[
] «Ο Θεοτοκάτος (συνήγορος του Λουντέμη) παίρνει από το τραπέζι ένα πανόδετο βιβλίο με γαλάζια ξεθωριασμένα εξώφυλλα, το ανοίγει και αρχίζει να απαγγέλει, καθαρά και βροντόφωνα για να μπορούν να τον παρακολουθούν όλοι:
Εγώ είμαι ο γκρεμιστής
Γιατί εγώ είμαι κι ο χτίστης
Ο διαλεχτός της άρνησης
Κι ο ακριβογιός της πίστης.
Και θέλει και το γκρέμισμα
Νου και καρδιά και χέρι.
Στου μίσους τα μεσάνυχτα
Τρέμει ενός πόθου αστέρι.
Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός,
Του χαλασμού πατέρας,
Πάντα κοιτάζω προς το φως
Το απόμαυρο της μέρας.
Εγώ ο σεισμός ο αλύπητος,
Εγώ κι ο ανοιχτομάτης
Του μακρεμένου αγναντευτής
Κι ο κλέφτης κι ο απελάτης
Και με το καριοφύλλι μου
Και με το απελατίκι
Την πολιτεία την κάνω ερμιά,
Γη χέρσα το χωράφι.
Εδώ ο θεοτοκάτος σταματά , στρέφεται προς το μάρτυρα και λέει:
- Περιμένω ν ακούσω τη γνώμης σας γι αυτό το κείμενο κύριε μάρτυς.
Ο Καραχάλιος (μάρτυρας- αστυνόμος γενικής ασφάλειας) όμως σωπαίνει. Ύστερα από λίγο λέει:
- Δεν μπορώ να εκφράσω γνώμη μόνο από ένα απόσπασμα.
- Τότε παρακαλώ τον πρόεδρο να μου επιτρέψει να συνεχίσω, λέει ο Θεοτοκάτος.
Κάλλιο φυτρώστε αγραγκαθιές
Και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,
Κάλλιο φουσκώστε ποταμοί,
Και κάλλιο ανοίχτε , τάφοι,
Και , δυναμίτη, βρόντηξε
Και σιγοστάλαξε αίμα
Παρά σε πύργους άρχοντας
Και σε ναούς το ψέμα.
Των πρωτογέννητων καιρών
Η πλάση με τα αγρίμια
Ξανάρχεται. Καλώς να ρθη.
Γκρεμίζω την ασχήμια
Εδώ σταματάει πάλι ο συνήγορος και ξαναρωτάει το μάρτυρα:
- Μήπως τώρα κύριε μάρτυς, σχηματίσατε γνώμη;
Αντί για απάντηση ο μάρτυρας ρωτά:
- Τίνος είναι αυτό το βιβλίο;
- Γιατί κύριε μάρτυς σας ενδιαφέρει;
- Ναι, με ενδιαφέρει.
- Γιατί σας ενδιαφέρει; Εσείς είπατε προηγουμένως ότι για να σχηματίσετε άποψη για κάποιο έργο δεν σας ενδιαφέρει ο συγγραφέας αλλά το περιεχόμενο και μόνο αυτό.
- Μα ξέρετε κύριε συνήγορε Όταν γνωρίζουμε το συγγραφέα μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα τι λέει. Λοιπόν πέστε μου σας παρακαλώ τίνος είναι για να μπορέσω να κρίνω και να εκφέρω γνώμη.
- Δεν θα σας τον πω, γιατί αυτό αντιβαίνει στη συμφωνία που κάναμε πριν λίγο. Κι ύστερα εσείς μόνος σας είπατε ότι κρίνετε αντικειμενικά ένα λογοτεχνικό έργο. Το κρίνετε απ το περιεχόμενο κι όχι από το συγγραφέα του.
Εδώ επεμβαίνει ο εισαγγελέας :
- Τέλος πάντων, κύριε συνήγορε, θα μας τον πείτε καμιά φορά αυτόν το συγγραφέα του κειμένου;
Ο Πρόεδρος Φαρμάκης, που έχει χάσει φαίνεται την υπομονή του, γυρίζει προς τον εισαγγελέα και λέει:
- Αφήστε κύριε εισαγγελέα . Κάποιος του ίδιου φυράματος με το Λουντέμη θα είναι κι αυτός.
Ο Θεοτοκάτος ήρεμος άνοιξε το βιβλίο για να συνεχίσει το διάβασμα. Βλέποντας τον ο πρόεδρος τινάχτηκε πάνω σαν να τον σούβλισαν με πυρωμένα σουβλιά και λέει ουρλιάζοντας:
- Κύριε συνήγορε δεν σας επιτρέπω να συνεχίσετε. Δεν σας επιτρέπω να διαβάζετε ενώπιόν μας τέτοια κείμενα. Αυτό που διαβάσατε δεν είναι ποίημα, είναι λίβελλος εναντίον του έθνους, είναι ένα κείμενο αντεθνικόν, που πρέπει να κατασχεθεί και να καταστραφεί αμέσως, ενώ εκείνος που το γραψε , αν δεν έχει καταδικαστεί μέχρι τώρα , πρέπει να καθήσει στο εδώλιο μαζί με τον πελάτη σου, να καταδικαστεί για εσχάτη προδοσία και να κρεμαστεί Αυτός δεν είναι Έλλην , είναι προδότης, εχθρός της πατρίδας είπε ο πρόεδρος και κάθησε. Έτρεμε ολόκληρος από το θυμό του.
- Κύριε πρόεδρε, λέει ο Θεοτοκάτος, ομολογώ πως τέτοιο λαβράκι δεν το περίμενα στα δίχτυα μου. Εγώ αλλού ψάρευα, συμπληρώνει, δείχνοντας τον μάρτυρα κατηγορίας. Το ποίημα που απήγγειλα πριν λίγο ενώπιόν σας και που εσείς το χαρακτηρίσατε λίβελλον εναντίον του έθνους, αντεθνικόν κλπ κλπ είναι απόσπασμα απ το γνωστό ποίημα «Ο εκδικητής» που κυκλοφορεί σήμερα στην Ελλάδα ελεύθερα και διαβάζεται από όλους τους Έλληνες. Εκείνος που τογραψε και που κατά τη γνώμη σας πρέπει να δικαστεί για προδοσία δεν είναι άλλος από τον εθνικό μας ποιητή Κωστή Παλαμά, που όλο το έθνος τον διαβάζει, τον αγαπά και τον τιμά. Ναι, ο Κωστής Παλαμάς κύριε πρόεδρε. Και για να πεισθείτε καταθέτω το βιβλίο με τα γκρίζα εξώφυλλα λέγοντας:
- Όσο προδότης είναι, κύριε πρόεδρε, ο εθνικός μας ποιητής, άλλο τόσο είναι προδότης κι ο Λουντέμης, που έγραψε το βιβλίο «Βουρκωμένες μέρες» και για το οποίο τόσο λυσσαλέα διώκεται.
Το ακροατήριο ξεσπά σε χειροκροτήματα. Ο πρόεδρος αιφνιδιάζεται, τα χάνει. Δεν ξέρει τι να κάνει. Και για να βγει από τη δύσκολη θέση χτυπά το κουδούνι αμήχανα και διακόπτει τη συνεδρίαση λέγοντας:
- ʼνθρωποι είμαστε κι εμείς, δεν μπορεί να τα ξέρουμε όλα» .
Επιφανείς πνευματικές προσωπικότητες έσπευσαν να τον υπερασπιστούν στη δίκη του, υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο του «είναι ένα εξαιρετικό έργο, γεμάτο αγάπη για τον άνθρωπο και πίστη στην πορεία του προς το μέλλον». Χαρακτηριστική για το μαχητή συγγραφέα και το έργο του είναι η κατάθεση του λογοτέχνη Στρατή Δούκα, γενικού γραμματέα της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών στη δίκη του Λουντέμη το 1956 :
«Ο Λουντέμης, κύριοι, δεν ήταν από κείνους τους συγγραφείς που συμβουλεύουν από απόσταση ασφαλείας τους άλλους. Δεν είναι από κείνους που ετοιμάζουν και δείχνουν τους στίβους. Είναι συγγραφέας μαχητής που δεν αρκέστηκε, όταν η πατρίδα μας στέναζε κάτω από το φασιστικό ζυγό, να μας δείξει τα μαρμαρένια αλώνια ,αλλά καβάλησε ο ίδιος το άτι του και μπήκε στη μάχη, για να μας δείξει πώς παλεύουν τα παλικάρια Το έργο του μύριζε πάντα μπαρούτη. Kανονιοβολούσε τους εκμεταλλευτές του λαού και υπεράσπιζε τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους. Πάντα τάχτηκε με το μέρος των αδικημένων και των αβόλευτων. Είναι ένας συγγραφέας καθαρά λαϊκός. Μπήκε στις φτωχογειτονιές και στους τόπους δουλειάς, συναντήθηκε με τους ανθρώπους του μόχθου, ζυμώθηκε μ αυτούς και έγραψε με πολλή αγάπη για κείνους που δημιουργούν τα πάντα σ αυτόν τον κόσμο, μα που δε χόρτασαν ποτέ ούτε το ψωμί».
Τέλος ο Λουντέμης καλείται να απολογηθεί και κάνει μια αναδρομή στη ζωή του και περιγράφει μαζί με το δράμα το δικό του το δράμα ενός ολόκληρου λαού. Όταν φτάνει να περιγράψει το δράμα του παιδιού του όταν ο ίδιος βρισκόταν στη Μακρόνησο ο πρόεδρος παρατηρεί: «Απορώ πώς δεν υπογράψατε μια δήλωση για να σώσετε από τη δοκιμασία εσάς και το παιδί σας ». Και ο Λουντέμης απαντά: «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάμω πάλι τέσσερα εγώ!». Το αποτέλεσμα αυτής της δίκης, ωστόσο, ήταν η απαγόρευση της κυκλοφορίας των βιβλίων του Λουντέμη.
Ο Λουντέμης θα επιστρέψει στον τόπο της εξορίας του, τον ʼη- Στράτη, και θα παραμείνει εκτοπισμένος για δυο ακόμα χρόνια χωρίς να του έχει απαγγελθεί καμία κατηγορία
Εγώ είμαι ο γκρεμιστής
Γιατί εγώ είμαι κι ο χτίστης
Ο διαλεχτός της άρνησης
Κι ο ακριβογιός της πίστης.
Και θέλει και το γκρέμισμα
Νου και καρδιά και χέρι.
Στου μίσους τα μεσάνυχτα
Τρέμει ενός πόθου αστέρι.
Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός,
Του χαλασμού πατέρας,
Πάντα κοιτάζω προς το φως
Το απόμαυρο της μέρας.
Εγώ ο σεισμός ο αλύπητος,
Εγώ κι ο ανοιχτομάτης
Του μακρεμένου αγναντευτής
Κι ο κλέφτης κι ο απελάτης
Και με το καριοφύλλι μου
Και με το απελατίκι
Την πολιτεία την κάνω ερμιά,
Γη χέρσα το χωράφι.
Εδώ ο θεοτοκάτος σταματά , στρέφεται προς το μάρτυρα και λέει:
- Περιμένω ν ακούσω τη γνώμης σας γι αυτό το κείμενο κύριε μάρτυς.
Ο Καραχάλιος (μάρτυρας- αστυνόμος γενικής ασφάλειας) όμως σωπαίνει. Ύστερα από λίγο λέει:
- Δεν μπορώ να εκφράσω γνώμη μόνο από ένα απόσπασμα.
- Τότε παρακαλώ τον πρόεδρο να μου επιτρέψει να συνεχίσω, λέει ο Θεοτοκάτος.
Κάλλιο φυτρώστε αγραγκαθιές
Και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι,
Κάλλιο φουσκώστε ποταμοί,
Και κάλλιο ανοίχτε , τάφοι,
Και , δυναμίτη, βρόντηξε
Και σιγοστάλαξε αίμα
Παρά σε πύργους άρχοντας
Και σε ναούς το ψέμα.
Των πρωτογέννητων καιρών
Η πλάση με τα αγρίμια
Ξανάρχεται. Καλώς να ρθη.
Γκρεμίζω την ασχήμια
Εδώ σταματάει πάλι ο συνήγορος και ξαναρωτάει το μάρτυρα:
- Μήπως τώρα κύριε μάρτυς, σχηματίσατε γνώμη;
Αντί για απάντηση ο μάρτυρας ρωτά:
- Τίνος είναι αυτό το βιβλίο;
- Γιατί κύριε μάρτυς σας ενδιαφέρει;
- Ναι, με ενδιαφέρει.
- Γιατί σας ενδιαφέρει; Εσείς είπατε προηγουμένως ότι για να σχηματίσετε άποψη για κάποιο έργο δεν σας ενδιαφέρει ο συγγραφέας αλλά το περιεχόμενο και μόνο αυτό.
- Μα ξέρετε κύριε συνήγορε Όταν γνωρίζουμε το συγγραφέα μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα τι λέει. Λοιπόν πέστε μου σας παρακαλώ τίνος είναι για να μπορέσω να κρίνω και να εκφέρω γνώμη.
- Δεν θα σας τον πω, γιατί αυτό αντιβαίνει στη συμφωνία που κάναμε πριν λίγο. Κι ύστερα εσείς μόνος σας είπατε ότι κρίνετε αντικειμενικά ένα λογοτεχνικό έργο. Το κρίνετε απ το περιεχόμενο κι όχι από το συγγραφέα του.
Εδώ επεμβαίνει ο εισαγγελέας :
- Τέλος πάντων, κύριε συνήγορε, θα μας τον πείτε καμιά φορά αυτόν το συγγραφέα του κειμένου;
Ο Πρόεδρος Φαρμάκης, που έχει χάσει φαίνεται την υπομονή του, γυρίζει προς τον εισαγγελέα και λέει:
- Αφήστε κύριε εισαγγελέα . Κάποιος του ίδιου φυράματος με το Λουντέμη θα είναι κι αυτός.
Ο Θεοτοκάτος ήρεμος άνοιξε το βιβλίο για να συνεχίσει το διάβασμα. Βλέποντας τον ο πρόεδρος τινάχτηκε πάνω σαν να τον σούβλισαν με πυρωμένα σουβλιά και λέει ουρλιάζοντας:
- Κύριε συνήγορε δεν σας επιτρέπω να συνεχίσετε. Δεν σας επιτρέπω να διαβάζετε ενώπιόν μας τέτοια κείμενα. Αυτό που διαβάσατε δεν είναι ποίημα, είναι λίβελλος εναντίον του έθνους, είναι ένα κείμενο αντεθνικόν, που πρέπει να κατασχεθεί και να καταστραφεί αμέσως, ενώ εκείνος που το γραψε , αν δεν έχει καταδικαστεί μέχρι τώρα , πρέπει να καθήσει στο εδώλιο μαζί με τον πελάτη σου, να καταδικαστεί για εσχάτη προδοσία και να κρεμαστεί Αυτός δεν είναι Έλλην , είναι προδότης, εχθρός της πατρίδας είπε ο πρόεδρος και κάθησε. Έτρεμε ολόκληρος από το θυμό του.
- Κύριε πρόεδρε, λέει ο Θεοτοκάτος, ομολογώ πως τέτοιο λαβράκι δεν το περίμενα στα δίχτυα μου. Εγώ αλλού ψάρευα, συμπληρώνει, δείχνοντας τον μάρτυρα κατηγορίας. Το ποίημα που απήγγειλα πριν λίγο ενώπιόν σας και που εσείς το χαρακτηρίσατε λίβελλον εναντίον του έθνους, αντεθνικόν κλπ κλπ είναι απόσπασμα απ το γνωστό ποίημα «Ο εκδικητής» που κυκλοφορεί σήμερα στην Ελλάδα ελεύθερα και διαβάζεται από όλους τους Έλληνες. Εκείνος που τογραψε και που κατά τη γνώμη σας πρέπει να δικαστεί για προδοσία δεν είναι άλλος από τον εθνικό μας ποιητή Κωστή Παλαμά, που όλο το έθνος τον διαβάζει, τον αγαπά και τον τιμά. Ναι, ο Κωστής Παλαμάς κύριε πρόεδρε. Και για να πεισθείτε καταθέτω το βιβλίο με τα γκρίζα εξώφυλλα λέγοντας:
- Όσο προδότης είναι, κύριε πρόεδρε, ο εθνικός μας ποιητής, άλλο τόσο είναι προδότης κι ο Λουντέμης, που έγραψε το βιβλίο «Βουρκωμένες μέρες» και για το οποίο τόσο λυσσαλέα διώκεται.
Το ακροατήριο ξεσπά σε χειροκροτήματα. Ο πρόεδρος αιφνιδιάζεται, τα χάνει. Δεν ξέρει τι να κάνει. Και για να βγει από τη δύσκολη θέση χτυπά το κουδούνι αμήχανα και διακόπτει τη συνεδρίαση λέγοντας:
- ʼνθρωποι είμαστε κι εμείς, δεν μπορεί να τα ξέρουμε όλα» .
Επιφανείς πνευματικές προσωπικότητες έσπευσαν να τον υπερασπιστούν στη δίκη του, υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο του «είναι ένα εξαιρετικό έργο, γεμάτο αγάπη για τον άνθρωπο και πίστη στην πορεία του προς το μέλλον». Χαρακτηριστική για το μαχητή συγγραφέα και το έργο του είναι η κατάθεση του λογοτέχνη Στρατή Δούκα, γενικού γραμματέα της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών στη δίκη του Λουντέμη το 1956 :
«Ο Λουντέμης, κύριοι, δεν ήταν από κείνους τους συγγραφείς που συμβουλεύουν από απόσταση ασφαλείας τους άλλους. Δεν είναι από κείνους που ετοιμάζουν και δείχνουν τους στίβους. Είναι συγγραφέας μαχητής που δεν αρκέστηκε, όταν η πατρίδα μας στέναζε κάτω από το φασιστικό ζυγό, να μας δείξει τα μαρμαρένια αλώνια ,αλλά καβάλησε ο ίδιος το άτι του και μπήκε στη μάχη, για να μας δείξει πώς παλεύουν τα παλικάρια Το έργο του μύριζε πάντα μπαρούτη. Kανονιοβολούσε τους εκμεταλλευτές του λαού και υπεράσπιζε τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους. Πάντα τάχτηκε με το μέρος των αδικημένων και των αβόλευτων. Είναι ένας συγγραφέας καθαρά λαϊκός. Μπήκε στις φτωχογειτονιές και στους τόπους δουλειάς, συναντήθηκε με τους ανθρώπους του μόχθου, ζυμώθηκε μ αυτούς και έγραψε με πολλή αγάπη για κείνους που δημιουργούν τα πάντα σ αυτόν τον κόσμο, μα που δε χόρτασαν ποτέ ούτε το ψωμί».
Τέλος ο Λουντέμης καλείται να απολογηθεί και κάνει μια αναδρομή στη ζωή του και περιγράφει μαζί με το δράμα το δικό του το δράμα ενός ολόκληρου λαού. Όταν φτάνει να περιγράψει το δράμα του παιδιού του όταν ο ίδιος βρισκόταν στη Μακρόνησο ο πρόεδρος παρατηρεί: «Απορώ πώς δεν υπογράψατε μια δήλωση για να σώσετε από τη δοκιμασία εσάς και το παιδί σας ». Και ο Λουντέμης απαντά: «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάμω πάλι τέσσερα εγώ!». Το αποτέλεσμα αυτής της δίκης, ωστόσο, ήταν η απαγόρευση της κυκλοφορίας των βιβλίων του Λουντέμη.
Ο Λουντέμης θα επιστρέψει στον τόπο της εξορίας του, τον ʼη- Στράτη, και θα παραμείνει εκτοπισμένος για δυο ακόμα χρόνια χωρίς να του έχει απαγγελθεί καμία κατηγορία
ΠΗΓΉ: Alfavita
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου