Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Κριτική του εκλογικού αποτελέσματος του ΚΚΕ

  Στα πλαίσια της πλατιάς και πολύ σοβαρής και χρήσιμης συζήτησης που γίνεται στο εσωτερικό του ΚΚΕ μεταξύ μελών στελεχών και φίλων δημοσιεύουμε κείμενα που θεωρούμε ότι έχουν να προσφέρουν θετικά στο άλμα προς τα μπρός που πρέπει να κάνει το ΚΚΕ για να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του λαού και στις δύσκολες και πολύ απαιτητικές συνθήκες της  καπιταλιστικής κρίσης που όσο περνάει ο καιρός όλο και βαθαίνει.

Το παρακάτω κείμενο είναι από το σφυροδρέπανο

 

Κριτική κουζίνα

Κατά τη γνώμη μου (όση σημασία μπορεί να έχει αυτή) η ανακοίνωση της κετουκέ με τις πρώτες εκτιμήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα στις 17 ιούνη, ήταν λειψή ως προς το αυτοκριτικό της κομμάτι. Πιστεύω ότι αυτό θα εμπλουτιστεί μέσα από τις εσωκομματικές διαδικασίες αποτίμησης του αποτελέσματος και –κυρίως- από τον κύκλο συσκέψεων με οπαδούς και φίλους του κόμματος, που πρέπει να είναι ουσιαστικός και πλούσιος σε προτάσεις και γόνιμο προβληματισμό. Εξάλλου στο καταληκτικό της κομμάτι η ανακοίνωση της κε καλεί τα μέλη και τους φίλους σ’ αυτό ακριβώς: να εστιάσουν στις γενικές κι υποκειμενικές αδυναμίες στη δράση, κάνοντας συγκεκριμένη κριτική για την αντιμετώπισή τους.
Σε αυτά τα πλαίσια η κε του μπλοκ καταθέτει μια πρώτη δική της συμβολή, με κάποιες πρόχειρες, ανολοκλήρωτες σκέψεις και παρατηρήσεις. Πριν φτάσουμε όμως σε αυτό, πρώτα μια εισαγωγική παρατήρηση. Οποιαδήποτε καλόπιστη κριτική οφείλει να συμπεριλαμβάνει την αυτοκριτική. Δεν μπορεί να λέω εγώ στους άλλους σε στιλ επιστάτη, τι  θα έπρεπε να κάνουν και να βγάζω απέξω την ουρά μου, χωρίς να βοηθάω να γίνουν αυτά που λέμε. Το ερώτημα του λένιν ήταν στο πρώτο πληθυντικό, τι να κάνουμε, κι όχι τι να κάνετε εσείς, ή τι να κάνουν οι άλλοι. Από αυτή την άποψη λοιπόν η δική μου κριτική είναι κάπως αφ’ υψηλού, γιατί παραλείπεται το προσωπικό κομμάτι. Μη γίνουμε και τελείως αυτοαναφορικοί, εδώ μέσα.
Δεύτερη παρατήρηση. Μια τέτοια διαδικασία αυτοκριτικής για τις αδυναμίες μας, μπορεί εύκολα να γενικευτεί και να πιάσει πρακτικά οτιδήποτε, θυμίζοντας πολύ προσυνεδριακό διάλογο. Ίσως μάλιστα για κάποιους αυτό να είναι απαραίτητο και να το επιδιώκουν, διαφωνώντας συνολικά με την τακτική ή την πολιτική γραμμή του κόμματος τελευταία. Και με το σκεπτικό πως ένα άσχημο αποτέλεσμα σαν και αυτό, καταδεικνύει ότι εμείς είναι που πηγαίνουμε στραβά, κι όχι ο γιαλός. Η δική μου προσέγγιση είναι διαφορετική κι εστιάζει σε επιμέρους αδυναμίες, έχοντας ως αφετηρία ότι ο ελληνικός γιαλός είναι περίπλοκος και δαντελωτός, γεμάτος ξέρες, φιόρδ και ζιγκ-ζαγκ.
Πρώτο ζήτημα, η παρέμβαση του κόμματος στο διαδίκτυο. Η δυναμική του μέσου –ιδιαίτερα στις μικρότερες ηλικίες- είναι πολύ μεγάλη και διαρκώς αυξανόμενη. Το κόμμα πρέπει να λάβει υπόψη του τα εγγενή χαρακτηριστικά και μειονεκτήματα του μέσου και τους κινδύνους που ελλοχεύουν (ηλεκτρονικό φακέλωμα, υποκατάσταση άμεσης και ζωντανής διαπροσωπικής επαφής κτλ) και να προχωρήσει μεθοδικά και προσεκτικά σε οργανωμένη παρέμβαση σε ενημερωτικές ιστοσελίδες κι ιστολόγια μεγάλης επισκεψιμότητας –όπως έκανε ο red alert στο παλιό indymedia- ακόμα και στο τουίτερ, υπό προϋποθέσεις. Αυτό θα ελαχιστοποιήσει και τα περιθώρια προβοκάτσιας εις βάρος του κόμματος από διάφορους παρατρεχάμενους στο διαδίκτυο. Το οποίο δεν πρέπει να υποτιμηθεί ως πεδίο παρέμβασης.
Δεύτερο, το ζήτημα της διανόησης. Το κμε πρέπει να αναδιοργανωθεί άμεσα, προσεγγίζοντας τους ρυθμούς και τη λειτουργία της δεκαετίας με τις βάτες (80’ς). Να διοργανώνει σε (πιο) τακτική βάση ημερίδες κι επιστημονικά συμπόσια, θεματικές εκδηλώσεις και συλλογικές μελέτες. Να διευρύνει τον κύκλο των συνεργατών του με πανεπιστημιακούς (το πιο προφανές παράδειγμα είναι μάλλον ο αντώνης από το lenin reloaded) και να αξιοποιήσει συστηματικά όσους κινούνται στις τάξεις του κόμματος ή βρίσκονται κοντά του πολιτικά. (Πχ στη θεσσαλονίκη ο μαργαρίτης, ο λεοντιάδης, και εγώ θα τολμούσα να προσθέσω το δάγκα και τον παυλίδη για συγκεκριμένα ζητήματα). Πρέπει να μονιμοποιηθεί η συνεργασία μαζί τους με τακτική αρθρογραφία στο ριζοσπάστη ή στην κομεπ. Να διερευνηθεί το ενδεχόμενο και η δυνατότητα έκδοσης ενός επιστημονικού περιοδικού στα πρότυπα του ανταίου μεταπολεμικά ή της επιστημονικής σκέψης στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Η σοβαρή ιδεολογική δουλειά δεν πρέπει να γίνεται μόνο εντός του κόμματος (αχτίφ, ιδεολογικά μαθήματα, κομματική σχολή) αλλά να βγει έξω απ’ τα όριά του αποκτώντας μαζικό, εκλαϊκευτικό χαρακτήρα. Χρειάζεται παράλληλα να γίνει πανελλαδικά μια σειρά εκδηλώσεων με συνεργάτες του τμήματος οικονομίας και θέμα την κρίση, όπως έγινε με την παρουσίαση του β’ τόμου του δοκιμίου ιστορίας.
Να εξεταστεί κριτικά η πείρα του κομμουνιστικού κινήματος από το κραχ του 29 κι η ιστορική θέση ότι η καπιταλιστική κρίση μολονότι αναδεικνύει τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα του καπιταλισμού, δεν ενισχύει αυτόματα τη δύναμη των κομμουνιστών, ούτε αποτελεί αυτονόητα προνομιακό πεδίο παρέμβασής τους, καθώς καθιστά πολύ πιθανή τη συντηρητική αναδίπλωση του συστήματος και την άνοδο των φασιστικών δυνάμεων. Οι τελευταίες αναλαμβάνουν να συγκρατήσουν με το κνούτο και να χειραγωγήσουν την αυξανόμενη λαϊκή οργή και δυσαρέσκεια από τα αδιέξοδα της αστικής δημοκρατίας, στην οποία ως γνωστόν δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Άλλωστε για τους αστούς ακόμα κι ο φασισμός είναι μια κάποια λύση…
Η αντιμετώπιση του ανερχόμενου φασιστικού κινδύνου περνάει μέσα από τη μαζικοποίηση και την αγωνιστική αναδιοργάνωση του εργατικού κινήματος κι ενδέχεται να (χρειαστεί να) γίνει και με οργανωτικούς όρους –πχ συγκρότηση εργατικών πολιτοφυλακών από τα σωματεία. Για πολλά χρόνια το εργατικό κίνημα ήταν δέσμιο των ξεπουλημένων ηγεσιών του, που το καταδίκασαν στην αδράνεια, τον εκφυλισμό και εν τέλει στο φυλλορρόημα. Σήμερα που το πασόκ αργοπεθαίνει και ο σύριζα δε μπορεί να παίξει ακόμα τον ίδιο ρόλο στον εργατικό και φοιτητικό συνδικαλισμό, έχουμε την ευκαιρία να αλλάξουμε ριζικά την κατάσταση και τους συσχετισμούς. Το κόμμα και η νεολαία πρέπει να δώσουν όλες τους τις δυνάμεις σε αυτήν την υπόθεση.
Πρέπει να πέσουμε με τα μούτρα στη νεολαία. Να δοθεί βάρος στους μαθητές, που είναι δεξαμενή άντλησης καινούριων δυνάμεων κι όπου μπορεί να γίνει δουλειά παρακαταθήκης για τα επόμενα χρόνια. Να αντιστραφεί άμεσα το σκηνικό με την χαμηλή στρατολόγηση και παρουσία των δικών μας δυνάμεων. Να ανακοπεί η ανησυχητική τάση ενίσχυσης της χρυσής αυγής στα σχολεία, και η άλλη όψη του νομίσματος του πολιτικού μηδενισμού με την ενίσχυση της αναρχίας, ιδίως μετά τον δεκέμβρη του 08’. Να μην υποτιμηθεί η δουλειά στη σπουδάζουσα νεολαία, με θεωρητικά σχήματα για την διαφοροποίηση της διαστρωμάτωσης και των ταξικών καταβολών των φοιτητών –εκτός κι αν αυτό τεκμηριωθεί και καταχωρηθεί ως επίσημη θέση μας.
Να διασαφηνιστεί ο ρόλος κι ο χαρακτήρας των λαϊκών επιτροπών και να κάνουν πλατύ άνοιγμα, για να μη συσπειρώνουν μόνο ένα στενό κύκλο μελών και κοντινών επιρροών. Χρειάζεται μεγάλη αποφασιστικότητα, φαντασία και πρωτοτυπία –μακριά από δουλειά ρουτίνας και κουτάκια- για να αναδειχθούν τοπικά ζητήματα, να αξιοποιηθεί το μεράκι και η δυνατότητα προσφοράς κάθε σφου και να σπάσει η αποξένωση των μεγάλων πόλεων.
Ειδικά για τις εκλογές
Το αποτέλεσμα δεν αντιστοιχεί στην πραγματική δύναμη του κόμματος και τους συσχετισμούς στη κοινωνία. Το ζήτημα είναι να μην παγιωθούν σε αυτά τα επίπεδα, υπό την πίεση της κυβερνώσας αριστεράς. Υπήρχαν πράγματα που μπορούσαν να γίνουν καλύτερα (τα διαφημιστικά σποτ και η τηλεοπτική μας εκπροσώπηση εν γένει) κι άλλα που θα έπρεπε να έχουν γίνει ήδη από την πρώτη προεκλογική περίοδο (διευκρίνιση για το πώς εννοούμε τον όρο αριστερά και τη διακυβέρνηση της λαϊκής εξουσίας) αλλά δεν έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα.
Αυτός ο «δεύτερος γύρος» των εκλογών μου θύμισε συνειρμικά τα φοιτητικά μου χρόνια, με τους γύρους καταλήψεων, τις συνελεύσεις με τα κοινά πλαίσια και το δίπολο κατάληψη-αντικατάληψη, που θυμίζει με τη σειρά του το «μνημόνιο-αντιμνημόνιο». Όσο καλή παρουσία και να είχαμε, όσο πειστικά και να εξηγούσαμε την πρότασή μας και το πλαστό δίλημμα που αφορούσε τη μορφή κι όχι το περιεχόμενο, μετά τη δεύτερη-τρίτη εβδομάδα επικρατούσε το κλασικό δίπολο και οι ψήφοι μας συμπιέζονταν από το κοινό πλαίσιο, που κέρδιζε ενίοτε άτομα και από τον στενό μας πυρήνα. Αυτό όμως δε σήμαινε ότι είχαμε λάθος ή ότι έπρεπε να αλλάξουμε τη στάση μας.
Κι εδώ τελειώνει το κομμάτι με τους πρώτους προβληματισμούς, χωρίς προφανώς να εξαντλείται το θέμα, πέρα από κάποιες επιμέρους πτυχές του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου