Ειμαι του ολίγου και του ακριβούς
Είμαι του ολίγου και του ακριβούς. Δεν υπήρξα ποτέ του τρίτου προσώπου. Τρέφομαι από το δύς και το εύ που κατά περίσταση προσφέρω. Αρνούμαι όμως τροφή στους χορτάτους που ζητούν ολοένα κι άλλη, κι άλλη πείνα. Θά ΄τανε σαν να επεδίωκα να ιδιοποιηθώ τα ίδια μου τα υπάρχοντα.
Κατά τα άλλα συχνάζω εκέι όπου κάθε θολούρα, ως κι ο καπνός του τσιγάρου μου ακόμη, εξουδετερώνεται απ' το θαλασσάκι που φυλάγει καλού κακού για χάρη μου στο βορειοδυτικό της ντουλαπάκι η Παναγιά η Παντοχαρά.
Ομως η εύνοια δεν είναι πάντοτε μια συγγενής που σε αγαπά. Και περνά πολύς καιρος εως ότου υπερεκχειλίσουν τα φρεάτια του νού σου, και το συμπίλημα που δημιουργείται απ' όλων των λογιών τις κακοδαιμονίες αποξηραθεί και το πάρει ο αέρας. Ετσι απλά. Οπως ο ύπνος παίρνει ενα μικρό αγόρι πάνω στα σανά. Και με το τρίτο του αυτί τους παλμούς μιας άλλης πιο δικής του γης, κρυφίως εγγράφει. Οπόταν, τι ωραία να τρέχει το χέρι σου πλάι σ' ένα τοιχάκι γεμάτο λέξεις που προεξέχουν, έτσι που ν' αρπάζεται της λαλιάς σου η αγράμπελη. Τα πάντα είναι ζήτημα μυελού οστέων της φαντασίας. Πως; Το άτυπτον ύδωρ του κάβο-Μαλλιά ναναι συνάμα και πέτρα πελεκητή του πατρός Πινδάρου. Κάτι τέτοιες στιγμές είναι σαν να μην μιλάς πλέον εσύ, αλλά τα συστατικά της πατρίδας σου, της επονομαζόμενης γης. Και ο συνειρμών συνειρμήτω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου