Το εργατικό κίνημα θα μπορούσε να οριστεί συνοπτικά ως η πράξη συνένωσης και συλλογικής δράσης των εργαζομένων, για επαγγελματικούς ή πολιτικούς σκοπούς , μέσα από αντίστοιχες οργανώσεις, στη βάση της τάξης όπου ανήκουν. Πώς όμως προκύπτει η ανάγκη για συλλογική οργάνωση και δράση; Πώς ο εργάτης αποκτά συνείδηση της τάξης του; Πώς η εργατική τάξη μετατρέπεται από ” τάξη καθεαυτή” σε ” τάξη για τον εαυτό της”; Γιατί ορισμένα τμήματα της εργατικής τάξης προχωρούν στην οργάνωση των οικονομικών και πολιτικών τους συμφερόντων σε σωματεία και πολιτικά κόμματα, ενώ άλλα όχι;
Τα ερεθίσματα που οδηγούν τους ανθρώπους γενικά σε αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων στα προβλήματά τους πηγάζουν μέσα από τις αντιθέσεις που κυριαρχούν στο πλαίσιο του κοινωνικού τους είναι. Οι αντιθέσεις στην υλική βάση της κοινωνίας , οι οποίες εκδηλώνονται με ιδιαίτερη οξύτητα στις σχέσεις παραγωγής (σχέση εκμεταλλευτή και εκμεταλλευόμενου) επιδρούν στην κοινωνική συνείδηση των ανθρώπων θέτοντάς τους τα διλήμματα, προβληματισμούς, υποδεικνύοντας πιθανές διεξόδους και ενδεχόμενες λύσεις. [...]
Ο Β. Ι. Λένιν έγραψε σχετικά με τη διαδικασία ταξικής συνειδητοποίησης και οργάνωσης των εργατών: ” Ο κάθε εργάτης χωριστά είναι ανίσχυρος και ανυπεράσπιστος απέναντι στον κεφαλαιοκράτη. Ο εργάτης αναγκάζεται με κάθε θυσία ν’ αναζητήσει και να βρει μέσα για ν’ αποκρούσει τον κεφαλαιοκράτη, για να υπερασπίσει τον εαυτό του. Και το μέσο αυτό το βρίσκουν οι εργάτες στην ένωση. Ο εργάτης, ανίσχυρος όταν είναι μόνος, γίνεται δύναμη όταν ενώνεται με τους συντρόφους του, αποχτά τη δυνατότητα να παλέψει ενάντια στον κεφαλαιοκράτη και να τον αποκρούσει.”
Προοδευτικά και καθώς ” η ένωση των εργατών ενός μόνου εργοστασίου, ακόμα και ενός μόνου κλάδου βιομηχανίας αποδείχνεται ανεπαρκής για την απόκρουση όλης της τάξης των κεφαλαιοκρατών, γίνεται απόλυτα αναγκαία η κοινή δράση όλης της τάξης των εργατών. Έτσι, από τις μεμονωμένες εξεγέρσεις των εργατών ξεπηδάει η πάλη όλης της εργατικής τάξης. Η πάλη των εργατών ενάντια στους εργοστασιάρχες μετατρέπεται σε ταξική πάλη. Όλους τους εργοστασιάρχες τους ενώνει ένα συμφέρον: Να κρατούν τους εργάτες σε υποταγή και να τους πληρώνουν όσο το δυνατό μικρότερο μεροκάματο. Και οι εργοστασιάρχες βλέπουν ότι δεν μπορούν να υπερασπίσουν την υπόθεσή τους κατ’ άλλον τρόπο παρά μόνο με την κοινή δράση όλης της τάξης των εργοστασιαρχών, παρά μόνο αποχτώντας επιρροή πάνω στην κρατική εξουσία. Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, και τους εργάτες τους συνδέει ένα κοινό συμφέρον: Να μην επιτρέψουν στο κεφάλαιο να τους πνίξει, να υπερασπίσουν το δικαίωμά τους να ζήσουν μια ανθρώπινη ζωή. Και οι εργάτες έτσι ακριβώς πείθονται ότι τους είναι απαραίτητη η ένωση, η κοινή δράση όλης της τάξης – της εργατικής τάξης – και ότι για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να αποχτήσουν επιρροή πάνω στην κρατική εξουσία” Εξού και η ανάγκη για πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης.
Πώς όμως οι εργάτες ” φτάνουν στην κατανόηση όλων αυτών των πραγμάτων”, πώς αποκτούν ” ταξική αυτοσυνείδηση”; ” Οι εργάτες φτάνουν στην κατανόηση αυτή αντλώντας την συνεχώς από την ίδια την πάλη.” Αρχικά, ” η έχθρα των εργατών ενάντια στο κεφάλαιο εκδηλωνόταν μόνο με ένα αόριστο αίσθημα μίσους ενάντια στους εκμεταλλευτές τους, με μια αόριστη συναίσθηση της καταπίεσης και της σκλαβιάς τους και με την επιθυμία ναεκδικηθούν τους κεφαλαιοκράτες. Η πάλη εκδηλωνόταν τότε με μεμονωμένες εξεγέρσεις των εργατών, που κατέστρεφαν τα κτήρια, έσπαζαν τις μηχανές, έδερναν τους διευθυντές του εργοστασίου κ.τ.λ. Αυτή ήταν η πρώτη , η αρχική μορφή του εργατικού κινήματος, και ήταν απαραίτητη γιατί το μίσος απέναντι στον κεφαλαιοκράτη στάθηκε παντού και πάντοτε το πρώτο κίνητρο για να ξυπνήσει μέσα στους εργάτες ο πόθος να υπερασπίσουν τον εαυτό τους”
Εκείνη η αυθόρμητη, ¨ενστικτώδης” πρώτη αντίδραση των εργατών στην καπιταλιστική εκμετάλλευση λειτούργησε ως προθάλαμος για τη συνειδητή δράση:” Το “αυθόρμητο στοιχείο” δεν αποτελεί στην ουσία τίποτε άλλο παρά εμβρυακή μορφή του συνειδητού. Ακόμα και οι πρωτόγονοι ξεσηκωμοί εκφράζανε ως ένα βαθμό το ξύπνημα της συνείδησης: Οι εργάτες έχαναν την προαιώνια πίστη τους στο απαρασάλευτο του καθεστώτος που τους συνέθλιβε, άρχιζαν…, δε θα έλεγα να καταλαβαίνουν, μα να νιώθουν την ανάγκη της συλλογικής αντίστασης και να εγκαταλείπουν αποφασιστικά τη δουλική υποταγή στους προϊσταμένους τους. Ωστόσο όλα αυτά ήταν πολύ περισσότερο ξεσπάσματα απόγνωσης κι εκδίκησης παρά αγώνας”
Έτσι στη συνέχεια, ” οι εργάτες , εκεί που μισούσαν αόριστα τον κεφαλαιοκράτη, άρχισαν να καταλαβαίνουν πια ότι τα συμφέροντα της τάξης των εργατών είναι εχθρικά προς τα συμφέροντα της τάξης των κεφαλαιοκρατών. Εκεί που ένιωθαν θολά ότι καταπιέζονται, άρχισαν πια να καταλαβαίνουν με ποια ακριβώς μέσα και με ποιον τρόπο συγκεκριμένα τους πνίγει το κεφάλαιο και να ξεσηκώνονται ενάντια στη μια ή στην άλλη μορφή καταπίεσης, βάζοντας όρια στην καταπίεση από μέρους του κεφαλαίου, υπερασπίζοντας τον εαυτό τους από την απληστία του κεφαλαιοκράτη. Αντί να εκδικούνται τους κεφαλαιοκράτες , περνούν τώρα στην πάλη για παραχωρήσεις, αρχίζουν να προβάλουν στην τάξη των κεφαλαιοκρατών τη μια διεκδίκηση ύστερα από την άλλη και απαιτούν βελτίωση των όρων της δουλειάς τους, αύξηση του μεροκάματου, μείωση της εργάσιμης μέρας.”
Οι κοινωνικοί αγώνες λειτουργούν ως σχολείο για την εργατική τάξη. Οι εργάτες ” μαθαίνουν να καταλαβαίνουν την ουσία της εκμετάλλευσης στο σύνολό της, μαθαίνουν να καταλαβαίνουν το κοινωνικό σύστημα που στηρίζεται στην εκμετάλλευση της εργασίας από το κεφάλαιο”. Στην πάλη αυτή , ” οι εργάτες δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους, μαθαίνουν να ενώνονται, μαθαίνουν και καταλαβαίνουν την ανάγκη και τη σημασία της ένωσης. Η διεύρυνση της πάλης αυτής και οι όλο συχνότερες συγκρούσεις οδηγούν αναπόφευκτα στη διερεύνηση της πάλης, στην ανάπτυξη του αισθήματος ενότητας, του αισθήματος της αλληλεγγύης τους ανάμεσα στους εργάτες όλης της χώρας, ανάμεσα σε όλη την εργατική τάξη.”
Σε τελευταία ανάλυση , ” η πάλη αυτή αναπτύσσει την πολιτική συνείδηση των εργατών. Η μάζα της εργατιάς, εξ αιτίας των συνθηκών της ίδιας της ζωής της, βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση που δεν μπορεί, δεν έχει ούτε τον καιρό, ούτε τη δυνατότητα να σκέφτεται για οποιαδήποτε κρατικά ζητήματα. Η πάλη , όμως , των εργατών ενάντια στους εργοστασιάρχες για τις καθημερινές τους ανάγκες μόνη της και αναπόφευκτα σπρώχνει τους εργάτες στα κρατικά, τα πολιτικά ζητήματα…, πώς εκδίδονται οι νόμοι και οι κανονισμοί και τίνος συμφέροντα εξυπηρετούν. Κάθε σύγκρουση στο εργοστάσιο κατ’ ανάγκη φέρνει τους εργάτες σε σύγκρουση με τους νόμους και τους εκπροσώπους της κρατικής εξουσίας…Η πάλη της εργατικής τάξης ενάντια στην τάξη των κεφαλαιοκρατών κατ’ ανάγκη πρέπει να είναι πολιτική πάλη.”
” Τελικός σκοπός” του ” πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης” δεν είναι βέβαια άλλος, όπως τόνισε ο ίδιος ο Κ. Μαρξ, από ” την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας για λογαριασμό της και γι’ αυτό, φυσικά, είναι αναγκαία μια οργάνωση της εργατικής τάξης…” Πολιτικό υποκείμενο του εργατικού κινήματος αποτελεί το κόμμα της εργατικής τάξης, το Κομμουνιστικό Κόμμα.[...]
Για να συγκροτηθεί σε ” τάξη για τον εαυτό της” , η εργατική τάξη πρέπει να κατακτήσει, λοιπόν, την ταξική της αυτοτέλεια. Να πετύχει με άλλα λόγια, την πλήρη ανεξαρτητοποίησή της από κάθε αστική επιρροή(οργανωτική, πολιτική, ιδεολογική), είτε αυτό αφορά τις συνδικαλιστικές είτε τις πολιτικές της ενώσεις (σωματεία, κόμματα κ.α).
Μέσα από την ίδια την ταξική πάλη , η εργατική τάξη συσπειρώνεται, οργανώνεται και διαπαιδαγωγείται. Αποκτά συνείδηση και γνώση του κοινωνικοοικονομικού συστήματος που την καταδυναστεύει. Αυτοσυνειδητοποιείται και συγκροτείται ως ” τάξη για τον εαυτό της” . Αναπτύσσει διάφορες μορφές αγώνα, διαμορφώνει πρόγραμμα δράσης, περνά από την άμυνα στην επίθεση προβάλλοντας μερικά – βραχυπρόθεσμα αλλά και γενικότερα – μακροπρόθεσμα αιτήματα οικονομικής ή πολιτικής φύσεως. Διεκδικεί έκφραση, συμμετοχή και παρέμβαση στους θεσμούς, από μερίδιο εξουσίας(= προοδευτικά και μέσα από την εξέλιξη της ταξικής πάλης στην Ιστορία αναδείχθηκε πως αντικειμενικά, η εργατική τάξη θα διεκδικούσε και θα έπαιρνε όλη την εξουσία στα χέρια της ή τίποτε) ως και τη συνολικότερη ανατροπή της.
Βεβαίως, η διαδικασία αυτή δεν είναι ούτε ευθύγραμμη, ούτε δεδομένη. Δεν πραγματοποιείται αυτόματα. Δεν είναι καθολική ή ομοιόμορφη. Δεν επηρεάζει, δηλαδή , εξίσου και συγχρονισμένα όλα τα μέρη ή τα μέρη της εργατικής τάξης. Τουναντίον, η ταξική πάλη εμπεριέχει την ίδια στιγμή και το στοιχείο του συμβιβασμού, της ενσωμάτωσης, της υποχώρησης, της ιδεολογικής, πολιτικής και οικονομικής επίθεσης της ” άλλης πλευράς”( της αστικής) με πληθώρα μέσων. Οι παράγοντες χειραφέτησης και ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης συνυπάρχουν ταυτόχρονα αλληλοσυμπληρώνονται, αλληλοαναιρούνται. Πρέπει επομένως να εξετάζονται παράλληλα σε διαλεκτική σχέση μεταξύ τους[...]
Αποσπάσμα από το κεφάλαιο 1 του Βιβλίου: “Ρήξη και Ενσωμάτωση. Συμβολή στην Ιστορία του εργατικού-κομμουνιστικού κινήματος του Μεσοπολέμου, 1918-1936″
του Αν.Ι.Γκίκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου