Κόκκινος φάκελος
Στα 129 χρόνια από το θάνατό του
«Οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα, όμως, είναι να τον αλλάξουμε».
Καρλ Μαρξ: «Θέσεις για τον Φόιερμπαχ».
Στις
14 Μάρτη του 1883, ο Καρλ Μαρξ, ο άνθρωπος που, με το θεωρητικό και
πολιτικό του έργο, αλλά και την πρακτική του δράση, έγινε ο θεμελιωτής
της κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου, του Επιστημονικού Κομμουνισμού, του
Διαλεκτικού και Ιστορικού Υλισμού, άφησε την τελευταία του πνοή, στο
Λονδίνο. Ο Μαρξ ανέλυσε επιστημονικά τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής
και εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Ανακάλυψε τις εγγενείς αντιφάσεις
του και απέδειξε το αντικειμενικό πέρασμα της κοινωνίας «από το
βασίλειο της αναγκαιότητας, στο βασίλειο της ελευθερίας», στη Δικτατορία
του Προλεταριάτου, ως θεμελιακή προϋπόθεση για την οικοδόμηση του
Κομμουνισμού. Μετά το θάνατό του, η επιστημονική κοσμοθεωρία της
εργατικής τάξης πήρε το όνομά του: «Μαρξισμός».
«Ολη
η μεγαλοφυία του Μαρξ - έλεγε ο Λένιν - βρίσκεται στο ότι έδωσε
απαντήσεις στα ερωτήματα που είχε ήδη θέσει η πρωτοπόρα σκέψη της
ανθρωπότητας. Η διδασκαλία του γεννήθηκε σαν κατευθείαν κι άμεση
συνέχιση της διδασκαλίας των πιο μεγάλων εκπροσώπων της φιλοσοφίας, της
πολιτικής οικονομίας και του σοσιαλισμού» (Λένιν: «Για τον Καρλ Μαρξ και
τη θεωρία του»).
Δεν
μπορεί κανείς να δει τον Μαρξ έξω από την εποχή του και, φυσικά, την
εποχή μας. Την εποχή, δηλαδή, της εδραίωσης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου
παραγωγής, της βιομηχανικής επανάστασης, της προόδου στην ιστορική
εξέλιξη που έφερε η αστική τάξη, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις συνθήκες
περάσματος της ίδιας στην παρακμή και στην αντίδραση, αλλά και την
εργατική τάξη, το νεκροθάφτη της. Ο μαρξισμός ήταν ιστορική αναγκαιότητα
της εποχής του καπιταλισμού.
Ο
Μαρξ μελέτησε κριτικά τη φιλοσοφία από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες
του και στάθηκε ιδιαίτερα στη γερμανική κλασική φιλοσοφία (Χέγκελ -
Φόυερμπαχ). Από τον Φόυερμπαχ αξιοποίησε τον υλισμό και απέρριψε τον
ιδεαλισμό του. Στον Χέγκελ ανακάλυψε τη βασική εσωτερική του αντίθεση
ανάμεσα στο σύστημα (ιδεαλιστικό) και τη μέθοδο (διαλεκτική). Απέρριψε
τον ιδεαλισμό και πήρε τη διαλεκτική του μέθοδο. Ενωσε, όμως, οργανικά
τον υλισμό με τη διαλεκτική και έτσι δημιουργήθηκε ο Διαλεκτικός
Υλισμός, γεγονός που σήμανε και την ολοκληρωτική ήττα του ιδεαλισμού και
της μεταφυσικής.
Σε
σχέση με την ανακάλυψη του νόμου εξέλιξης της ανθρώπινης ιστορίας, ο
Μαρξ απέδειξε επιστημονικά το αναπόφευκτο του περάσματος από τον
καπιταλισμό στον κομμουνισμό, στην αταξική κοινωνία, με κινητήριο μοχλό
την ταξική πάλη, την οποία όπως είπε ο ίδιος δεν την ανακάλυψε αυτός,
αλλά άλλοι πριν απ' αυτόν. «Ολη η ως τώρα ιστορία
των κοινωνιών είναι ιστορία της ταξικής πάλης», γράφει μαζί με τον Ενγκελς («Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»).
των κοινωνιών είναι ιστορία της ταξικής πάλης», γράφει μαζί με τον Ενγκελς («Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος»).
Οταν
ο Φρίντριχ Ενγκελς έκλεινε το λόγο του πάνω στον τάφο του Καρλ Μαρξ,
στις 18 Μάρτη 1883, δηλαδή τέσσερις μέρες μετά το θάνατό του, έλεγε: «To
όνομά του και το έργο του θα ζήσουν στους αιώνες!».
«Οπως
ο Δαρβίνος ανακάλυψε το νόμο εξέλιξης της οργανικής φύσης - έλεγε ο
Ενγκελς - έτσι ο Μαρξ ανακάλυψε το νόμο της εξέλιξης της ανθρώπινης
ιστορίας: το σκεπασμένο ίσαμε τώρα με ιδεολογικά επιστρώματα απλό
γεγονός, ότι οι άνθρωποι, πριν απ' όλα πρέπει να τρώνε, να πίνουν, να
έχουν κατοικία και να ντύνονται, προτού αρχίσουν να ασχολούνται με την
πολιτική, την επιστήμη, την τέχνη, τη θρησκεία κ.λπ. Οτι, επομένως, η
παραγωγή των άμεσων υλικών μέσων συντήρησης και κατά συνέπεια η κάθε
φορά βαθμίδα της οικονομικής ανάπτυξης ενός λαού ή μιας χρονικής
περιόδου, αποτελεί τη βάση απ' όπου εξελίχθηκαν οι κρατικοί θεσμοί, οι
αντιλήψεις για το δίκαιο, την τέχνη, ακόμα και οι θρησκευτικές
παραστάσεις των ανθρώπων της εποχής, τη βάση απ' όπου επομένως πρέπει να
εξηγηθούν και όχι αντίθετα - όπως συνέβαινε ίσαμε τώρα.
Μα
αυτό δεν είναι όλο. Ο Μαρξ ανακάλυψε, επίσης, τον ειδικό νόμο κίνησης
του σημερινού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και της αστικής
κοινωνίας που προέρχεται απ' αυτόν. Με την ανακάλυψη της υπεραξίας
φωτίστηκαν με μιας όλα, ενώ όλες οι προηγούμενες έρευνες, τόσο των αστών
οικονομολόγων, όσο και των σοσιαλιστών κριτικών είχαν πλανηθεί στο
σκοτάδι».
Ο Μαρξ,
από την εποχή της Κομμούνας του Παρισιού, στα 1871, έγραφε για την
εργατική τάξη: «Κι όμως ήταν η πρώτη επανάσταση με την οποία η εργατική
τάξη αναγνωρίστηκε ανοιχτά, σαν η μόνη τάξη που ήταν ακόμη ικανή για
κοινωνική πρωτοβουλία. Αναγνωρίστηκε ακόμα και από τη μεγάλη μάζα της
μεσαίας τάξης του Παρισιού - από τους μαγαζάτορες, τους βιοτέχνες, τους
εμπόρους - εκτός μόνο από τους πλούσιους κεφαλαιοκράτες» («Εμφύλιος
πόλεμος στη Γαλλία», «Διαλεχτά έργα» τόμ. 1ος, σελ. 627).
Η
μελέτη της Πολιτικής Οικονομίας τον οδήγησε στη μελέτη και έρευνα του
κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, των οικονομικών του νόμων. Τα
αποτελέσματα αυτής της δραστηριότητας αποτυπώθηκαν στο αξεπέραστο
επιστημονικό του έργο «Το Κεφάλαιο». Σ' αυτό απέδειξε ότι η ανάπτυξη του
κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής οδηγεί αντικειμενικά και αναπόφευκτα
στον ανώτερο κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής, ενώ για την έρευνα και τη
μελέτη του ακολούθησε τη διαλεκτική μέθοδο, αποδεικνύοντας, ταυτόχρονα,
ότι οι νόμοι κίνησης της κοινωνίας είναι αντικειμενικοί, ανεξάρτητοι από
τη θέληση των ανθρώπων, αλλά δρουν μέσω της δράσης των ανθρώπων.
Το
έργο του Καρλ Μαρξ δεν αναλώθηκε μόνο στη διαμόρφωση της θεωρίας του
επιστημονικού κομμουνισμού. Ηταν ο ίδιος άνθρωπος της δράσης.
«Η
επιστήμη ήταν για τον Μαρξ μια ιστορικά κινητήρια επαναστατική δύναμη,
θα πει ο Ενγκελς. Οσο μεγάλη χαρά κι αν αισθανόταν για κάθε νέα
ανακάλυψη, σε οποιαδήποτε θεωρητική επιστήμη που δεν μπορούσε ίσως να
προβλεφτεί ακόμα καθόλου η πραχτική της εφαρμογή - αισθανόταν μια
εντελώς αλλιώτικη χαρά, όταν επρόκειτο για μια ανακάλυψη που επιδρούσε
αμέσως επαναστατικά στη βιομηχανία και γενικά στην ιστορική εξέλιξη.
Ετσι παρακολούθησε επισταμένα την πορεία των ανακαλύψεων στον τομέα του
ηλεκτρισμού... Γιατί ο Μαρξ ήταν προπάντων επαναστάτης. Ο πραγματικός
σκοπός της ζωής του ήταν να βοηθήσει με έναν οποιονδήποτε τρόπο στην
ανατροπή της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας και των κρατικών θεσμών που έχει
δημιουργήσει, να πάρει μέρος στην απελευθέρωση του σύγχρονου
προλεταριάτου, που αυτός του έδωσε για πρώτη φορά τη συνείδηση της θέσης
του και των αναγκών του, τη συνείδηση των όρων της χειραφέτησής του. Ο
αγώνας ήταν το στοιχείο του. Και αγωνίστηκε με πάθος, επιμονή, με
επιτυχία, όσο λίγοι». (Φρ. Ενγκελς, «Λόγος στον τάφο του Καρλ Μαρξ»,
Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», Εκδόσεις «Γνώσεις», τόμ. 2, σελ. 188 -
189).
Και ο ίδιος ο Μαρξ έλεγε για το έργο του πως «ό,τι καινούριο έκανα εγώ ήταν για να αποδείξω:
1. Οτι η ύπαρξη των τάξεων συνδέεται απλώς με ορισμένες φάσεις ανάπτυξης της παραγωγής,
2. ότι η ταξική πάλη οδηγεί αναγκαστικά στη δικτατορία του προλεταριάτου,
3.
ότι η ίδια αυτή η δικτατορία αποτελεί μονάχα το πέρασμα στην κατάργηση
όλων των τάξεων και σε μια αταξική κοινωνία». (Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς,
«Διαλεχτά Εργα», τ. 1, σελ. 530).
Για την εξέγερση των εργατών στο Παρίσι τον Ιούνη του 1848
Στις
23 Ιούνη 1848 οι εργάτες του Παρισιού ξεχύνονται στους δρόμους και
στήνουν οδοφράγματα. Ηταν η απάντησή τους στο όργιο της τρομοκρατίας που
εξαπέλυσε η αντεπανάσταση. Η εξέγερση αυτή είναι φανερά προλεταριακή.
Στα οδοφράγματα υψώθηκαν κόκκινες σημαίες με τα συνθήματα «Ψωμί ή
μολύβι», «Δικαίωμα εργασίας», «Ζήτω η κοινωνική δημοκρατία».
Στις
προκηρύξεις που τύπωναν οι ξεσηκωμένοι εργάτες, ζητούσαν να διαλυθεί η
συντακτική συνέλευση και να περάσουν τα μέλη της από δίκη, να πιαστούν
τα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής, να απομακρυνθεί ο στρατός από το
Παρίσι, να αναγνωριστεί στο λαό το δικαίωμα να καταρτίσει ο ίδιος το
σύνταγμα, να διατηρηθούν τα εθνικά συνεργεία και να κατοχυρωθεί το
δικαίωμα της εργασίας. «Αν αλυσοδέσουν το Παρίσι τότε θα υποδουλωθεί
ολόκληρη η Ευρώπη», έγραφε μια προκήρυξη, τονίζοντας τη διεθνή σημασία
που είχε η εξέγερση.
Τέσσερις
μέρες, από τις 23 έως τις 26 Ιούνη, γίνονται λυσσασμένες οδομαχίες. Από
το ένα μέρος πολεμούσαν 40-45 χιλιάδες εργάτες, και από το άλλο τα
κυβερνητικά στρατεύματα, η κινητή φρουρά και σώματα της εθνοφρουράς, που
η συνολική τους δύναμη έφτανε τις 250.000 άνδρες.
Αν
και οι εργάτες πολέμησαν ηρωικά, η προλεταριακή εξέγερση του Παρισιού
συντρίφτηκε. Η εξέγερση του Ιούνη του 1848 είχε πολύ μεγάλη ιστορική
σημασία. Ο Κ. Μαρξ την ονόμασε «πρώτη μεγάλη μάχη ανάμεσα στις δύο
τάξεις που χωρίζεται η σύγχρονη κοινωνία. Ηταν ένας αγώνας, για να
διατηρηθεί ή να συντριβεί το αστικό σύστημα».
Η
επαναστατική περίοδος της Γαλλίας 1848-49 ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη όσο
και τυπική, όχι μόνο γι' αυτήν τη χώρα, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Ο
Μαρξ, εκείνη την περίοδο, έχει λειψά στοιχεία στη διάθεσή του για τη
διαρκώς μεταβαλλόμενη οικονομική κατάσταση και κατά συνέπεια έχει μιαν
ιδιαίτερη δυσκολία να αναγάγει τα πολιτικά γεγονότα της περιόδου σε
αποτελέσματα αιτιών που είναι σε τελευταία ανάλυση οικονομικά. Γι' αυτό,
όπως λέει ο Φρ. Ενγκελς, «η υλιστική μέθοδος θα υποχρεωθεί εδώ να
περιορίζεται πολύ συχνά στα να ανάγει τις πολιτικές συγκρούσεις στους
αγώνες συμφερόντων ανάμεσα στις υπάρχουσες κοινωνικές τάξεις ή ταξικές
ομάδες που τις δημιούργησε η οικονομική εξέλιξη, και να δείχνει ότι τα
διάφορα πολιτικά κόμματα είναι η λίγο ή πολύ αντίστοιχη πολιτική έκφραση
των ίδιων αυτών τάξεων και ταξικών ομάδων». Η εξέλιξη των γεγονότων
και η διασταύρωσή τους από τον ίδιο τον συγγραφέα δικαίωσε τα αρχικά
συμπεράσματα του Κ. Μαρξ. Το γεγονός, δηλαδή, όπως γράφει ο Φρ.
Ενγκελς, «ότι η παγκόσμια εμπορική κρίση του 1847 ήταν η καθαυτό
μητέρα των επαναστάσεων του Φλεβάρη και του Μάρτη, και ότι η βιομηχανική
ευημερία που ξαναγύριζε βαθμιαία από τα μέσα του 1848 και έφτασε στην
πλήρη άνθησή της το 1849 και το 1850, ήταν η ζωογόνα δύναμη της
ευρωπαϊκής αντίδρασης, που ξαναδυνάμωσε». Αυτό το τελευταίο
συμπέρασμα εδραιώθηκε με το πραξικόπημα του Λουδοβίκου Βοναπάρτη στις 2
του Δεκέμβρη 1851 και ο Μαρξ ασχολήθηκε πάλι με την ιστορία της Γαλλίας.
Ο Κ. Μαρξ έγραψε για τη συγκεκριμένη περίοδο σε δύο έργα του. Το ένα «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850», και το άλλο «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη». Σήμερα, από το ένθετο «Ιστορία» του «Ριζοσπάστη» παρουσιάζουμε το πρώτο κεφάλαιο από το έργο του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 έως το 1850», με τίτλο «Η ΗΤΤΑ ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ TOY 1848», ελπίζοντας ότι συμβάλλουμε να μελετηθεί ολόκληρο το έργο. Αναδημοσιεύεται από την έκδοση του βιβλίου από τη «Σύγχρονη Εποχή».
Η ΗΤΤΑ ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ TOY 1848
Υστερα από την επανάσταση του Ιούλη, όταν ο φιλελεύθερος τραπεζίτης Λαφίτ οδηγούσε στο δημαρχείο θριαμβευτικά τον Comptere1 του, το δούκα της Ορλεάνης2 άφησε
να του ξεφύγουν οι λέξεις: «Από δω και μπρος θα κυριαρχούν οι
τραπεζίτες». Ο Λαφίτ είχε προδώσει το μυστικό της επανάστασης.
Στην
εποχή του Λουδοβίκου Φιλίππου δεν κυριαρχούσε η γαλλική αστική τάξη,
αλλά μόνο μια ομάδα της, τραπεζίτες, βασιλιάδες του χρηματιστηρίου,
βασιλιάδες των σιδηροδρόμων, ιδιοκτήτες ορυχείων, κάρβουνου και σίδερου,
ιδιοκτήτες δασών, ένα μέρος των τσιφλικάδων που συνενώθηκαν μ' αυτούς -
η λεγόμενη αριστοκρατία του χρήματος. Αυτή κάθισε στο θρόνο, αυτή
υπαγόρευε τους νόμους στα κοινοβούλια, αυτή μοίραζε τις δημόσιες θέσεις,
από το υπουργείο ως τα γραφεία των καπνών.
Η
καθαυτό βιομηχανική αστική τάξη αποτελούσε ένα μέρος της επίσημης
αντιπολίτευσης, δηλαδή δεν αντιπροσωπευόταν στα κοινοβούλια παρά σα
μειοψηφία. Η αντιπολίτευσή της πρόβαλλε τόσο πιο αποφασιστικά, όσο πιο
ξεκάθαρα αναπτυσσόταν η αποκλειστική κυριαρχία της αριστοκρατίας του
χρήματος κι όσο περισσότερο αυτή η ίδια θεωρούσε εξασφαλισμένη την
κυριαρχία της πάνω στην εργατική τάξη ύστερα από τις πνιγμένες στο αίμα
εξεγέρσεις του 1832,1834 και 1839. Ο Γκραντέν, εργοστασιάρχης από τη
Ρουέν, το πιο φανατικό όργανο της αστικής αντίδρασης τόσο μέσα στην
συντακτική όσο και στη νομοθετική εθνοσυνέλευση, ήταν μέσα στη Βουλή, ο
δριμύτερος αντίπαλος του Γκιζό. Ο Λεόν Φοσέ, γνωστός αργότερα για τις
ανήμπορες προσπάθειές του να αναδειχθεί σε Γκιζό της γαλλικής
αντεπανάστασης, έκανε στο τελευταίο διάστημα της βασιλείας του
Λουδοβίκου Φιλίππου δημοσιογραφικό αγώνα υπέρ της βιομηχανίας, ενάντια
στην κερδοσκοπία και στο τσιράκι της, την κυβέρνηση. Ο Μπαστιά
προπαγάνδιζε στο όνομα του Μπορντό κι όλης της οινοπαραγωγικής Γαλλίας
ενάντια στο σύστημα που κυριαρχούσε.
Η
μικροαστική τάξη σ' όλες τις διαβαθμίσεις της, όπως και η αγροτική τάξη
είχαν αποκλειστεί ολότελα από την πολιτική εξουσία. Τέλος, μέσα στην
επίσημη αντιπολίτευση ή ολότελα έξω από το pays legal3 βρίσκονταν
οι ιδεολογικοί εκπρόσωποι και τα φερέφωνα των πιο πάνω τάξεων, οι σοφοί
τους, οι δικηγόροι τους, οι γιατροί τους κλπ., με μια λέξη: οι
λεγόμενες «αξίες» τους.
Δημοσιονομικές
δυσχέρειες έκαναν τη μοναρχία του Ιούλη να είναι από την αρχή
εξαρτημένη από τη μεγαλοαστική τάξη και η εξάρτησή της από τη
μεγαλοαστική τάξη έγινε μια αστείρευτη πηγή για το μεγάλωμα των
δημοσιονομικών δυσχερειών. Ηταν αδύνατο να υποταχθεί η διοίκηση του
κράτους στο συμφέρον της εθνικής παραγωγής χωρίς ν' αποκατασταθεί το
ισοζύγιο στον προϋπολογισμό, το ισοζύγιο ανάμεσα στις κρατικές δαπάνες
και τα κρατικά έσοδα. Και πώς να αποκατασταθεί αυτό το ισοζύγιο δίχως
την περιστολή των κρατικών δαπανών, δηλαδή δίχως να θιχτούν συμφέροντα
που αποτελούσαν ισάριθμα στηρίγματα του συστήματος που κυριαρχούσε και
χωρίς να ξαναρυθμιστεί η κατανομή των φόρων, δηλαδή χωρίς να ριχτεί ένα
σημαντικό μέρος του φορολογικού βάρους στους ώμους της ίδιας της
μεγαλοαστικής τάξης;
Αντίθετα,
η ομάδα της αστικής τάξης που κυβερνούσε και νομοθετούσε με τα
κοινοβούλια, είχε άμεσο συμφέρον στην καταχρέωση του κράτους. Το κρατικό
έλλειμμα, αυτό ήταν ίσα-ίσα το καθαυτό αντικείμενο της κερδοσκοπίας της
και η κύρια πηγή του πλουτισμού της. Κάθε χρόνο κι από ένα νέο
έλλειμμα. Υστερα από κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια κι από ένα νέο δάνειο.
Και κάθε νέο δάνειο πρόσφερε στη χρηματική αριστοκρατία μια καινούρια
ευκαιρία να κατακλέβει το κράτος, που κρατιόταν τεχνικά στο χείλος της
χρεοκοπίας - και που ήταν υποχρεωμένο να διαπραγματεύεται με τους
τραπεζίτες κάτω από τους πιο δυσμενείς όρους. Κάθε νέο δάνειο της
πρόσφερε μιαν ακόμη ευκαιρία να καταληστεύει με χρηματιστηριακές
επιχειρήσεις το κοινό που τοποθετούσε τα κεφάλαιά του σε κρατικά ομόλογα
και που στα μυστικά τους ήταν μπασμένες η κυβέρνηση και η πλειοψηφία
της Βουλής. Γενικά, η αστάθεια στην κατάσταση της κρατικής πίστης και η
γνώση των κρατικών μυστικών, έδινε στους τραπεζίτες και στους
συνεταίρους τους στα κοινοβούλια και στο θρόνο τη δυνατότητα να
προκαλούν εξαιρετικές, απότομες διακυμάνσεις στην τρέχουσα τιμή των
κρατικών τίτλων, που δεν μπορούσαν να 'χουν κάθε φορά άλλο αποτέλεσμα
παρά την καταστροφή μιας μάζας μικρότερων κεφαλαιούχων και το μυθικά
γρήγορο πλουτισμό των μεγάλων παιχτών. Και μια που το κρατικό έλλειμμα
ήταν το άμεσο συμφέρον της άρχουσας μερίδας της αστικής τάξης, εξηγείται
γιατί οι έκτακτες κρατικές δαπάνες στα τελευταία χρόνια της βασιλείας
του Λουδοβίκου Φιλίππου ξεπέρασαν πολύ περισσότερο από το διπλάσιο τις
έκτακτες κρατικές δαπάνες του Ναπολέοντα, κι έφτασαν μάλιστα περίπου τα
400 εκατομμύρια φράγκα το χρόνο, ενώ οι ετήσιες εξαγωγές της Γαλλίας
σπάνια ανέβαιναν στο ύψος των 750 εκατομμυρίων φράγκων κατά μέσο όρο. Τα
τεράστια ποσά που κυλούσαν έτσι μέσα από τα χέρια του κράτους, έδιναν
επιπλέον ευκαιρίες για δόλια συμβόλαια προμηθειών, για δωροδοκίες,
καταχρήσεις και για κάθε λογής μπαγαποντιές. Η εξαπάτηση του κράτους,
όπως γινόταν χοντρικά με τα δάνεια, επαναλαμβανόταν και λιανικά στα
δημόσια έργα. Οι σχέσεις ανάμεσα στη Βουλή και στην κυβέρνηση
πολλαπλασιάζονταν σα σχέσεις ανάμεσα σε ξεχωριστές διαχειρίσεις και σε
ξεχωριστούς εργολάβους.
Η
άρχουσα τάξη εκμεταλλευόταν την κατασκευή των σιδηροδρομικών γραμμών με
τον ίδιο τρόπο που εκμεταλλευόταν τις κρατικές δαπάνες γενικά και τα
κρατικά δάνεια. Τα κοινοβούλια φορτώνανε στο κράτος τα κύρια βάρη και
εξασφάλιζαν στην κερδοσκοπική αριστοκρατία του χρήματος τους χρυσούς
καρπούς. Ολοι θυμούνται τα σκάνδαλα στη Βουλή, όταν τυχαία ήρθε στο φως
ότι στις ίδιες τις επιχειρήσεις των σιδηροδρομικών γραμμών ήταν μέτοχοι
όλα τα μέλη της πλειοψηφίας, μαζί κι ένα μέρος από τους υπουργούς, που
φρόντισαν ύστερα σα νομοθέτες, να εκτελεστούν οι γραμμές αυτές με έξοδα
του κράτους.
Αντίθετα
και η πιο παραμικρή δημοσιονομική μεταρρύθμιση ναυαγούσε μπροστά στην
επιρροή των τραπεζιτών. Ετσι έγινε, λ.χ., με την ταχυδρομική
μεταρρύθμιση. Ο Ρότσιλντ διαμαρτυρήθηκε. Είχε το κράτος το δικαίωμα να
περιορίζει πηγές εισοδήματος από τις οποίες έπρεπε να πληρώνει τους
τόκους του ολοένα αυξανόμενου χρέους του;
Η
μοναρχία του Ιούλη δεν ήταν τίποτε άλλο από μια μετοχική εταιρεία για
την εκμετάλλευση του γαλλικού εθνικού πλούτου, που τα μερίσματά της
μοιράζονταν ανάμεσα στους υπουργούς, τα κοινοβούλια, τους 240.000
εκλογείς και τα τσιράκια τους. Ο Λουδοβίκος Φίλιππος ήταν ο διευθυντής
αυτής της εταιρείας: Ο Ροβέρτος Μακέρ4 στο θρόνο. Το
εμπόριο, η βιομηχανία, η γεωργία, η ναυτιλία, τα συμφέροντα της
βιομηχανικής αστικής τάξης, δεν μπορούσαν παρά να μπαίνουν σε κίνδυνο
και να ζημιώνουν διαρκώς κάτω απ' αυτό το σύστημα. Γι' αυτό, η
βιομηχανική αστική τάξη στις μέρες του Ιούλη είχε γράψει στη σημαία της:
Φτηνή κυβέρνηση, gouvernement a bon marche.
Ενώ
η αριστοκρατία του χρήματος έκανε τους νόμους, διεύθυνε το κράτος, είχε
στη διάθεσή της όλες τις οργανωμένες δημόσιες εξουσίες, και με βάση
αυτά τα ίδια τα γεγονότα και με τον Τύπο εξουσίαζε την κοινή γνώμη και
ενώ σ' όλες τις σφαίρες, από την αυλή ως το Cafe Borgne5 συνεχιζόταν
η ίδια πορνεία, η ίδια ξετσίπωτη απάτη, η ίδια μανία πλουτισμού, όχι με
την παραγωγή, αλλά με το επιτήδειο τσέπωμα του έτοιμου πλούτου των
άλλων, ξέσπασαν, ιδιαίτερα στις κορυφές της αστικής κοινωνίας, και
επικράτησαν αχαλίνωτα νοσηρές και έκλυτες ορέξεις που κάθε στιγμή
έρχονταν σε σύγκρουση με τους ίδιους τους αστικούς νόμους - ορέξεις όπου
ο πλούτος που προερχόταν απ' το παιχνίδι γύρευε φυσικά την ικανοποίησή
του εκεί που η απόλαυση γίνεται ακολασία, εκεί που γίνονται ένα το
χρήμα, η βρωμιά και το αίμα. Η χρηματική αριστοκρατία, με τον τρόπο
πλουτισμού της, όπως και με τις απολαύσεις της, δεν είναι τίποτε άλλο
παρά η αναγέννηση του κουρελοπρολεταριάτου στα ανώτατα στρώματα της
αστικής κοινωνίας.
Και
οι ομάδες της γαλλικής αστικής τάξης που δε βρίσκονταν στην εξουσία,
φώναζαν: «Διαφθορά!» Κι όταν το 1847, στις πιο υψηλές βαθμίδες της
αστικής κοινωνίας παρουσιάζανε δημόσια τις ίδιες εκείνες σκηνές που
οδηγούν κανονικά το κουρελοπρολεταριάτο στα πορνεία, στα φτωχοκομεία και
στα τρελοκομεία, μπρος στο δικαστή, στα κάτεργα και στην κρεμάλα, ο
λαός φώναζε: «Κάτω οι μεγάλοι κλέφτες, κάτω οι δολοφόνοι!». Η
βιομηχανική αστική τάξη έβλεπε τα συμφέροντά της να κινδυνεύουν, η
μικροαστική τάξη ήταν γεμάτη από ηθική αγανάχτηση, η λαϊκή φαντασία ήταν
ξαναμμένη, το Παρίσι ήταν πλημμυρισμένο με λιβέλους - «η δυναστεία των
Ρότσιλντ», «οι τοκογλύφοι είναι βασιλιάδες της εποχής» κλπ. - με τους
οποίους με περισσότερο ή λιγότερο πνεύμα καταγγέλλανε και στιγματίζανε
την κυριαρχία της αριστοκρατίας του χρήματος.
Ούτε
πεντάρα για τη δόξα! Η δόξα δε φέρνει κανένα κέρδος. Ειρήνη παντού και
πάντα! Ο πόλεμος κάνει να πέφτουν οι τρέχουσες τιμές των χρεογράφων των 3
και των 4%! Να τι είχε γράψει στη σημαία της η Γαλλία των τοκογλύφων
του χρηματιστηρίου. Γι' αυτό η εξωτερική της πολιτική χαντακώθηκε μέσα
σε μια σειρά από ταπεινώσεις του γαλλικού εθνικού αισθήματος, που
αντέδρασε με τη μεγαλύτερη ζωηρότητα όταν η αρπαγή της Πολωνίας
ολοκληρώθηκε με την προσάρτηση της Κρακοβίας από την Αυστρία και όταν ο
Γκιζό προσχώρησε ενεργά στο πλευρό της Ιερής Συμμαχίας, στον ελβετικό
πόλεμο του Ζόντερμπουντ6. Η νίκη των Ελβετών
φιλελεύθερων σ' αυτό τον ψευτοπόλεμο ανέβασε την αυτοπεποίθηση της
αστικής αντιπολίτευσης στη Γαλλία, η αιματηρή εξέγερση του λαού στο
Παλέρμο ενήργησε σαν ηλεκτρική εκκένωση πάνω στην παράλυτη λαϊκή μάζα
και ξύπνησε τις μεγάλες επαναστατικές αναμνήσεις και τα επαναστατικά
πάθη της7.
Το ξέσπασμα της γενικής δυσφορίας επιταχύνθηκε τελικά και η δυσθυμία ωρίμασε σε στάση χάρη σε δυο παγκόσμια οικονομικά γεγονότα.
Η
αρρώστια της πατάτας και οι κακές σοδειές του 1845 και του 1846
μεγάλωσαν το γενικό αναβρασμό στο λαό. Η ακρίβεια του 1847 προκάλεσε στη
Γαλλία, όπως και στη λοιπή ηπειρωτική Ευρώπη, αιματηρές συγκρούσεις.
Μπρος στα αναίσχυντα όργια της αριστοκρατίας του χρήματος, είχαμε την
πάλη του λαού για τα πιο στοιχειώδη τρόφιμα! Στο Μπιζανσέ εκτελούσαν
τους εξεγερμένους από την πείνα, ενώ στο Παρίσι η βασιλική οικογένεια
αποσπούσε από τα δικαστήρια παραχορτάτους λωποδύτες.
Το
δεύτερο μεγάλο οικονομικό γεγονός που επέσπευσε το ξέσπασμα της
επανάστασης ήταν μια γενική εμπορική και βιομηχανική κρίση στην Αγγλία. Η
κρίση αυτή, που την προμηνούσε ακόμα απ' το φθινόπωρο του 1845 η μαζική
χρεοκοπία των κερδοσκόπων πάνω στις μετοχές των σιδηροδρόμων και
αναχαιτίστηκε το 1846 από μια σειρά τυχαία περιστατικά, όπως από την
επικείμενη κατάργηση των δασμών του σταριού, ξέσπασε τέλος το φθινόπωρο
του 1847 με τις χρεοκοπίες των μεγαλεμπόρων αποικιακών προϊόντων του
Λονδίνου, που τις ακολούθησαν κατά πόδας οι πτωχεύσεις των γεωργικών
τραπεζών και το κλείσιμο των εργοστασίων στις εγγλέζικες βιομηχανικές
περιοχές. Ο αντίχτυπος της κρίσης αυτής δεν είχε ακόμα εξαντληθεί στην
ηπειρωτική Ευρώπη, όταν ξέσπασε η επανάσταση του Φλεβάρη.
Το
ρήμαγμα του εμπορίου και της βιομηχανίας από την οικονομική επιδημία
έκανε ακόμα πιο αφόρητη την αποκλειστική κυριαρχία της αριστοκρατίας του
χρήματος. Η αντιπολιτευτική αστική τάξη ξεσήκωσε σ' όλη τη Γαλλία την
εκστρατεία των συμποσίων για την εκλογική μεταρρύθμιση που θα της
επέτρεπε να καταχτήσει την πλειοψηφία στα κοινοβούλια και να ανατρέψει
την κυβέρνηση του χρηματιστηρίου. Στο Παρίσι, η βιομηχανική κρίση είχε
ακόμα σαν ειδική συνέπεια, να ρίξει στο εσωτερικό εμπόριο ένα πλήθος
εργοστασιάρχες και μεγαλεμπόρους που, κάτω από τις συνθήκες της στιγμής
εκείνης, δεν μπορούσαν πια να κάνουν καμιά επιχείρηση στην αγορά του
εξωτερικού. Ιδρύσανε μεγάλα καταστήματα που ο συναγωνισμός τους ρήμαξε
κατά μάζες τους μπακάληδες και τους μαγαζάτορες. Ετσι εξηγούνται οι
αναρίθμητες πτωχεύσεις στη μερίδα αυτή της παρισινής αστικής τάξης, έτσι
εξηγείται κι η επαναστατική εμφάνισή της το Φλεβάρη. Είναι γνωστό ότι ο
Γκιζό και τα κοινοβούλια απάντησαν σ' αυτές τις προτάσεις για
μεταρρύθμιση με μια ξεκάθαρη πρόκληση8, ότι ο Λουδοβίκος Φίλιππος πολύ αργά αποφάσισε να σχηματίσει την κυβέρνηση Μπαρό9,
ότι φτάσανε τα πράματα ως τις συμπλοκές ανάμεσα στο λαό και στο στρατό,
ότι ο στρατός αφοπλίστηκε χάρη στην παθητική στάση της εθνοφρουράς, ότι
η μοναρχία του Ιούλη αναγκάστηκε να παραχωρήσει τη θέση της σε μια
προσωρινή κυβέρνηση.
Η
προσωρινή κυβέρνηση που πρόβαλε από τα οδοφράγματα του Φλεβάρη
καθρέφτιζε αναγκαστικά στη σύνθεσή της τα διάφορα κόμματα που
μοιράστηκαν τη νίκη. Δεν μπορούσε να είναι τίποτε άλλο παρά ένας
συμβιβασμός ανάμεσα στις διάφορες τάξεις που μαζί είχαν ανατρέψει το
θρόνο του Ιούλη, που τα συμφέροντά τους όμως συγκρούονταν. Τη μεγάλη
πλειοψηφία της την αποτελούσαν αντιπρόσωποι της αστικής τάξης. Η
δημοκρατική μικροαστική τάξη αντιπροσωπευόταν από τον Λεντρί-Ρολέν και
τον Φλοκόν, η δημοκρατική αστική τάξη από τους ανθρώπους της Νασιονάλ10,
η δυναστική αντιπολίτευση από τους Κρεμιέ, Ντιπόν ντε λ' Ερ κλπ. Η
εργατική τάξη είχε δυο μόνο αντιπροσώπους, τον Λουί Μπλαν και τον
Αλμπέρ. Τέλος, η συμμετοχή του Λαμαρτίνου στην προσωρινή κυβέρνηση δεν
υποστήριζε άμεσα κανένα πραγματικό συμφέρον, καμιά ορισμένη τάξη: ήταν η
ίδια η επανάσταση του Φλεβάρη, η κοινή εξέγερση με τις αυταπάτες της,
την ποίησή της, το χιμαιρικό περιεχόμενό της και τις φράσεις της. Κατά
τ' άλλα, ο εκπρόσωπος της επανάστασης του Φλεβάρη, σύμφωνα με τη θέση
του και τις απόψεις του, ανήκε στην αστική τάξη.
Αν
το Παρίσι χάρη στον πολιτικό συγκεντρωτισμό εξουσιάζει τη Γαλλία, οι
εργάτες, σε στιγμές επαναστατικών κλονισμών, εξουσιάζουν το Παρίσι. Η
πρώτη πράξη της προσωρινής κυβέρνησης ήταν η προσπάθειά της ν' απαλλαγεί
απ' αυτή τη συντριπτική επιρροή με μια έκκληση από το μεθυσμένο Παρίσι
προς τη νηφάλια Γαλλία. Ο Λαμαρτίνος αμφισβήτησε στους μαχητές των
οδοφραγμάτων το δικαίωμα ν' ανακηρύξουν τη δημοκρατία. Αρμόδια γι' αυτό,
έλεγε, είναι μονάχα η πλειοψηφία των Γάλλων. Επρεπε να περιμένουν την
ψήφο της. Το παρισινό προλεταριάτο δεν έπρεπε να λερώσει τη νίκη του με
ένα σφετερισμό. Η αστική τάξη επιτρέπει στο προλεταριάτο μονάχα ένα
σφετερισμό - το σφετερισμό του αγώνα.
Το
μεσημέρι της 25ης του Φλεβάρη η δημοκρατία δεν είχε ακόμα ανακηρυχθεί,
ενώ αντίθετα είχαν κιόλας μοιραστεί όλα τα υπουργεία ανάμεσα στα αστικά
στοιχεία της προσωρινής κυβέρνησης κι ανάμεσα στους στρατηγούς, τους
τραπεζίτες και τους δικηγόρους της Νασιονάλ. Οι εργάτες όμως τη φορά
αυτή ήταν αποφασισμένοι να μην ανεχθούν καμιάν απάτη σαν εκείνη του
Ιούλη του 1830. Ηταν έτοιμοι να ξαναρχίσουν τον αγώνα και να επιβάλουν
τη δημοκρατία με τη βία των όπλων. Μ' αυτό το μήνυμα, ο Ρασπάιγ πήγε στο
δημαρχείο. Στο όνομα του παρισινού προλεταριάτου πρόσταξε την προσωρινή
κυβέρνηση να ανακηρύξει τη δημοκρατία. Αν δεν εκτελούσαν μέσα σε δυο
ώρες την προσταγή αυτή του λαού, θα επέστρεφε επικεφαλής 200.000 ανδρών.
Τα πτώματα αυτών που είχαν πέσει δεν είχαν καλά-καλά κρυώσει, τα
οδοφράγματα δεν είχαν παραμεριστεί, οι εργάτες δεν είχαν αφοπλιστεί, και
η μοναδική δύναμη που μπορούσε να τους αντιμετωπίσει ήταν η εθνοφρουρά.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες εξαφανίστηκαν ξαφνικά οι σοφοί πολιτικοί
δισταγμοί και οι νομικοί ενδοιασμοί της προσωρινής κυβέρνησης. Η δίωρη
προθεσμία δεν είχε ακόμα λήξει και στους τοίχους του Παρισιού άστραφταν
κιόλας οι γιγάντιες ιστορικές λέξεις:
Γαλλική Δημοκρατία! Ελευθερία! Ισότητα! Αδερφοσύνη!
Με
την ανακήρυξη της δημοκρατίας, πάνω στη βάση του γενικού εκλογικού
δικαιώματος, είχε σβήσει ακόμα κι η ανάμνηση των περιορισμένων σκοπών
και κινήτρων που είχαν σπρώξει την αστική τάξη στην επανάσταση του
Φλεβάρη. Αντί μερικές ομάδες της αστικής τάξης, όλες οι τάξεις της
γαλλικής κοινωνίας τινάχτηκαν ξαφνικά στην τροχιά της πολιτικής
εξουσίας, εξαναγκασμένες να αφήσουν τα θεωρεία, την πλατεία, το υπερώο
και να παίξουν οι ίδιες προσωπικά στην επαναστατική σκηνή! Μαζί με τη
συνταγματική βασιλεία εξαφανίστηκε επίσης και η φενάκη μιας αυτοδύναμης
απέναντι στην αστική κοινωνία κρατικής εξουσίας καθώς κι ολόκληρη σειρά
από δευτερεύοντες αγώνες που προκαλεί αυτή η ψευτοεξουσία!
Το
προλεταριάτο, επιβάλλοντας τη δημοκρατία στην προσωρινή κυβέρνηση και
μέσω της προσωρινής κυβέρνησης σ' ολόκληρη τη Γαλλία, εμφανίστηκε μεμιάς
στο προσκήνιο σαν ανεξάρτητο κόμμα, ταυτόχρονα όμως προκαλούσε σε αγώνα
ενάντιά του ολόκληρη την αστική Γαλλία. Εκείνο που το προλεταριάτο
κατάχτησε ήταν το έδαφος του αγώνα για την επαναστατική του χειραφέτηση,
σε καμιά περίπτωση όμως αυτή την ίδια τη χειραφέτηση.
Αντίθετα,
η δημοκρατία του Φλεβάρη έπρεπε πριν απ' όλα να ολοκληρώσει την
κυριαρχία της αστικής τάξης μπάζοντας, πλάι στην αριστοκρατία του
χρήματος, όλες τις ιδιοκτήτριες τάξεις στη σφαίρα της πολιτικής
εξουσίας. Η πλειοψηφία των μεγάλων γαιοκτημόνων, οι νομιμόφρονες,
λυτρώθηκαν από την πολιτική μηδαμινότητα όπου τους είχε καταδικάσει η
μοναρχία του Ιούλη. Η Γκαζέτ ντε Φρανς11 δεν
προπαγάνδιζε άσκοπα μαζί με τις εφημερίδες της αντιπολίτευσης. Ο
Λα-Ρος-Ζακελέν δεν πήγε άσκοπα με το μέρος της επανάστασης στη
συνεδρίαση της Βουλής της 24 του Φλεβάρη. Με το γενικό εκλογικό
δικαίωμα, οι ονομαστικοί ιδιοκτήτες που αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία
των Γάλλων, οι αγρότες, έγιναν διαιτητές της τύχης της Γαλλίας. Η
δημοκρατία του Φλεβάρη έκανε, τέλος, να προβάλει καθαρά η αστική
κυριαρχία, παραμερίζοντας το στέμμα που πίσω του έμενε κρυμμένο το
κεφάλαιο.
Οπως οι
εργάτες στις μέρες του Ιούλη είχαν καταχτήσει με την πάλη τους την
αστική μοναρχία, έτσι κατάχτησαν τις μέρες του Φλεβάρη την αστική
δημοκρατία. Οπως η μοναρχία του Ιούλη υποχρεώθηκε ν' ανακηρύξει τον
εαυτό της μοναρχία περιστοιχισμένη από δημοκρατικούς θεσμούς, έτσι και η
δημοκρατία του Φλεβάρη υποχρεώθηκε ν' ανακηρύξει τον εαυτό της
δημοκρατία που περιστοιχίζεται από κοινωνικούς θεσμούς. Το παρισινό
προλεταριάτο απέσπασε κι αυτήν επίσης την παραχώρηση.
Ενας
εργάτης, ο Μαρς, υπαγόρευσε το διάταγμα με το οποίο η προσωρινή
κυβέρνηση, που μόλις είχε σχηματιστεί, έπαιρνε την υποχρέωση να
εξασφαλίζει τη ζωή των εργατών δίνοντάς τους δουλειά, να δώσει δουλειά
σ' όλους τους πολίτες κλπ. Κι όταν λίγες μέρες αργότερα ξέχασε τις
υποσχέσεις της και φάνηκε σα να 'χει χάσει από τα μάτια της το
προλεταριάτο, μια μάζα από 20.000 εργάτες βάδισε προς το δημαρχείο με
την κραυγή: «Οργάνωση της εργασίας! Συγκρότηση ειδικού υπουργείου
εργασίας!». Παρά τη θέλησή της, κι ύστερα από μεγάλη συζήτηση, η
προσωρινή κυβέρνηση όρισε μια μόνιμη ειδική επιτροπή επιφορτισμένη να
βρει τα μέσα για την καλυτέρευση της κατάστασης των εργαζόμενων τάξεων. Η
επιτροπή αυτή συγκροτήθηκε από αντιπροσώπους των βιοτεχνικών σωματείων
του Παρισιού με προέδρους τους Λουί Μπλαν και Αλμπέρ. Σαν αίθουσα των
συνεδριάσεών της ορίστηκε το μέγαρο του Λουξεμβούργου. Ετσι, οι
αντιπρόσωποι της εργατικής τάξης διώχτηκαν από την έδρα της προσωρινής
κυβέρνησης. Η αστική μερίδα της κυβέρνησης κράτησε αποκλειστικά στα
χέρια της την πραγματική κρατική εξουσία και τα ηνία της διοίκησης. Και
πλάι στα υπουργεία των οικονομικών, του εμπορίου, των δημόσιων έργων,
πλάι στην τράπεζα και στο χρηματιστήριο, ορθώθηκε μια σοσιαλιστική
συναγωγή που οι πρωθιερείς της, ο Λουί Μπλαν και ο Αλμπέρ, είχαν για
καθήκον να ανακαλύψουν τη γη της επαγγελίας, να κηρύξουν το νέο
ευαγγέλιο και να δώσουν δουλειά στο παρισινό προλεταριάτο. Σε αντίθεση
με κάθε βέβηλη κρατική εξουσία, αυτοί δεν είχαν στη διάθεσή τους κανέναν
προϋπολογισμό, καμιά εκτελεστική εξουσία. Επρεπε να γκρεμίσουν τα
στηρίγματα της αστικής κοινωνίας κουτουλώντας πάνω τους. Και ενώ το
Λουξεμβούργο αναζητούσε τη φιλοσοφική λίθο, στο δημαρχείο κόβανε το
νόμισμα που θα κυκλοφορούσε.
Κι
όμως, εφόσον οι αξιώσεις του παρισινού προλεταριάτου ξεπερνούσαν την
αστική δημοκρατία, δεν μπορούσαν να αποχτήσουν άλλη υπόσταση εκτός από
το νεφέλωμα της επιτροπής του Λουξεμβούργου.
Οι
εργάτες είχαν κάνει μαζί με την αστική τάξη την επανάσταση του Φλεβάρη
και πλάι στην αστική τάξη γύρευαν να επιβάλουν τα συμφέροντά τους, το
ίδιο όπως είχαν τοποθετήσει έναν εργάτη μέσα στην ίδια την προσωρινή
κυβέρνηση πλάι στην αστική πλειοψηφία. Οργάνωση της εργασίας! Μα η
μισθωτή εργασία δεν είναι παρά η σημερινή αστική οργάνωση της εργασίας.
Χωρίς αυτή δεν υπάρχει ούτε κεφάλαιο, ούτε αστική τάξη, ούτε αστική
κοινωνία. Ειδικό υπουργείο εργασίας! Μα τα υπουργεία των οικονομικών,
του εμπορίου, των δημόσιων έργων - μήπως αυτά δεν είναι τα αστικά
υπουργεία εργασίας; Και πλάι τους, ένα προλεταριακό υπουργείο εργασίας
θα 'πρεπε να είναι ένα υπουργείο της αδυναμίας, ένα υπουργείο των
ευσεβών πόθων, μια επιτροπή του Λουξεμβούργου. Οπως οι εργάτες πίστευαν
ότι μπορούσαν να χειραφετηθούν πλάι-πλάι με την αστική τάξη, έτσι
νόμιζαν ότι μπορούσαν να πραγματοποιήσουν μια προλεταριακή επανάσταση
μέσα στα εθνικά τείχη της Γαλλίας, πλάι στα άλλα αστικά έθνη. Μα οι
γαλλικές σχέσεις παραγωγής καθορίζονται από το εξωτερικό εμπόριο της
Γαλλίας, από τη θέση της στην παγκόσμια αγορά και από τους νόμους της.
Πώς θα έσπαζε η Γαλλία τους νόμους αυτούς χωρίς έναν ευρωπαϊκό
επαναστατικό πόλεμο που θα σκόνταφτε στο δεσπότη της παγκόσμιας αγοράς,
στην Αγγλία;
Μόλις
μια τάξη που συγκεντρώνει τα επαναστατικά συμφέροντα της κοινωνίας
ξεσηκωθεί, βρίσκει άμεσα μέσα στην ίδια την κατάστασή της το περιεχόμενο
και το υλικό της επαναστατικής της δραστηριότητας: για να τσακίζει τους
εχθρούς, για να παίρνει τα μέτρα που επιβάλλουν οι ανάγκες του αγώνα.
Οι συνέπειες των πράξεών της τη σπρώχνουν πιο πέρα. Δεν αρχίζει
θεωρητικές έρευνες πάνω στα καθήκοντά της. Η γαλλική εργατική τάξη δε
βρισκόταν σ' αυτήν τη θέση, ήταν ακόμα ανίκανη να πραγματοποιήσει τη
δική της επανάσταση.
Η
ανάπτυξη του βιομηχανικού προλεταριάτου καθορίζεται γενικά από την
ανάπτυξη της βιομηχανικής αστικής τάξης. Μόνο κάτω από την κυριαρχία της
αποχτά το προλεταριάτο εκείνη την πλατιά εθνική ύπαρξη που μπορεί να
ανεβάσει την επανάστασή του στο ύψος μιας εθνικής επανάστασης,
δημιουργεί το ίδιο τα σύγχρονα μέσα παραγωγής που γίνονται ισάριθμα μέσα
για την επαναστατική του απελευθέρωση. Μονάχα η κυριαρχία της
βιομηχανικής αστικής τάξης ξεριζώνει τις υλικές ρίζες της φεουδαρχικής
κοινωνίας και προλειαίνει το έδαφος που πάνω του μόνο είναι δυνατή μια
προλεταριακή επανάσταση. Η γαλλική βιομηχανία είναι πιο αναπτυγμένη και η
γαλλική αστική τάξη πιο επαναστατικά εξελιγμένη από την αστική τάξη της
υπόλοιπης ηπειρωτικής Ευρώπης. Μήπως όμως η επανάσταση του Φλεβάρη δε
στρεφόταν άμεσα ενάντια στην αριστοκρατία του χρήματος; Το γεγονός αυτό
απόδειξε ότι η βιομηχανική αστική τάξη δεν εξουσίαζε τη Γαλλία. Η
βιομηχανική αστική τάξη μπορεί να κυριαρχεί μονάχα εκεί όπου η σύγχρονη
βιομηχανία διαμορφώνει με δικό της τρόπο όλες τις σχέσεις ιδιοκτησίας
και η βιομηχανία μπορεί να αποχτήσει αυτή τη δύναμη μονάχα εκεί όπου
κατάχτησε την παγκόσμια αγορά, γιατί τα εθνικά όρια δεν αρκούν για την
ανάπτυξή της. Η βιομηχανία της Γαλλίας όμως, στο μεγάλο μέρος της,
εξασφαλίζει τη δική της εθνική αγορά μόνο χάρη σ' ένα λίγο - πολύ
τροποποιημένο σύστημα απαγορευτικών δασμών (Prohibitiv system). Αν,
επομένως, το γαλλικό προλεταριάτο, τη στιγμή μιας επανάστασης, κατέχει
στο Παρίσι μια πραγματική εξουσία και επιρροή που το σπρώχνουν να
προχωρήσει πιο πέρα απ' όσο του το επιτρέπουν τα μέσα του, στη λοιπή
Γαλλία είναι συγκεντρωμένο σε ξεχωριστά, σκόρπια βιομηχανικά σημεία και
χάνεται σχεδόν μέσα σε μια πλειοψηφία από αγρότες και μικροαστούς. Η
πάλη ενάντια στο κεφάλαιο, στην αναπτυγμένη, σύγχρονη μορφή της, στο
καίριο σημείο της, η πάλη του βιομηχανικού μισθωτού εργάτη ενάντια στο
βιομήχανο αστό, είναι στη Γαλλία ένα μερικό γεγονός που ύστερα από τις
μέρες του Φλεβάρη μπορούσε τόσο λιγότερο να δώσει το εθνικό περιεχόμενο
της επανάστασης, όσο η πάλη ενάντια στους δευτερεύοντες τρόπους
εκμετάλλευσης του κεφαλαίου, η πάλη του αγρότη ενάντια στην τοκογλυφία
και στις υποθήκες, του μικροαστού ενάντια στο μεγαλέμπορα, τον τραπεζίτη
και τον εργοστασιάρχη, με μια λέξη ενάντια στη χρεοκοπία, ήταν ακόμα
κρυμμένη μέσα στη γενική εξέγερση ενάντια στην αριστοκρατία του
χρήματος. Δεν είναι, λοιπόν, ανεξήγητη η προσπάθεια του παρισινού
προλεταριάτου να επιβάλει το συμφέρον του πλάι στο αστικό συμφέρον, αντί
να το επιβάλει σαν το επαναστατικό συμφέρον της ίδιας της κοινωνίας.
Δεν είναι ανεξήγητο ότι υπέστειλε την κόκκινη σημαία μπρος στην
τρίχρωμη. Οι Γάλλοι εργάτες δεν μπορούσαν να κάνουν ούτε ένα βήμα μπρος,
δεν μπορούσαν ν' αγγίξουν ούτε μια τρίχα του αστικού καθεστώτος, προτού
η πορεία της επανάστασης ξεσηκώσει τη μάζα του έθνους που στέκεται
ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αστική τάξη, δηλαδή τους αγρότες και
τους μικροαστούς, ενάντια σ' αυτό το καθεστώς, ενάντια στην κυριαρχία
του κεφαλαίου και προτού την αναγκάσει να ενωθεί με τους προλετάριους,
τους προμάχους της. Οι εργάτες μπορούσαν να εξαγοράσουν τη νίκη αυτή
μονάχα με τη φοβερή ήττα του Ιούνη.
Στην
επιτροπή του Λουξεμβούργου, στο δημιούργημα αυτό των παρισινών εργατών,
χρωστιέται η υπηρεσία ότι αποκάλυψε, από το ύψος ενός ευρωπαϊκού
βήματος, το μυστικό της επανάστασης του δέκατου ένατου αιώνα: τη
χειραφέτηση τον προλεταριάτου. Η Μονιτέρ12ξεροκοκκίνιζε,
όταν χρειάστηκε να προπαγανδίσει επίσημα τις «άγριες ονειροπολήσεις»
που ως τότε βρίσκονταν θαμμένες μέσα στα απόκρυφα συγγράμματα των
σοσιαλιστών και που μονάχα από καιρό σε καιρό έφταναν στ' αυτιά της
αστικής τάξης, σα μακρινά, μισο-φρικαλέα μισο-γελοία παραμύθια. Η Ευρώπη
ξύπνησε ξαφνιασμένη από τον αστικό της μισολήθαργο. Στα μυαλά, λοιπόν,
των προλετάριων που συγχέανε την ολιγαρχία του χρήματος με την αστική
τάξη γενικά, στη φαντασία των απλοϊκών δημοκρατών που αρνιόνταν την ίδια
την ύπαρξη των τάξεων ή που τις παραδέχονταν το πολύ πολύ σαν
αποτέλεσμα της συνταγματικής μοναρχίας, στις υποκριτικές φράσεις των
ομάδων της αστικής τάξης που ως τώρα είχαν αποκλειστεί από την εξουσία, η
κυριαρχία της αστικής τάξης είχε καταργηθεί με την εγκαθίδρυση της
δημοκρατίας. Ολοι οι βασιλόφρονες μεταμορφωθήκανε τότε σε δημοκρατικούς,
κι όλοι οι εκατομμυριούχοι του Παρισιού σε εργάτες. Η λέξη που
ανταποκρινότανε σ' αυτήν τη φανταστική κατάργηση των ταξικών σχέσεων
ήταν η Fraternite, η γενική συναδέλφωση και αδερφοσύνη. Αυτή η
ειδυλλιακή αφαίρεση από τις ταξικές αντιθέσεις, αυτός ο συναισθηματικός
συμβιβασμός των αντιφατικών ταξικών συμφερόντων, αυτή η ονειροπόλα
ανύψωση πάνω από την πάλη των τάξεων, η αδερφοσύνη, αυτό ήταν το
πραγματικό σύνθημα της επανάστασης του Φλεβάρη. Οι τάξεις ήταν
διαιρεμένες από μιαν απλή παρεξήγηση. Και ο Λαμαρτίνος στις 24 του
Φλεβάρη βάφτισε την προσωρινή κυβέρνηση: «Μια κυβέρνηση που καταργεί την
τρομερή αυτή παρεξήγηση που υπάρχει ανάμεσα στις διάφορες τάξεις»13. Το παρισινό προλεταριάτο κυλιότανε στη μεγαλόψυχη αυτή μέθη της αδερφοσύνης.
Από
τη μεριά της, η προσωρινή κυβέρνηση, μια κι εξαναγκάστηκε να ανακηρύξει
τη δημοκρατία, έκανε το παν για να μπορούν να τη δεχτούν η αστική τάξη
και οι επαρχίες. Η αιματηρή φρίκη της πρώτης γαλλικής δημοκρατίας
αποκηρύχτηκε με την κατάργηση της θανατικής ποινής για τα πολιτικά
εγκλήματα, ο Τύπος αφέθηκε ελεύθερος να εκφράζει όλες τις γνώμες, ο
στρατός, τα δικαστήρια, η διοίκηση παραμείνανε, εκτός από λίγες
εξαιρέσεις, στα χέρια των παλιών τους αξιωματούχων, κανένας από τους
μεγάλους ενόχους της μοναρχίας του Ιούλη δεν κλήθηκε να δώσει λόγο. Οι
αστοί δημοκράτες της Νασιονάλ διασκέδαζαν αλλάζοντας τα μοναρχικά
ονόματα και κοστούμια με παλαιοδημοκρατικά. Γι' αυτούς η δημοκρατία δεν
ήταν παρά μια νέα αμφίεση χορού για την παλιά αστική κοινωνία. Την κύρια
υπηρεσία της η νεαρή δημοκρατία δεν την επιδίωξε με το να εκφοβίζει
τους άλλους, αλλά μάλλον με το να τρομάζει διαρκώς η ίδια, καθώς και με
το να αποσπά το δικαίωμα στη ζωή, και ν' αφοπλίζει την αντίσταση των
αντιπάλων της με τη μαλακή υποχωρητικότητα και με την έλλειψη
αντίστασης. Στις προνομιούχες τάξεις του εσωτερικού, στις δεσποτικές
δυνάμεις του εξωτερικού, διακηρύχτηκε φωναχτά ότι η δημοκρατία είχε
φιλειρηνικό χαρακτήρα. Οτι το σύνθημά της ήταν να ζήσει και ν' αφήσει
και τους άλλους να ζήσουν. Σ' αυτό προστέθηκε και το γεγονός ότι λίγο
ύστερα από την επανάσταση του Φλεβάρη, οι Γερμανοί, οι Πολωνοί, οι
Αυστριακοί, οι Ούγγροι, οι Ιταλοί επαναστάτησαν, ο κάθε λαός σύμφωνα με
την άμεση κατάστασή του. Η Ρωσία και η Αγγλία - η τελευταία γιατί η ίδια
βρισκόταν σε αναταραχή, η πρώτη γιατί ήταν εκφοβισμένη - βρέθηκαν
απροετοίμαστες. Η δημοκρατία επομένως δε βρήκε απέναντί της κανέναν
εθνικό εχθρό. Δεν υπήρχαν επομένως μεγάλες εξωτερικές περιπλοκές, που
μπορούσαν ν' ανάψουν την ενεργητικότητα, να επιταχύνουν την επαναστατική
πορεία, να σπρώξουν προς τα μπρος την προσωρινή κυβέρνηση ή να την
ανατρέψουν. Το παρισινό προλεταριάτο που έβλεπε τη δημοκρατία σα δικό
του δημιούργημα, επευφημούσε φυσικά κάθε πράξη της προσωρινής κυβέρνησης
που τη διευκόλυνε να στερεώνει τη θέση της μέσα στην αστική κοινωνία.
Δέχτηκε θεληματικά να χρησιμοποιηθεί από τον Κοσιντιέρ στην εκπλήρωση
αστυνομικών καθηκόντων για να προστατεύει την ιδιοκτησία στο Παρίσι,
όπως επίσης επέτρεψε στον Λουί Μπλαν να εξομαλύνει τις διαφορές για τους
μισθούς ανάμεσα στους εργάτες και στ' αφεντικά. Το είχε βάλει ζήτημα
τιμής να κρατήσει άθιχτη στα μάτια της Ευρώπης την αστική τιμή της
δημοκρατίας.
Η
δημοκρατία δε συνάντησε καμιά αντίσταση, ούτε απ' έξω, ούτε από μέσα.
Αυτό την αφόπλισε. Το έργο της έπαψε πια να είναι ο επαναστατικός
μετασχηματισμός του κόσμου. Το έργο της ήταν μονάχα να προσαρμοστεί στις
συνθήκες της αστικής κοινωνίας. Δεν υπάρχει πιο εύγλωττη μαρτυρία από
τα δημοσιονομικά μέτρα της για το φανατισμό με τον οποίο η προσωρινή
κυβέρνηση ανέλαβε αυτό το έργο.
Η
δημόσια πίστη και η ιδιωτική πίστη ήταν φυσικά κλονισμένες. Η δημόσια
πίστη στηρίζεται στην πεποίθηση ότι το κράτος θα δέχεται να το
εκμεταλλεύονται οι χρηματιστές τοκογλύφοι. Το παλιό όμως κράτος είχε
εξαφανιστεί και η επανάσταση στρεφόταν πριν απ' όλα ενάντια στην
ολιγαρχία του χρήματος. Οι δονήσεις της τελευταίας ευρωπαϊκής εμπορικής
κρίσης δεν είχαν ακόμα σταματήσει. Συνεχίζονταν οι χρεοκοπίες η μια πίσω
από την άλλη.
Η
ιδιωτική πίστη είχε, λοιπόν, παραλύσει, η κυκλοφορία είχε περιοριστεί, η
παραγωγή είχε σταματήσει πριν ακόμα ξεσπάσει η επανάσταση του Φλεβάρη. Η
επαναστατική κρίση μεγάλωσε την εμπορική κρίση. Και αν η ιδιωτική πίστη
στηρίζεται στην πεποίθηση ότι η αστική παραγωγή σ' όλη την έκταση των
σχέσεών της, ότι το αστικό καθεστώς είναι απρόσβλητο κι απαραβίαστο,
ποια επίδραση μπορούσε να 'χει μια επανάσταση που διαμφισβητούσε τη βάση
της αστικής παραγωγής, την οικονομική σκλαβιά του προλεταριάτου, μια
επανάσταση που έστησε αντίκρυ στο χρηματιστήριο τη σφίγγα του
Λουξεμβούργου; Η απελευθέρωση του προλεταριάτου είναι η κατάργηση της
αστικής πίστης, γιατί σημαίνει την κατάργηση της αστικής παραγωγής και
του καθεστώτος της. Η δημόσια πίστη και η ιδιωτική πίστη είναι το
οικονομικό θερμόμετρο που μ' αυτό μπορεί να μετρήσει κανείς την ένταση
μιας επανάστασης. Στο βαθμό που πέφτουν, στον ίδιο βαθμό ανεβαίνουν η
φλόγα και η δημιουργική δύναμη της επανάστασης.
Η
προσωρινή κυβέρνηση ήθελε ν' αφαιρέσει από τη δημοκρατία την αντιαστική
της όψη. Επρεπε επομένως, πριν απ' όλα, να προσπαθήσει να εξασφαλίσει
την ανταλλακτική αξία αυτής της νέας κρατικής μορφής, την τρέχουσα τιμή
της στο χρηματιστήριο. Και με την τρέχουσα τιμή της δημοκρατίας στο
χρηματιστήριο ανέβηκε πάλι αναγκαστικά η ιδιωτική πίστη.
Για
να εξαλείψει ακόμα και την υπόνοια ότι δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να
εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που κληρονόμησε από τη μοναρχία, για να
δημιουργήσει την εμπιστοσύνη στην αστική ηθική και στο αξιόχρεο της
δημοκρατίας, η προσωρινή κυβέρνηση κατέφυγε σ' έναν αναξιόπρεπο και
παιδιακίστικο ταυτόχρονα κομπασμό. Προτού ακόμα λήξει η νόμιμη προθεσμία
πληρωμής, πλήρωσε στους πιστωτές του κράτους τους τόκους των χρεογράφων
των 5%, 4,5% και 4%. Η αστική σιγουριά, η αυτοπεποίθηση των
κεφαλαιούχων ξύπνησε ξαφνικά, όταν είδαν με τι αγωνιώδη βιασύνη γυρεύανε
να αγοράσουν την εμπιστοσύνη τους.
Φυσικά,
οι χρηματικές δυσκολίες της προσωρινής κυβέρνησης δε λιγόστεψαν με τη
θεατρική αυτή χειρονομία, που της αφαίρεσε το απόθεμά της σε μετρητό
χρήμα. Οι οικονομικές δυσχέρειες δεν μπορούσαν να κρυφτούν άλλο και οι
μικροαστοί, οι υπάλληλοι και οι εργάτες έπρεπε να πληρώσουν για την
ευχάριστη έκπληξη που είχε κάνει η κυβέρνηση στους πιστωτές του κράτους.
Η
κυβέρνηση δήλωσε ότι τα ταμιευτήρια δε θα εξαργυρώνουν πια σε χρήμα τα
βιβλιάρια καταθέσεων που ξεπερνούν τα 100 φράγκα. Τα ποσά που ήταν
κατατεθειμένα στα ταμιευτήρια κατασχέθηκαν και με διάταγμα μετατράπηκαν
σε ανεξόφλητο κρατικό χρέος. Αυτό εξερέθισε ενάντια στη δημοκρατία το
μικροαστό, που έτσι είτε αλλιώς βρισκότανε κιόλας σε στενόχωρη θέση.
Παίρνοντας αντίς τα βιβλιάρια των καταθέσεων του ταμιευτηρίου κρατικά
χρεόγραφα, αναγκάστηκε να πάει να τα πουλήσει στο χρηματιστήριο και να
παραδοθεί έτσι άμεσα στα χέρια των τοκογλύφων του χρηματιστηρίου, που
ενάντιά τους είχε κάνει την επανάσταση του Φλεβάρη.
Η
αριστοκρατία του χρήματος, που κυβερνούσε στην περίοδο της μοναρχίας
του Ιούλη, είχε το ναό της στην τράπεζα. Οπως το χρηματιστήριο διευθύνει
την κρατική πίστη, έτσι κι η τράπεζα διευθύνει την εμπορική πίστη.
Αμεσα
απειλούμενη από την επανάσταση του Φλεβάρη, όχι μόνο στην κυριαρχία
της, μα και στην ίδια την ύπαρξή της, η τράπεζα βάλθηκε από την αρχή να
δυσφημίσει τη δημοκρατία, γενικεύοντας την έλλειψη πίστης στις
συναλλαγές. Εκοψε απότομα κάθε πίστωση στους τραπεζίτες, στους
εργοστασιάρχες, στους εμπόρους. Και μια που η μανούβρα αυτή δεν
προκάλεσε άμεσα μιαν αντεπανάσταση, είχε αναγκαστικά τον αντίχτυπό της
πάνω στην ίδια την τράπεζα. Οι καπιταλιστές αποσύρανε το χρήμα που είχαν
καταθέσει στα υπόγεια της τράπεζας. Οι κάτοχοι τραπεζογραμματίων
τρέξανε στο ταμείο της για να τα ανταλλάξουν με χρυσό και ασήμι.
Η
προσωρινή κυβέρνηση μπορούσε, χωρίς βίαιη επέμβαση, με νόμιμο τρόπο, να
εξαναγκάσει την τράπεζα σε χρεοκοπία. Δεν είχε παρά να κρατήσει μια
παθητική στάση και να εγκαταλείψει την τράπεζα στην τύχη της. Η
χρεοκοπία της τράπεζας θα ήταν ο κατακλυσμός που στο άψε - σβήσε θα
σάρωνε από το γαλλικό έδαφος την αριστοκρατία του χρήματος, τον πιο
ισχυρό και πιο επικίνδυνο εχθρό της δημοκρατίας, το χρυσό βάθρο της
μοναρχίας του Ιούλη. Και όταν θα είχε πια χρεοκοπήσει η τράπεζα, η ίδια η
αστική τάξη θα ήταν υποχρεωμένη να θεωρήσει σαν μια τελευταία
απεγνωσμένη απόπειρα σωτηρίας την ίδρυση από την κυβέρνηση μιας εθνικής
τράπεζας και την υπαγωγή της εθνικής πίστης στον έλεγχο του έθνους.
Η
προσωρινή κυβέρνηση, αντίθετα, επέβαλε την αναγκαστική κυκλοφορία των
τραπεζογραμματίων. Εκανε κάτι περισσότερο: Μετέτρεψε όλες τις επαρχιακές
τράπεζες σε υποκαταστήματα της Τράπεζας της Γαλλίας και της επέτρεψε ν'
απλώσει τα δίχτυα της πάνω σ' όλη τη Γαλλία. Αργότερα υποθήκευσε στην
τράπεζα τα κρατικά δάση, σαν εγγύηση για ένα δάνειο που συνομολόγησε
μαζί της. Ετσι, η επανάσταση του Φλεβάρη στερέωσε άμεσα και πλάτυνε την
τραπεζοκρατία, που επρόκειτο να ανατρέψει.
Στο
μεταξύ, η προσωρινή κυβέρνηση λύγιζε κάτω από το βραχνά ενός
ελλείμματος που μεγάλωνε. Μάταια ζητιάνευε πατριωτικές θυσίες. Μονάχα οι
εργάτες τις έριξαν την ελεημοσύνη τους. Επρεπε να γίνει προσφυγή σ' ένα
ηρωικό μέσο, στην επιβολή ενός νέου φόρου. Ποιον όμως να φορολογήσουν;
Τους λύκους του χρηματιστηρίου, τους βασιλιάδες της τράπεζας, τους
πιστωτές του κράτους, τους εισοδηματίες, τους βιομήχανους; Μα αυτό δεν
ήταν καθόλου ένα μέσο για να κερδίσει η δημοκρατία την εύνοια της
αστικής τάξης. Αυτό θα σήμαινε από τη μια ότι διακινδυνεύανε την κρατική
πίστη και την εμπορική πίστη, που από την άλλη επιδιώκανε να τις
εξαγοράσουν με τόσο μεγάλες θυσίες και ταπεινώσεις. Κάποιος όμως έπρεπε
να πληρώσει. Ποιος θυσιάστηκε στην αστική πίστη; Ο Jacques le bonhomme14, ο αγρότης.
Η
προσωρινή κυβέρνηση επέβαλε έναν πρόσθετο φόρο από 45 λεπτά σε κάθε
φράγκο πάνω στους τέσσερις άμεσους φόρους. Ο κυβερνητικός Τύπος
κορόιδευε το παρισινό προλεταριάτο λέγοντας ότι ο φόρος αυτός θα έπεφτε
κυρίως πάνω στη μεγάλη γαιοκτησία, στους κατόχους τού ενός
δισεκατομμυρίου που χορήγησε η παλινόρθωση15. Στην
πραγματικότητα όμως ο φόρος αυτός χτύπησε πριν απ' όλα την αγροτική
τάξη, δηλαδή τη μεγάλη πλειοψηφία του γαλλικού λαού. Οι αγρότες έπρεπε
να πληρώσουν τα έξοδα της επανάστασης του Φλεβάρη, και σ' αυτούς η
αντεπανάσταση βρήκε το κυριότερο υλικό της. Ο φόρος των 45 λεπτών ήταν
για το Γάλλο αγρότη ζήτημα ζωής ή θανάτου, και ο αγρότης τον μετάτρεψε
σε ζήτημα ζωής ή θανάτου για τη δημοκρατία. Από τη στιγμή αυτή η
δημοκρατία για το Γάλλο αγρότη ήταν ο φόρος των 45 λεπτών και στο
παρισινό προλεταριάτο έβλεπε ο αγρότης τον άσωτο που καλοπερνούσε με
δικά του έξοδα.
Ενώ
η επανάσταση του 1789 άρχισε με την αποτίναξη των φεουδαρχικών βαρών
από τους αγρότες, η επανάσταση του 1848, για να μη βάλει σε κίνδυνο το
κεφάλαιο και για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού
του, εμφανίστηκε στον αγροτικό πληθυσμό με την επιβολή ενός νέου φόρου.
Με
ένα μονάχα μέσο μπορούσε η προσωρινή κυβέρνηση να παραμερίσει όλα αυτά
τα εμπόδια και να βγάλει το κράτος από τον παλιό δρόμο του - με την
κήρυξη του κράτους σε κατάσταση χρεοκοπίας. Ο καθένας θυμάται πώς
αργότερα ο Λεντρί - Ρολέν αφηγήθηκε μπρος στην εθνοσυνέλευση την ιερή
αγανάχτηση με την οποία είχε αποκρούσει την αξίωση αυτή του τοκογλύφου
του χρηματιστηρίου Φουλντ, του σημερινού Γάλλου υπουργού των
Οικονομικών. Ο Φουλντ τού είχε προσφέρει το μήλο από το δέντρο της
γνώσης...
Αναγνωρίζοντας
τα γραμμάτια που η παλιά αστική κοινωνία είχε παρουσιάσει στο κράτος, η
προσωρινή κυβέρνηση υποτάχτηκε στην εξουσία της αστικής κοινωνίας.
Εγινε ο στριμωγμένος οφειλέτης της αστικής κοινωνίας, αντί να στέκεται
μπροστά της σαν απειλητικός πιστωτής που είχε να εισπράξει πολύχρονες
επαναστατικές χρεωστικές απαιτήσεις. Ηταν αναγκασμένη να στερεώσει τις
κλονιζόμενες αστικές σχέσεις για να ανταποκριθεί σε υποχρεώσεις που
μπορούν να εκπληρωθούν μονάχα μέσα στα πλαίσια αυτών των σχέσεων. Η
πίστωση έγινε ο όρος της ύπαρξής της και οι παραχωρήσεις στο
προλεταριάτο, οι υποσχέσεις που του έγιναν, μετατράπηκαν σε άλλα τόσα
δεσμά, που έπρεπε να σπάσουν. Η χειραφέτηση των εργατών -ακόμα και σα
φράση- έγινε ένας αβάσταχτος κίνδυνος για τη νέα δημοκρατία, γιατί ήταν
μια διαρκής διαμαρτυρία ενάντια στην αποκατάσταση της πίστης, που
στηρίζεται στην αδιατάραχτη και ξεκάθαρη αναγνώριση των σημερινών
οικονομικών ταξικών σχέσεων. Επρεπε, λοιπόν, να ξεμπερδέψει με τους
εργάτες.
Η
επανάσταση του Φλεβάρη είχε πετάξει το στρατό έξω από το Παρίσι. Η
εθνοφρουρά, δηλαδή η αστική τάξη στις διάφορες διαβαθμίσεις της,
αποτελούσε τη μοναδική δύναμη. Μονάχη της όμως ένιωθε πως δεν μπορούσε
ν' αναμετρηθεί με το προλεταριάτο. Επιπλέον ήταν υποχρεωμένη - αν και
ύστερα από την πιο πεισματική αντίσταση και προβάλλοντας εκατό
διαφορετικά εμπόδια - ν' ανοίγει βαθμιαία και τμηματικά τις γραμμές της
και ν' αφήνει να μπαίνουν σ' αυτές ένοπλοι προλετάριοι. Εμενε, λοιπόν,
μονάχα μια διέξοδος: ν' αντιπαρατάξει ένα μέρος των προλετάριων ενάντια
στο άλλο.
Για το
σκοπό αυτό η προσωρινή κυβέρνηση συγκρότησε 24 τάγματα της κινητής
φρουράς, το καθένα από χίλιους άνδρες, νέους 15 ως 20 χρόνων. Οι
περισσότεροι απ' αυτούς ανήκαν στο κουρελοπρολεταριάτο που, σ' όλες τις
μεγάλες πόλεις αποτελεί μια μάζα που διακρίνεται ξεκάθαρα από το
βιομηχανικό προλεταριάτο, ένα στρώμα απ' όπου στρατολογούν κάθε λογής
κλέφτες κι εγκληματίες που ζουν από τα ψίχουλα της κοινωνίας, άνθρωποι
χωρίς καθορισμένο επάγγελμα, αλήτες, gens sans feu et sans aveu16 που
διαφέρουν ανάλογα με τo βαθμό πολιτισμού του έθνους στο οποίο ανήκουν,
μα που δεν απαρνιούνται ποτέ την ιδιότητά τους των λατζαρόνι17.
Στη νεαρή ηλικία που η κυβέρνηση τους στρατολογούσε, ήταν κατάλληλοι
για όλα, ικανοί τόσο για τους μεγαλύτερους ηρωισμούς και για τις πιο
έξαλλες αυτοθυσίες, όσο και για τις ποταπότερες ληστρικές πράξεις και
για την πιο βρόμικη διαφθορά. Η προσωρινή κυβέρνηση τους πλήρωνε 1
φράγκο και 50 λεπτά τη μέρα, δηλαδή τους αγόραζε. Τους έδωσε ιδιαίτερη
στολή, δηλαδή τους έκανε να διακρίνονται εξωτερικά από τους
μπλουζοφορεμένους εργάτες. Για αρχηγούς, είτε τους όρισαν αξιωματικούς
από τον ταχτικό στρατό, είτε αυτοί οι ίδιοι εκλέγανε νεαρά
μπουρζουαζόπαιδα που τα παχιά τους λόγια για τον υπέρ πατρίδος θάνατο
και την αφοσίωση στη δημοκρατία τούς συνάρπαζαν.
Ετσι,
μπροστά στο παρισινό προλεταριάτο ορθωνόταν ένας στρατός από 24.000
νέους, γερούς, ριψοκίνδυνους άνδρες, ένας στρατός βγαλμένος μέσα απ' το
ίδιο του το περιβάλλον. Οταν η κινητή φρουρά έκανε παρελάσεις στους
δρόμους του Παρισιού, το προλεταριάτο την υποδεχόταν με ζητωκραυγές.
Εβλεπε σ' αυτήν τους πρωτοπόρους μαχητές του στα οδοφράγματα. Τη
θεωρούσε σαν την προλεταριακή φρουρά, σε αντίθεση με την αστική
εθνοφρουρά. Το λάθος του ήταν συγχωρητέο.
Πλάι
στην κινητή φρουρά η κυβέρνηση αποφάσισε να συγκεντρώσει γύρω της κι
ένα στρατό από εργάτες της βιομηχανίας. Εκατό χιλιάδες εργάτες
πεταγμένοι στους δρόμους από την κρίση και την επανάσταση
στρατολογήθηκαν από τον υπουργό Μαρί στα λεγόμενα εθνικά εργαστήρια.
Κάτω από τη φανταχτερή αυτή ονομασία δεν κρυβότανε παρά η απασχόληση των
εργατών σε ανιαρές, μονότονες και μη παραγωγικές δουλειές εκχωμάτωσης,
με μεροκάματο 23 πεντάρες. Υπαίθρια εγγλέζικα «σπίτια εργασίας»18,
τίποτα περισσότερο απ' αυτό δεν ήταν τα εθνικά αυτά εργαστήρια. Η
προσωρινή κυβέρνηση πίστευε ότι μ' αυτά οργάνωσε κι ένα δεύτερο
προλεταριακό στρατό ενάντια στους ίδιους τους εργάτες. Τη φορά αυτή, η
αστική τάξη γελάστηκε με τα εθνικά εργαστήρια, ακριβώς όπως οι εργάτες
γελάστηκαν με την κινητή φρουρά. Είχε δημιουργήσει ένα στρατό φτιαγμένο
για να στασιάζει.
Ωστόσο πέτυχε ένα σκοπό.
Εθνικά
εργαστήρια ήταν η ονομασία των λαϊκών εργαστηρίων που κήρυττε ο Λουί
Μπλαν στο Λουξεμβούργο. Τα εργαστήρια του Μαρί, που επινοήθηκαν σε άμεση
αντίθεση με το Λουξεμβούργο, έδωσαν αφορμή, χάρη στην κοινή επιγραφή
τους, σε μια ραδιουργία παρεξηγήσεων που θυμίζουν τις φάρσες των
υπηρετών της ισπανικής κωμωδίας. Η ίδια η προσωρινή κυβέρνηση στα κρυφά
διέδωσε τη φήμη ότι τα εθνικά αυτά εργαστήρια ήταν εύρημα του Λουί
Μπλαν, και το πράγμα φαινόταν τόσο πιο πιστευτό, που ο Λουί Μπλαν, ο
προφήτης των εθνικών εργαστηρίων, ήταν μέλος της προσωρινής κυβέρνησης.
Και μέσα στη μισοαφελή, μισοσκόπιμη σύγχυση που έκανε η παρισινή αστική
τάξη, αυτά τα «σπίτια εργασίας», στην τεχνητά τροφοδοτούμενη κοινή γνώμη
της Γαλλίας και της Ευρώπης, ήταν η πρώτη πραγματοποίηση του
σοσιαλισμού που τον έστηναν έτσι μαζί τους στον πάσσαλο της ατίμωσης.
Οχι
με το περιεχόμενό τους, αλλά με τον τίτλο τους, τα εθνικά εργαστήρια
ήταν η ενσάρκωση της διαμαρτυρίας του προλεταριάτου ενάντια στην αστική
βιομηχανία, στην αστική πίστη και στην αστική δημοκρατία. Πάνω τους,
λοιπόν, στράφηκε όλο το μίσος της αστικής τάξης. Σ' αυτά βρήκε
ταυτόχρονα το σημείο πάνω στο οποίο μπορούσε να κατευθύνει την επίθεση,
μόλις θα ήταν αρκετά δυναμωμένη για να ξεκόψει ανοιχτά με τις αυταπάτες
του Φλεβάρη. Ολη η δυσφορία, όλη η κακοκεφιά των μικροαστών στράφηκε
ταυτόχρονα ενάντια σ' αυτά τα εθνικά εργαστήρια που έγιναν ο κοινός
στόχος. Με αληθινή λύσσα λογάριαζαν τα ποσά που καταβρόχθιζαν οι
λωποδύτες προλετάριοι, ενώ η δική τους η κατάσταση γινόταν μέρα με τη
μέρα πιο ανυπόφορη. Κρατική σύνταξη για μια ψευτοδουλειά, αυτός είναι ο
σοσιαλισμός! μουρμούριζαν μέσα τους. Τα εθνικά εργαστήρια, οι ρητορείες
του Λουξεμβούργου, οι διαδηλώσεις των εργατών στους δρόμους του Παρισιού
- να πού γύρευαν να βρουν την αιτία της αθλιότητάς τους. Και κανένας δε
φανατίζεται περισσότερο ενάντια στις δήθεν μηχανορραφίες των
κομμουνιστών από το μικροαστό, που κρεμόταν χωρίς ελπίδα σωτηρίας πάνω
απ' το βάραθρο της χρεοκοπίας.
Ετσι,
στην επικείμενη συμπλοκή ανάμεσα στην αστική τάξη και στο προλεταριάτο,
όλα τα πλεονεκτήματα, όλες οι αποφασιστικές θέσεις, όλα τα μεσαία
στρώματα της κοινωνίας, βρίσκονταν στα χέρια της αστικής τάξης, τη
στιγμή που τα κύματα της επανάστασης του Φλεβάρη υψώνονταν πάνω απ' όλη
την ηπειρωτική Ευρώπη, και που κάθε νέο ταχυδρομείο έφερνε και νέες
ειδήσεις για την επανάσταση, πότε από την Ιταλία, πότε από τη Γερμανία,
πότε από τα πιο μακρινά μέρη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και συντηρούσε
τη γενική μέθη του λαού, φέρνοντάς του συνεχείς μαρτυρίες για μια νίκη
που του είχε κιόλας ξεφύγει.
Στις
17 του Μάρτη και στις 16 του Απρίλη έγιναν οι πρώτες αψιμαχίες της
μεγάλης ταξικής πάλης που η αστική δημοκρατία έκρυβε κάτω από τις
φτερούγες της.
Η
17 του Μάρτη αποκάλυψε τη διφορούμενη κατάσταση του προλεταριάτου,
κατάσταση που δεν του επέτρεπε καμιάν αποφασιστική ενέργεια. Ο αρχικός
σκοπός της διαδήλωσης ήταν να ξαναφέρει την προσωρινή κυβέρνηση στο
δρόμο της επανάστασης, να προκαλέσει, ανάλογα με τις περιστάσεις, τον
αποκλεισμό των αστικών μελών της και να επιβάλει την αναβολή της μέρας
των εκλογών για την εθνοσυνέλευση και την εθνοφρουρά. Στις 16 του Μάρτη,
όμως, η αστική τάξη, που την εκπροσωπούσε η εθνοφρουρά, έκανε μια
διαδήλωση εχθρική προς την προσωρινή κυβέρνηση. Με τις κραυγές: «Κάτω ο
Λεντρί - Ρολέν!» κινήθηκε προς το δημαρχείο. Και ο λαός, στις 17 του
Μάρτη βρέθηκε στην ανάγκη να φωνάζει: «Ζήτω ο Λεντρί - Ρολέν! Ζήτω η
προσωρινή κυβέρνηση!» Βρέθηκε στην ανάγκη να στραφεί ενάντια στην αστική
τάξη και να πάρει το μέρος της αστικής δημοκρατίας που νόμισε ότι
διαμφισβητούσαν την ύπαρξή της. Στερέωσε την προσωρινή κυβέρνηση αντί να
την υποτάξει. Η 17 του Μάρτη εξατμίστηκε σε μια μελοδραματική σκηνή,
και αν τη μέρα αυτή το παρισινό προλεταριάτο έδειξε για άλλη μια φορά το
γιγάντιο ανάστημά του, η αστική τάξη - μέσα και έξω από την προσωρινή
κυβέρνηση - ήταν ακόμα πιο αποφασισμένη να το τσακίσει.
Η
16 τον Απρίλη ήταν μια παρεξήγηση που σκάρωσε η προσωρινή κυβέρνηση
μαζί με την αστική τάξη. Πολλοί εργάτες είχαν συγκεντρωθεί στο πεδίο του
Αρεως και στο ιπποδρόμιο για να προετοιμάσουν τις εκλογές τους για το
επιτελείο της εθνοφρουράς. Ξαφνικά, από τη μια ως την άλλη άκρη,
διαδόθηκε σαν αστραπή σ' όλο το Παρίσι η φήμη ότι οι εργάτες είχαν
συγκεντρωθεί οπλισμένοι στο πεδίο του Αρεως, κάτω από την ηγεσία του
Λουί Μπλαν, του Μπλανκί, του Καμπέ και του Ρασπάιγ, για να βαδίσουν από
κει προς το δημαρχείο, να ρίξουν την προσωρινή κυβέρνηση και ν'
ανακηρύξουν μια κομμουνιστική κυβέρνηση. Σαλπίζουν γενικό προσκλητήριο -
ο Λεντρί - Ρολέν, ο Μαράστ κι ο Λαμαρτίνος τσακώνονταν αργότερα ποιος
είχε την τιμή να πάρει πρώτος αυτή την πρωτοβουλία - και, μέσα σε μιαν
ώρα 100.000 άνδρες είναι στα όπλα, το δημαρχείο καταλαμβάνεται ολόκληρο
από τους εθνοφρουρούς. Σ' όλο το Παρίσι βροντούν οι κραυγές: «Κάτω οι
κομμουνιστές! Κάτω ο Λουί Μπλαν, ο Μπλανκί, ο Ρασπάιγ, ο Καμπέ!», ενώ
αμέτρητες επιτροπές έρχονται να υποβάλουν τα σέβη τους στην προσωρινή
κυβέρνηση, όλες έτοιμες να σώσουν την πατρίδα και την κοινωνία. Οταν οι
εργάτες εμφανίζονται, τέλος, μπρος στο δημαρχείο για να παραδώσουν στην
προσωρινή κυβέρνηση το ποσό ενός πατριωτικού εράνου που είχαν κάνει στο
πεδίο του Αρεως, μαθαίνουν με κατάπληξη ότι το αστικό Παρίσι νίκησε τη
σκιά τους, σε μια υποθετική μάχη που σκαρώθηκε με την πιο μεγάλη
περίσκεψη. Η φοβερή απόπειρα της 16ης του Απρίλη έδωσε το πρόσχημα για
την ανάκληση του στρατού στο Παρίσι - που ήταν ο πραγματικός σκοπός της
αδέξια σκηνοθετημένης κωμωδίας - και για τις αντιδραστικές ομοσπονδιακές
διαδηλώσεις των επαρχιών.
Στις
4 του Μάη συνήλθε η εθνοσυνέλευση που είχε προέλθει από άμεσες γενικές
εκλογές. Το γενικό εκλογικό δικαίωμα δεν είχε τη μαγική δύναμη που του
είχαν αποδώσει οι παλιού τύπου δημοκράτες. Οι δημοκράτες αυτοί έβλεπαν
σ' όλη τη Γαλλία, ή τουλάχιστο στην πλειοψηφία των Γάλλων, πολίτες με τα
ίδια συμφέροντα, με τις ίδιες αντιλήψεις κ.λπ. Αυτή ήταν η λατρεία τους
για το λαό. Αντί όμως το φανταστικό λαό τους, οι εκλογές φέρανε στο φως
της ημέρας τον πραγματικό λαό, δηλαδή εκπροσώπους των διαφόρων τάξεων
στις οποίες υποδιαιρείται. Είδαμε γιατί αγρότες και μικροαστοί
υποχρεώθηκαν να ψηφίσουν, κάτω από την καθοδήγηση της αστικής τάξης που
ήταν γιομάτη μαχητική διάθεση και των μεγάλων γαιοκτημόνων που λυσσούσαν
για παλινόρθωση. Αν όμως το γενικό εκλογικό δικαίωμα δεν ήταν η
θαυματουργή μαγική ράβδος, όπως το είχαν νομίσει οι αγαθοί δημοκράτες,
είχε ωστόσο το ασύγκριτα μεγαλύτερο προτέρημα να ξαπολύει την πάλη των
τάξεων, να επιτρέπει στα διάφορα μεσαία στρώματα της αστικής κοινωνίας
να απαλλαχθούν γρήγορα από τις αυταπάτες και τις απογοητεύσεις τους, να
φέρνει μ' ένα τίναγμα όλες τις ομάδες της εκμεταλλεύτριας τάξης στην
κορυφή του κράτους και να τους αποσπά έτσι τη μάσκα της ψευτιάς, ενώ η
μοναρχία με το εκλογικό της τίμημα19 επέτρεπε μονάχα
σε ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης να εκτεθούν κι άφηνε τα άλλα
κρυμμένα στα παρασκήνια, περιβάλλοντάς τα με το φωτοστέφανο μιας κοινής
αντιπολίτευσης.
Στη
συντακτική εθνοσυνέλευση, που συνήλθε στις 4 του Μάη, οι αστοί
δημοκράτες, οι δημοκράτες της Νασιονάλ είχαν την υπεροχή. Ακόμα και οι
νομιμόφρονες κι οι ορλεανικοί δεν τόλμησαν στην αρχή να παρουσιαστούν
παρά με τη μάσκα του αστικού δημοκρατισμού. Μονάχα στο όνομα της
δημοκρατίας μπορούσαν ν' αναλάβουν τον αγώνα ενάντια στο προλεταριάτο.
Η
δημοκρατία χρονολογείται από τις 4 του Μάη κι όχι από τις 25 του
Φλεβάρη, δηλαδή η αναγνωρισμένη από το γαλλικό λαό δημοκρατία. Δεν
πρόκειται για τη δημοκρατία που επέβαλε το παρισινό προλεταριάτο στην
προσωρινή κυβέρνηση. Δεν πρόκειται για τη δημοκρατία με τους κοινωνικούς
θεσμούς, για την οπτασία που πλανιόταν προς στα μάτια των μαχητών των
οδοφραγμάτων. Η δημοκρατία που ανακηρύχτηκε από την εθνοσυνέλευση, η
μόνη νόμιμη δημοκρατία, είναι η δημοκρατία που δεν αποτελεί επαναστατικό
όπλο ενάντια στο αστικό καθεστώς, αλλά που, αντίθετα, αποτελεί την
πολιτική του ανασυγκρότητη, το πολιτικό ξαναστέριωμα της αστικής
κοινωνίας, με μια λέξη είναι η αστική δημοκρατία. Ο ισχυρισμός αυτός
αντήχησε από το βήμα της εθνοσυνέλευσης και βρήκε την απήχησή του σ' όλο
το δημοκρατικό και αντιδημοκρατικό αστικό Τύπο.
Και
είδαμε ότι πραγματικά η δημοκρατία του Φλεβάρη δεν ήταν και δεν
μπορούσε να είναι τίποτε άλλο από μια αστική δημοκρατία, ότι όμως η
προσωρινή κυβέρνηση αναγκάστηκε κάτω από την άμεση πίεση του
προλεταριάτου να την εξαγγείλει σα μια δημοκρατία με κοινωνικούς
θεσμούς, ότι το παρισινό προλεταριάτο ήταν ακόμα ανίκανο να προχωρήσει
με άλλο τρόπο πέρα από την αστική δημοκρατία παρά με τη σκέψη και με τη
φαντασία, ότι την εξυπηρέτησε παντού όπου έδρασε πραγματικά, ότι οι
υποσχέσεις που του είχαν δοθεί έγιναν ένας αφόρητος κίνδυνος για τη νέα
δημοκρατία, ότι όλη η ζωή της προσωρινής κυβέρνησης συνοψιζόταν σ' ένα
διαρκή αγώνα ενάντια στις διεκδικήσεις του προλεταριάτου.
Στην
εθνοσυνέλευση, ολόκληρη η Γαλλία δίκαζε το παρισινό προλεταριάτο. Η
εθνοσυνέλευση ξέκοψε αμέσως με τις κοινωνικές αυταπάτες της επανάστασης
του Φλεβάρη, ανακήρυξε ορθά - κοφτά την αστική δημοκρατία και μονάχα την
αστική δημοκρατία. Απέκλεισε αμέσως από την εκτελεστική επιτροπή, που
την είχε διορίσει η ίδια η εθνοσυνέλευση, τους αντιπροσώπους του
προλεταριάτου, τον Λουί Μπλαν και τον Αλμπέρ, απέρριψε την πρόταση για
ένα ειδικό υπουργείο Εργασίας και αποδέχτηκε με θυελλώδικες επευφημίες
τη δήλωση του υπουργού Τρελά ότι: «Πρόκειται μονάχα να επαναφέρουμε την
εργασία στους παλιούς όρους της».
Ολα
αυτά όμως δεν αρκούσαν. Η δημοκρατία του Φλεβάρη καταχτήθηκε από τους
εργάτες με την παθητική υποστήριξη της αστικής τάξης. Οι προλετάριοι με
το δίκιο τους θεωρούσαν τον εαυτό τους νικητή του Φλεβάρη, και προβάλανε
τις υπερφίαλες αξιώσεις του νικητή. Επρεπε να νικηθούν στους δρόμους,
έπρεπε να τους δείξουν ότι ήταν καταδικασμένοι σε ήττα, μόλις θα
πολεμούσαν όχι με την αστική τάξη, αλλά ενάντια στην αστική τάξη. Οπως η
δημοκρατία του Φλεβάρη, με τις σοσιαλιστικές παραχωρήσεις της,
χρειάστηκε μια μάχη του προλεταριάτου που είχε ενωθεί μαζί με την αστική
τάξη ενάντια στη βασιλεία, έτσι χρειαζόταν και μια δεύτερη μάχη για να
απαλλαχθεί η δημοκρατία από τις σοσιαλιστικές παραχωρήσεις, για να
αποκρυσταλλωθεί επίσημα η κυριαρχία της αστικής δημοκρατίας. Η αστική
τάξη έπρεπε ν' αποκρούσει, με το όπλο στο χέρι, τις διεκδικήσεις του
προλεταριάτου. Και το πραγματικό λίκνο της αστικής δημοκρατίας δεν είναι
η νίκη του Φλεβάρη, είναι η ήττα τον Ιούνη.
Το
προλεταριάτο επέσπευσε τη λύση όταν στις 15 του Μάη, εισέβαλε στην
εθνοσυνέλευση, όταν προσπάθησε μάταια να καταχτήσει και πάλι την
επαναστατική του επιρροή, με μόνο αποτέλεσμα να παραδώσει τους
δραστήριους αρχηγούς του στους δεσμοφύλακες της αστικής τάξης20.
Il faut en finir! Πρέπει να τελειώνουμε μ' αυτή την κατάσταση! Μ' αυτήν
την κραυγή η εθνοσυνέλευση εκδήλωσε την απόφασή της να εξαναγκάσει το
προλεταριάτο να δώσει την αποφασιστική μάχη. Η εκτελεστική επιτροπή
έβγαλε μια σειρά προκλητικά διατάγματα, όπως το διάταγμα που απαγόρευε
τις λαϊκές συγκεντρώσεις κλπ. Από το βήμα της συντακτικής εθνοσυνέλευσης
οι εργάτες προκλήθηκαν, βρίστηκαν και χλευάστηκαν ανοιχτά. Ο κύριος
όμως στόχος της επίθεσης ήταν, όπως είδαμε, τα εθνικά εργαστήρια. Πάνω
σ' αυτά, η συντακτική συνέλευση επέστησε επιτακτικά την προσοχή της
εκτελεστικής επιτροπής που δεν περίμενε παρά ν' ακούσει ότι το δικό της
σχέδιο επικυρώνεται σαν προσταγή της εθνοσυνέλευσης.
Η
εκτελεστική επιτροπή είχε αρχίσει κάνοντας δυσκολότερη την είσοδο στα
εθνικά εργαστήρια, μετατρέποντας το μεροκάματο σε πληρωμή με το κομμάτι,
εξορίζοντας στη Σολόν τους μη γεννημένους στο Παρίσι εργάτες, για
εκτέλεση δήθεν έργων εκχωμάτωσης. Αυτά τα έργα εκχωμάτωσης ήταν μονάχα
ένα ρητορικό σχήμα για τον εξωραϊσμό της απέλασής τους, όπως έλεγαν
στους συντρόφους τους οι εργάτες που επέστρεφαν απογοητευμένοι από τη
Σολόν. Τέλος, στις 21 του Ιούνη, δημοσιεύτηκε στη Μονιτέρ ένα διάταγμα
που πρόσταζε το βίαιο διώξιμο όλων των ανύπαντρων εργατών από τα εθνικά
εργαστήρια ή την ένταξή τους στο στρατό.
Στους
εργάτες δεν έμενε άλλη εκλογή: έπρεπε ή να πεθάνουν από την πείνα, ή να
χτυπήσουν. Απάντησαν στις 22 του Ιούνη με μια γιγάντια εξέγερση όπου
δόθηκε η πρώτη μεγάλη μάχη ανάμεσα στις δύο τάξεις που χωρίζουν τη
σύγχρονη κοινωνία. Ηταν ένας αγώνας για τη διατήρηση ή την εκμηδένιση
του αστικού καθεστώτος. Ξεσκίστηκε το πέπλο που κάλυπτε τη δημοκρατία.
Είναι
γνωστό ότι οι εργάτες με πρωτοφανέρωτη γενναιότητα και μεγαλοφυία,
χωρίς αρχηγούς, χωρίς κοινό σχέδιο, χωρίς μέσα και στο μεγαλύτερο μέρος
τους, χωρίς όπλα, πέντε ολόκληρες μέρες κρατούσαν σε δύσκολη θέση το
στρατό, την κινητή φρουρά, την παρισινή εθνοφρουρά και την εθνοφρουρά
που ήρθε από τις επαρχίες. Είναι γνωστό ότι η αστική τάξη, για τη
θανάσιμη αγωνία που πέρασε, αποζημιώθηκε με μιαν ανήκουστη κτηνωδία κι
έσφαξε πάνω από 3.000 αιχμαλώτους.
Οι
επίσημοι αντιπρόσωποι της γαλλικής δημοκρατίας ήταν τόσο πολύ
επηρεασμένοι από τη δημοκρατική ιδεολογία, που μόνο μερικές βδομάδες
αργότερα άρχισαν να διαισθάνονται τη σημασία της μάχης του Ιούνη. Σα να
'χαν αποναρκωθεί από τον καπνό του μπαρουτιού που μέσα του διαλύθηκε η
φανταστική δημοκρατία τους.
Οσο
για την άμεση εντύπωση που προξένησε σε μας η είδηση για την ήττα του
Ιούνη, ας μας επιτρέψει ο αναγνώστης να την περιγράψουμε με τα λόγια της
Νέας Εφημερίδας του Ρήνου:
«Το
τελευταίο επίσημο υπόλειμμα της επανάστασης του Φλεβάρη, η εκτελεστική
επιτροπή, διαλύθηκε σα μια οπτασία, μπρος στη σοβαρότητα των γεγονότων.
Τα πυροτεχνήματα του Λαμαρτίνου μεταβλήθηκαν στους εμπρηστικούς
πυραύλους του Καβενιάκ. Η "Fratemite", η αδερφοσύνη των αντίθετων
τάξεων, που η μια τους εκμεταλλεύεται την άλλη, αυτή η "Fraternite" που
διακηρύχτηκε το Φλεβάρη και γράφτηκε με κεφαλαία γράμματα πάνω στο
μέτωπο του Παρισιού, σε κάθε φυλακή, σε κάθε στρατώνα - η αληθινή της, η
γνήσια, η πεζή της έκφραση είναι ο εμφύλιος πόλεμος, ο εμφύλιος πόλεμος
στην πιο φοβερή του μορφή, ο πόλεμος ανάμεσα στην εργασία και στο
κεφάλαιο. Η αδερφοσύνη αυτή λαμπάδιαζε μπρος σ' όλα τα παράθυρα του
Παρισιού το βράδυ της 25 του Ιούνη όταν το Παρίσι της αστικής τάξης ήταν
φωταγωγημένο, ενώ το Παρίσι του προλεταριάτου καιγόταν, αιμορραγούσε,
βογκούσε. Η αδερφοσύνη κράτησε ακριβώς τόσο καιρό, όσο τα συμφέροντα της
αστικής τάξης ήταν αδελφωμένα με τα συμφέροντα του προλεταριάτου.
»Σχολαστικοί
της παλιάς επαναστατικής παράδοσης του 1793, δογματικοί σοσιαλιστές που
ζητιάνευαν στις πόρτες της αστικής τάξης ελεημοσύνη για το λαό και που
τους επιτρέπανε να κάνουν πολύωρα κηρύγματα και να εκτίθενται τόσο καιρό
όσο χρειαζόταν για ν' αποκοιμίζουν το προλεταριακό λιοντάρι, δημοκράτες
που ξαναζητούσαν ολόκληρο το παλιό αστικό καθεστώς, εκτός από το
εστεμμένο κεφάλι, αντιπολιτευόμενοι οπαδοί της δυναστείας που η τύχη,
αντίς μια κυβερνητική αλλαγή, τους έφερε την ανατροπή της δυναστείας,
νομιμόφρονες που δεν ήθελαν να βγάλουν τη λιβρέα, μα v' αλλάξουν μονάχα
το κόψιμο της - αυτοί ήταν οι σύμμαχοι με τους οποίους ο λαός έκανε το
Φλεβάρη του.
»Η
επανάσταση του Φλεβάρη ήταν η όμορφη επανάσταση, η επανάσταση που
συγκέντρωνε τη γενική συμπάθεια, γιατί οι αντιθέσεις που ξέσπασαν μέσα
της ενάντια στη βασιλεία κοιμούνταν ανεξέλιχτα, αρμονικά, η μια πλάι
στην άλλη, γιατί η κοινωνική πάλη που αποτελούσε το βάθρο της είχε
αποχτήσει μονάχα μιαν αέρινη ύπαρξη, την ύπαρξη της φράσης, του λόγου. Η
επανάσταση τον Ιούνη είναι η άσχημη επανάσταση, η αποκρουστική
επανάσταση, γιατί στη θέση της φράσης μπήκε το πράγμα, γιατί η
δημοκρατία ξεγύμνωσε το κεφάλι του ίδιου του τέρατος, αφαιρώντας το
στέμμα που το προστάτευε και το έκρυβε.
»Τάξις!
αυτή ήταν η πολεμική κραυγή του Γκιζό. Τάξις! φώναζε ο Σεμπαστιάνι, ο
οπαδός του Γκιζό, όταν η Βαρσοβία έγινε ρωσική. Τάξις! φώναξε ο
Καβενιάκ, ο κτηνώδης αντίλαλος της γαλλικής εθνοσυνέλευσης και της
δημοκρατικής αστικής τάξης. Τάξις! βροντούσαν οι μύδροι των πολυβόλων
του όταν σχίζανε το σώμα του προλεταριάτου. Καμιά από τις πολυάριθμες
επαναστάσεις της γαλλικής αστικής τάξης, από το 1789 και ύστερα, δεν
αποτελούσε απόπειρα κατά της τάξεως, γιατί όλες τους άφηναν άθιχτη την
κυριαρχία της τάξης, άφηναν άθιχτη τη σκλαβιά των εργασιών, άφηναν
άθιχτο το αστικό καθεστώς, όσο συχνά κι αν άλλαζε η πολιτική μορφή αυτής
της κυριαρχίας κι αυτής της σκλαβιάς. Ο Ιούνης παραβίασε αυτή την τάξη.
Αλίμονο στον Ιούνη!» (Ν.Ε. του Ρ. 29 του Ιούνη 1848).
Αλίμονο στον Ιούνη! αντήχησε ο αντίλαλος της Ευρώπης.
Η
αστική τάξη εξανάγκασε το παρισινό προλεταριάτο να κάνει την εξέγερση
του Ιούνη. Σ' αυτό το γεγονός βρισκόταν κιόλας η καταδίκη του. Ούτε οι
άμεσες ομολογημένες ανάγκες του το έσπρωχναν να θέλει τη βίαιη ανατροπή
της αστικής τάξης, ούτε μπορούσε ν' ανταποκριθεί σ' αυτό το καθήκον.
Χρειάστηκε να το πληροφορήσει επίσημα η Μονιτέρ, ότι πέρασε ο καιρός που
η δημοκρατία έκρινε σκόπιμο να υποκλίνεται μπρος στις αυταπάτες του και
μόνο η ήττα του το έπεισε για την αλήθεια ότι κι η πιο παραμικρή
καλυτέρευση της κατάστασής του παραμένει ουτοπία μέσα στα πλαίσια της
αστικής δημοκρατίας, μια ουτοπία που γίνεται έγκλημα μόλις θελήσει να
γίνει πραγματικότητα. Στη θέση των διεκδικήσεων που ήταν υπερβολικές στη
μορφή, μικρόπρεπες και μάλιστα αστικές στο περιεχόμενο, και που ήθελε
να τις αποσπάσει από τη δημοκρατία του Φλεβάρη, μπήκε το θαρραλέο
επαναστατικό μαχητικό σύνθημα: Ανατροπή της αστικής τάξης! Δικτατορία
της εργατικής τάξης!
Το
προλεταριάτο, μετατρέποντας τον τάφο του σε λίκνο της αστικής
δημοκρατίας, ανάγκασε την τελευταία να παρουσιαστεί στην καθαρή της
μορφή, σαν το κράτος που ο ομολογημένος σκοπός του είναι να διαιωνίσει
την κυριαρχία του κεφαλαίου, τη σκλαβιά της εργασίας. Εχοντας διαρκώς
μπρος στα μάτια της το γεμάτο ουλές αδυσώπητο και ακατανίκητο εχθρό της -
ακατανίκητο, γιατί η ύπαρξή του είναι ο όρος της δικής της ζωής - η
λυτρωμένη απ' όλα τα δεσμά αστική κυριαρχία, ήταν επόμενο να μετατραπεί
αμέσως σε αστική τρομοκρατία. Μια και το προλεταριάτο είχε παραμεριστεί
προσωρινά από τη σκηνή και μια και η αστική δικτατορία είχε αναγνωριστεί
επίσημα, τα μεσαία στρώματα της αστικής κοινωνίας, οι μικροαστοί και η
αγροτική τάξη ήταν αναγκασμένοι, στο βαθμό που η θέση τους γινόταν πιο
ανυπόφορη κι η αντίθεσή τους με την αστική τάξη τραχύτερη, να προσχωρούν
όλο και περισσότερο στο προλεταριάτο. Οπως προηγούμενα έβλεπαν την
αιτία της αθλιότητάς τους στην άνοδο του προλεταριάτου, έτσι τώρα ήταν
υποχρεωμένοι να βλέπουν στην ήττα του την αιτία της αθλιότητάς τους.
Αν
η εξέγερση του Ιούνη ανέβασε παντού σ' όλη την ηπειρωτική Ευρώπη την
αυτοπεποίθηση της αστικής τάξης και την έσπρωξε σε μιαν ανοιχτή συμμαχία
με τη φεουδαρχική βασιλεία ενάντια στο λαό, ποιο ήταν το πρώτο θύμα
αυτής της συμμαχίας; Η ίδια η ηπειρωτική αστική τάξη. Η ήττα του Ιούνη
την εμπόδισε να στεριώσει την κυριαρχία της και να συγκρατήσει το λαό
μισοϊκανοποιημένο, μισοδυσαρεστημένο στο πιο χαμηλό σκαλοπάτι της
αστικής επανάστασης.
Τέλος,
η ήττα του Ιούνη φανέρωσε στις δεσποτικές δυνάμεις της Ευρώπης το
μυστικό ότι η Γαλλία ήταν αναγκασμένη, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες,
να διατηρεί την ειρήνη προς τα έξω, για να μπορεί να διεξάγει τον
εμφύλιο πόλεμο προς τα μέσα. Ετσι, οι λαοί που είχαν αρχίσει τον αγώνα
για την εθνική ανεξαρτησία τους παραδόθηκαν στην υπέρτερη δύναμη της
Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας, ταυτόχρονα όμως η τύχη αυτών των
εθνικών επαναστάσεων υποτάχτηκε στην τύχη της προλεταριακής επανάστασης
και τους αφαιρέθηκε η φαινομενική αυτοτέλεια, η ανεξαρτησία τους από τη
μεγάλη κοινωνική ανατροπή. Ούτε ο Ούγγρος πρόκειται να λευτερωθεί, ούτε ο
Πολωνός, ούτε ο Ιταλός όσο καιρό ο εργάτης θα παραμένει σκλάβος!
Τέλος,
με τις νίκες της Ιερής Συμμαχίας, η Ευρώπη πήρε μια τέτοια όψη, που
κάθε καινούργια προλεταριακή εξέγερση στη Γαλλία πρέπει να συμπίπτει
άμεσα μ' έναν παγκόσμιο πόλεμο. Η νέα γαλλική επανάσταση είναι
αναγκασμένη να εγκαταλείψει αμέσως το εθνικό έδαφος και να καταχτήσει το
ευρωπαϊκό έδαφος, το μόνο που πάνω του μπορεί να πραγματοποιηθεί η
κοινωνική επανάσταση του 19ου αιώνα.
Μόνο,
λοιπόν, με την ήττα του Ιούνη δημιουργήθηκαν όλες οι συνθήκες που
επιτρέπουν στη Γαλλία ν' αναλάβει την πρωτοβουλία της ευρωπαϊκής
επανάστασης. Μόνο αφού βουτήχτηκε στο αίμα των εξεγερμένων τον Ιούνη, η
τρίχρωμη σημαία έγινε η σημαία της ευρωπαϊκής επανάστασης, η κόκκινη
σημαία!
Και μεις αναφωνούμε: Η επανάσταση πέθανε! Ζήτω η επανάσταση!
Παραπομπές:
1. Γαλλική λέξη με διφορούμενη έννοια: ά
Αλλοτε σημαίνει κουμπάρος και άλλοτε συνεργός σε κάποια μηχανορραφία ή σε κάποια περιπέτεια (σημ. τ. σύντ.).
2. Ο δούκας της Ορλεάνης ανέβηκε στο θρόνο της Γαλλίας με το όνομα Λουδοβίκος Φίλιππος (σημ. τ. σύντ.).
3.
Pays legal, κατά λέξη: Νόμιμη χώρα. Εδώ ο κύκλος των ανθρώπων που είχαν
εκλογικό δικαίωμα. Ετσι ονόμαζαν στο καθεστώς της μοναρχίας του Ιούλη
την άρχουσα μειοψηφία που είχε δικαίωμα ψήφου, σε αντίθεση με τις
πλατιές μάζες του πληθυσμού που είχαν στερηθεί αυτό το δικαίωμα (σημ. τ.
σύντ.).
4.
Ροβέρτος Μακέρ (Robert Macaire): Τύπος διαβολεμένου επιχειρηματία που
αναπαράστησε ο περίφημος Γάλλος ηθοποιός Φρεντερίκ Λεμέτρ και που
απαθανατίστηκε στις γελοιογραφίες του Ονορέ Ντομιέ. Η μορφή του Ροβέρτου
Μακέρ ήταν μια τσουχτερή σάτιρα για την κυριαρχία της αριστοκρατίας του
χρήματος στην περίοδο της μοναρχίας του Ιούλη (σημ. τ. σύντ.).
5. Cafe Borgne - κατά λέξη μονόφθαλμο καφενείο. Ετσι ονομάζουν στο Παρίσι τα κακόφημα καφενεία και καπηλειά (σημ. τ. σύντ.).
6.
Το Ζόντερμπουντ ήταν ένας μυστικός σύνδεσμος άμυνας που συγκροτήθηκε
από 7 ελβετικά καντόνια, όπου κυριαρχούσε η επιρροή των ιησουιτών. Η
ελβετική Βουλή αποφάσισε, τον Οχτώβρη του 1847, να διαλύσει με τη βία το
Ζόντερμπουντ. Υστερα από 26 μέρες πολέμου, τα καθολικά καντόνια
νικήθηκαν και επικράτησαν οι φιλελεύθεροι (σημ. τ. μετ.).
7.
Η προσάρτηση της Κρακοβίας από την Αυστρία, σε συμφωνία με τη Ρωσία και
την Πρωσία, έγινε στις 11 του Νοέμβρη 1846. Ο ελβετικός πόλεμος του
Ζόντερμπουντ βάσταξε από τις 4 ως τις 28 του Νοέμβρη 1847. Η εξέγερση
του Παλέρμο έγινε στις 12 του Γενάρη 1848. Στα τέλη του Γενάρη
βομβαρδίστηκε η πόλη επί 9 μέρες από τους Ναπολιτάνους (σημείωση του
Ενγκελς στην έκδοση του 1895).
8. Σ' όλες αυτές τις προτάσεις, ο πρωθυπουργός Γκιζό απαντούσε: «Πλουτίστε για να γίνετε εκλογείς» (σημ. τ. μετ.).
9.
Φοβισμένος από τη λαϊκή εξέγερση που ξεσπούσε, ο Λουδοβίκος Φίλιππος
έριξε στις 23 του Φλεβάρη την κυβέρνηση Γκιζό και στις 24 το πρωί την
αντικατέστησε με την κυβέρνηση Οντιλόν Μπαρό (σημ. τ. μετ.).
10. National: Εφημερίδα που έβγαινε στο Παρίσι στα 1830-1851, όργανο του αστικο-δημοκρατικού κόμματος (σημ. τ. σύντ.).
11.
Gazette de France (Εφημερίδα της Γαλλίας): Μια από τις αρχαιότερες
μοναρχικές εφημερίδες, έβγαινε στο Παρίσι από το 17ο αιώνα (σημ. τ.
σύντ.).
12. Moniteur Universel: Το επίσημο όργανο της γαλλικής κυβέρνησης (σημ. τ. σύντ.).
13. «Un Gouvernement qui suspende ce malentendu terrible qui existe entre les differentes classes».
14. Jacques le bonhomme: Περιφρονητικό παρατσούκλι που κόλλησαν οι Γάλλοι τσιφλικάδες στους χωρικούς (σημ. τ. σύντ.).
15.
Πρόκειται για το ποσό που ορίστηκε τo 1825 για την αποζημίωση των
αριστοκρατών που η ιδιοκτησία τους είχε κατασχεθεί στο διάστημα της
αστικής επανάστασης στα τέλη του 18ου αιώνα (σημ. τ. σύντ.).
16. Ανθρωποι ερημοσπίτες (σημ. τ. σύντ.).
17.
Lazzaroni: Ονομασία που δίνουν στην Ιταλία στα ξεκληρισμένα στοιχεία
που έχασαν την ταξική τους υπόσταση, στους κουρελοπρολετάριους. Τα
στοιχεία αυτά χρησιμοποιήθηκαν συχνά από τις απολυταρχικές κυβερνήσεις
για αντεπαναστατικούς σκοπούς (σημ. τ. σύντ.).
18.
Ο νόμος για τους φτωχούς που ψηφίστηκε στην Αγγλία το 1834, αντί να
δώσει στους φτωχούς βοήθεια σε χρήμα ή σε είδος, πρόβλεπε την ίδρυση γι'
αυτούς σπιτιών εργασίας (workhouses). Αυτά τα εργαστήρια ονομάστηκαν
«Βαστίλλες για τους φτωχούς» και ήταν γι' αυτούς σπίτια του τρόμου (σημ.
τ. σύντ.).
19.
Εκλογικό τίμημα ή Census - πρόκειται για το καθεστώς σύμφωνα με το
οποίο για ν' αποχτήσει κανείς το εκλογικό δικαίωμα είναι υποχρεωμένος να
παρουσιάσει ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, που καθορίζονται απ' το νόμο
(σημ. τ. μετ.).
20.
Υστερα από τα γεγονότα της 15ης του Μάη του 1848, ο Μπαρμπές, ο Αλμπέρ,
ο Ρασπάιγ, ο Σομπριέ, και λίγες μέρες αργότερα κι ο Μπλανκί, πιάστηκαν
και ρίχτηκαν στις φυλακές της Βενσέν (σημ. τ. σύντ.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου