«Τα ειδωλολατρικά ήθη κι έθιμα, αυτά που προσδιορίζουν τις ρίζες του και τη συνοχή του μέσα στο χρόνο, δε θα τα διατηρήσει ο Ελλαδικός - αλλά κι ο κάθε Ελληνας της διασποράς - από πίστη στους θεούς εκείνους που 'χαν από καιρό πάψει να τον συντηρούν και να τον εμπνέουν. Θα τα διαφυλάξει από αντίδραση στην καταπίεση που του επιβάλλει ο χριστιανικός αυταρχισμός. Μα και γιατί τούτο το ξένο σώμα, ο χριστιανισμός, που δεν μπορεί ν' αφομοιώσει, καθώς προσπαθούν να του τον ποτίσουν με το ζόρι, και η πρωτοφανής συμπεριφορά των οπαδών του τον αγριεύουν και τον κάνουν να γαντζώνεται στους ειδωλολατρικούς θεσμούς που, αν όχι τίποτ' άλλο, είναι προϊόν δικό του· γεννημένοι από την ιδιοσυγκρασία του, την προσωπική του σοφία και την ανάγκη του για ελευθερία. Είναι με λίγα λόγια η καθαρή έκφραση της προσωπικότητάς του σε μια συγκεκριμένη εποχή. Κι αν αυτή την εποχή την ξεπέρασε, κι αν κήρυξε ο ίδιος έκπτωτα τα είδωλά του, το 'κανε γιατί 'ταν λεύτερος. Και η ακμή όσο κι η παρακμή τους ήταν αποτέλεσμα δικής του διεργασίας, και φυσικής εξέλιξης, χωρίς την παρέμβαση κανενός.
Σ' αυτό το στάδιο της παρακμής τον βρήκε πρώτος ο Παυλισμός. Την ώρα που ο αρχαίος Ελληνας βρίσκεται στο Ωμέγα ενός τεράστιου πολιτισμού, έρχεται ο Εβραίος να τον ξαφνιάσει, γιατί ανακάλυψε το Αλφα. Ο Ελληνας δεν είχε προηγούμενα με τον Ιησού. Εχει πριν από αιώνες συγκινηθεί για τη γέννηση του δικού του Θείου Βρέφους σ' ένα σπήλαιο, είτε Δίας λεγόταν είτε Διόνυσος. Αλλά ο κόσμος γι' αυτόν - τον Ελληνα - είναι αρκετά μεγάλος για να χωρέσει όλες τις κλίμακες ελευθερίας, που ο ίδιος θεωρεί θεμέλιο της ύπαρξής του. Αντίθετα, η μοίρα του, του Ιησού, προκαλεί την αμέριστη συμπάθεια του ειδωλολάτρη. Ο τρόπος όμως που βιάζουν το μυαλό και τη συνείδησή του, προκειμένου να του επιβάλουν ένα από τα μυριάδες 300 αντίτυπα γιων θεών που ήδη εγκατέλειψε, ξυπνά μέσα του την αντίδραση. Του κομίζουν μια φτηνή και ανόητη συνταγή Σωτηρίας που δεν ανταποκρίνεται στη λογική του. Κι όταν αρνιέται, του ανακοινώνουν πως θα τον σώσουν με το ζόρι. Μα όσο μεγαλώνει η βία που ασκούν απάνω του, τόσο πιο ανάγκη του γίνεται να περνά θριαμβευτικά μέσα από τις γραμμές του εχθρού εκείνα τα στοιχεία - ήθη κι έθιμα - που συνθέτουν την ύπαρξή του, τις μαρτυρίες της προσωπικότητάς του που επιδιώκουν ν' αλλοτριώσουν: την ελληνική του ταυτότητα.
Από τον 5ο αιώνα κι έπειτα δίνει την εικόνα κάποιου που κολυμπά σ' έναν ωκεανό σκοτεινό και παγωμένο. Μανιασμένα κύματα τον χτυπούν από παντού. Σιγά σιγά μένει ολόγυμνος. Αλλά εξακολουθεί να παλεύει, κρατώντας πάνω από τα κύματα, την κορφή της κεφαλής του, το μπογαλάκι με τις παραδόσεις του. Δεκατρείς τόσους αιώνες αγωνίζεται, ένας τοσοδούλης ναυαγός, όταν πια όλοι πιστεύουν πως οι δυνάμεις της φύσης τον έχουν καταπιεί. Μα αυτός επιζεί, με Ταυροκαθάψια, Διονυσιακά Αναστενάρια, Κάλαντα, χορούς, Θεοφάνεια, τα περνά όλα μέσα από τους λυσσασμένους εβραιοχριστιανούς παπάδες, από εμπαθείς Φράγκους, Ενετούς, Δυτικούς και τελικά από Τούρκους, προεστούς και Φαναριώτες. Οι χωρικοί, λέει ο βιογράφος του Κοσμά, δεν ήξεραν καν την ημέρα του Πάσχα. Και την θυμόντουσαν σαν κατέβαιναν στις μεγάλες πόλεις και κυρίως στα Γιάννενα, που έβλεπαν τα κόκκινα αυγά στην αγορά.
(...) Ο λαός δεν γνωρίζει ορολογία. Η ίδια η ύπαρξή του είναι ο φορέας της παράδοσης που τον καθορίζει. Αυτόν, όπως και το χώρο του, το σπιτικό του και αργότερα την επανάστασή του για τη διεκδίκησή τους. Ο επαναστάτης του '21 δε μιλούσε για απελευθέρωση του έθνους, αλλά για απελευθέρωση του Γένους. Μήπως αυτό αλλάζει την ουσία της πραγματικότητας; (...) Αν ο λαός δεν έμενε με τόσο πείσμα προσκολλημένος στα πανάρχαια ειδωλολατρικά του ήθη κι έθιμα, καμουφλάροντάς τα, έστω, κάτω από τις χριστιανικές ορολογίες που του επιβάλανε, ο χριστιανισμός θα 'χε στραγγίξει πολύ νωρίς, ξεπαγιασμένος από τη γύμνια του (εβραϊκού) φορέα του και την απουσία κάθε ποίησης. Με αποτέλεσμα να μη γεννηθεί ποτέ ο βυζαντινός πολιτισμός. Αλλά από τη στιγμή που θα εξαναγκάσουν τον Ελληνα να συμβιώσει με το χριστιανισμό, αυτός θα τον μετουσιώσει σε ποίηση.
(...) Είναι ωστόσο σίγουρο πως ο πολύ εβραιοκρατούμενος ακόμη χριστιανισμός εξυπηρετείται από την αφομοίωση. Στεγνός, πενιχρός, αμόρφωτος, χωρίς ίχνος φαντασίας, μια και δε δημιουργήθηκε από κανένα ιδανικό που να τον εμπνέει, βρίσκεται αμήχανος όταν διαπιστώνει πως, αν δεν φάει τις πλούσιες σάρκες και την καλαισθησία του πολιτισμού που πολεμά με τόση μισαλλοδοξία, κινδυνεύει να αφυδατωθεί. (...) Είναι παράξενο, αλλά και τραγικό. Οσο αποδυναμώνεται η ειδωλολατρία ανδρώνεται ο χριστιανισμός, τρεφόμενος αποκλειστικά από το πτώμα του δολοφονημένου ανθρωπισμού. Το πτώμα, όχι το σώμα. Εννοώ το πρόσχημα και όχι την ουσία. Γιατί, αν κάτι θέλησαν οι Εβραίοι να αφανίσουν από το πρόσωπο της Γης ήταν ο ανθρωπισμός. Κάτω από το "αγαπάτε αλλήλους" καμουφλαρίστηκε η πιο αδυσώπητη εγκληματικότητα. Απόδειξη πως τώρα και δεκαοχτώ αιώνες η Ιστορία γράφεται μόνο με αίμα.
Παράλληλα, η μεταφορά όλου του παραδοσιακού στοιχείου της ειδωλολατρίας και η διοχέτευσή του στα χριστιανικά κανάλια, όπως θα δούμε αμέσως, δεν αποτελεί παρά μια μαρτυρία και της αμηχανίας του χριστιανισμού, αλλά κυρίως, κι αυτό είναι που μας ενδιαφέρει, της απελπισμένης αντίδρασης του ειδωλολάτρη. Που δεν συνειδητοποιεί βέβαια ότι η ποιότητα του ανθρώπου πέφτει όλο και χαμηλότερα, από τη στιγμή που το πνεύμα και η παιδεία μπαίνουν σε απαγόρευση.
Το Πάσχα
Τοποθετήθηκε στα Αδώνια που γιορτάζονταν κάθε άνοιξη με την αναπαράσταση του θανάτου του Αδωνι. Οι γυναίκες στόλιζαν το νεκρικό κρεβάτι του παιδιού του έρωτα (όπως στολίζεται τώρα ο Επιτάφιος) με λουλούδια, πρασινάδες και καρπούς και τραγούδαγαν μοιρολόγια. Ακολουθούσε επιτάφιος πομπή (ο γύρος του σημερινού Επιτάφιου). Την άλλη μέρα γιόρταζαν με πανηγυρισμούς την Ανάσταση του ωραίου Αδωνι.
Ολες αυτές είναι γιορτές πανάρχαιες για την καρποφορία της γης. Κι είναι χαρακτηριστική η διαφορά του αθόρυβου Πάσχα των Καθολικών σε σύγκριση με το ελληνικό. Με εξαίρεση τη Μ. Παρασκευή και μια ιδιάζουσα μυστικιστική ατμόσφαιρα μέσα στις εκκλησιές, κατά τα άλλα το Πάσχα δεν σημαίνει τίποτα για τον Δυτικό. Του λείπει ο ερεθισμός της οργιαστικής άνοιξης, αυτό το έτοιμο σκηνικό, που προκαλεί τη διάθεση του πανηγυριού για μας. Ολη η χαρούμενη διαδικασία του ελληνικού Πάσχα έρχεται σαν μια φυσιολογική ψυχική ανάγκη. Ανοίγουμε τα παράθυρά μας στην εισβολή των χρωμάτων και του φωτός, της ανάστασης της φύσης, που ανασταίνει και τη δική μας ζωτικότητα και μας παρασέρνει στο γιορτασμό.
Τα αυγά του Πάσχα
Από πού να μας έρχονται άραγε; Μα από "την αρχαιότερη ορφική θεογονία, που ο Ερως βγαίνει από 'να Αυγό που το γέννησε η Νύχτα", θα μας πληροφορήσει πρώτος ο Λεκατσάς. Το κοσμογονικό Αυγό θα το βρούμε ακόμη "στην κατά Ιερώνυμον και Ελλάνικον θεογονία, στη Ραψωδική θεογονία και στου Επιμενίδη". Είναι το κοσμογονικό Αυγό που συναντιέται και στην Αίγυπτο, τη Φοινίκη, Περσία, σε περιοχές της Αφρικής. Στην Ινδία, στο Θιβέτ, στην Ινδονησία, στην Πολυνησία, στην Κίνα και την Ιαπωνία. Στις σιβηρικές φυλές, στη Φινλανδία και στις Βαλτικές χώρες. "Το Αυγό τούτο χωρίζεται στα δυο, απ' το 'να μισό του φτιάχνεται ο ουρανός κι από τ' άλλο η γη μας... το κοσμογονικό Αυγό δεν είναι άλλο από το φεγγάρι".
Και ο Μ. Eliade αναφέρεται σε αναρίθμητες χώρες και φυλές που θεωρούν το Αυγό άμεσα συνδεδεμένο με την ύπαρξη του ανθρώπου πάνω στη Γη. Σαν πηγή προέλευσης του μύθου του Αυγού θεωρεί εκείνος την Ινδία και την Ινδονησία. Γενικά, λέει, σ' αυτές τις περιοχές η κοσμογονία χρησιμεύει σαν μοντέλο στην ανθρωπογονία και η δημιουργία του ανθρώπου μιμείται και επαναλαμβάνει αυτήν του Κόσμου· στην Ανατολή, το Αυγό παίζει σημαντικό ρόλο στην ιδέα της αναγέννησης της Φύσης, γι' αυτό κι είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις γιορτές της Πρωτοχρονιάς. Στην Περσία, τα βαμμένα αυγά είναι τα ειδικά δώρα του Νέου Χρόνου, που διατηρεί ως τις μέρες μας ακόμη το όνομα "Γιορτή των κόκκινων αυγών". Το Αυγό θεωρείται σπόρος γι' αυτό και συμβολίζει την επαναλαμβανόμενη αναγέννηση περισσότερο από τη γέννηση. Πράμα που εξηγεί γιατί το Αυγό έχει τόσο σημαντική θέση στις γιορτές του καινούριου χρόνου, αλλά και στις γιορτές των νεκρών. Τα αγάλματα του Διονύσου που βρέθηκαν σε βοιωτικούς τάφους έχουν όλα από 'να αυγό στο χέρι, σημάδι επιστροφής στη ζωή.
"Το Φεγγάρι κομματιάζεται και ξαναφτιάνεται - ο μυούμενος κομματιάζεται και ξαναφτιάνεται - ο Φεγγαροθεός κομματιάζεται και ξαναφτιάνεται - μαζί τους κομματιάζεται και ξαναφτιάνεται ο Κόσμος. Μέσα από το κομμάτιασμα και ξαναφτιάσιμο, πεθαίνει και ξαναζωντανεύει το Φεγγάρι, πεθαίνει και ξαναζωντανεύει ο Μυούμενος, πεθαίνει και ξαναζωντανεύει ο Φεγγαροθεός, πεθαίνει και ξαναζωντανεύει ο Κόσμος. Μέσα από το Θάνατο και την Αναβίωση αναδημιουργείται το Φεγγάρι, αναδημιουργείται ο Μυούμενος, αναδημιουργείται ο Φεγγαροθεός, αναδημιουργείται ο Κόσμος. Μέσα από την Αναδημιουργία, δημιουργείται το Φεγγάρι, δημιουργείται ο Μυούμενος, δημιουργείται ο φεγγαροθεός, δημιουργείται ο Κόσμος. Η ιστορία του Κόσμου και της Δημιουργίας του είναι, μ' άλλα λόγια, μια μυητική ιστορία" (Λεκατσάς).
(...) Το αυγό συναντιέται και σε πλήθος κοσμογονίες, όπου ο κόσμος παρασταίνεται σαν ένα αυγό που χώρισε στα δυο, στον ουρανό και τη γη ή όπου λογής δημιουργοί θεοί παρασταίνονται από 'να αυγό να γεννιούνται. Σε αρχαίους τάφους της νότιας Ρωσίας, της Γερμανίας, Ιταλίας και Ελλάδας, βρίσκονται λογής αυγά, ένα ή περισσότερα, αληθινά ή στ' ομοιώματά τους. Στο ταφικό αυγό, πρωτεύει η γονιμική δύναμή του και σημασία του, από το ιδίωμά του να κλείνει μέσα του τη ζωή και να τη γεννάει.
Σύμφωνα με μια αρχαία δοξασία, οι γυναίκες πάνου στο φεγγάρι γεννούν αυγά και κείθε βγαίνουν τα παιδιά τους. Και τα αυγά του Πάσχα, της μεγάλης Φεγγαρογιορτής, τα κουβαλά ακόμη στην Ευρώπη ο Λαγός, ένα από τα οικουμενικά Φεγγαρο-ζώα. (Ο λαγός συνδέεται με τον Ερωτα, γιατί 'ναι ζώο της Αφροδίτης, θεάς με έντονα φεγγαρικά χαρακτηριστικά). Ετσι η Ελένη γεννήθηκε από 'να αυγό που το γέννησε η Λήδα ή η Νέμεση ή που 'πεσε από το Φεγγάρι. Ομοια η Αστάρτη, η έντονα φεγγαρική θεά, γεννήθηκε από 'να αυγό, που 'πεσε στον Ευφράτη από τον ουρανό, που τα ψάρια το φέρανε στην οχτιά και που το κλωσήσανε περιστέρια. Η γονιμική τούτη σημασία του το κάνει να συναντιέται στις τελετές του γάμου στα ευρωπαϊκά πανηγύρια της άνοιξης και του θέρους, με κορυφωμένη τη χρήση του στο αυγό της Λαμπρής, που τρώγεται στη γιορτή της Ανάστασης του Θεού, από τη Νορβηγία ίσαμε την Ελλάδα και τη Μικρασία.
Πασχαλινές λαμπάδες
Φαντάζομαι ότι μαρτυρούνται από τα Λυχνοκάια, γιορτή προς τιμήν της Ισιδας, στην πόλη Βούσιρι. Το πλήθος ξεκινούσε με λαμπάδες στο χέρι και πήγαινε στην πόλη Σάιν για την εκτέλεση των θυσιών. Σ' όλα τα σπίτια ολόγυρα κρέμονταν αναμμένοι λύχνοι. Αλλά την ίδια ώρα και σ' όλη την Αίγυπτο, και κείνοι από τους κατοίκους που δεν κατέβαιναν στη γιορτή, άναβαν λύχνους έξω από τα σπίτια τους κι έτσι όλη η Αίγυπτος κολυμπούσε στο φως, όπως βεβαιώνει ο Ηρόδοτος. Η γιορτή γινόταν για να φέγγουν στην Ισιδα να βρει το σώμα του Οσιρι (τα μέλη του), γιου και άντρα της, και να τον αναστήσει. Μπορεί όμως και να ανακρατούν οι λαμπάδες από τα όργια των Μαινάδων που ανέβαιναν στα βουνά με λαμπάδες στα χέρια».
Aποσπάσματα από το βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου «Αντιγνώση - τα δεκανίκια του καπιταλισμού» (εκδ. «ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου