Αόρατοι εκτελεστές
Όταν οι ομάδες περιφρούρησης εξελίχθηκαν σε ομάδες κρούσης, η τήρηση πλήρους ανωνυμίας και η εξαφάνιση των ιχνών έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι του παιχνιδιού. Το βράδυ της 17ης Ιουλίου 1944 μια παρέα φοιτητών που βάδιζε κοντά σε μια από τις πλατείες της Νέας Σμύρνης δέχθηκε έλεγχο ταυτοτήτων από πέντε άτομα που φορούσαν καπαρντίνες με σηκωμένους γιακάδες και κατεβασμένες τραγιάσκες. Όταν ο στόχος τους --ένας από τους τέσσερις νεαρούς--αντέδρασε, τον πυροβόλησαν στο θώρακα και εξαφανίστηκαν. Οι φίλοι του θύματος δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τους εκτελεστές. Αυτονόητο και με απόσταση πιο αποτελεσματικό στοιχείο καμουφλάζ ήταν οι μεταμφιέσεις: "Και χωροφύλακας έχω ντυθεί και τσολιάς έχω ντυθεί και πυροσβέστης έχω ντυθεί -- μια φορά που έπρεπε να ξαπλώσουμε ένα καρακόλι στην πλατεία Κουμουνδούρου..." (μαγνητοφωνημένη συνέντευξη Νίκου Σφακιανάκη, ΟΠΛΑ Περιστερίου). Σε μυθολογία έχουν αναχθεί οι γερμανικές στολές και τα χαρακτηριστικά νεφροειδή πέταλα στήθους της γερμανικής Στρατοχωροφυλακής (Feldgendarmerie) που συχνά χρησιμοποιούνταν όταν ο στόχος ήταν αρκετά δύσκολος στην προσέγγιση ή αρκετά διάσημος ώστε ο περίγυρος να μάθει την ταυτότητα των δραστών. Στις 11 Οκτωβρίου του 1944 ο αρχηγός της Χ, Γεώργιος Γρίβας, έκανε την συνηθισμένη καθημερινή διαδρομή του με το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο από το Στρατοδικείο (Κριεζιώτου και Ακαδημίας) στο σπίτι του στο Θησείο, όταν στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου, στο ύψος του Συντάγματος Μακρυγιάννη, βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά του είκοσι άνδρες με γερμανικές στολές και κράνη βάλλοντας με αυτόματα εναντίον του αυτοκινήτου. Ο οδηγός ανέπτυξε ταχύτητα και ο Γρίβας, που σώθηκε χωρίς γρατζουνιά, ανταπέδωσε τα πυρά με το πιστόλι του φωνάζοντας στους συνεπιβάτες του: "Μην φοβάστε, είναι κομμουνιστές με γερμανικές στολές!" Στις εμπόλεμες ανατολικές συνοικίες, οι κάτοικοι γνώριζαν πως οι γερμανικές περίπολοι που κυκλοφορούσαν τις νύχτες μιλούσαν άπταιστα ελληνικά. Το φράδυ της 2ας Αυγούστου 1944 μια πολυμελής ομάδα της ΟΠΛΑ με επικεφαλής τον ήδη θρυλικό ομαδάρχη Γιώργο Κολλημένο και στολές τηςFeldgendarmerie εισέβαλλαν στο σπίτι του συνταγματάρχη Σωτηρίου Κασίμη στο Παγκράτι. Ο νεαρός Σ. Κ. από το Βύρωνα βρισκόταν σε μία από τις κλιμακωτές ζώνες περιφρούρησης της επιχείρησης: "Ένας Σωκράτης Φαληρέας, Καισαριανώτης που ήταν στην ΟΠΛΑ (το θυμάμαι γιατί είχαμε επαφή φιλική), ήταν ντυμένος [γερμανικά] σίγουρα. Και μάλιστα κάποιος από κάποιο σπίτι ένιωσε την κίνηση και πήγε να ανοίξει κάποιο παράθυρο. Και βάζει μια αγριοφωνάρα ο Φαληρέας: 'Λος! Λος!' για να μη δούνε ποιοι ήρθανε και τι κάνανε -- αυτός ήτανε ο σκοπός. Για αυτό έγινε και νύχτα..." (Μαγνητοφωνημένη συνέντευξη Σ. Κ., ΟΠΛΑ Βύρωνα, αρχείο Ληξιαρχείου Δήμου Αθηναίων, ληξιαρχική πράξη θανάτου Σωτηρίου Κασίμη). "Γερμανοί" πραγματοποίησαν επίσης την "φαντασμαγορική επιχείρηση" εναντίον του αρχηγού του ΕΔΕΣ Πειραιά, Σήφη Βαρδινογιάννη, στα Κρητικά του Πειραιά (βλ. και παρακάτω).
Ωστόσο, και παρά την αίσθηση πως η ΟΠΛΑ δρούσε "εν κρυπτώ", οι περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν λαμβάνονταν μέτρα προφύλαξης και η εκτέλεση γινόταν μπροστά στα μάτια τρίτων, ακόμα και συγγενών του θύματος, μπορεί και να ήταν ο κανόνας. Στις 4 Αυγούστου 1944 τρεις άνδρες της ΟΠΛΑ, χωρίς καμία μεταμφίεση, μπήκαν στο τσαγκαράδικο του Ξενοφώντα Α. στον Πειραιά και τον σκότωσαν μπροστά στα μάτια του αδελφού του και δύο υπαλλήλων του μαγαζιού. Μεταπολεμικά, ο αδελφός του θύματος ήταν σε θέση να αναγνωρίσει στο εδώλιο του δικαστηρίου το πρόσωπο ενός από τους δράστες. Χωρίς να επιδιώκουμε στατιστικά συμπεράσματα, πολλές δολοφονίες λάμβαναν χώρα μέρα μεσημέρι και "εν πλήρη αγορά", σε δρόμους και πλατείες, ακόμα και μέσα σε δημόσιους χώρους (καφενεία, εστιατόρια, κουρεία), σηματοδοτώντας μια σαφέστατη μετάβαση από ένοπλες δράσεις άκρας μυστικότητας σε τελετουργικές εκτελέσεις δημόσιου χαρακτήρα. Στις 4 Μαϊου 1944 ο χωροφύλακας Ιωάννης Κοκκινάκης, ένα από τα "λαγωνικά" της Ειδικής Ασφάλειας Πειραιά, δέχτηκε μία σφαίρα στον τράχηλο τη στιγμή που έπινε τον καφέ του στο καφενείο της γωνίας Αγίου Δημητρίου και Αγχίαλου, στην καθ' όλα επικίνδυνη για τους Εαμίτες συνοικία της Αγίας Σοφίας (Μανιάτικα). Χωρίς να μπορούμε να αποκλείουμε πάντα και τον παράγοντα της επιπολαιότητας από τα εκτελεστικά όργανα, η ΟΠΛΑ μοιάζει να επιζητά την κοινοποίηση της δράσης της μέσα από θεαματικές εισβολές στις "βάσεις" του εχθρού στο όνομα ενός αγώνα προπαγάνδας και εντυπώσεων.
[...]
Η πρώτη γεύση της εκδίκησης
Λίγες μέρες μετά τη σύλληψη των πενήντα τροχιοδρομικών, οι ανθρακωρύχοι της Καλογρέζας, καθοδηγούμενοι από την ισχυρή εαμική οργάνωση των εργοστασίων τους, κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας και συμπαράστασης. Την 1η Σεπτεμβρίου [1943] αστυνομικές δυνάμεις διέλυσαν την συγκέντρωση στην Καλογρέζα και συνέλαβαν πέντε άτομα. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας κάπου 1.200 οργισμένα άτομα από την Νέα Ιωνία και την Καλογρέζα συγκεντρώθηκαν στον σταθμό του ΗΣΑΠ Νέας Ιωνίας και κατευθύνθηκαν στο αστυνομικό τμήμα απαιτώντας με φωνές την απόλυση των συναδέλφων τους. Η μαχητική πορεία πέρασε από το δημαρχείο αλλά εμποδίστηκε να φτάσει στο αστυνομικό τμήμα από δύναμη Χωροφυλακής με επικεφαλής τον ταγματάρχη Δημήτριο Αλεξόπουλο. Όταν η διαδήλωση έφτασε στην συμβολή της λεωφόρου Ηρακλείου με την οδό Μικράς Ασίας και κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, ο Αλεξόπουλος έδωσε το σύνθημα του πυρός. Οι χωροφύλακες πυροβόλησαν κατευθείαν πάνω στους διαδηλωτές. Από τα πυρά τραυματίστηκαν έξι, από τους οποίους ένας, ο Παναγιώτης Κούτρας (25 ετών), εξέπνευσε δύο ημέρες αργότερα, ενώ σκοτώθηκαν επί τόπου οι Γεράσιμος Κεραμιδάς (32 ετών) και Παναγιώτης Γεωργίου (60 ετών), όλοι τους ανθρακωρύχοι από την Καλογρέζα.
Για πρώτη φορά στην Κατοχή, άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας πυροβολούσαν στο ψαχνό διαδηλωτές χωρίς την παρουσία κατακτητών. Για το ΚΚΕ η δολοφονία εργατών ήταν διπλά κολάσιμη πράξη, καθώς το εθνικοαπελευθερωτικό πρόταγμα ανμιγνυόταν με το ταξικό "αίσθημα." Έτσι ακριβώς ερμηνεύτηκε το γεγονός από την κομματική οργάνωση της Νέας Ιωνίας και όλη την 8η Αχτίδα Βορειοανατολικών Συνοικιών, η οποία θεώρησε τον ταγματάρχη Αλεξόπουλο ως φυσικό αυτουργό. Το απόγευμα της 27ης Σεπτεμβρίου, την ώρα που ο Αλεξόπουλος περπατούσε στη γέφυρα της Νέας Ιωνίας, βρέθηκε μπροστά σε μια ομάδα αγνώστων οι οποίοι ξαφνικά τράβηξαν τα περίστροφά τους και τον άφησαν στον τόπο. Στο πτώμα του βρέθηκε ένα χαρτάκι που έγραφε: "Ο ΕΛΑΣ έτσι τιμωρεί τους προδότες" (Μαρτυρία Λευτέρη Βουτσά, στο Λευτέρης Μαυροειδής, Οι δύο όψεις της ιστορίας, σελ. 209-10). Αν και παραμένει στη σφαίρα των υποθέσεων, η ημερομηνία του συμβάντος μπορεί να μην είναι τυχία με την επέτειο ίδρυσης του ΕΑΜ. Σχεδόν μια εβδομάδα αργότερα έπεφτε νεκρός ο υπαστυνόμος Διεύθυνσης Ασφάλειας του Υπουργείου Εσωτερικών Χρήστος Κουρεμένος, όταν το πρωί της 6ης Οκτωβρίου, βρισκόμενος στη γωνία Αδριανού και Νήσου στην Κυψέλη, δέχτηκε τρεις σφαίρες από κοντινή απόσταση. Στην προκειμένη περίπτωση --ίσως για να μην θιγεί το άτυπο modus vivendi του με την Αστυνομία-- το ΕΑΜ δεν ανέλαβε την ευθύνη, αντίθετα μίλησε για "προβοκάτσια" μέσα από προκηρύξεις που αποδείκνυαν πως ο φόνος έγινε από τη "Γκεστάπο και αρχηγούς του ΕΔΕΣ" επειδή ο Κουρεμένος ήταν μέλος της Αντίστασης (Ανακοίνωση της Γραμματείας της ΚΕ του ΕΑΜ, 7/10/1943).
Η εξόντωση αξιωματικών του ένοπλου κατοχικού μηχανισμού από το ΕΑΜ ήταν κάτι καινοφανές. Η είδηση πρως τέσσερις "οπαδοί του ΕΑΜ" δολοφόνησαν εναν ταγματάρχη της Χωροφυλακής στην Νέα Ιωνία έκανε την άλλη κιόλας μέρα το γύρο της πόλης μέσα από τον κατοχικό Τύπο, μαζί με ανακοινώσεις του Ταβουλάρη για απαγόρευση αδιακρίτως όλων των "πάρτυ" και των εράνων "άνευ ειδικής αδείας." Έξυπνα, η κυβέρνηση Ράλλη μετέβαλλε και τις δύο κηδείες σε "χαρακτηριστική εκδήλωση του αναληφθέντος υπό του κράτους 'αγώνος τάξεως'", ενώ "η δολοφονία απεφασίσθη όπως αποτελέσει την απαρχήν μιας αντεπιθέσεως κατά των κομμουνιστών μέχρι της τελικής εξουδετερώσεώς των." Το πιο ενδιαφέρον όμως στην περίπτωση Αλεξόπουλου ήταν ότι το ΚΚΕ δεν επιχείρησε να αποκρύψει την αλήθεια: "Η εκδίκηση του λαού τον ξάπλωσε νεκρό" (Ριζοσπάστης, 3/10/1943). Εμπνευσμένα συνθήματα του τύπου "οι προδότες θα ακολουθήσουν τον Αλεξόπουλο--ΕΛΑΣ) άρχισαν να πυκνώνουν στους τοίχους της πρωτεύουσας θεσπίζοντας τρόπον τινά την τακτική των ατομικών εκτελέσεων. Η συγκεκριμένη εκτέλεση, που θεωρείται η γενέθλιος πράξη της ΟΠΛΑ, ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα για έναν ανελέητο αγώνα εξόντωσης, ο οποίος επρόκειτο να διαρκέσει έναν ολόκληρο χρόνο.
Όταν οι ομάδες περιφρούρησης εξελίχθηκαν σε ομάδες κρούσης, η τήρηση πλήρους ανωνυμίας και η εξαφάνιση των ιχνών έγιναν αναπόσπαστο κομμάτι του παιχνιδιού. Το βράδυ της 17ης Ιουλίου 1944 μια παρέα φοιτητών που βάδιζε κοντά σε μια από τις πλατείες της Νέας Σμύρνης δέχθηκε έλεγχο ταυτοτήτων από πέντε άτομα που φορούσαν καπαρντίνες με σηκωμένους γιακάδες και κατεβασμένες τραγιάσκες. Όταν ο στόχος τους --ένας από τους τέσσερις νεαρούς--αντέδρασε, τον πυροβόλησαν στο θώρακα και εξαφανίστηκαν. Οι φίλοι του θύματος δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τους εκτελεστές. Αυτονόητο και με απόσταση πιο αποτελεσματικό στοιχείο καμουφλάζ ήταν οι μεταμφιέσεις: "Και χωροφύλακας έχω ντυθεί και τσολιάς έχω ντυθεί και πυροσβέστης έχω ντυθεί -- μια φορά που έπρεπε να ξαπλώσουμε ένα καρακόλι στην πλατεία Κουμουνδούρου..." (μαγνητοφωνημένη συνέντευξη Νίκου Σφακιανάκη, ΟΠΛΑ Περιστερίου). Σε μυθολογία έχουν αναχθεί οι γερμανικές στολές και τα χαρακτηριστικά νεφροειδή πέταλα στήθους της γερμανικής Στρατοχωροφυλακής (Feldgendarmerie) που συχνά χρησιμοποιούνταν όταν ο στόχος ήταν αρκετά δύσκολος στην προσέγγιση ή αρκετά διάσημος ώστε ο περίγυρος να μάθει την ταυτότητα των δραστών. Στις 11 Οκτωβρίου του 1944 ο αρχηγός της Χ, Γεώργιος Γρίβας, έκανε την συνηθισμένη καθημερινή διαδρομή του με το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο από το Στρατοδικείο (Κριεζιώτου και Ακαδημίας) στο σπίτι του στο Θησείο, όταν στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου, στο ύψος του Συντάγματος Μακρυγιάννη, βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά του είκοσι άνδρες με γερμανικές στολές και κράνη βάλλοντας με αυτόματα εναντίον του αυτοκινήτου. Ο οδηγός ανέπτυξε ταχύτητα και ο Γρίβας, που σώθηκε χωρίς γρατζουνιά, ανταπέδωσε τα πυρά με το πιστόλι του φωνάζοντας στους συνεπιβάτες του: "Μην φοβάστε, είναι κομμουνιστές με γερμανικές στολές!" Στις εμπόλεμες ανατολικές συνοικίες, οι κάτοικοι γνώριζαν πως οι γερμανικές περίπολοι που κυκλοφορούσαν τις νύχτες μιλούσαν άπταιστα ελληνικά. Το φράδυ της 2ας Αυγούστου 1944 μια πολυμελής ομάδα της ΟΠΛΑ με επικεφαλής τον ήδη θρυλικό ομαδάρχη Γιώργο Κολλημένο και στολές τηςFeldgendarmerie εισέβαλλαν στο σπίτι του συνταγματάρχη Σωτηρίου Κασίμη στο Παγκράτι. Ο νεαρός Σ. Κ. από το Βύρωνα βρισκόταν σε μία από τις κλιμακωτές ζώνες περιφρούρησης της επιχείρησης: "Ένας Σωκράτης Φαληρέας, Καισαριανώτης που ήταν στην ΟΠΛΑ (το θυμάμαι γιατί είχαμε επαφή φιλική), ήταν ντυμένος [γερμανικά] σίγουρα. Και μάλιστα κάποιος από κάποιο σπίτι ένιωσε την κίνηση και πήγε να ανοίξει κάποιο παράθυρο. Και βάζει μια αγριοφωνάρα ο Φαληρέας: 'Λος! Λος!' για να μη δούνε ποιοι ήρθανε και τι κάνανε -- αυτός ήτανε ο σκοπός. Για αυτό έγινε και νύχτα..." (Μαγνητοφωνημένη συνέντευξη Σ. Κ., ΟΠΛΑ Βύρωνα, αρχείο Ληξιαρχείου Δήμου Αθηναίων, ληξιαρχική πράξη θανάτου Σωτηρίου Κασίμη). "Γερμανοί" πραγματοποίησαν επίσης την "φαντασμαγορική επιχείρηση" εναντίον του αρχηγού του ΕΔΕΣ Πειραιά, Σήφη Βαρδινογιάννη, στα Κρητικά του Πειραιά (βλ. και παρακάτω).
Ωστόσο, και παρά την αίσθηση πως η ΟΠΛΑ δρούσε "εν κρυπτώ", οι περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν λαμβάνονταν μέτρα προφύλαξης και η εκτέλεση γινόταν μπροστά στα μάτια τρίτων, ακόμα και συγγενών του θύματος, μπορεί και να ήταν ο κανόνας. Στις 4 Αυγούστου 1944 τρεις άνδρες της ΟΠΛΑ, χωρίς καμία μεταμφίεση, μπήκαν στο τσαγκαράδικο του Ξενοφώντα Α. στον Πειραιά και τον σκότωσαν μπροστά στα μάτια του αδελφού του και δύο υπαλλήλων του μαγαζιού. Μεταπολεμικά, ο αδελφός του θύματος ήταν σε θέση να αναγνωρίσει στο εδώλιο του δικαστηρίου το πρόσωπο ενός από τους δράστες. Χωρίς να επιδιώκουμε στατιστικά συμπεράσματα, πολλές δολοφονίες λάμβαναν χώρα μέρα μεσημέρι και "εν πλήρη αγορά", σε δρόμους και πλατείες, ακόμα και μέσα σε δημόσιους χώρους (καφενεία, εστιατόρια, κουρεία), σηματοδοτώντας μια σαφέστατη μετάβαση από ένοπλες δράσεις άκρας μυστικότητας σε τελετουργικές εκτελέσεις δημόσιου χαρακτήρα. Στις 4 Μαϊου 1944 ο χωροφύλακας Ιωάννης Κοκκινάκης, ένα από τα "λαγωνικά" της Ειδικής Ασφάλειας Πειραιά, δέχτηκε μία σφαίρα στον τράχηλο τη στιγμή που έπινε τον καφέ του στο καφενείο της γωνίας Αγίου Δημητρίου και Αγχίαλου, στην καθ' όλα επικίνδυνη για τους Εαμίτες συνοικία της Αγίας Σοφίας (Μανιάτικα). Χωρίς να μπορούμε να αποκλείουμε πάντα και τον παράγοντα της επιπολαιότητας από τα εκτελεστικά όργανα, η ΟΠΛΑ μοιάζει να επιζητά την κοινοποίηση της δράσης της μέσα από θεαματικές εισβολές στις "βάσεις" του εχθρού στο όνομα ενός αγώνα προπαγάνδας και εντυπώσεων.
[...]
Η πρώτη γεύση της εκδίκησης
Λίγες μέρες μετά τη σύλληψη των πενήντα τροχιοδρομικών, οι ανθρακωρύχοι της Καλογρέζας, καθοδηγούμενοι από την ισχυρή εαμική οργάνωση των εργοστασίων τους, κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας και συμπαράστασης. Την 1η Σεπτεμβρίου [1943] αστυνομικές δυνάμεις διέλυσαν την συγκέντρωση στην Καλογρέζα και συνέλαβαν πέντε άτομα. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας κάπου 1.200 οργισμένα άτομα από την Νέα Ιωνία και την Καλογρέζα συγκεντρώθηκαν στον σταθμό του ΗΣΑΠ Νέας Ιωνίας και κατευθύνθηκαν στο αστυνομικό τμήμα απαιτώντας με φωνές την απόλυση των συναδέλφων τους. Η μαχητική πορεία πέρασε από το δημαρχείο αλλά εμποδίστηκε να φτάσει στο αστυνομικό τμήμα από δύναμη Χωροφυλακής με επικεφαλής τον ταγματάρχη Δημήτριο Αλεξόπουλο. Όταν η διαδήλωση έφτασε στην συμβολή της λεωφόρου Ηρακλείου με την οδό Μικράς Ασίας και κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, ο Αλεξόπουλος έδωσε το σύνθημα του πυρός. Οι χωροφύλακες πυροβόλησαν κατευθείαν πάνω στους διαδηλωτές. Από τα πυρά τραυματίστηκαν έξι, από τους οποίους ένας, ο Παναγιώτης Κούτρας (25 ετών), εξέπνευσε δύο ημέρες αργότερα, ενώ σκοτώθηκαν επί τόπου οι Γεράσιμος Κεραμιδάς (32 ετών) και Παναγιώτης Γεωργίου (60 ετών), όλοι τους ανθρακωρύχοι από την Καλογρέζα.
Για πρώτη φορά στην Κατοχή, άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας πυροβολούσαν στο ψαχνό διαδηλωτές χωρίς την παρουσία κατακτητών. Για το ΚΚΕ η δολοφονία εργατών ήταν διπλά κολάσιμη πράξη, καθώς το εθνικοαπελευθερωτικό πρόταγμα ανμιγνυόταν με το ταξικό "αίσθημα." Έτσι ακριβώς ερμηνεύτηκε το γεγονός από την κομματική οργάνωση της Νέας Ιωνίας και όλη την 8η Αχτίδα Βορειοανατολικών Συνοικιών, η οποία θεώρησε τον ταγματάρχη Αλεξόπουλο ως φυσικό αυτουργό. Το απόγευμα της 27ης Σεπτεμβρίου, την ώρα που ο Αλεξόπουλος περπατούσε στη γέφυρα της Νέας Ιωνίας, βρέθηκε μπροστά σε μια ομάδα αγνώστων οι οποίοι ξαφνικά τράβηξαν τα περίστροφά τους και τον άφησαν στον τόπο. Στο πτώμα του βρέθηκε ένα χαρτάκι που έγραφε: "Ο ΕΛΑΣ έτσι τιμωρεί τους προδότες" (Μαρτυρία Λευτέρη Βουτσά, στο Λευτέρης Μαυροειδής, Οι δύο όψεις της ιστορίας, σελ. 209-10). Αν και παραμένει στη σφαίρα των υποθέσεων, η ημερομηνία του συμβάντος μπορεί να μην είναι τυχία με την επέτειο ίδρυσης του ΕΑΜ. Σχεδόν μια εβδομάδα αργότερα έπεφτε νεκρός ο υπαστυνόμος Διεύθυνσης Ασφάλειας του Υπουργείου Εσωτερικών Χρήστος Κουρεμένος, όταν το πρωί της 6ης Οκτωβρίου, βρισκόμενος στη γωνία Αδριανού και Νήσου στην Κυψέλη, δέχτηκε τρεις σφαίρες από κοντινή απόσταση. Στην προκειμένη περίπτωση --ίσως για να μην θιγεί το άτυπο modus vivendi του με την Αστυνομία-- το ΕΑΜ δεν ανέλαβε την ευθύνη, αντίθετα μίλησε για "προβοκάτσια" μέσα από προκηρύξεις που αποδείκνυαν πως ο φόνος έγινε από τη "Γκεστάπο και αρχηγούς του ΕΔΕΣ" επειδή ο Κουρεμένος ήταν μέλος της Αντίστασης (Ανακοίνωση της Γραμματείας της ΚΕ του ΕΑΜ, 7/10/1943).
Η εξόντωση αξιωματικών του ένοπλου κατοχικού μηχανισμού από το ΕΑΜ ήταν κάτι καινοφανές. Η είδηση πρως τέσσερις "οπαδοί του ΕΑΜ" δολοφόνησαν εναν ταγματάρχη της Χωροφυλακής στην Νέα Ιωνία έκανε την άλλη κιόλας μέρα το γύρο της πόλης μέσα από τον κατοχικό Τύπο, μαζί με ανακοινώσεις του Ταβουλάρη για απαγόρευση αδιακρίτως όλων των "πάρτυ" και των εράνων "άνευ ειδικής αδείας." Έξυπνα, η κυβέρνηση Ράλλη μετέβαλλε και τις δύο κηδείες σε "χαρακτηριστική εκδήλωση του αναληφθέντος υπό του κράτους 'αγώνος τάξεως'", ενώ "η δολοφονία απεφασίσθη όπως αποτελέσει την απαρχήν μιας αντεπιθέσεως κατά των κομμουνιστών μέχρι της τελικής εξουδετερώσεώς των." Το πιο ενδιαφέρον όμως στην περίπτωση Αλεξόπουλου ήταν ότι το ΚΚΕ δεν επιχείρησε να αποκρύψει την αλήθεια: "Η εκδίκηση του λαού τον ξάπλωσε νεκρό" (Ριζοσπάστης, 3/10/1943). Εμπνευσμένα συνθήματα του τύπου "οι προδότες θα ακολουθήσουν τον Αλεξόπουλο--ΕΛΑΣ) άρχισαν να πυκνώνουν στους τοίχους της πρωτεύουσας θεσπίζοντας τρόπον τινά την τακτική των ατομικών εκτελέσεων. Η συγκεκριμένη εκτέλεση, που θεωρείται η γενέθλιος πράξη της ΟΠΛΑ, ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα για έναν ανελέητο αγώνα εξόντωσης, ο οποίος επρόκειτο να διαρκέσει έναν ολόκληρο χρόνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου