν όλους μας όταν θέτουμε το ερώτημα: Έχουμε άραγε ελληνικά προϊόντα σε ποσότητες που να επαρκούν για τη διατροφή του πληθυσμού; Η δραστική συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού της χώρας (από περίπου 30% που ήταν προ τριακονταετίας, όταν είχε μπει η Ελλάδα στην ΕΟΚ το 1981, έχει απομείνει το ένα τρίτο) και η μετάλλαξη πολλών Ελλήνων αγροτών σε... διαχειριστές επιδοτήσεων της ΕΕ και σε εργολάβους ξένων εργατών γης, οδηγούν στην παραπλανητική εντύπωση ότι πλέον «δεν παράγουμε τίποτα, όλα τα αγροτικά προϊόντα τα εισάγουμε». Αυτή η εικόνα είναι εσφαλμένη και απλουστευτική, χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και σοβαρότατα διατροφικά προβλήματα με μερικά κρίσιμα προϊόντα. Χρησιμοποιώντας στοιχεία έκθεσης της ΠΑΣΕΓΕΣ για την παραγωγή ελληνικών αγροτικών προϊόντων το 2011, μπορούμε να διαπραγματευθούμε το θέμα πιο αναλυτικά και συγκεκριμένα.
Ας αρχίσουμε από τα θεμελιώδη με τη νοοτροπία της «Ψωροκώσταινας» του περασμένου αιώνα: Ψωμί θα έχουμε να φάμε; Στάρι έχουμε αρκετό για τα ζυμαρικά; Η απάντηση δεν είναι και πολύ ενθαρρυντική. Στο σκληρό στάρι έχουμε επάρκεια 126,5%, αλλά στο μαλακό μόλις 33%. Ακόμη και αν αλλάξουμε δηλαδή τις αναλογίες ανάμειξης σκληρού και μαλακού σταριού σε διάφορα προϊόντα, που είναι εφικτό, θα συνεχίσει να μας λείπει αρχικά πολύ μαλακό στάρι. «Ψωμί κι ελιά» λέγανε τότε. Από ελιές άλλο τίποτα, παράγουμε…..δέκα(1) φορές περισσότερες ελιές απ΄όσες καταναλώνουμε (ποσοστό αυτάρκεια 996,4%). Λάδι για να βουτάμε το ψωμί μας επίσης θα έχουμε, αφού η παραγωγή καλύπτει το 139,5% της κατανάλωσης – μιλάμε για γνήσιο ελαιόλαδο, φυσικά. Η «Ψωροκώσταινα» ήταν επίσης η Ελλάδα των οσπρίων. Αυτό καλύτερα να το ξεχάσουμε, τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια. Η ελληνική παραγωγή οσπρίων καλύπτει μόλις το 54,4% της κατανάλωσης σε φασόλια, το 32,8% στις φακές και το 46,9% στα ρεβίθια. Στο ρύζι πάντως έχουμε υπερεπάρκεια -171,4%. Με τις πατάτες όμως θα δυσκολευτούμε λιγάκι. Η παραγωγή τους ανέρχεται μόλις στο 82,3% της κατανάλωσης.
Στα υπόλοιπα οπωροκηπευτικά πάμε καλά: 113,9% στα αγγούρια και 104,3% στις ντομάτες, αλλά και 111,7% επάρκεια και στη βιομηχανική ντομάτα. Άλλωστε σε όλα αυτά τα προϊόντα μπορούμε σε μερικούς μήνες, το πολύ σε ένα χρόνο, να αυξήσουμε θεαματικά την παραγωγή τους. Στα κρέατα όμως δεν υπάρχει τέτοια λύση και η ντόπια παραγωγή καλύπτει λίγο παραπάνω από το 50% της κατανάλωσης. Αν καταναλώναμε μόνο ντόπια κρέατα, θα έπρεπε να γυρίσουμε μισόν αιώνα πίσω, τότε που στο οικογενειακό τραπέζι το κρέας εμφανιζόταν σχεδόν αποκλειστικά τις Κυριακές! Στο αρνίσιο και κατσικίσιο κρέας λοιπόν έχουμε αυτάρκεια 93,7% και στο κρέας πουλερικών 83,5%. Στα μεγάλα ζώα όμως: μόλις 28,7% στο βοδινό και 35,6% στο χοιρινό. Η χοληστερίνη των Ελλήνων θα έπεφτε κατακόρυφα, αν έτρωγαν μόνο όσο κρέας παράγουν οι κτηνοτρόφοι μας! Το ψαράκι πάντως δεν θα το στερούμασταν, καθώς η αυτάρκεια σε αλιεύματα υπερβαίνει το 221%.
Δεν θα μας έλειπε ούτε το ψωμοτύρι - αλλά με το τυρί μόνο φέτα, για να εξηγούμαστε, καθώς μόνο στη φέτα έχουμε αυτάρκεια σε ποσοστό 156,5%. Γραβιέρα -κασέρι και κεφαλοτύρι προσωρινά τα διαγράφουμε (86,2% για την πρώτη κατηγορία και 66,6% για τη δεύτερη). Κρασί έχουμε για να γίνουμε... ντίρλα (105,6%), αλλά από γάλα δεν πάμε καλά: ναι μεν επάρκεια 97,5% στο αιγοπρόβειο, αλλά μόνο 58,2% στο αγελαδινό, στο οποίο υπάρχει και διπλάσια κατανάλωση. Από φρούτα, πλούσια τα ελέη. Επάρκεια παντού: ροδάκινα (122%), βερίκοκα (149,7%), καρπούζια (147,5%), πεπόνια (101%), μήλα (106,5%), σταφύλια (133,5%). Μόνο σε αχλάδια έχουμε έλλειψη (82,5%). Όλα αυτά πάντως θα τα τρώμε με... πολύ πικρό καφέ, καθώς η παραγωγή εγχώριας ζάχαρης καταβαραθρώθηκε σε ποσοστό επάρκειας... 14,3%!!!
Καλα τα παμε νομιζω! Με λιγη εγκρατεια και 2-3 χρονακια προσπαθειας θα ειμαστε πληρως αυταρκεις! Παλι καλα γιατι με τη διαλυση της επαρχειας περιμενα πολυ χειροτερα νουμερα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλο απογευμα Γιωργο και καλη δυναμη!
Δε χρειάζονται καθόλου 3-4 χρονάκια. Υπάρχουν μελέτες που μιλάνε για άμεση προσαρμογή και 100% επάρκεια. Θα ψαξω να το βρώ και θα ξαναδημοσιεύσω. Καλό βράδι
ΑπάντησηΔιαγραφή